Οι ALCATRAZZ για όσους ασχολούνται κυρίως με τον κλασσικό rock και hard rock ήχο, είναι ένα από τα πιο γνωστά συγκροτήματα, αφού το ντεμπούτο τους “No parole from rock’n’roll”, το μακρινό 1983, αποτελεί μια δισκογραφική δουλειά, που δεν πρέπει να λείπει από τους οπαδούς του ιδιώματος. Τα δυο επόμενα albums τους, “Disturbing the peace” το 1985 και “Dangerous games” το 1986, δεν είχαν, για τον γράφοντα, την ίδια ηχητική αίγλη αλλά και πάλι η συμμετοχή του Steve Vai, στην δεύτερη δουλειά, ήταν από μόνη της μια πολύ σημαντική προσθήκη μουσικού.
Προς έκπληξη πολλών, θεωρώ, το 2020, τρία από τα ιδρυτικά μέλη του group, οι Graham Bonnet (φωνητικά), Jimmy Waldo (keyboards, synthesizers, keytar, piano, δεύτερα φωνητικά) και Gary Shea (μπάσο, δεύτερα φωνητικά) μαζί με τους Joe Stump (κιθάρα) και Mark Benquechea (drums) κυκλοφόρησαν το “Born innocent”, ένα πολύ καλό album, το οποίο επανέφερε για τα καλά το group στο προσκήνιο. Λίγο μετά την κυκλοφορία, ανακοινώθηκε ότι χώρισαν οι δρόμοι του Bonnet με τα άλλα μέλη, θα συνεχίσει ο ίδιος να δισκογραφεί χρησιμοποιώντας το όνομα των ALCATRAZZ, ενώ και οι υπόλοιποι θα κυκλοφορήσουν δίσκο, όπως και έγινε. Στο group του Bonnet, ήδη έχει γίνει μια ηχηρή ανακοίνωση, αφού ο Jeff Loomis (κιθάρα, ex-NEVERMORE, ex-ARCH ENEMY) θα συμμετάσχει στο σχήμα.
Οι ALCATRAZZ λοιπόν των Waldo/Shea/Stump και Benquechea αντικαθιστούν τον Bonnet με τον Douglas “Doogie” White (ex-RITCHIE BLACMORE’S RAINBOW/ ex-YNGWIE MALMSTEEN’S RISING FORCE/MICHAEL SCHENKER’S TEMPLE OF ROCK/ MICHAEL SCHENKER’S TEMPLE OF FEST/ex-PRAYING MANTIS/ex-TANK μεταξύ άλλων) και κυκλοφορούν το “V”, την πέμπτη, προφανώς, δουλειά τους. Όπως και για το προηγούμενο album, έτσι και για αυτό, ήμουν πολύ περίεργος για το τελικό αποτέλεσμα, αφού η φωνή του White ναι μεν «φέρνει» ελαφρώς σε στυλ αυτής του Bonnet, αλλά έχει πιο «μεταλλική» χροιά. Τα singles που κυκλοφόρησαν, απλά επιβεβαίωσαν εν μέρη τις σκέψεις μου αλλά σαφώς η ακρόαση ολοκλήρου του δίσκου, θα ήταν κάτι το διαφορετικό.
Στην καινούργια δουλειά, για πρώτη φορά στην ιστορία του group, συμμετέχει ο ίδιος κιθαρίστας για δεύτερη συνεχόμενη δισκογραφική προσπάθεια. Έτσι, μαζί με τους άλλους, παρά το μικρό διάστημα μουσικής σύμπραξης, όλο το line up φαίνεται ότι έχει «δέσει» αρμονικά, οπότε το αποτέλεσμα που βγαίνει από τα ηχεία είναι άκρως επαγγελματικό και ουχί μια ένδειξη προχειροδουλειάς ή προσπάθεια κυκλοφορίας σε σύντομο χρονικό διάστημα άλλου ένα δίσκου.
Συνθετικά όσοι έχετε ασχοληθεί με τις δουλειές που έχει συμμετάσχει ο White, θα ακούσετε πολλές ηχητικές ομοιότητες με τραγούδια του παρελθόντος του, ειδικά της περιόδου MALMSTEEN και RAINBOW, μια και η θύμηση έρχεται πολύ άμεσα. Αν πάλι δεν έχετε ασχοληθεί μαζί του, θα ακούσετε συνθέσεις με αρκετή «ανθεμική» διάθεση σε όλη την διάρκεια του album, με νεοκλασικά κιθαριστικά μέρη και solos, όμορφα τοποθετημένες μουσικές αλλά και φωνητικές μελωδίες και δυναμικά κουπλέ σε συνδυασμό με ξεσηκωτικά και σχετικά ευκολομνημόνευτα ρεφραίν. Όλες οι συνθέσεις είναι ως επί το πλείστον άκρως «ανεβαστικές» και έτσι τα τραγούδια «ρέουν» ευχάριστα, σε όλη σχεδόν την διάρκεια του δίσκου, με κάποια μάλιστα εξαιτίας του «καλπάζοντα» ρυθμού τους, να είναι ακόμα πιο θελτικά στην ακρόαση. Η μόνη μικρή μου διαφωνία και ένσταση είναι στον συνολικό αριθμό τραγουδιών και την διάρκεια του album, αφού αν κανά-δύο συνθέσεις δεν υπήρχαν, το γενικότερο αποτέλεσμα θα ήταν ελαφρώς διαφορετικό, ως προς την θέληση για πιο συνεχείς ακροάσεις.
Στον δίσκο υπάρχουν και κάποιες σημαντικές guest συμμέτοχες αφού οι Nigel Glockler (SAXON-drums στα “Guardian Angel” και “Blackheart”), Cliff Evans (TANK, μπάσο στο Grace Of God”) και Donnie Van Stavern (RIOT, μπάσο στα “Guardian Angel”, “Nightwatch” και “Target”), ίσως δώσουν μια έξτρα διάθεση για ακρόαση της νέας δουλειάς στον οπαδό. Από την άλλη ίσως καταδεικνύουν και την ηχητική «κατεύθυνση» που μπορεί να έχουν οι συνθέσεις του group στο εγγύς μέλλον.
Οι ALCATRAZZ των Waldo/Shea, θέλησαν να δώσουν στο group, μια ελαφρώς πιο heavy δυναμική και αισθητική σχετικά με το παρελθόν τους, «βασίζοντας» τις συνθέσεις στο ύφος και στυλ έκφρασης της φωνής του White . Ανυπομονώ να ακούσω και τους GRAHAM BONNET’S ALCATRAZZ αφενός εξαιτίας του Loomis, αφού είναι άκρως λογικό πως θα ηχούν οι συνθέσεις με αυτόν, αλλά και αφετέρου του συνολικού αποτελέσματος της δουλειάς του. Μέχρι εκείνη την στιγμή οι συνθέσεις του “V”, θα κρατήσουν πολλές ώρες συντροφιάς στους οπαδούς που θέλουν να ακούν ωραία τραγούδια.
7,5 / 10
Θοδωρής Μηνιάτης