
Οι αγαπημένοι Φινλανδοί AMORPHIS, κυκλοφορούν στις 26 Σεπτεμβρίου το 15o στούντιο άλμπουμ τους, με τίτλο “Borderland” και η συντακτική ομάδα του Rock Hard ήταν εκεί για να γράψει την άποψή της.

Είναι κυριολεκτικά τρεις μήνες που ακούω το “Borderland” και ξέρετε κάτι; Δεν έχω βαρεθεί να το ακούω, σε καμία των περιπτώσεων. Ένας δίσκος AMORPHIS, οφείλει να είναι ένας… δίσκος AMORPHIS!!! Με τη μελαγχολία του, το delay στην κιθάρα, τις πιασάρικες μελωδίες, τον συνδυασμό brutal και καθαρών φωνητικών και όλα τα trademark, που μας έχουν συνηθίσει όλα αυτά τα χρόνια. Είναι ευχή και κατάρα να φτιάχνεις έναν χαρακτηριστικό ήχο, διότι είναι μικρά τα περιθώρια για να κάνεις κάτι διαφορετικό. Δεν πιστεύω να υπάρχει κανείς που να περιμένει να κάνουν μεταβάσεις όπως αυτή από το “Tuonela” στο “Am universum”, ή από το “Tales…” στο “Elegy”.
Πλέον οι AMORPHIS έχουν ένα status πολύ υψηλότερο, είναι φτασμένοι, με φανατικό fan base, που δεν ξέρω αν δέχεται κάτι πιο ρηξικέλευθο. Αλλά το θέμα μου είναι, για ποιον λόγο να αλλάξουν μία συνταγή που είναι πετυχημένη; Μετά από 35 χρόνια και 15 δίσκους έχουν κερδίσει με το σπαθί τους το δικαίωμα να …παίζουν σαν τους εαυτούς τους.
Το μόνο ερώτημα που απευθύνω στον εαυτό μου, είναι: «Πέρασες ωραία ακούγοντας το “Borderland”»; Και η απάντηση είναι πάντα θετική. Μην πω και υπερθετική. Παίζουν μία από τα ίδια; Ναι. Έχουν ωραίες συνθέσεις; Φυσικά. Το άλμπουμ έχει μία φυσιολογική ροή, που δεν κουράζει καθόλου, τρομερές μελωδίες, κολλητικά ρεφρέν, σε ταξιδεύει και ειλικρινά, δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω κάποιο τραγούδι περισσότερο από τα υπόλοιπα.
Δεν είναι “Under the red cloud”, νομίζω όμως ότι είναι καλύτερο από το “Halo” και κοιτάζει στα μάτια το “Queen of time”. Αν με ρωτάτε για καλύτερες στιγμές, θα έλεγα το “The lantern”, το «χορευτικό» “Dancing shadow” και το “The strange”. Κλασικός ήχος AMORPHIS, έμεινα απόλυτα ικανοποιημένος από την 15η δισκογραφική δουλειά ενός συνεπέστατου σχήματος, που την τελευταία 20ετία, βγάζει εξαιρετικούς δίσκους γλυκιάς μελαγχολίας, αφού πειραματίστηκε με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία νωρίτερα…
8,5 / 10
Σάκης Φράγκος

Για το δέκατο πέμπτο στούντιο άλμπουμ τους, οι Φινλανδοί συνεργάστηκαν για πρώτη φορά με τον Δανό παραγωγό Jacob Hansen ο οποίος έχει στο ενεργητικό του πολλές παραγωγές, όπως AVANTASIA, ARCH ENEMY, FLOTSAM AND JETSAM και VOLBEAT, μεταξύ άλλων. Από τότε που ο Tomi Joutsen μπήκε στην μπάντα το 2005, οι AMORPHIS έχουν καταφέρει να διαμορφώσουν τον δικό τους ήχο, που δεν μπορεί να αντιγραφτεί από κανέναν άλλο, κάτι πολύ σημαντικό σε μια εποχή όπου φαίνεται ότι η εξέλιξη στο metal έχει κολλήσει μιας που όλα έχουν επινοηθεί και δοκιμαστεί και μόνο απομένει ο ένας να αντιγράφει τον άλλο ή να αναμασάει παλιές και δοκιμασμένες συνταγές.
