THIN LIZZY – “Thunder and lightning”: Η «δύση» ενός θρύλου…
Σαράντα χρόνια συμπληρώνονται από την ημέρα που είδαμε στις βιτρίνες των δισκοπωλείων τον τελευταίο THIN LIZZY δίσκο, το “Thunder and lightning”. Με την ευκαιρία που μας δίνει η επέτειος αυτή, προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε όσο γίνεται καλύτερα τα όσα ακούστηκαν μέσα από αυτόν αλλά και συνέβησαν «γύρω» του, κάνοντας το δικό μας ταξίδι πίσω στον χρόνο και στην ταραγμένη διετία 1982-1983. Με αυτόν τον τρόπο, επεκταθήκαμε και στο live album-επίμετρο τόσο της εποχής αυτής, όσο και της THIN LIZZY εποποιΐας, το “Life: Live” που συχνά (και κακώς, αν θες μια προσωπική άποψη), είτε δεν εξετάζεται καθόλου, είτε εξετάζεται σαν κάτι το ξεχωριστό.
Ας ξεκινήσουμε.
Μετά από δύο ελαφρώς παρεξηγημένους και υποτιμημένους δίσκους, ο πολύ παρεξηγημένος και υποτιμημένος ξανθομάλλης Snowy White, αποχωρεί από τους THIN LIZZY. Ερχόμενος ώστε να καλύψει το κενό που άφησε η αποχώρηση/απόλυση του Brian Robertson, ο Snowy δεν υστερούσε κάπου. Διέφερε όμως ως προς την εμφάνιση και τη mentalité του, οι οποίες δεν ήταν αυτές του «χαρακτηριστικού rocker» που έπρεπε να έχουν τα μέλη της μπάντας, όπως υπαγόρευαν οι τότε άγραφοι νόμοι. Αυτός ο παράγοντας, συν το ότι η περίοδος εκείνη, έβριθε από συνεχή, πάσης φύσεως προβλήματα από πλευράς Lynott, Gorham και Downey, οδήγησαν τον χαμηλών τόνων White στην πόρτα της εξόδου, ιδιοβούλως.
Ο Lynott, βουτηγμένος στα ναρκωτικά, είχε να διαχειριστεί και την αποτυχία του δεύτερου solo album του. O Gorham έφτασε να καταρρεύσει, εξαντλημένος από την ηρωίνη (φαντάσου οκτώ συναυλίες πραγματοποιήθηκαν με τον Snowy μοναδικό κιθαρίστα και άλλες έξι αναβλήθηκαν) και ο Downey έχασε πέντε συναυλίες, γιατί την «πέρασε» σε νοσοκομείο, μετά από έναν καυγά στη Δανία. Όλα αυτά και άλλα τόσα, έδειχναν ένα συγκρότημα που «αλλού πατούσε, αλλού βρισκόταν». Πόσο να αντέξει λοιπόν ο σπουδαίος, κατά τα λοιπά, Snowy; Ο Αύγουστος του 1982 τον βρήκε εκτός THIN LIZZY κι ακολούθησε η αποχώρηση του manager Chris O’Donnell, ο οποίος έφτασε να πει πως «ένα κάποτε λαμπρό συγκρότημα, μετατρεπόταν σε σκουπίδια, μπροστά στα μάτια μου».
Το πώς λοιπόν βρήκε τη δύναμη και τη θέληση ο Phil να κρατήσει ζωντανούς τους THIN LIZZY και να ψάξει για δεύτερο κιθαρίστα, είναι ένα θαύμα από μόνο του. Ο πρώτος που πέρασε από audition ήταν ο Ολλανδός Adrian Vandenberg (ο γνωστός των WHITESNAKE), αλλά δεν υπήρξε «χημεία» και κοινή γραμμή με τους υπολοίπους. Τότε ο παραγωγός Chris Tsangarides μεσολαβεί, παίζει τον ρόλο της «γέφυρας» και ένας «διψασμένος», «πεινασμένος» και με «μάτι που γυάλιζε» John Sykes των TYGERS OF PAN TANG, ενός από τα τότε ανερχόμενα και ελπιδοφόρα σχήματα, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, της σκηνής του NWOBHM, έρχεται στη θέση του. Είχε αποχωρήσει από τις «Τίγρεις», διότι δε θεωρούσε πως υπήρχε τόσο η ικανότητα, όσο και η θέληση που είχε ο ίδιος, από μέρους τους, για παγκόσμια καλλιτεχνική και εμπορική καταξίωση και η «αλεπού» Tsangarides, οσμίστηκε το κελεπούρι, αρπάζοντας την ευκαιρία. Άλλωστε, είχε συνεργαστεί μαζί του ξανά, στο album “Spellbound”.
