ONOMA ΑLBUM – “Look at yourself”- URIAH HEEP
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ – 1971
ΕΤΑΙΡΙΑ – Bronze Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Gerry Bron
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – David Byron
Kιθάρες – Mick Box
Κιθάρες/ πλήκτρα/ φωνητικά- Κen Hensley
Mπάσο – Paul Newton
Τύμπανα – Ian Clarke
Guests:
Manfred man- Synths στα “July Morning” και “Τears in my eyes”
Ted Osel, Mac Tantoh και Laughty Amao – Percussion στο “Look at yourself”
50 χρόνια από το “Look at yourself”, ενός από των πιο σημαντικών δίσκων του hard rock της δεκαετίας του ‘70 και παράλληλα ένα από τα καλύτερα albums στην πλούσια δισκογραφία των URIAH HEEP. Αλλά πριν αναλύσουμε κάποια πράγματα για τον δίσκο αυτόν, ας δούμε σε τι κατάσταση βρισκόταν το σχήμα μέχρι την ηχογράφηση αυτού του δίσκου.
Τον Φεβρουάριο του 1971 που θα κυκλοφορήσει ο δεύτερος δίσκο του το “Salisbury”, ο οποίος καλλιτεχνικά ήταν ένα εξαιρετικό album και αυτό από το οποίο η κινητήριος συνθετική δύναμη του σχήματος Ken Hensley, θα ενσωματωθεί πλήρως στο σχήμα (να θυμίσουμε ότι στο ντεμπούτο “Very ‘eavy very ‘umble” οι συνθέσεις ήταν ήδη γραμμένες , οπότε ο Hensley νεοφερμένος καθώς ήταν, συμμετείχε μόνο στις ηχογραφήσεις) και με την συνθετική του ικανότητα θα καταφέρει να δώσει μια διαφορετική διάσταση στο σχήμα. Ουσιαστικά ήταν ο κύριος υπεύθυνος τόσο λόγω των στίχων αλλά και της μουσικής που έγραφε, γι’ αυτήν την fantasy τροπή που πήρε η μουσική των URIAH HEEP από το ντεμπούτο τους και έπειτα. Επιπλέον, το σχήμα μετά την κυκλοφορία του θα περιοδεύσει για πρώτη φορά στην Αμερική, σαν support στους ΤΗREE DOG NIGHT και STEPPENWOLF. Aπό εκεί που στην πατρίδα τους αλλά και στην Ευρώπη έπαιζαν σε μικρά clubs βρέθηκαν να εμφανίζονται σε αρένες με είκοσι χιλιάδες κόσμο κάθε βράδυ. Μια αλλαγή που όσο και να το κάνεις δεν είναι μικρό πράγμα, ειδικά αν είσαι μια νέα μπάντα με όρεξη και στόχο να καταφέρει να καθιερωθεί στον μουσικό χάρτη.
Παρόλα αυτά τα μικρά αλλά σταθερά βήματα ανόδου, οι πωλήσεις του “Salisbury” δεν ήταν καθόλου καλές, o δίσκος δεν εμφανίσθηκε καν στο top 100 ούτε στην Αμερική αλλά ούτε και στην παρτίδα τους την Βρετανία. Όταν τον Ιούλιο του 1971 έμπαιναν για άλλη μια φορά στα Landsdowne studios για την ηχογράφηση του τρίτου τους δίσκου ένα ήταν δεδομένο: υπήρχε η πίεση, ο καινούργιος δίσκος να είναι πολύ πιο επιτυχημένος εμπορικά από τον προκάτοχο του. Στο μόλις τριών εβδομάδων διάστημα που διήρκεσαν οι ηχογραφήσεις είχε προηγηθεί μια Βρετανική περιοδεία και τους περίμενε αμέσως μόλις έφευγαν από το studio μια περιοδεία στην Ιταλία και κάποιες επιπλέον συναυλίες στην παρτίδα τους. Η μπάντα ήταν διαρκώς πάνω σε ένα αδιάκοπο rollercoaster εκείνη την περίοδο.