Όσοι γνωρίζουμε την μπάντα, ξέρουμε τι να περιμένουμε από έναν δίσκο τους, αλλά ακόμα κι αν ο συντελεστής έκπληξη να μην υπάρχει πια, η ποιότητα των συνθέσεων είναι πάντα τέτοια που προσωπικά εμένα, δεν με χαλάει καθόλου το γεγονός ότι από το “Eclipse” και εντεύθεν, ακούω την ίδια φόρμουλα.
Για παράδειγμα, το πρώτο κομμάτι του δίσκου, “The Circle”, μας καλωσορίζει με τα γνωστά ατμοσφαιρικά περάσματα του πληκτρά Santeri Kallio και τα χαρακτηριστικά delay της κιθάρας του Tomi Koivusarri, έτσι όπως ξεκίναγε και ο δίσκος ‘Queen of Time’ (2019) με το κομμάτι “The Bee”, ενώ στο single “Bones” η χρήση του σιτάρ μου θυμίζει κομμάτια όπως “Greed” ή “Better Unborn”. Κομμάτια όπως “Borderland” και “The Lantern” συνεχίζουν την παράδοση της μίξης στοιχείων folk με progressive death metal δίνοντας τους το γνωστό epic vibe που τους χαρακτηρίζει. Η δυνατότητα τους να γράφουν catchy hooks είναι ακόμα πιο προφανής σε κομμάτια όπως “Dancing Shadow” ή το “Fog to Fog” που άνετα θα μπορούσαν να υπάρχουν και σε ένα δίσκο των NIGHTWISH, όσο αιρετικό κι αν ακούγεται στους πιο true.
Οι Φινλανδοί δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα πια σε κανένα, ότι ηχητική εξερεύνηση είχαν να κάνουν την έκαναν και με το παραπάνω, και τώρα απλώς μας κοιτάζουν από ψηλά, από τον θρόνο του μουσικού είδους που οι ίδιοι δημιούργησαν και που εγώ προσωπικά θα το ονόμαζα “Karelian metal”… συμφωνείτε;
9 / 10
Γιώργος Γκούμας
Η ανέλιξη των AMORPHIS δεν ήταν απότομη. Το συγκρότημα από τον παγωμένο Ευρωπαϊκό βορρά, ενηλικιώθηκε δισκογραφικά μέχρι να ισορροπήσει μουσικά και να σταθεροποιήσει την μουσική του ταυτότητα. Στην μεγάλη τους πορεία, κατάφεραν να κρατηθούν κοντά στις ρίζες τους, αλλά και να εξελίξουν τον ήχο τους.
Σήμερα, στο 15ο άλμπουμ τους, δεν θα σας εκπλήξουν. Αυτό ακούγεται αντίθετο με αυτό που γράφει το δελτίο τύπου, όμως αν γνωρίζετε το παρελθόν τους, όχι μόνο το πρόσφατο αλλά και το πιο μακρινό, θα με καταλάβετε. Οι AMORPHIS αν σε κάτι με εκπλήσσουν εδώ είναι με την χαλαρότητά τους, όταν μας έχουν συνηθίσει σε μεγαλύτερο βάθος στις συνθέσεις τους. Εδώ συμφωνεί το αυτί μου με τις δηλώσεις του Rechberger ότι η ατμόσφαιρα στο στούντιο ήταν χαλαρή. Αυτή η προσέγγιση όπως ακούγεται, δεν με ικανοποιεί.
Θα βρείτε αρκετές γνώριμες στιγμές, τα καθαρά αλλά και πολλά σκληρά φωνητικά του Tomi ακόμα κι αν έχουμε ένα πιο ανάλαφρο συνθετικά άλμπουμ. Το εναρκτήριο “The circle” εκτός από μελωδικό, είναι δίχως ριφ και σόλο, αρκετά άδειο. Με το “Bones” σαν να δοκιμάζουν να βγουν στην αντίπερα όχθη. Σκληρό ριφ και φωνητικά, αλλά και φοβερή γέφυρα. Ευθύ βέβαια αλλά και in-your-face. Αμεσότητα χαρακτηρίζει τα περισσότερα από τα 12 τραγούδια του 15ου άλμπουμ τους. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα θα έλεγα πως αποτελεί το “Light and shadow” που μαγνητίζει όσο κι αν δεν θυμίζει τους AMORPHIS που εγώ προτιμώ. Επίσης το “Dancing shadow”, με το χορευτικό ρεφραίν, καταδεικνύει την θετική διάθεση που επικρατεί στο “Borderline”, όσο κι αν εμένα με άφησε αδιάφορο.
