
ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Delirious nomad” – ARMORED SAINT
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1985
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Chrysalis Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Max Norman, Bill Freesh, Bob Ludwig
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
John Bush – Φωνητικά
Dave Prichard – Κιθάρες
Joey Vera – Μπάσο
Gonzo Sandoval – Τύμπανα
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Phil Sandoval – Κιθάρα
Οι ARMORED SAINT ανέκαθεν ήταν μια ιδιάζουσα περίπτωση συγκροτήματος. Προέρχονταν από το L.A, αλλά πάντα ήταν μία ανήσυχη μπάντα, χωρίς στερεότυπα στον ήχο της και μ’ έναν σχεδόν προοδευτικό τρόπο σύνθεσης, σε σχέση με τις υπόλοιπες μπάντες της περιοχής. Μπορούσαν να μπερδέψουν, να «συγχύσουν» τον ακροατή τόσο με τη μουσική, όσο και με το image τους. Φαντάσου τώρα, όταν κυκλοφόρησε το ντεμπούτο “March of the Saint”, από τη μία να υπάρχει το αμερικανικό hard ‘n’ heavy, με μπάντες σαν τους POISON, τους RATT, τους BON JOVI και όλους αυτούς τους φανταχτερούς θεούληδες, από την άλλη το οργισμένο Bay Area thrash με τους SLAYER, ANTHRAX, METALLICA, MEGADETH κλπ. και συ να ακούς ένα εντελώς ξεχωριστό heavy metal, εγκεφαλικό, επηρεασμένο από τους JUDAS PRIEST, SCORPIONS, THIN LIZZY, UFO και AEROSMITH.
Να βλέπεις μια μπάντα που φορά πανοπλίες, έχει εξώφυλλα με περικεφαλαίες (βάζω και το θρυλικό EP “Armored Saint” μέσα), ιππότες, κάστρα, αλλά κάθε άλλο παρά επική ήταν. Στο οπισθόφυλλο να φιγουράρουν μηχανές και να παρακολουθείς ένα γκροτέσκο, ψιλο-γραφικό αλλά τέρμα 80s Mad Max concept μπροστά στην κάμερα, στο video clip του “Can U deliver”. Αυτό ήταν όμως που τους έκανε τόσο ξεχωριστούς. «Οι ARMORED SAINT δεν έμοιαζαν με καμία άλλη μπάντα εκείνη την εποχή. Ήταν μοναδικοί, ξεχωριστοί!» θα έλεγε ο καλός τους φίλος James Hetfield, o άνθρωπος που μαζί με τον Lars Ulrich, θα έδιναν γη και ύδωρ στον John Bush για να αναλάβει το μικρόφωνο των METALLICA, πιέζοντάς τον να ενδώσει, για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.
To “March of the Saint” δεν ήταν και η καλύτερη των εμπειριών, συνολικά. Το συγκρότημα δεν έμεινε καθόλου ευχαριστημένο από τον «ευνουχισμένο» ήχο του παραγωγού Michael James Jackson, ικανότατου μεν επαγγελματία με περγαμηνές και μεγάλες συνεργασίες, αλλά ακατάλληλου για τους ARMORED SAINT. Δεν είναι τυχαίο πως ο άνθρωπος που κάθισε πίσω από την κονσόλα των KISS, L.A GUNS, HURRICANE και Paul Stanley, μεταξύ άλλων, δεν είχε ασχοληθεί και δεν ασχολήθηκε ποτέ με το heavy metal, πλην του “March of the Saint”… Βάλε και τα προσωπικά προβλήματα που τότε αντιμετώπιζε με τον γάμο του ο μακαρίτης πια Jackson (πέθανε από Covid το 2022) και έχεις την πλήρη εικόνα.