Η παντοκρατορία του heavy metal (μη ξεχνάμε πως οδεύαμε προς το 1983), η έλευση του Sykes, η ανάληψη περισσοτέρων συνθετικών πρωτοβουλιών από πλευράς Darren Wharton και η διαχείριση του ήχου από τον Tsangarides, έφεραν αλλαγή στο ύφος και το στυλ των THIN LIZZY. Οι δισολίες και οι πανέμορφες, διπλές, αρμονικές κιθάρες που ήταν το σήμα κατατεθέν της μπάντας από το “Fighting” άλλαξαν σε κάτι που «φλέρταρε» πολύ με το ευθύβολο, 80s heavy metal. Η παρέα έδειχνε να επαναπροσδιορίζει εαυτόν και η νέα διάσταση στον ήχο φαινόταν έντονα σε τραγούδια όπως το καταιγιστικό ομώνυμο, το “Cold sweat” (η μοναδική συνθετική σφραγίδα του Sykes, καθώς ο σκελετός των κομματιών είχε ήδη γραφτεί όταν πήγε στη μπάντα), το “Someday she is going to hit back” και το ανατριχιαστικό, στιχουργικά, “Heart attack”, έστω κι αν στα δύο τελευταία υπάρχουν ακόμη κάποια στοιχεία που να θυμίζουν τις πάλαι ποτέ κυρίαρχες διπλές μελωδίες.
Στα υπόλοιπα κομμάτια του, το album διατηρούσε περισσότερο ένα ύφος σχετικό με εκείνο του “Renegade” που προηγήθηκε, εννοείται όμως περισσότερο επιμεταλλωμένο. Λάμπει το “The Holy War” με την έμφυτη funk-ιά του, μαγεύει κυριολεκτικά το σχεδόν υπνωτικό αριστούργημα “The Sun goes down”. Οι δύο μεταγραφές, η μία εξωτερική (Sykes) και η άλλη εσωτερική (Wharton), αποδεικνύονται «λίρα εκατό». Ο Sykes είναι εκτυφλωτικός, διαπρέπει, τα leads του ξεχωρίζουν αμέσως, ενώ ο έτερος μικρός, ο Darren, παίρνει πολύ χώρο και τον αξιοποιεί όπως πρέπει, υπογράφοντας τέσσερεις από τις εννέα συνθέσεις.
Τρία singles κυκλοφόρησαν για να «πουσάρουν» το “Thunder…”. Το “Cold sweat” (με το “Bad habits” στη δεύτερη πλευρά), που κυκλοφόρησε και σε διπλή 7” έκδοση, με live εκτελέσεις των “Angel of Death” και “Don’t believe a word” στο δεύτερο δισκάκι, το ομώνυμο κομμάτι (στη β’ πλευρά live το “Still in love with you”) και το “The Sun goes down”, σε κανονική και extended έκδοση, με b-side το “Baby please don’t go”, εκτός της Ολλανδικής version που είχε το “Bad habits”. Εμπορικά, το “Thunder…” τα πήγε καλύτερα από τον προκάτοχό του και σε κάποιες χώρες υπήρξε βελτίωση του status της μπάντας. Το ένα από τα δύο μεγάλα στοιχήματα όμως χάθηκε, καθώς ούτε τώρα οι THIN LIZZY θα είχαν καλή θέση στα charts των Η.Π.Α (159η στο Billboard 200, είχαν να πιάσουν διψήφιο νούμερο από το “Black Rose”). Κερδήθηκε αυτό της Μ. Βρετανίας, με την 4η θέση, που το έκανε ασημένιο.
