A day to remember… 30/11 [WATCHTOWER]

0
169
Watchtower




















Watchtower

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ“Energetic disassembly” – WATCHTOWER
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ1985
ΕΤΑΙΡΙΑZombo Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣWATCHTOWER
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Jason McMaster
Κιθάρες – Billy White
Μπάσο – Doug Keyser
Τύμπανα – Rick Colaluca

Με την underground metal σκηνή του Texas να αρχίζει τότε να κάνει τα πρώτα της δισκογραφικά βήματα, μία μπάντα από το Austin κατάφερε να κυκλοφορήσει ένα από τα πιο επιδραστικά metal άλμπουμ όλων των εποχών. Οι WATCHTOWER σχηματίστηκαν τον Ιανουάριο του 1982 από τους Doug Keyser, Billy White και Rick Colaluca σε μπάσο, κιθάρα και τύμπανα αντίστοιχα, επηρεασμένοι από RUSH, IRON MAIDEN, ACCEPT και JUDAS PRIEST, αλλά από νωρίς έδειξαν ότι δεν τους αρκούσε η απλή αναπαραγωγή των επιρροών τους και σύντομα διαπίστωσαν ότι υπήρχε χημεία μεταξύ τους. Το όνομα το βρήκε ο Doug Keyser όταν είδε τη λέξη “watchtower” σε ένα βιβλίο στο σχολείο, του έμεινε στο μυαλό κι όταν το συγκρότημα χρειάστηκε ένα όνομα, προέκυψε φυσικά. Το θεώρησαν ασυνήθιστο αλλά ταιριαστό, καθώς από τις πρώτες μέρες παρατηρούσαν κι έγραφαν για όσα συνέβαιναν στον κόσμο γύρω τους.

Έπειτα από περίπου έξι μήνες, βρήκαν τον τραγουδιστή Jason McMaster, ο οποίος έφερε μαζί του ακόμη περισσότερες heavy metal επιρροές και μία εβδομάδα μετά την ένταξή του έδωσαν την πρώτη τους συναυλία. Η metal σκηνή ήταν τότε ακόμη βαθιά underground και χρειάστηκε χρόνος για να αρχίσει το κοινό να αντιλαμβάνεται την πρωτοτυπία του ήχου τους. Αρχικά δεν σχεδίαζαν να δημιουργήσουν μια καθαρά metal μπάντα, αλλά εξελίχθηκαν σταδιακά προς αυτή την κατεύθυνση. Οι πρώτες τους συνθέσεις ήταν πιο αργές και έντονα επηρεασμένες από τους RUSH, αλλά με τον καιρό άρχισαν να παίζουν όλο και πιο γρήγορα, οδηγούμενοι φυσικά σε ένα νέο ύφος που συνδύαζε ταχύτητα και τεχνική.

Το 1983 οι WATCHTOWER προσκλήθηκαν από τον Chris Gates (BIG BOYS, POISON 13, JUNKYARD) να ξεκινήσουν εμφανίσεις στο Ritz, θρυλικό venue της περιοχής. Την ίδια περίοδο μοιράστηκαν τη σκηνή με ανερχόμενα metal συγκροτήματα όπως οι SLAYER, ANTHRAX, KING DIAMOND, TROUBLE, CELTIC FROST και VOIVOD, αποκτώντας σημαντική προβολή στη διαρκώς αναπτυσσόμενη metal σκηνή του Texas.

Την ίδια χρονιά, οι WATCHTOWER τράβηξαν το ενδιαφέρον της Rainforest Records, μιας ανεξάρτητης εταιρείας από το San Antonio που είχε ήδη κυκλοφορήσει το “Prepare to Die” EP των συνοδοιπόρων τους, S.A. SLAYER. Αποδέχθηκαν την πρόταση και στις αρχές του 1984, βρέθηκαν για πρώτη φορά στα Earth And Sky studios στο Austin, αξιοποιώντας το έπαθλο ενός “Battle of the Bands”, που τους εξασφάλιζε οκτώ ώρες δωρεάν ηχογράφησης. Ένας από τους κριτές του διαγωνισμού ήταν ο κιθαρίστας και τραγουδιστής των ZZ TOP, Billy Gibbons, ενώ ο μέσος όρος ηλικίας των μελών των WATCHTOWER δεν ξεπερνούσε τα 18 έτη.