Συνοψίζοντας θα έλεγα πως πέραν από τον ενθουσιασμό των νέων συνθέσεων, το άλμπουμ δεν με εντυπωσίασε. Κακό, δεν είναι. Εύπεπτο, ναι, για τα δεδομένα των Φιλανδών. Καινοτόμο, δεν το λες. Οι ίδιοι το χαρακτηρίζουν περιπετειώδες, αλλά εγώ πιστεύω πως δεν θα μείνει στην ιστορία ως τέτοιο.
6,5 / 10
Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης
Από τον κρύο Βορά και συγκεκριμένα τη Φινλανδία, έρχεται το νέο πόνημα των AMORPHIS, το οποίο είναι και ο 15ος πλήρης δίσκος της μπάντας από την αφετηρία της το 1990! Καθόλου άσχημα, ειδικά αν συμπεριλάβουμε στην εξίσωση πως οι Φινλανδοί μας κερνάνε ως επί το πλείστον καλή μουσική. Γιατί ασχέτως μουσικών προτιμήσεων και γούστου, δίσκους όπως τα πρόσφατα “Queen of time” και “Halo” μόνο ως κακούς δεν θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε. Με αυτή τη βάση έρχεται να στρογγυλοκαθίσει και το “Borderland” στα ηχεία μας, καθώς είναι άλλη μία ποιοτική προσθήκη στην μεγάλη αυτή δισκογραφία.
Από την εισαγωγή του “The circle” γίνεται ξεκάθαρο πως οι μελωδίες θα είναι κυρίαρχες και ενώ το “Bones” προσπαθεί να μας ρίξει λίγη στάχτη στα μάτια με την πιο έντονη χρήση ακραίων φωνητικών και ανατολίτικων στοιχείων, η συνέχεια διατηρεί μία σταθερή πορεία υπό το πρίσμα της ομοιόμορφης συνθετικής προσέγγισης. Κάθε σύνθεση συνοδεύεται από ένα κυρίως θέμα που κάθεται πολύ όμορφα στο αυτί, και πάνω σε μεσαίες ταχύτητες χτίζεται σιγά σιγά το κάθε τραγούδι με γνώμονα ΠΑΝΤΑ τις εξαιρετικές μουσικές μελωδίες. Γιατί ας είμαστε ειλικρινής, παιξίματα όπως αυτά των “Tempest”, “The strange” και “Light and shadow” για παράδειγμα, με τόσο έντονο χαρακτήρα, δεν τα συναντάμε συχνά.
Αυτά τα στοιχεία υπήρχαν και στις προηγούμενες δουλειές θα πείτε δικαίως, με τη διαφορά ότι εδώ αποτελούν τη ναυαρχίδα του δίσκου και όχι απλά μέρος του. Σε αυτό έχει βοηθήσει τόσο η νέα κρυστάλλινη παραγωγή από τον Jacob Hansen (άπειρα credits ως παραγωγός τα τελευταία χρόνια), όσο και η συνθετική προσέγγιση, η οποία βέβαια στερείται από πολλούς πειραματισμούς. Ως αποτέλεσμα, το “Borderland” έχει απωλέσει τα έντονα συμφωνικά μέρη χωρίς να τα εξαλείφει τελείως, ενώ είναι αισθητά λιγότερο heavy και σίγουρα λιγότερο ανήσυχο.
Αυτό σημαίνει ότι είναι κατώτερο των προκατόχων του; Όχι απαραίτητα, είναι απλά διαφορετικό. Προτιμώ το “Queen of time”, εννοείται θα ήθελα μία έκπληξη τύπου “The wolf”, την ίδια στιγμή όμως βρίσκω και το “Borderland” πολύ καλό, ενώ αναμφίβολα κάποιοι θα εκτιμήσουν πιο πολύ την κρυστάλλινη προσέγγιση της νέας κυκλοφορίας. Στα συν να βάλουμε και το εξώφυλλο, η μπάντα μας έχει συνηθίσει άλλωστε στις ιδιαίτερες επιλογές, με το παρόν άλμπουμ να φαντάζει ως μία εξαιρετική επιλογή για format βινυλίου.
