A day to remember… 31/5 [UFO]

0
616
UFO












UFO

ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: “Phenomenon” – UFO
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1974
ΕΤΑΙΡΙΑ: Chrysalis
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Leo Lyons
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Phil Mogg
Κιθάρες – Michael Schenker
Mπάσο – Pete Way
Τύμπανα – Andy Parker

Η μουσική σκηνή του Λονδίνου στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ήταν ένα χωνευτήρι ιδεών και καινοτομιών. Μία εποχή όπου η μόδα, ο κινηματογράφος και η μουσική απέκτησαν αγγλική σφραγίδα πρωτοπορίας και ποιότητας με το παγκόσμιο μουσικό ενδιαφέρον να έχει εστιαστεί στα όρια της Αγγλικής επικράτειας. Η beat σκηνή με προεξέχοντες τους Beatles, rock συγκροτήματα όπως οι Rolling Stones, οι πιο rhythm and blues Animals, οι εκρηκτικοί Who και οι KINKS, αποτέλεσαν την κύρια πηγή έμπνευσης για τους Βρετανούς νεαρούς της εποχής. Παράλληλα, η βρετανική μπλουζ με καλλιτέχνες όπως ο John Mayall, οι Cream, οι Yardbirds και οι Fleetwood Mac, δημιούργησαν τον ήχο εκείνο που με κύριο μέσο έκφρασης την ηλεκτρική κιθάρα θα οδηγούσε στην δρομολόγηση των εξελίξεων όσον αφορά την σκληρή μουσική των αρχών της δεκαετίας του ’70, με άκρως καταλυτική και την παρουσία του άρτι αφιχθέντος στο Λονδίνο, Jimi Hendrix. Άλλες μουσικές, όπως το folk rock, αντλώντας απευθείας από την βρετανική μουσική παράδοση, καθώς και η ψυχεδέλεια (με συγκροτήματα όπως οι Pink Floyd), που προσπαθούσε να αναπαράγει μέσω της μουσικής την παραισθησιογόνα και νοοτροπική εμπειρία διαφόρων ουσιών, άρχισαν να αποκτούν το δικό τους κοινό.

Μέσα σε αυτήν την εποχή κοινωνικοπολιτικής απελευθέρωσης, οικονομικής ευμάρειας, μόδας και πειραματισμών κάθε είδους, διασταυρώθηκαν τα μονοπάτια του κιθαρίστα Mick Bolton και του μπασίστα Pete Way, οι οποίοι ως επίδοξοι χίπηδες αποφάσισαν να σχηματίσουν μία μπάντα. Μία μπάντα η οποία προσπαθούσε να εξελιχθεί μουσικά, αλλά τελικά απλά άλλαζε όνομα, αρχικά ως Boyfriends, και έπειτα Acid και Hocus Pocus μεταξύ άλλων. Η μπάντα βρήκε τον frontman της στο πρόσωπο του παλαίμαχου πρωταθλητή παίδων (!) στην πυγμαχία, Phil Mogg, ο οποίος τότε εργαζόταν ως εφαρμοστής μοκέτας, ενώ ταυτόχρονα καλλιεργούσε την πιο rock πλευρά του εκείνη την εποχή, προσπαθώντας αρχικά να καθιερωθεί ως ντράμερ, αλλά σύντομα κατάλαβε πως το δυνατότερο του προσόν ήταν η εκφραστική φωνή του, όντας και fan του Jack Bruce  των Cream. Η τριάδα, σε μία από τις εξόδους τους στην τοπική pub το καλοκαίρι του 1969, ανακάλυψε τον 17χρονο drummer Andy Parker. Ο Parker έπαιζε ήδη στους Aurora Borealis, μία blues μπάντα, που είχε φτιάξει με τον φίλο του Steve Casey (κατά ειρωνικό τρόπο, ο «κρυφός» κιθαρίστας του Michael Schenker για κάποιο διάστημα στα 80s). Οι Hocus Pocus βρισκόντουσαν εκεί αναζητώντας έναν χώρο για να δοκιμάσουν νέους drummer και η τύχη τα έφερε έτσι ώστε ο Parker να μιλήσει με τον Mick Bolton και να δοκιμαστεί, με αποτέλεσμα τελικά να ενταχθεί στο συγκρότημα. Όλα τα θέματα είχαν κλείσει, εκτός προφανώς, του ονόματος του συγκροτήματος.