Στο στούντιο ηχογράφησαν δύο κομμάτια, το “Meltdown” και το “Tyrants in distress”. Παρότι οι ηχογραφήσεις προχώρησαν ομαλά, μόνο το “Meltdown” κυκλοφόρησε, καθώς συμπεριλήφθηκε στη συλλογή “A Texas hardcore compilation – Cottage cheese from the lips of death” της Ward-9 Records. Η συλλογή αυτή αποτέλεσε μία από τις πρώτες σημαντικές κυκλοφορίες για την underground σκηνή του Austin, με συμμετοχές συγκροτημάτων όπως οι D.R.I., THE OFFENDERS και BUTTHOLE SURFERS, ενώ το εξώφυλλο είχε σχεδιαστεί από τον τραγουδιστή των BUTTHOLE SURFERS, Gibby Haynes.

Μετά τη συμμετοχή τους στη συλλογή, οι WATCHTOWER μπήκαν στα Cedar Creek Studios για την ηχογράφηση του πρώτου τους άλμπουμ, την περίοδο που η πόλη βίωνε σπάνιο χιονιά. Η μουσική τους συνδύαζε τεχνική ακρίβεια, ταχύτητα και πολυπλοκότητα, δημιουργώντας έναν ήχο που δύσκολα περιγραφόταν. Το συγκρότημα προσέγγισε την έννοια του progressive metal με έναν τρόπο πρωτοφανή, παντρεύοντας την ένταση του thrash με την τεχνική της jazz και του fusion.

Αρχικά, η εταιρεία που επρόκειτο να κυκλοφορήσει το άλμπουμ κράτησε τις ηχογραφήσεις χωρίς να το πράξει, γεγονός που οδήγησε τους WATCHTOWER να ιδρύσουν τη δική τους εταιρεία, τη Zombo Records. Παρότι δεν είχαν χρήματα ή δίκτυο διανομής, αποφάσισαν να το κάνουν μόνοι τους, εξασφαλίζοντας έτσι πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο. Η Zombo Records δημιουργήθηκε αποκλειστικά για να μπορέσουν να κυκλοφορήσουν το άλμπουμ, ενώ αργότερα επέτρεψαν στους DEVASTATION να χρησιμοποιήσουν το ίδιο label για το “Violent Termination” το 1987. Προηγουμένως, όπως θυμάται ο Jason McMaster, είχε μιλήσει με τον William Howell, που εργαζόταν ήδη από το 1986 στη Metal Blade Records, για να δουν μήπως μπορούσαν να κάνουν κάτι μαζί. Οι αντιδράσεις ήταν ενθαρρυντικές, αλλά το συγκρότημα ήταν τόσο διαφορετικό που εκείνη την εποχή δεν ήξεραν πώς να το προωθήσουν.

Το “Energetic disassembly” κυκλοφόρησε στις 30 Νοεμβρίου 1985 σε περίπου 3.500 βινύλια και 1.000 κασέτες. Παρά την περιορισμένη διανομή, το άλμπουμ έγινε γρήγορα αντικείμενο λατρείας και θεωρείται σήμερα θεμέλιο του technical metal, με το συγκρότημα να θεωρείται ήδη από τότε πρωτοπόρο στο λεγόμενο techno-thrash ή progressive metal, όρο που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά διεθνώς για να περιγράψει τη μουσική τους. Από το πρώτο κομμάτι “Violent Change” γίνεται σαφές πως τίποτα δεν είναι προβλέψιμο. Οι αλλεπάλληλες αλλαγές ρυθμού, οι πολυμετρικές συνθέσεις και το δεξιοτεχνικό μανιακό παίξιμο των μελών δημιούργησαν έναν ήχο ασύλληπτα μπροστά για την εποχή. Πολλοί τους χαρακτήρισαν ως μία μίξη των RUSH του “2112” με τους METALLICA, ένας σχετικά εύστοχος χαρακτηρισμός, αλλά ανεπαρκής για να αποδώσει την πραγματική έκταση της μουσικής τους. Η φωνή του Jason McMaster, σαν ξελαρυγγιασμένος Geddy Lee ή πιο τσιτωμένος John Gallagher (RAVEN), μπορεί να ακουγόταν ακατέργαστη σε σχέση με άλλους υψίφωνους της εποχής όπως ο John Arch ή ο Geoff Tate, προσθέτοντας μια σχεδόν θεατρική διάσταση στο χάος, ταιριάζοντας απόλυτα με το σαλεμένο και ακραίο παίξιμο των υπόλοιπων τριών μουσικών που συνδύαζαν τη δύναμη και την ταχύτητα του thrash με την πολυπλοκότητα και τις αρμονικές ιδιορρυθμίες της progressive rock σχολής των KING CRIMSON και U.K.