Ξέρουμε πολλές μπάντες που τόσο βαθιά μέσα στη δισκογραφία τους κυκλοφορούν ποιοτικές δουλειές σε τέτοιο βαθμό; Σίγουρα βοηθάει σε αυτό και η ως ένα μεγάλο βαθμό σταθερή παρουσία των μελών. Κατά τα άλλα, η νέα δουλειά των AMORPHIS έχει να ανταγωνιστεί κυρίως τις συγκρίσεις με τους προηγούμενους δίσκους της ίδιας της μπάντας, σε μια μάχη που μπορεί να έχει πολλούς νικητές οπότε όλα καλά. Γιατί την μάχη με τον εαυτό του, το “Borderland” την έχει κερδίσει σίγουρα, κι ας είναι λίγο πιο μονότονο και “safe” από ότι το ήθελα.
8 / 10
Παύλος Παυλάκης

”Καλώς τα παιδιά” που θα λέγε και ο Αλέφας, αλλά και το δικό μας παιδί και πολύ καλός φίλος, συνάδελφος και ταπατούπας Φραγκίσκος Σαμοΐλης. Δηλαδή ώρα για μια ομαδική παρουσίαση για στο καινούργιο δισκογραφικό πόνημα των πολυαγαπημένων μας Φιλανδών AMORPHIS. Οπότε χωρίς να λέμε πολλά-πολλά πάμε να ξεκινήσουμε για να πούμε 2-3 κουβέντες για αυτό.
Ο τίτλος του 15ου στούντιο άλμπουμ τον AMORPHIS ή των παιδιών, φέρει τον τίτλο ”Borderland” και όσο και αν θα ήθελα να το εκθειάσω δεν γίνεται. Αφενός ήρθε το HELLOWEEN πριν λίγο καιρό και ανέβασε πολύ τον πήχη σε μπάντες πρώτες γραμμής για φέτος, αφετέρου για την ώρα έχουμε ακούσει πολύ καλούς ποιοτικά δίσκους ακόμα και από σχήματα εκτός αυτής που θα βρουν χώρο και θέση στις τελικές 20αδες πολλών συντακτών όταν θα έρθει η ώρα. Τα δικά μας όμως παιδιά αυτήν την φορά μάλλον δύσκολα θα καταφέρουν κάτι τέτοιο. Προσοχή όχι γιατί έχουμε να κάνουμε με κανένα δίσκο επικής πατάτας, τύπου ”Far(t) from the sun”, άλλωστε κάτι τόσο μέτριο δεν νομίζω πως μπορούν να κάνουν. Αλλά όμως έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ που κατά την γνώμη μου θα μπορούσε να έχει μια λεζάντα που θα λέει, ”δεν απογοητεύει μεν, δεν γοητεύει δε”.
Αρχικά να πω πως έχουμε να κάνουμε με έναν δίσκο που στα αυτιά μου και όχι μόνο μιας και το συζήτησα λίγο με λοιπούς φίλους-συντάκτες του rockhard.gr εξίσου λάτρες των Φιλανδών, έχει την λογική μανιέρας και εξηγούμαι.
Δηλαδή έχουμε ένα άλμπουμ που πάει στον αυτόματο και στο ίδιο μοτίβο που έπιασαν από το ”Queen of time”. Αυτό θα πω ότι, δεν είναι απόλυτα κακό όταν καταφέρνεις να γράφεις το ίδιο καλά σερί σε δίσκους που πάνε με αυτήν την λογική. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ που σε σχέση με τα πανομοιότυπα προηγηθέντα, ”Queen of time” και ”Halo”, έχει τραγούδια που δεν είναι στα ίδια επίπεδα. Κατά την γνώμη μου έχει 3 πάρα πολύ καλές συνθέσεις που μπορεί να αντέξουν στον χρόνο και να μας μείνουν, όμως από εκεί και πέρα οι υπόλοιπες 7 από τις 10 συνθέσεις του δίσκου θα ακούγονται πάντα ευχάριστα μεν όταν θα τα πετύχεις κάπου αλλά δεν θα σου μείνουν, ούτε και θα σε ξεσηκώσουν ιδιαίτερα από την χαρά σου. Το άλμπουμ φυσικά και δεν χωλαίνει σε άλλους τομείς παρά μόνο στην ποιότητα των συνθέσεων και στην δυνατότητα να σταθούν και να σε κρατήσουν κοντά τους στον χρόνο.