Tο συγκρότημα κλείδωσε τελικά στο όνομα UFO. Όχι εμπνεόμενο από εξωγήινα όντα ή φαινόμενα, αλλά εξαιτίας ενός πολύ διάσημου λονδρέζικου club της εποχής, στην περιοχή του West End, που φιλοξενούσε ζωντανές εμφανίσεις από νέα, προοδευτικά συγκροτήματα της εποχής. Προς τιμή λοιπόν του εν λόγω club, επειδή εκεί τους ανακάλυψε ο Noel Moore, στέλεχος της πρώτης τους δισκογραφικής, της Beacon Records, άλλαξαν για τελευταία φορά το όνομα τους.

Οι δύο πρώτοι δίσκοι των UFO, ένα κράμα blues και space rock, με κάποιες ψυχεδελικές πινελιές, πήγαν άπατοι στα αμερικάνικα και βρετανικά charts. Στην πατρίδα τους, θα τους έβρισκε κάποιος να εμφανίζονται μέχρι και στις τοπικές pub, έως ότου καταλήξουν να παίζουν σε μέρη όπως το διάσημο λονδρέζικο club, Marquee, όμως παραδόξως, στην Άπω Ανατολή και στην ηπειρωτική Ευρώπη, γνώριζαν επιτυχία.

Η τρίτη τους κυκλοφορία (και τελευταία τους για την Beacon) ήταν ένα live, με ταυτόχρονη αποχώρηση του Mike Bolton στο συγκρότημα, οποίος αποχώρησε παράλληλα με την κυκλοφορία του. Απολογιστικά, οι τρεις πρώτες κυκλοφορίες τους εξασφάλισαν τρία εκατομμύρια πωλήσεις μόνο σε Ιαπωνία, Γερμανία και Γαλλία, διόλου άσχημα για ένα συγκρότημα που στην Αμερική και στην ίδια τους την χώρα ήταν πρακτικά άγνωστο.

Το συγκρότημα δούλευε πολύ στα live του, μαθαίνοντας πράγματα στην πορεία. Και όχι μόνο βελτιωνόντουσαν, αλλά, μέσω αυτού του συναυλιακού κυκλώματος, θα κατάφερναν να κάνουν την ίσως σπουδαιότερη μεταγραφική κίνηση στην ιστορία του hard rock, που θα γύριζε την τύχη τους και θα καθήλωνε τα ακροατήρια για το υπόλοιπο της δεκαετίας του ‘70.

Η αποχώρηση του Bolton οδήγησε το συγκρότημα σε αναζήτηση νέου κιθαρίστα, θέση η οποία αρχικά καλύφθηκε από τον Larry Wallis, πρώην μέλος των Blodwyn Pigs, ο οποίος τους άφησε κάπου στην Ιταλία, για να συνεχίσει στους Pink Fairies, ενώ έπειτα έγινε μέλος του πρώτου line-up των Motörhead, με τους οποίους ηχογράφησε το διάσημο πλέον On Parole. Τον Wallis αντικατέστησε ένας άλλος (όψιμος τότε) ήρωας της ηλεκτρικής κιθάρας, o Bernie Marsden, κάπου στα τέλη του 1972. Η θέση αυτή δούλεψε πιο πολύ σαν «πρακτική» για τον Marsden, ο οποίος 5 χρόνια αργότερα, ως έμπειρος και επαγγελματίας μουσικός θα γινόταν διάσημος ως μέλος των καταπληκτικών Whitesnake. Η προσφορά του στους UFO έγκειται στην συνεισφορά του συνθετικά σε τρία τραγούδια, τα “Sixteen”, “Oh My” και μία εμβρυακή εκδοχή κάποιου “Doctor Doctor” και που θα συμπεριλαμβάνονταν στον επερχόμενο τους δίσκο, στην παρουσία στην ευρωπαϊκή περιοδεία του συγκροτήματος, αλλά – πολύ πιο σημαντικό – το εύστοχο scouting του σε μία εμφάνιση κάποιων νέων και άγνωστων τότε Γερμανών, ονόματι Scorpions. Εκεί υπέδειξε στους υπόλοιπους τον νεαρό κιθαρίστα του συγκροτήματος, έναν ξανθό πιτσιρικά, τον Michael Schenker.

Ό,τι και να πει κανείς για τον ξανθό μάγο της κιθάρας είναι πολύ λίγο. Πιθανόν να χρειαζόμασταν ένα ακόμα τεράστιο άρθρο για να καταγράψουμε το μέγεθος της διάνοιας, της τεχνικής και της επιρροής του Michael Schenker σε όλο το φάσμα του hard rock και του heavy metal.

Γεννημένος στο Sarstedt της, τότε, Δυτικής Γερμανίας, ο Michael μεγάλωσε σε μία οικογένεια που αγαπούσε την μουσική, με τον μεγαλύτερο του αδελφό Rudolf να ασχολείται πιο σοβαρά με το να συνθέτει και να παίζει rock. Ενώ ο Rudolf είχε την τάση να χτίζει και να προγραμματίζει μακροπρόθεσμα, ο Michael ήταν λάτρης της εξάσκησης, του αυτοσχεδιασμού και της λεπτομέρειας. Τα ακούσματα του περιελάμβαναν σχήματα όπως οι SHADOWS και οι BEATLES, ενώ στην συνέχεια ήρθε σε επαφή και με τα πιο ηλεκτρικά blues, μέσα από κιθαριστικές δεξιότητες του Leslie West, του Jeff Beck και του Jimmy Page. Πριν καλά-καλά κλείσει τα 18, ο Michael ήταν ήδη καταξιωμένος κιθαρίστας, που ο εξαιρετικά σταθερός και αξιοκρατικός αδελφός του πείστηκε πως έπρεπε να γίνει ο lead κιθαρίστας στο συγκρότημα του, τους Scorpions, όπου έπαιξε στο ντεμπούτο τους, το “Lonesome crow” (1972). Όταν σε μία συναυλία, η χορδή της Gibson Les Paul που έπαιζε, έσπασε, και όντας στα πρόθυρα του σόλο του κομματιού, βούτηξε την Gibson Flying V του αδελφού του, και εκείνο το βράδυ συνειδητοποίησε πως αυτή ήταν η κιθάρα για αυτόν, τόσο από πλευράς look όσο και από πλευράς ήχου. H περίφημη ασπρόμαυρη Flying V είναι η κιθάρα σήμα-κατατεθέν του, που παίζει μέχρι και σήμερα, αν και κάτι λιγότερο από δύο δεκαετίες, έχει το δικό του custom μοντέλο από την Dean Guitars.

Η Ιστορία μας λέει, λοιπόν, ότι στην διάρκεια των εμφανίσεων των UFO στην Γερμανία, κατά το 1973, o Marsden απέτυχε να συναντηθεί με το υπόλοιπο συγκρότημα, μιας και είχε ξεχάσει το διαβατήριο του. Μην έχοντας και πολλές επιλογές, οι UFO ρώτησαν τους Rudolf Schenker και Klaus Meine των Scorpions, του συγκροτήματος που άνοιγε τις συναυλίες των UFO στην εν λόγω τουρνέ, εάν μπορούν να «δανειστούν τον κιθαρίστα τους».  Ακολούθησε το ξεμονάχιασμα του νεαρού Michael, ο οποίος μάλιστα δεν μπορούσε καλά-καλά να μιλήσει αγγλικά, και έπεσε στο τραπέζι η επίμαχη πρόταση, δηλαδή να τον πάρουν μαζί τους στο συγκρότημα και στο Λονδίνο. Ο μικρός δέχτηκε και από εκείνο το βράδυ της 18ης Ιουνίου 1973, έγινε ο νέος κιθαρίστας των UFO.

Ο Bernie Marsden, παρόλαυτα, μας λέει μία διαφορετική εκδοχή. Η δική του ιστορία λέει πως ο ίδιος αποφάσισε πως δεν του ταιριάζει τόσο το μουσικό κλίμα στους UFO, και οικειοθελώς παραιτήθηκε (πιθανόν έχοντας ήδη συμφωνήσει με το συγκρότημα των Wild Turkey), αφού βέβαια τους προέτρεψε να πάρουν τον Schenker για αντικαταστάτη του (ζητώντας του συγνώμη για όσα τράβηξε τα επόμενα χρόνια ως μέλος των UFO!). Το σίγουρο είναι πως έφυγε σε καλό κλίμα, και ακόμα και σήμερα είναι ευγνώμων για ό,τι αποκόμισε από το συγκρότημα. Επίσης, ο ίδιος ο Schenker δεν «κρέμασε» τον αδελφό του, ο οποίος έδωσε την ευλογία του για την νέα συνεργασία του Michael με τους UFO. Ο μικρός πρότεινε και αυτός τον αντικαταστάτη του, κάποιον φίλο του ονόματι Uli Jon Roth από τους Red Dawn, οι οποίοι είχαν τους Francis Buchholz στο μπάσο και Jürgen Rosenthal στα ντραμς. Τα δύο συγκροτήματα συγχωνεύτηκαν υπό το όνομα των Scorpions, και από εκείνο το σημείο ξεκίνησε και η δική τους πορεία προς την δόξα. Χωρίς την φυγή του Michael στους UFO εκείνο το βράδυ, ποιος ξέρει πως θα είχαν σήμερα τα πράγματα, με τον Rudolf σήμερα, αστειευόμενο, να θεωρεί την παραίτηση του Michael δώρο Θεού!

Ταυτιζόμενοι πλήρως με το όνομα της νέας τους δισκογραφικής εταιρείας, της Chrysalis, οι UFO μεταμορφώνονται με τον Schenker στην κιθάρα και φαίνεται ότι όλα τα κομμάτια του παζλ έχουν μπει στην σωστή θέση. Αρχικά κυκλοφορούν ένα διπλό single, με τα νέα κομμάτια “Give her the gun” και “Sweet little thing”, και με παραγωγό τον Derek Lawrence, ο οποίος είχε δουλέψει με τους Deep Purple στα τρία πρώτα άλμπουμ τους, καθώς και τους Wishbone Ash στα επίσης τρία μεγάλα πρώτα άλμπουμ τους (μεταξύ των οποίων και το θρυλικό “Argus”). Ίσως ακουστεί περίεργο, αλλά κιθαριστικά οι UFO με τον Schenker παραπέμπουν σε πρώιμους Wishbone Ash. Οι UFO ξεκολλάνε από το γενικόλογο space-progressive-boogie rock της πρώτης τους περιόδου, και πλέον φαίνεται να έχουν ένα καθαρό όραμα για το τι θέλουν να παίξουν. Και μιλάμε για όλο τον ρόλο της κιθάρας στην σύνθεση του κάθε κομματιού, όλη την αισθητική του hard rock λυρισμού. Παράλληλα, Ο Mogg εμπνεύστηκε αρκετά από τους Led Zeppelin, τους Free και τους Lynyrd Skynyrd, και τον τρόπο που συνδύαζαν τα blues με την rock, συμπεραίνοντας πως αυτή ήταν η κατεύθυνση που πρέπει να πάρει το συγκρότημα.