Παρότι η παραγωγή, σύμφωνα με τους ίδιους, δεν ήταν ιδανική και το αποτέλεσμα ακουγόταν περισσότερο σαν demo, η πρωτοπορία του υλικού κάλυπτε κάθε τεχνική αδυναμία. Έτσι, ακόμη και αν σήμερα το άλμπουμ ακούγεται «τραχύ» ή «ωμό», η ενέργεια και η καινοτομία του ξεπερνούν κάθε τεχνικό περιορισμό, καθιστώντας το “Energetic disassembly” μια πραγματικά επαναστατική κυκλοφορία για τα μουσικά δεδομένα της εποχής.

Ο Doug Keyser, μπασίστας με lead προσέγγιση στο παίξιμο του και βασικός συνθέτης μαζί με τον Billy White, ανέφερε ότι οι προσωπικές του επιρροές περιλάμβαναν τους RUSH, που ήταν το αγαπημένο του συγκρότημα, καθώς και τους THE FIXX και TEARS FOR FEARS. Επιπλέον, τον επηρέασαν οι προσωπικές δουλειές του Bill Bruford με τον Jeff Berlin στο μπάσο, αλλά και καλλιτέχνες όπως ο Thomas Dolby.

Ο τίτλος του άλμπουμ προέρχεται από κυβερνητικό όρο που περιγράφει την πυρηνική έκρηξη και στο εξώφυλλο του δίσκου εμφανίζονται τρία τρίγωνα που συμβολίζουν το fallout shelter, δηλαδή το καταφύγιο σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου, αποτυπώνοντας πλήρως τον ήχο των WATCHTOWER. Μια εκρηκτική αποσυναρμολόγηση ενέργειας και αποδόμηση των όποιων metal συμβάσεων.

Οι στίχοι τους καλύπτουν επίσης ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών και ιστορικών θεμάτων. Στο “Meltdown”, οι WATCHTOWER εμπνέονται από το ατύχημα του Three Mile Island που συνέβη στις 28 Μαρτίου 1979 στην Πενσυλβάνια, το σοβαρότερο στην ιστορία των ΗΠΑ στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, προκαλώντας μαζικές αντιδράσεις κατά της χρήσης της. Το “Social Fears” αναφέρεται σε κινήματα στις ΗΠΑ που προσπαθούν να περιορίσουν τα πολιτικά και ατομικά δικαιώματα των πολιτών, το “Argonne Forest” αποτελεί ποιητική απεικόνιση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ το “Cimmerian shadows” πραγματεύεται τη Ρωσική Επανάσταση και τις κοινωνικές αναταραχές στην εποχή των Μπολσεβίκων. Όπως και η μουσική τους, έτσι και οι στίχοι τους επιχειρούν να είναι πρωτότυποι και καινοτόμοι.

Η επιρροή τους εν τω μεταξύ μεγάλωσε ραγδαία, με τον Lars Ulrich των METALLICA να φορά t-shirt με το εξώφυλλο του “Energetic disassembly” και μουσικούς όπως οι Chuck Schuldiner (DEATH), Gene Hoglan (DARK ANGEL), Tom G. Warrior (CELTIC FROST) και Mike Portnoy (DREAM THEATER) να εκφράζουν δημόσια τον θαυμασμό τους.