Μέσα λοιπόν σε τρεις εβδομάδες είχαν να διαχειριστούν τις νέες συνθέσεις και να κάνουν το επιπλέον βήμα που θα τους ανέβαζε επίπεδο. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν υφίσταται για κανένα συγκρότημα, αλλά στις αρχές των 70s τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Πάρα πολλά σχήματα εκείνης της εποχής κυκλοφορούσαν 2 δίσκους μέσα στην ίδια χρονιά, οι ΗΕΕP σαφώς και άνηκαν σε αυτήν την ιδιαίτερη κατηγορία. Πράγματι οι νέες συνθέσεις ήταν πιο άγριες, πιο βαριές και κατά έναν τρόπο πιο “στοχευόμενες” σε σχέση με το παρελθόν. Η μπάντα είχε καταφέρει να κοντρολάρει τα πράγματα καλύτερα αυτήν την φορά, να βρει μια πιο συμπαγή μουσική κατεύθυνση που σε συνδυασμό με την βοήθεια του μηχανικού ήχου Peter Gallen όλα μπήκαν στην θέση τους.
Ο δίσκος ξεκινά με το ομώνυμο κομμάτι που μας βάζει πραγματικά μέσα στο κλίμα του δίσκου. Eνα εξαιρετικό τραγούδι αποκλειστικά σύνθεση του Hensley, 70s heavy metal που ο μαέστρος με τα μαγευτικά του keyboards “ζωγραφίζει” την σύνθεση, βοηθούμενος τόσο από τα πολύ ωραία φωνητικά που αποδίδει ο ίδιος εδώ για την περίσταση (δες παρακάτω σχετικά…) όσο και από τα τύμπανα του Ian Clarke (η μοναδική του εμφάνιση σε δίσκο της μπάντας, υπήρξε νωρίτερα μέλος της Βρετανικής progressive rock μπάντας CRESSIDA) αλλά και από τις κιθάρες του Mick Box. Επίσης στο κομμάτι αυτό συμμετέχουν στα κρουστά τρία μέλη της Άγγλο-Αφρικάνικης μπάντας OSIBISA, οι οποίοι ανήκαν και αυτοί στο δυναμικό της Bronze Records και προσδίδουν προς το τέλος ένα φοβερό κρεσέντο που ανεβάζει κι άλλο την εκπληκτική αυτή κατά τ’ αλλά σύνθεση.
Το “Ι Wanna Be free” (σύνθεση Ηensley) που ακλουθεί, ξεχωρίζει για τον heavy ρυθμό του, τα πολύ ωραία λυρικά φωνητικά των Βyron/Hensley και το riff του παραπέμπει κάπως στο “Gyspy” του ντεμπούτου τους. Πολύ ωραίο κομμάτι δίχως άλλο, θα δώσει πάσα στο απόλυτο έπος του σχήματος.
Μιλάμε για το “July Morning”μια σύνθεση Ηensley/Byron που έρχεται να κλείσει την πρώτη πλευρά του δίσκου. Αυτό το δεκάλεπτο έπος ήταν αυτό που η μπάντα χρειαζόταν για να ανέβει στο επόμενο επίπεδο δημοτικότητας. Η αλήθεια είναι ότι στα liner notes του δίσκου ο Ηensley αναφέρει ότι το κομμάτι είχε αρχίσει να αγαπιέται από το κοινό πριν ηχογραφηθεί. Στην ουσία η δομή του προέκυψε από δύο διαφορετικά κομμάτια. O Hensley είχε αρχίσει να γράφει ένα ακουστικό κομμάτι και μπαίνοντας στο studio βρίσκει τον Βyron να έχει σχεδιάσει ένα δικό του νέο κομμάτι. Οι δύο τους τα έβαλαν κάτω και το αποτέλεσμα ήταν μια σύνθεση που θεωρείται από πολλούς σαν το κορυφαίο που έγραψε ποτέ αυτή η μπάντα. Η ανεπανάληπτη ερμηνεία του Βyron, τα πανέμορφα keyboards του Hensley, το εξαιρετικό riff του Box, το πανέμορφό μπάσο του Paul Newton αλλά και η συμμετοχή του Manfred Man με το Moog του στο τέλος του κομματιού σε συνδυασμό με την άψογη δομή του όλου κομματιού, έμελε να καταγραφεί σαν ένα από τα πιο σημαντικά κομμάτια όλων των εποχών.
Η δεύτερη πλευρά ξεκινά με άλλη μια σύνθεση του Hensley, το “Tears in my eyes”. Από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου και αυτό, με heavy ήχο, εξαιρετικές slide κιθάρες από τον Hensley (o τύπος ήταν πολυεργαλείο πραγματικά),τα φωνητικά του Byron κρυστάλλινα και πάλι, οι φωνητικές αρμονίες είναι για σεμινάριο, οι δε κιθάρες του Mick Box προσδίδουν και αυτές στην σύνθεση. Κομματάρα απλά.
Η συνέχεια είναι όμως καλύτερη. Ακολουθεί το “Shadows of grief” (σύνθεση Ηensley/Byron) ένα οκτάλεπτο έπος που ξεκινά πολύ δυναμικά με heavy ήχο όπου η μπάντα παραδίδεται σε ένα progressive όργιο, κάπου στην μέση οι τόνοι πέφτουν και το κομμάτι οδηγείται σε μια creepy και ανατριχιαστική ατμόσφαιρα μέχρι να ξαναγυρίσει θριαμβευτικά στο αρχικό του riff για να ξαναδημιουργήσει αυτήν την σκοτεινή ατμόσφαιρα. Από τα πιο περιπετειώδη τραγούδια της πρώτης εποχής τους, κάτι τέτοια αγάπησε ο King Diamond που πάντα θεωρούσε τους URIAH ΗΕΕP στις αγαπημένες του μπάντες. Κάποιοι λένε ότι σαν κομμάτι είναι επηρεασμένο το “A Saucerful of secrets” των PINK FLOYD, προσωπικά το έχω ακούσει δεκάδες φορές όλα τα χρόνια, κάθε φορά όμως που το ξανακούω με συνεπαίρνει σαν την πρώτη φορά. Παρόλο που δεν είναι δυστυχώς από τα πιο γνωστά κομμάτια στο ευρύτερο κοινό, μου είχε κάνει εντύπωση όταν πριν από χρόνια σε μια εμφάνιση τους στην Αθήνα, το είχαν συμπεριλάβει στο setlist.
Το “What should be done” είναι μια ωραία μπαλάντα που γράφθηκε σε ένα studio break και ηχογραφήθηκε σχεδόν αμέσως, μπήκε σε αυτήν την σειρά για να ηρεμήσουν κάπως τα πράγματα μετά την καταιγίδα “Shadows of grief” και αυτήν του “Love Machine” που θα ακολουθήσει για να κλείσει ο δίσκος. Μάλιστα το συγκεκριμένο τρίλεπτο κομμάτι είναι σύνθεση της ιερής τριάδας Box/Byron/Hensley και φαντάζει ως το ιδανικό τελείωμα για ένα τέτοιο δίσκο. Heavy boogie ρυθμός με εύθυμη ατμόσφαιρα, κιθάρες ξυράφια, εκπληκτικά πλήκτρα και με μεγάλη ερμηνεία για άλλη μια φορά από τον Byron, έρχεται να κλείσει θριαμβευτικά την αυλαία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το “Look at yourself” ήταν ένα βήμα μπροστά για την μπάντα γεγονός που μεταφράστηκε επιτέλους και στις πωλήσεις. Ο δίσκος για πρώτη φορά θα μπει στα charts, φθάνοντας στο # 39 της Βρετανίας και # 93 στην Αμερική. Αξιοσημείωτη η επιτυχία τους στην Γερμανία (# 11), στην Ιταλία (#12), #1 στην Φιλανδία παρακαλώ, # 5 στην Ιαπωνία και ακόμα και ο Βρετανικός τύπος άρχισε να τους δίνει την ανάλογη προσοχή. Κάτι είχε αρχίζει να αλλάζει προς το καλύτερο.
Το εξώφυλλο του δίσκου στο να τοποθετηθεί ένας παραμορφωτικός καθρέπτης ήταν ιδέα του Mick Box, ταιριάζοντας τον τίτλο του δίσκου με το κομμάτι που τον ανοίγει. Ιδέα που του ήρθε μετά από μια συναυλία πηγαίνοντας προς το σπίτι του manager τους για κάποιο meeting, και η αλήθεια είναι ότι ήταν πραγματικά κάτι διαφορετικό και τους βγήκε.
Did you know that:
– To “Look at yourself” είναι το δεύτερο κομμάτι μετά το “Lady in black” που ο Κen Ηensley αναλαμβάνει lead vocals, αυτή την φορά λόγω του περιορισμένου χρόνου που είχαν για τις ηχογραφήσεις. Ο David Byron είχε φωνητικά προβλήματα όταν το κομμάτι ξεκίνησε να ηχογραφείται, οπότε αναλαμβάνει ο Ηensley στην θέση του και όλα μια χαρά.
– Tα οut-takes της ηχογράφησης που δεν μπήκαν στον δίσκο ήταν δυο κομμάτια. Το ακουστικό “What’s within my heart” που δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο και το εξαιρετικό “Why” με το jazz feeling του που αργότερα θα το βρούμε σε μικρότερη διάρκεια σαν b-side του single “Wizard”.
– Ο drummer Ιan Clarke συμμετείχε μόνο σε αυτόν τον δίσκο. Κατά περίεργο τρόπο εμφανίζεται σε όλες τις φωτογραφίες του δίσκου αλλά δεν αναφέρεται πουθενά το όνομά του στο οπισθόφυλλο. Η αποχώρηση του από την μπάντα στα τέλη της χρονιάς ήταν αναπόφευκτη, η οποία θα ανοίξει την πόρτα για την είσοδο στο σχήμα του Lee Kerslake, παλιού γνώριμου του Ηensley από τους GODS και τους ΤΟΕ FAT. Στις 23 Νοεμβρίου του 1971 έπειτα από μια πρόβα ο Kerslake θα είναι και επίσημα ο νέος τους drummer.
– H συμφωνία του manager τους Gerry Bron με την Phillips/Vertigo είχε μόλις τελειώσει και αυτός αποφάσισε να δημιουργήσει την δική του εταιρία, την Bronze Records με τα ονόματα που συνεργαζόταν. Έτσι ο τρίτος δίσκος των URIAH HEEP κυκλοφόρησε κάτω από αυτήν την ετικέτα και ακολούθησαν και οι επανακυκλοφορίες των 2 πρώτων δίσκων αμέσως μετά σε αυτήν.
– Ο Κen Hensley είχε δηλώσει για το “July morning”: “Nομίζω ότι το“July morning” είναι ένα από τα καλύτερα παραδείγματα του πως η μπάντα εξελισσόταν εκείνη την εποχή. Εισήγαγε πολλές δυναμικές, πολύ φως αλλά και σκιά στον ήχο μας”.
– Κάθε χρόνια την 1η Ιουλίου στην γειτονική μας Βουλγαρία πραγματοποιείται ένα gathering που μαζεύει περίπου 5000 άτομα υπό τον τίτλο Julaya και εκεί στην αυγή με θέα την ανατολή του ηλίου(Sunrise) της Μαύρης Θάλασσας, οι συγκεντρωμένοι τραγουδούν το “July Morning”. Μάλιστα στο event αυτό έχουν παραβρεθεί κατά καιρούς τόσο ο Ken Hensley όσο και ο John Lawton.
Γιάννης Παπαευθυμίου