Στην καρέκλα του παραγωγού κάθεται ο Leo Lyons (μπασίστας των Ten Years After) και το 1974 οι UFO κυκλοφορούν το πρώτο άλμπουμ με την νέα ανανεωμένη τους σύνθεση, το μοναδικό “Phenomenon”. Το έξυπνο εξώφυλλο της Hipgnosis που κοσμεί την συγκεκριμένη δουλειά δεν δίνει και πολλά στοιχεία για την ηχητική εμπειρία που κρύβεται μέσα, αφήνοντας ένα μυστήριο να πλανάται. Το rhythm section των Way και Parker είναι πάρα πολύ σφιχτό και συνεργάζεται ιδανικά, προσφέροντας το κατάλληλο παρασκήνιο στον Schenker για να ξεδιπλώσει το πλούσιο ταλέντο του, και αυτό προκάλεσε τον κόσμο να ακούσει και να δώσει βάση στην κιθαριστική δουλειά των UFO. Με το boogie “Oh My” και το αργόσυρτο “Queen of the Deep” (όπου ξεχωρίζει το παίξιμο του Schenker), οι UFO βρίσκονται ήδη αρκετά μακριά από τον παλιό τους εαυτό, ενώ στο γλυκόπικρο “Crystal light” και στο χαλαρό “Time on my hands” και o Mogg ερμηνεύει στο στυλ του Rod Stewart (εποχή FACES). Το “Too young to know” δίνει μία πιο αμερικάνικη νότα στο ρεπερτόριο του συγκροτήματος, και το παρελθόν τους αντηχεί ελαφρά στο “Space child”. Η διασκευή στο “Built for comfort” του Willie Dixon ακούγεται ευχάριστα, αλλά δεν προσδίδει κάτι ιδιαίτερο στο σύνολο. Σίγουρα όμως τα κομμάτια του “Phenomenon” που ξεχωρίζουν είναι τα “Doctor Doctor” και “Rock bottom”.