“But when all is said and done, the Sun goes down…”
Ας αποστασιοποιηθούμε όμως από τους αριθμούς, που έτσι κι αλλιώς, δε λένε πάντα την αλήθεια. Αλλού είναι η ουσία. Εκεί που η μπάντα έκανε ένα βήμα μπροστά καλλιτεχνικά, έκανε την αμέσως επόμενη στιγμή δυο πίσω, σε προσωπικό επίπεδο. Και αυτό ήταν πια ξεκάθαρο. Στην ακμή τους, οι THIN LIZZY είχαν το μαγικό ραβδί της θεάς Έμπνευσης συνεχώς από πάνω τους, το ένα αριστούργημα διαδεχόταν το άλλο, ενώ επί σκηνής φάνταζαν ως το «ιδανικό» rock group. Ως η καλύτερη σύμπτυξη και απόδειξη των παραπάνω, οπτική και ακουστική, είναι το live στο club Rainbow, το 1978. Ψάξε το, πρόκειται για την επιτομή του «THIN LIZZY φαινομένου».
Η μπάντα λοιπόν του 1983, απείχε από εκείνη του 1978 και η αντίστοιχη απόδειξη, είναι οποιοδήποτε live της “Thunder and lightning” περιοδείας. Οι THIN LIZZY έμοιαζαν με νόμισμα. Από τη μία οι Sykes-Wharton, «φρέσκοι», ενθουσιώδεις, από την άλλην οι ταλαιπωρημένοι Lynott-Gorham. Και στη μέση; Ο Downey. «Η μπάντα είχε ανέκαθεν τη φήμη ότι ήταν άψογη live. Όταν παίζαμε όμως, εκείνη την εποχή, η φήμη μας αυτή εξαφανιζόταν μπροστά στα μάτια μου. Ο Phil και ο Scott έδειχναν τόσο άρρωστοι… Ο Phil δεν έπρεπε να βρίσκεται εκεί» παραδέχτηκε αργότερα ο ίδιος. Φαντάσου πως με το ζόρι «βγήκε» το πρόγραμμα εμφανίσεων στην Ιαπωνία, λόγω δυσκολίας στην εύρεση (!) ουσιών…
Το πλάνο ήθελε κάποια shows της επερχόμενης αποχαιρετιστήριας περιοδείας, να αποτυπωθούν σε ένα live album. Εγένετο λοιπόν “Life”, ή αλλιώς “Life: Live”. Ηχογραφημένο στο Hammersmith Odeon του Λονδίνου, δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, μα δίνει μια πιο εξιδανικευμένη εικόνα σχετικά με το τι βίωνε η μπάντα στη «δύση» της. Ηχητικά πάντως, σε κάποιον πιο ουδέτερο, ακούγεται σαρωτικό. Ο Phil θέλοντας να δώσει στο live έναν εορταστικό χαρακτήρα, σκάρωσε το “The All-Star Jam”, με καλεσμένους τους πρώην «συντρόφους» του Eric Bell, Brian Robertson και Gary Moore. Μόνο τα “Renegade”, “Hollywood” και “Killer on the loose” είναι πρότερα ηχογραφημένα και το καταλαβαίνει κανείς αμέσως, ακούγοντας τον cool και κοντρολαρισμένο Snowy White αντί του «σπινθηροβόλου» Sykes. Θα τον ήθελα κι αυτόν εκεί. Θα ήθελα τους οκτώ μουσικούς του “The Rocker”, να ήταν εννιά…
“Are you ready to rock? Are you ready to rip it up?” ρωτά ξανά ο Philo, αλλά μέσα του ξέρει την απάντηση. Δεν υπήρχε η δύναμη για κάτι περισσότερο, δεν υπήρχαν πια οι δυνατοί δεσμοί του παρελθόντος, δεν υπήρχε αυτό το συναίσθημα της «Lizzy αδελφότητας». Και ο συναισθηματικός Phil ήθελε να έχει γύρω του «αδέρφια», δεν είχε την ανάγκη να ηγείται μιας μπάντας. Η αρχή της πτώσης λοιπόν για τους THIN LIZZY, ξεκίνησε όταν «έσπασε» η παρέα-οικογένεια των Phil, Brian, Scott και Robbo. Οι υπόλοιποι, πλην ίσως του Downey που τον ήξερε σαν κάλπικη δεκάρα, πίστεψαν πως ο Philo θα έδινε άδεια στον εαυτό του και στο group για ένα με δύο χρόνια και πως μετά θα έπιαναν το κουβάρι από κει που το άφησαν. Δεν ήταν όμως έτσι. «Είναι σαν να σκέφτεσαι την πρώην κοπέλα σου», έλεγε ο Μαύρος Πάνθηρας. «Κάνεις όμορφες σκέψεις, θα ήθελες να είσαι ξανά μαζί της, αλλά ξέρεις πως αυτό είναι αδύνατον. Δεν υπάρχει επιστροφή».
