Όταν μαθαίνεις πως ο Russel Allen θα κυκλοφορήσει άλμπουμ με την Anette Olzon, είναι εύκολο να μαντέψεις πως θα είναι, για άλλη μια φορά, στημένο από την Frontiers, ενώ αν γνωρίζεις καλά, θα στοιχηματίσεις κιόλας πως το έχει γράψει ο Magnus Karlsson. Μετά από το επιτυχημένο πείραμα, με τη συνεργασία ALLEN/LANDE, είχα την περιέργεια να ακούσω το “Worlds apart”, καθώς η αντίθεση στις φωνές θα ήταν αρκετά μεγαλύτερη τώρα.
Το “Worlds apart” έχει όλα τα στοιχεία που περιμένουμε από μία τέτοια συνεύρεση, με τον Αμερικάνο βάρδο να χρωματίζει έντονα τα τραγούδια με την αναγνωρίσιμη φωνή του και όπως πάντα, ο Karlsson φροντίζει ώστε να υπάρχουν αρκετές αναφορές στους SYMPHONY X (μας έχετε λείψει ρε, κάντε κάτι). Βέβαια, το πέπλο δεν είναι τόσο σκοτεινό και βαρύ όπως ο ήχος των Αμερικάνων, όμως μουσικά γίνονται εύκολα οι παραλληλισμοί. Ο Russel Allen ακούγεται σε φόρμα, με τη φωνή του καθαρή και δυνατή, έτσι όπως τον ξέρουμε και στα ALLEN/LANDE. Το διευκρινίζω, διότι στις μπάντες του (ADRENALINE MOB, SYMPHONY X) έχει συνήθως μία πιο σκληρή προσέγγιση, με γρέζι στη φωνή. Είναι μόνο 2 τα τραγούδια που αποδίδει μόνος του, με το εναρκτήριο “Never die” να είναι από τα καλύτερα του δίσκου και το δεύτερο, “Lost soul”, να μοιάζει με μία πιο εύπεπτη πλευρά των SYMPHONY X.
Από την άλλη, η παρουσία της Anette Olzon, όπως αναμενόταν, προσδίδει μία πιο αιθέρια ατμόσφαιρα στο όλο εγχείρημα. Συγκρίνοντας με άλλες δουλειές του (PRIMAL FEAR, LAST TRIBE, STARBREAKER, PLACE VENDOME), η παρουσία της Σουηδής τραγουδίστριας παραπέμπει περισσότερο στους KISKE/SOMMERVILLE (ιδιαίτερα το “Cold inside”), αλλά σίγουρα με τη δική της, ιδιαίτερη χροιά και σίγουρα ένα πιο ορχηστρικό πέπλο. Οι φίλοι των NIGHTWISH, σίγουρα θα κάνουν τις δικές τους συγκρίσεις και πιστεύω πως θα μείνουν ικανοποιημένοι από την ευθεία προσέγγιση του Karlsson στις συνθέσεις και το ρόλο που έχει αναθέσει στην Olzon.
Οι πιο δυνατές στιγμές του άλμπουμ, είναι σίγουρα τα ντουέτα τους, με το πρώτο, το “Worlds apart”, να είναι από τα αγαπημένα μου. Σαν να μιλά για μία σχέση δυο ανθρώπων που βρίσκονται κοντά, όμως αισθάνονται μακριά. Εξίσου κολλητικό είναι και το “No sign of life”. Όλος ο δίσκος είναι καλός και αν ακούσετε το κάθε τραγούδι ξεχωριστά, δεν θα σας απογοητεύσει. Όμως εκεί που υστερεί, είναι σε πρωτοτυπία, καθώς συνθετικά δεν προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις, όσο και αν κάθε συστατικό του είναι πολύ καλό.
7/10
Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης