ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Thieving from the House of God” – ORANGE GOBLIN
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2004
ΕΤΑΙΡΙΑ: Rise Above
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Billy Anderson
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Ben Ward – φωνητικά, κιθάρα
Joe Hoare – κιθάρα
Chris Turner – τύμπανα
Martyn Millard – μπάσο
Όταν αποχωρεί ένα μέλος μιας μπάντας, συχνά οι επιδράσεις αυτού του γεγονότος μπορούν να αλλάξουν ακόμα και τον ήχο της. Αυτό φαίνεται ότι συνέβη το 2004 όταν το έκανε ο κιθαρίστας τους, Pete O’Malley. Ίσως να ένιωσαν την ανάγκη να αποδείξουν στους οπαδούς τους ότι όλα συνέχιζαν να είναι business as usual κι ότι δεν είχαν χάσει το mojo τους και γι’ αυτό έβγαλαν τον πιο σκληρό και γρήγορο δίσκο τους μέχρι τότε.
Η αίσθηση του «είμαστε δω και παίζουμε γ…..ο ροκ’ν’ρολ» γίνεται απτή από το πρώτο κομμάτι κιόλας, “Some You Win, Some You Lose”, που έχει ένα feeling α λα MOTÖRHEAD, αλλά χωρίς να ξεχνάει και τους δάσκαλους του είδους όπως είναι οι SPIRITUAL BEGGARS, για παράδειγμα. “One Room, One Axe, One Outcome”, μας γυρνάει στις αρχές της μπάντας όταν έπαιζαν desert rock α λα QUEENS OF THE STONE AGE ή KYUSS. Από κει και πέρα αρχίζουν να εξερευνούν άλλα ηχητικά μονοπάτια: στο “Hard Luck” μου φαίνεται μόνο εμένα ή το κεντρικό riff είναι ξεπατικωτούρα εκείνου των AEROSMITH στο “Sweet Emotion”;
Ένα έντονο 70’s rock συναίσθημα διέπει το “Black Egg”, λες και οι LYNYRD SKYNYRD ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους AEROSMITH (πάλι) και μαζί με μια γυναικεία φωνή, η Λονδρέζικη μπάντα μας προσφέρει ίσως το πιο ενδιαφέρον τραγούδι του δίσκου. “You’re Not The One (Who Can Save Rock N Roll)” προσωπικά μου θυμίζει τους ΚΙSS στους πρώτους δίσκους τους και με λίγο από Lemmy για καλό γαρνίρισμα (έτσι για το attitude, κυρίως). Με το “If It Ain’t Broke, Break It” ξαναφέρνουν στο προσκήνιο τις κιθάρες α λα BLACK SABBATH. Ένα άλλο track που μου ακούγεται πολύ ενδιαφέρον είναι το “Round Up the Horses” , το πιο doom/stoner τραγούδι του δίσκου, το οποίο όμως ακολουθείται από ένα τραγούδι, “Tosh Lines”, που δεν κρατά ούτε δύο λεπτά γιατί είναι…hardcore punk!
Όρεξη να έχουμε να πειραματιζόμαστε δηλαδή. Όλη αυτή η «Αμερικανίλα» που έβγαζαν σχεδόν όλα τα προηγούμενα τραγούδια, επιβεβαιώνεται στην διασκευή του “Just Got Paid” των ZZ TOP, για να κλείσουν τον δίσκο με ένα κομμάτι, “Crown of Locusts”, που διαρκεί σχεδόν δέκα λεπτά και που μάλλον ακούγεται σαν αυτοσχεδιασμός που διαρκεί παραπάνω από το επιθυμητό, ειδικά το δεύτερο μέρος όπου προσπαθούν να ακουστούν πιο doom. Δεν πρόκειται για ένα δίσκο που δεν διακρίνεται για την πρωτοτυπία του (το ίδιο θα μπορούσε να λεχθεί και για την μπάντα), αλλά, αντιθέτως, είναι σαν να λέει η μπάντα ότι εμείς πίνουμε από αυτές τις μουσικές πηγές και θέλουμε να το ξέρετε όλοι. Ιδανικός δίσκος πάντα για να παίζει ενώ καταναλώνονται «ουσίες και οινοπνεύματα».
Γιώργος Γκούμας