Το 1986 οι WATCHTOWER πραγματοποίησαν δύο εμφανίσεις στo Bay Area, στις 4 και 6 Οκτωβρίου, όπου παρευρέθηκαν μουσικοί όπως οι Alex Skolnick (TESTAMENT), Paul Baloff (EXODUS) και Gene Hoglan. Αυτές οι συναυλίες ήταν οι τελευταίες με τον κιθαρίστα Billy White, του οποίου οι μουσικές κατευθύνσεις είχαν αρχίσει να διαφοροποιούνται από το πνεύμα του συγκροτήματος. Ο McMaster αναφέρει ότι ο Billy είχε αρχίσει να υιοθετεί πιο glam αισθητική, να φορά εκκεντρικά ρούχα και να «φουσκώνει» τα μαλλιά του, κάτι που δεν ταίριαζε με τη φιλοσοφία της μπάντας που βασιζόταν στην ατομικότητα και στην αντισυμβατικότητα χωρίς επίδειξη, φέρνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση του Hank Shermann στους MERCYFUL FATE όταν το συγκρότημα διαλύθηκε λόγω διαφορών στη μουσική κατεύθυνση με τον King Diamond. Ο White προτιμούσε πλέον μουσική βασισμένη στην κιθάρα, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με την αρχική συλλογική προσέγγιση του συγκροτήματος. Παρά τη φιλική τους σχέση, η αποχώρησή του θεωρήθηκε αναγκαία και έγινε εγκαίρως πριν οι διαφορές τους μεγαλώσουν.

Στη δεύτερη συναυλία παρευρέθηκε επίσης ο Marty Friedman, μέλος της μπάντας HAWAII, της οποίας τα μέλη των WATCHTOWER ήταν ένθερμοι οπαδοί, συζητώντας την πιθανότητα να αντικαταστήσει τον Billy White. Ωστόσο, το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε, καθώς ο Friedman ζήτησε από τον Rick Colaluca και τον Doug Keyser να εγκαταλείψουν το συγκρότημα για να συμμετάσχουν στο νέο του project, πρόταση που άφησε τη θέση ανοιχτή και τις ισορροπίες να αλλάζουν.

Στη θέση του White εντάχθηκε τελικά ο Ron Jarzombek, τον οποίο οι WATCHTOWER γνώριζαν ήδη από τους S.A. SLAYER. Ο Jarzombek θεωρήθηκε ιδανικός αντικαταστάτης χάρη στις εξαιρετικές τεχνικές του ικανότητες και την ιδιαιτερότητα του ύφους του, που σύμφωνα με τον McMaster ήταν σαν να ακούς τον Steve Vai να παίζει με τον εξοπλισμό του James Hetfield. Μέσα σε τρεις εβδομάδες έμαθε δεκατέσσερα τραγούδια και η ένταξή του στη μπάντα επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για τη φυσική συνέχεια του ήχου των WATCHTOWER.

Μετά τον τραγικό θάνατο του Cliff Burton τον Σεπτέμβριο του 1986, ο Jason McMaster φρόντισε ώστε ο Doug Keyser να προταθεί στους METALLICA για την κενή θέση του μπασίστα. Ο Kirk Hammett επικοινώνησε προσωπικά μαζί του, έχοντας ακούσει θετικά σχόλια από τις εμφανίσεις των WATCHTOWER στο San Francisco. Ο Keyser ήταν ένας από τους επικρατέστερους, αλλά τελικά επιλέχθηκε ο Jason Newsted των FLOTSAM AND JETSAM, με τον οποίο οι WATCHTOWER γνωρίζονταν ήδη και διατηρούσαν επαφή μέσω αλληλογραφίας.

Το “Energetic Disassembly” αποτέλεσε την πρώτη ολοκληρωμένη μορφή αυτού που αργότερα θα ονομαστεί technical thrash metal. Ο συνδυασμός επιρροών από jazz fusion, Frank Zappa και progressive rock δημιούργησε ένα ηχητικό αποτέλεσμα που αρχικά μπέρδεψε τους κριτικούς, αλλά τελικά καθόρισε ένα ολόκληρο μουσικό ιδίωμα. Το progressive metal, όρος που μέχρι τότε είχε χρησιμοποιηθεί με φειδώ σε άλμπουμ όπως τα “Warning” και “The spectre within” των QUEENSRYCHE και FATES WARNING αντίστοιχα, βρίσκει εδώ μία από τις πρώτες ολοκληρωμένες εκφράσεις του. Η πρωτοποριακή αρμονία, οι απαιτητικές συνθέσεις και η ακραία τεχνική δεξιοτεχνία των μελών των WATCHTOWER καθιστούν το άλμπουμ όχι μόνο καθοριστικό για την εποχή του, αλλά και διαχρονικό μνημείο του τεχνικού metal και της προοδευτικής σκηνής, συνεχίζοντας να εμπνέει νέες γενιές μουσικών σαράντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του.

Did you know that:

  • Το “Energetic disassembly” ηχογραφήθηκε το 1985 στο Cedar Creek Studio στο Austin του Texas, με ηχολήπτη τον Fred Remmert, εκτός από τα τραγούδια “Tyrants in Distress” και “Meltdown”, τα οποία ηχογραφήθηκαν στο Earth and Sky Studio, με ηχολήπτη τον Kerry Crafton.
  • Το 1987, ενώ οι WATCHTOWER δούλευαν πάνω σε νέο υλικό, ο Jason McMaster αρνήθηκε audition στους PANTERA και συμμετείχε ως guest σε διάφορα τοπικά project. Ένα από αυτά εξελίχθηκε στους DANGEROUS TOYS, με πιο hard rock/sleaze ήχο και το 1989 κυκλοφόρησαν το ομώνυμο ντεμπούτο τους, με τα single “Teas’n, pleas’n” και “Scared”, που έγινε χρυσό το 1994, σηματοδοτώντας την αποχώρηση του McMaster από τους WATCHTOWER.
  • Όσο οι WATCHTOWER βρίσκονταν στο San Francisco, με το μέλλον της μπάντας αβέβαιο λόγω της αποχώρησης του Billy White και της audition του Doug Keyser για να αντικαταστήσει τον Cliff Burton, ο Jason McMaster δοκίμασε τις δυνατότητές του με τους νεοσύστατους τότε thrashers MORDRED, εξερευνώντας άλλες μουσικές δυνατότητες, ενώ παρέμενε μέλος των WATCHTOWER.
  • Μετά την αποχώρησή του από τους WATCHTOWER το 1986, ο κιθαρίστας Billy White συμμετείχε στο άλμπουμ “Up from the ashes” του Don Dokken (1990) και στα προσωπικά άλμπουμ του John Norum, “Face the truth”, “Another destination” και “Slipped into tomorrow”. Δημιούργησε το blues-influenced BILLY WHITE TRIO, κυκλοφόρησε προσωπικά άλμπουμ και στη συνέχεια αφιερώθηκε σε πνευματικές αναζητήσεις και στο σόλο project “The heart is awake” ως Shingetsu, προσφέροντας διαλογιστική, ambient μουσική με overtone singing και παραδοσιακά όργανα για ευεξία και θεραπεία.
  • Το 2025, η High Roller Records επανέκδωσε το “Energetic disassembly” για την 40η επέτειό του, διαθέσιμο είτε ως διπλό CD είτε ως δύο ξεχωριστά βινύλια, περιλαμβάνοντας το original mix και το remix του 2009. Στην επανέκδοση περιλαμβάνονται το αρχικό άλμπουμ σε mastering από τον Patrick W. Engel, η remixed έκδοση από τον Jared Tuten, καθώς και bonus tracks, όπως τα τραγούδια “Instruments of random murder” και “The Eldritch”, ηχογραφημένα τον Απρίλιο του 1987 στο Cedar Creek Studio και τα “BW115” και “Rick on parade”, που προέρχονται από τα session του “Energetic Disassembly” αλλά δεν είχαν συμπεριληφθεί στο τελικό άλμπουμ.

Κώστας Αλατάς

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here