Το “Doctor Doctor”  είναι ένας hard rock ύμνος τόσο μεγάλος που δεν αντιλαμβάνεται κάποιος ότι π.χ. δεν υπάρχει κιθαριστικό σόλο! Λογικά είναι το πιο γνωστό τραγούδι των UFO, ίσως το μοναδικό (μαζί με το “Belladonna” από το “No Heavy Petting” του 1976) που ενδεχομένως να ακούσει κάποιος και να αναγνωρίσει τους UFO. Στην χώρα μας, είναι το μοναδικό rock κομμάτι των UFO που παίζουν οι mainstream ραδιοφωνικοί σταθμοί, και οι IRON MAIDEN συνηθίζουν να το χρησιμοποιούν (εδώ και πολλά χρόνια) ως εισαγωγικό κομμάτι πριν βγουν στην σκηνή. Κάποιος που γνωρίζει για τον βίο και την πολιτεία της μπάντας μπορεί να κατανοήσει την νοηματική προέκταση της κλήσης του γιατρού, όμως για όλους τους υπόλοιπους, η ύπαρξη αυτή, για την οποία ο Mogg σπαράζει στους στίχους “She walked up to me / And really stole my heart / And then she started / To take my body apart”, μάλλον είναι η «Λευκή Κυρία», κάποια ναρκωτική ουσία τύπου ηρωίνη ή κοκαΐνη, ουσίες τις οποίες οι UFO τίμησαν αμφότερες και με το παραπάνω. Πληροφοριακά, δεν έγινε επιτυχία όταν κυκλοφόρησε σε single (μόνο στο … αυστραλιανό νο. 97), αλλά μετά την κυκλοφορία του δισκογραφικού τους ζενίθ, του ζωντανού “Strangers in the night”, το single που ήταν η ζωντανή εκτέλεση του τραγουδιού, έφτασε μέχρι το νο. 35 των charts στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Από την άλλη, το “Rock bottom” ήταν (τουλάχιστον μέχρι να κυκλοφορήσει το ντεμπούτο των Van Halen) ένα τραγούδι-σταθμός για τους απανταχού guitar heroes, κυρίως στην Μεγάλη Βρετανία. Μία σπουδή στην ηλεκτρική κιθάρα, ένα κρεσέντο του Michael Schenker στην Flying V του, που διαλύει τα στερεότυπα με ένα καταιγιστικό σόλο και σφραγίζει τον ήχο του δίσκου αλλά και της γενιάς του. Χωρίς να θέλω να φανώ υπερβολικός, ίσως πρόκειται για το κορυφαίο του κιθαριστικό σόλο, ένα σόλο που εμπνεύστηκε από το ομώνυμο του ντεμπούτου των SCORPIONS, “Lonesome crow”. Όταν ερωτήθηκε ο Phil Mogg, πολλά χρόνια αργότερα, τι ενέπνευσε το θέμα του τραγουδιού, ο τραγουδιστής δήλωσε πως έμπνευση ήταν μία ταινία τρόμου, που του διέφευγε ο τίτλος. Πιθανότερο είναι ωστόσο, να αναφέρεται σε ένα παραδοσιακό τραγουδάκι, το “The Unquiet Grave” (από το 1400 περίπου), που συνοπτικά, αφηγείται τον θρήνο ενός άνδρα για την αγάπη του, νεκρή για «δώδεκα μήνες και μία μέρα». Στο τέλος αυτής της περιόδου, η νεκρή γυναίκα παραπονιέται ότι το κλάμα του την εμποδίζει να αναπαυθεί εν ειρήνη. Ο άνδρας ζητάει ένα φιλί και αυτή του λέει ότι το φιλί της θα τον  σκοτώσει. Όταν αυτός επιμένει, θέλοντας να ενωθεί μαζί της στον θάνατο, αυτή του εξηγεί ότι από τη στιγμή που θα ήταν και οι δύο νεκροί, οι καρδιές τους απλώς θα σάπιζαν, και τώρα που ζει θα έπρεπε να απολαμβάνει τη ζωή για όσο την έχει!

Ο 19χρονος Τεύτονας θεός της κιθάρας έδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο πως ήρθε για να μείνει. Για πολλούς από τους οπαδούς του συγκροτήματος, δε, αυτή είναι και η καλύτερη δουλειά τους. To “Phenomenon” δεν έκανε κάποια τρομερή πορεία στα charts, απλά «έξυσε» οριακά το αμερικάνικο Billboard 200 (νο. 202) και έφτασε μέχρι το νο. 76 της Αυστραλίας. Στην πατρίδα τους, θα τους έπαιρνε λίγα χρόνια ακόμα μέχρι να καταξιωθούν και εμπορικά. Τουλάχιστον, η επανέκδοση του 2019 τα πήγε πολύ καλύτερα, φτάνοντας μέχρι το νο. 36 του UK Rock & Metal Albums chart.

Πάντως είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η καλλιτεχνική κληρονομιά του “Phenomenon” άνοιξε ένα νέο, ηλεκτρικό μονοπάτι στην βρετανική rock σκηνή που οδήγησε σε μεγάλες δόξες τόσο από την ίδια την μπάντα την δεκαετία του ’70 όσο και από τους fans που έφτιαξαν τα δικά τους συγκροτήματα, κυρίως στο πλαίσιο του New Wave Of British Heavy Metal, επηρεασμένα από τους θρύλους του βρετανικού hard rock και έγραψαν ιστορία στα 80s. Οι υψηλές πτήσεις των UFO ξεκινούν από εδώ!

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here