Ο Abbath Doom Occulta ή απλώς Abbath ή κατά κόσμον Olve Eikemo, είναι μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες στον Black Metal χώρο, αφενός λόγω του χαρακτηριστικού – σήμα κατατεθέν corpse paint του αλλά και λόγω της χιουμοριστικής πλευράς του. Κυρίως γνωστός ως τραγουδιστής και κιθαρίστας των Νορβηγών Black Metallers IMMORTAL, ο Abbath, μετά την αποχώρηση του από το συγκρότημα το 2015, αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του την μουσική του καριέρα, δημιουργώντας το δικό του σχήμα, κάτω από το όνομα ABBATH.
Μετά από δύο αρκετά επιτυχημένα άλμπουμ, το ομώνυμο “Abbath”του 2016 και το “Outstrider” του 2019, ο Abbath κλήθηκε να αντιμετωπίσει τους δικούς του, προσωπικούς δαίμονες της εξάρτησης. Μία μάχη που ξεκίνησε με ακυρώσεις συναυλιών και τον ίδιο τον καλλιτέχνη να συλλαμβάνεται στον φακό σε κακό χάλι, ανήμπορος να ολοκληρώσει τις ζωντανές εμφανίσεις του. Στην πορεία και αντιλαμβανόμενος ότι έπρεπε να δοθεί ένα τέλος σε όλο αυτό, ο Abbath συμμετέχει σε πρόγραμμα απεξάρτησης, το οποίο ολοκλήρωσε με επιτυχία, επιστρέφοντας στα μουσικά δρώμενα με τον τρίτο προσωπικό του δίσκο, το “Dread reaver”, το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει στις 25 Μαρτίου από τη Season of Mist.
Με τον ίδιο στα φωνητικά το μπάσο και τις κιθάρες, το υπόλοιπο line – up του “Dread reaver” απαρτίζεται από τον Ukri Suvilehto στα τύμπανα, τον Ole André Farstad επίσης στις κιθάρες, ενώ στο μπάσο σε κάποια κομμάτια συμμετέχει και η Mia Wallace.
Το άλμπουμ ανοίγει με το “Acid haze” και την δίλεπτη σχεδόν εισαγωγή του, ένα τραγούδι που σε εισάγει πολύ όμορφα στον δίσκο. Ακολουθούν τα “Scarred core” και “Dream cull” σε αρκετά mid – tempo ρυθμούς, για να συναντήσει ο ακροατής ταχύτητα και επιθετικότητα μόλις στο τέταρτο τραγούδι του άλμπουμ, το “Myrmidon”, μια MOTORHEAD ταχύτητα και δυναμική. Οι ανεβασμένες στροφές παραμένουν και στο “The deep unbound” ίσως το πιο “Black Metal” τραγούδι του δίσκου με την στενότερη έννοια του όρου. Γενικά παρατηρούμε μια σκοτεινή μεν, πιο αργόσυρτη όμως ατμόσφαιρα, ακόμα και στα πιο γρήγορα τραγούδια του άλμπουμ (παράδοξο, ναι). Το επόμενο τραγούδι, το “Septentrion” με τις μελωδίες, την πιο χαλαρή εισαγωγή του και τα γρήγορα μέρη του τα οποία είναι σαν να ανακόπτονται από αυτό το χαρακτηριστικό «αργό» του δίσκου, έρχεται να αποδείξει τα παραπάνω. Μια πολύ όμορφη διασκευή, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του Abbath, του “Trapped under ice” των METALLICA συνεχίζει το άλμπουμ, το οποίο κλείνουν τα πολύ όμορφα και ίδιας φιλοσοφίας και λογικής “The book of breath” και το ομώνυμο “Dread reaver”.
Αν κάτι έχει σίγουρα το άλμπουμ, αυτό είναι πολύς όγκος, γεμάτα τραγούδια, όλα μέτριας – κανονικής διάρκειας, χωρίς να κάνει κάπου κοιλιά, χωρίς να είναι φλύαρο ή να κουράζει. Το διακρίνει μία πολύ ευχάριστη αμεσότητα, μία αμεσότητα που το καθιστά οικείο σαν άκουσμα απευθείας. Άκουσμα το οποίο θα παίξει και θα ξαναπαίξει, χωρίς να κάνει τον ακροατή να πει ότι κάπου βαρέθηκε αυτό που αναπαραγάγουν τα ηχεία του.
Κατορθώνει ο Abbath, με την επιστροφή του από τα σκοτεινά μέρη στα οποία είχε χαθεί, να πείσει ότι είναι ικανός ακόμα να γράφει καλή μουσική; Σαφώς. Κατορθώνει με το “Dread reaver” να πάει ένα βήμα παραπέρα την καριέρα του; Δεδομένων των προβλημάτων που αντιμετώπισε, ακόμα και αν δεν κάνει την υπέρβαση, αποδεικνύει ότι όχι μόνο δεν χάθηκε κάπου στην πορεία της προσπάθειας του να γλυτώσει από τις εξαρτήσεις, αλλά επιστρέφει σε φόρμα. Συνθετική και προσωπικής παρουσίας και ερμηνείας, μιας και τίποτα από την χαρακτηριστική φωνή και ερμηνεία του δεν φαίνεται να έχει χαθεί.
Το “Dread reaver”, με τις αλλαγές και τις διαφοροποιήσεις του, ξαναπιάνει την καριέρα του Abbath ακριβώς εκεί που είχε μείνει πριν τα στενάχωρα γεγονότα του 2020 και συνεχίζει δυναμικά, λες και τίποτα κακό δεν έχει συμβεί στο ενδιάμεσο. Γι’ αυτό και μόνο, είναι ένα σημαντικό come back.
8 / 10
Φανούρης Εξηνταβελόνης