«Για άλλον Michael πηγαίναμε», θα έλεγε αργότερα ο Vera, εννοώντας τον «πολύ» Michael Wagener, «με άλλον συνεργαστήκαμε τελικά»… Έτσι, το πράγμα «στράβωσε» εξαρχής. Στο MTV δεν έγιναν και πολλά πράγματα, στο Billboard το ίδιο. Η μπάντα άκουγε ξανά την studio version των τραγουδιών της, άκουγε και πως αυτά έβγαιναν επί σκηνής και η δυσαρέσκεια είχε ήδη εξελιχθεί σε πλήρη απογοήτευση. Απογοήτευση που έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν αποχώρησε από την Chrysalis Records o Ron Fair, ένα μεγάλο «γατόνι» που ανακάλυψε την Christina Aguilera, τη Lady Gaga και τους BLACK EYED PEAS (αχ Fergie…). Αυτός ήταν που έδωσε στην μπάντα το πρώτο της επαγγελματικό συμβόλαιο ως μεγάλος οπαδός της και συνάμα, ήταν ο μοναδικός σε ολόκληρη την εταιρεία που σκάμπαζε από heavy metal…

Έτσι, το ότι η ίδια η Chrysalis αναγνώρισε το λάθος της και θεώρησε πως η αλλαγή παραγωγού ήταν επιβεβλημένη, το λες και έκπληξη. Jackson έξω, Max Norman μέσα, με το παρελθόν του ως παραγωγός του Ozzy και τις πρόσφατες τότε δουλειές του στα “Power of the night” (SAVATAGE) και “Thunder in the East” (LOUDNESS) να αποτελούν το καλύτερο εισιτήριο. Σίγουρα, πολύ πιο κοντά στο όραμα των Αγίων, ανέλαβε να «σκληρύνει» τον ήχο και τα πήγε αρκετά καλά. Οι ARMORED SAINT στο “Delirious nomad” απέκτησαν τσαμπουκά και «καρύδια», ακόμη και όταν τα κομμάτια δεν είχαν τόσο heavy χαρακτήρα. Για να καταλάβεις την εμφανέστατη διαφορά, δεν έχεις παρά να βάλεις δύο ας πούμε πανομοιότυπα κομμάτια, για παράδειγμα το “Madhouse” ή το ομώνυμο από το “March of the Saint” και το “Conqueror” από το “Delirious nomad” και να συγκρίνεις τον ήχο τους.
Η διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησης ξεκίνησε αμέσως μετά τις συναυλίες για την υποστήριξη του “March of the Saint” και ήταν πανεύκολη. Ο Norman από την αρχή δραστηριοποιήθηκε ενεργά δείχνοντας μεγάλο ζήλο για οτιδήποτε αφορούσε τη μουσική του γκρουπ. Στη γρήγορη ηχογράφηση βοήθησε και το ότι τρία από τα κομμάτια του νέου δίσκου (“Released”, “The laugh”, “You’re never alone”) ήταν έτοιμα από πριν, απλά δε γινόταν να χωρέσουν στο ντεμπούτο. Άλλο ένα χαρακτηριστικό του πως δούλεψε η μπάντα τότε, ήταν ότι οι ηχογραφήσεις έγιναν απογευματινές ώρες, επειδή τότε «άνοιγε» η φωνή του Bush.
Ο Norman ευθυνόταν και για την αποπομπή του Phil Sandoval, λόγω του προβλήματός του με το αλκοόλ. Λόγω των πολύ στενών δεσμών που υπήρχαν μεταξύ των μελών, κανείς δεν έπαιρνε την απόφαση, όσο κι αν φαινόταν πως αυτή θα ήταν η σωστή. Ο Norman λοιπόν τους έβγαλε όλους από τη δύσκολη θέση, με τον Phil να αποχωρεί σε ένα κλίμα κατανόησης και χωρίς ανούσια δράματα. Ακόμη και ο αδερφός του, ο Gonzo, ήξερε πως αυτό έπρεπε να γίνει. Ο Phil θα προλάβαινε βέβαια να ηχογραφήσει κάποια κιθαριστικά μέρη, να έχει την υπογραφή του σε κάποια κομμάτια και ως γνωστόν, θα επέστρεφε άλλος άνθρωπος πια, στο “Symbol of salvation”. Αντικαταστάτης δεν υπήρξε, διότι και η μπάντα αισθανόταν άνετα ως τετράδα και η εταιρεία ήθελε να μια αλλαγή προς ένα περισσότερο “classic rock line up”, σαν αυτό που είχαν πχ οι LED ZEPPELIN. Τώρα τι σχέση είχαν οι Βρετανοί με μια μπάντα που έπαιζε heavy metal made in LA, μόνον οι άνθρωποι της Chrysalis ήξεραν.
Όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, μπάντα και εταιρεία περίμεναν να πάει πολύ καλύτερα του ντεμπούτου, αλλά αυτός πήγε χειρότερα! Το hairspray και η πούδρα κυριαρχούσαν ήδη, το MTV είχε να ασχοληθεί με άλλα πράγματα και υπήρχε πάντα το πρόβλημα του προσανατολισμού: Οι ARMORED SAINT ήταν από το L.A, έπαιζαν όμως πολύ σκληρότερα από τα συγκροτήματα της hard ‘n’ heavy σκηνής και όχι τόσο σκληρά, όσο τα αντίστοιχα της thrash! Βρισκόμενοι κάπου στη μέση, μπορούσαν να παίξουν (και το έκαναν) μαζί με τους MOTLEY CRUE και τους RATT, μπορούσαν και μαζί με τους TESTAMENT και τους SLAYER. Αν αυτό λοιπόν δημιουργούσε σύγχυση στον μουσικό, φαντάσου τι δημιουργούσε στον μέσο ακροατή! Και μιλάμε για τα 80s, επαναλαμβάνω.
Άλλη μια «πετυχεσιά», ήταν το εξώφυλλο… Το αρχικό concept το ήθελε επηρεασμένο από τα γεγονότα του Ψυχρού Πολέμου, με μια ατομική βόμβα να εκρήγνυται. Επιρροή που έτσι κι αλλιώς, υπάρχει διάχυτη και στους στίχους. Αντί όμως για αυτό, η Chrysalis έδωσε το ελεύθερο στην Ria Lewerke και στον Geffrey von Gerlach να έχουν την καλλιτεχνική διεύθυνση και να χρησιμοποιήσουν αυτήν την… «ό,τι να ’ναι» φωτογραφία του Tom Murray για να δείξουν… τι; Ποιον; Τον «παραληρητικό νομάδα»; Κάποιο άλλο, βαθύτερο νόημα; Ούτε οι ίδιοι κατάλαβαν τι ήθελαν να καταφέρουν με τούτο δω το… πράγμα.
Πάντως, καθαρά μουσικά, ο δίσκος είναι καταπληκτικός. Για αρκετούς, είναι ο μόνος που μπορεί να κοντράρει στα ίσα το ασύλληπτο “Symbol of salvation” και για κάποιους άλλους, καλύτερος ακόμη κι από αυτό. Τα τραγούδια είναι όλα «ένα κι ένα», οποιοδήποτε και να διαλέξεις το «πετάς» σε ένα live τους και γίνεται χαμός. Τα παιξίματα; Τέλεια. Ο μακαρίτης ο Dave Prichard ήταν αντικειμενικά κιθαρίστας «καρφί» για καλλιτέχνες επιπέδου Ozzy και Dio, στο rhythm section γίνεται κανονικό πανηγύρι και ο Bush έχει και με τη βούλα ένα από τα καλύτερα «λαρύγγια» των Η.Π.Α, μόνο που οι METALLICA δεν θα τον περίμεναν άλλο και θα αποφάσιζαν να γίνουν τεράστιοι με τον ρυθμικό τους κιθαρίστα στα φωνητικά.
Τελικά έγιναν. Όσο για τους ARMORED SAINT; Αυτοί θα συνέχιζαν να διαπρέπουν συνθετικά αλλά όχι εμπορικά, για λίγα ακόμη χρόνια… Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Δημήτρης Τσέλλος