Σε μεγάλο τμήμα της περιοδείας support ήταν οι WHITESNAKE, στους οποίους εντάχθηκε αργότερα ο Sykes. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1983, σε μια παύση, η μπάντα πλην των Wharton/Gorham και με τις προσθήκες των Mark Stanway (πλήκτρα στους MAGNUM) και Doish Nagle (κιθάρα) έδωσε μια σειρά από shows με το όνομα THE THREE MUSKETEERS. Το set περιλάμβανε Lizzy και προσωπικά Lynott κομμάτια. Το γιατί δημιουργήθηκαν οι Τρεις Σωματοφύλακες, έστω και για λίγο, αποτελεί μυστήριο… Ίσως να ήταν μια πρόβα τζενεράλε για τους GRAND SLAM που θα ακολουθούσαν έναν χρόνο μετά, μπορεί και ένα «πείραμα» του Phil, για το πώς θα γινόταν να σώσει τη μπάντα που εν γένει ήταν η ίδια του η ζωή. Ποιος ξέρει…
Η τελευταία συναυλία των THIN LIZZY επί αγγλικού εδάφους δόθηκε στις 28 Αυγούστου 1983 στο Reading και κυκλοφόρησε το 1992 με τον τίτλο “BBC Radio One live in concert”, με την τελειωτική όσον αφορά την πορεία τους να λαμβάνει χώρα στο Monsters of Rock, στη Νυρεμβέργη, την 4η Σεπτεμβρίου. Στο ίδιο billing βρίσκονταν και οι MOTORHEAD, με τον Robertson στις τάξεις τους, ο οποίος παρακολουθούσε, νοσταλγικά ίσως, την παλιά του μπάντα. Και μπορεί ο κόσμος να ζούσε το όνειρο επευφημώντας το συγκρότημα, ακόμη κι όταν οι Lemmy and Co βρίσκονταν στην σκηνή, αλλά την τραγική αλήθεια περιγράφει, χωρίς να μασά τα λόγια του, ο Scott Gorham: «Τόσο ο Phil όσο και εγώ πονούσαμε από τον εθισμό μας στα ναρκωτικά. Δεν αισθανόμουν καλά, δεν έδειχνα καλά και το μόνο που ήθελα ήταν να κατέβω. Υπήρχαν άνθρωποι στο πλάι της σκηνής που έκλαιγαν και χειροκροτούσαν και εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ‘δεν πάει άλλο, πρέπει να κατέβω’. Τρομερό… δεν υπήρχε χειρότερος τρόπος για να τελειώσουν όλα».
Αυτή ήταν μέσες-άκρες η τελευταία και βραχύβια THIN LIZZY εποχή. Το τί ήταν ή δεν ήταν σε θέση να κάνει ο Phil και το τί θα θέλαμε εμείς να έχει κάνει, πώς να έχει διαχειριστεί κυρίως τις «μετά Lizzy» ημέρες, είναι άλλη συζήτηση και συνδέεται άμεσα με τα γούστα ενός εκάστου. Θα ήταν άραγε προτιμότερο να ακολουθήσει τον παλιόφιλο Gary στην προσωπική του καριέρα; Να απομακρυνθεί από τον κλειστό rock πυρήνα και να ασχοληθεί με ό,τι τον πρόσταζε η καλλιτεχνική του συνείδηση, ακόμη κι αν αυτό ήταν pop; Δώσε τη δική σου απάντηση. Το μόνο σίγουρο είναι πως αυτός ο τόσο ταλαντούχος μουσικός και ευαίσθητος, καλλιεργημένος άνθρωπος, μπορούσε να προσφέρει ακόμη πολλά. Όσο για το “Thunder and lightning”; “It hits me like a hammer, god damn!”
Χρήσιμο (;) υστερόγραφο: Αν θες να αγοράσεις (ή να αγοράσεις ξανά) το “Thunder and lightning”, η deluxe επανέκδοση περιέχει ένα δεύτερο CD με ζωντανές ηχογραφήσεις του 1981, καθώς και demo sessions. Επίσης, σπουδαίο και δυσεύρετο υλικό μπορείς να βρεις στην εξαπλή (!) συλλογή “Rock legends”. Μέρος του, είναι και το “Don’t let him slip away”, για το οποίο διάβασες στο αφιέρωμά μας στα υποτιμημένα «διαμάντια» του Phil Lynott.
Δημήτρης Τσέλλος