Η παραγωγή του πολύπειρου και για πρώτη φορά στην καρέκλα του παραγωγού των AMORPHIS Jakob Hansen, είναι εξαιρετική και σταθερά σε υψηλά στάνταρ. Όλα τα όργανα ακούγονται άψογα, έχοντας την θέση του το καθένα όπου πρέπει μέσα στα κομμάτια, η φωνή του Joutsen είναι εκεί που πρέπει όπως πρέπει. Όλα ηχούν δυναμικά και πεντακάθαρα, αρά εδώ ψεγάδι σίγουρα δεν υπάρχει.
Παικτικά τώρα νομίζω πως είναι περιττό να πω πολλά, τα παιδιά είναι μουσικοί και παίκτες κλάσης όλοι τους, άλλωστε μας το έχουν πιστοποιήσει πάμπολλες φορές να το καταλάβουμε όχι μόνο στα στούντιο άλμπουμ τους, αλλά κυρίως στις live εμφανίσεις τους. Οπότε ούτε και εδώ μπορούμε να βρούμε κάτι μεμπτό. O Esa Holopainen στις Lead κιθάρες είναι άψογος, η συνεργασία του με τον ογκόλιθο της ρυθμικής κιθάρας του γκρουπ, Tomi Koivusaari, άριστη ως συνήθως. Άλλωστε οι μελωδίες τους και τα ρυθμικά μέρη από τις κιθάρες τους, μαζί με τις μελωδίες και τις ατμόσφαιρες που δημιουργεί με τα πλήκτρα του ο Santeri Kallio, είναι πάντα οι οδηγοί των κομματιών του γκρουπ. Οι Olli-Pekka Laine στο μπάσο και Jan Rechberger στα τύμπανα είναι σταθερά ένα rhythm section που δεν πρόκειται ποτέ να μην δώσουν τον ρυθμικό ογκόλιθο που πάνω του χτίζουν τα υπόλοιπα όργανα. Όσο για τον Tomi Joutsen είναι κλασικά αυτός που πρέπει να είναι, ένας υπέροχος τραγουδιστής που μπορεί να σε συνεπάρει είτε με τα μελωδικά καθαρά φωνητικά του, είτε με τα εκρηκτικά και γεμάτα δυναμισμό brutal του.
Άρα όπως καταλαβαίνετε καταλήγουμε απλά στο γεγονός που προανέφερα, δηλαδή οι συνθέσεις σε γενικές γραμμές είναι κατώτερες ποιοτικά από τα άλμπουμ που προηγήθηκαν. Αυτές που πραγματικά μου μένουν για να θυμάμαι και να με συντροφεύουν, είναι το ”Fog to fog” που έχει την ποικιλία που θέλω στα 5μιση λεπτά του από τους AMORPHIS, εναλλαγές στα καθαρά και τα brutal φωνητικά, περιπέτεια στα πλήκτρα και την δυναμική να είναι ένα τραγούδι με ρεφρέν που κινείται στα όρια του hit που εύκολα θα μπορούσε να κερδίσει κάποιον σε σχέση με το ”Dancing shadow” που δεν με κέρδισε και ιδιαίτερα.
Επίσης κρατώ τον ”Light and shadow”, που έχει πολύ όμορφο χτίσιμο στα πλήκτρα, γεμάτα μάλλον από μια disco αισθητική από τον Kallio, υπέροχο ρεφρέν και γέφυρα και ένα πολύ ωραίο μελωδικότατο σόλο κιθάρας που συνοδεύει σε κάποιο σημείο ο Jouutsen εξαιρετικά. Γενικά πολύ ωραίο hitάκι που θα βρει πιστεύω με μεγάλη άνεση και όχι άδικα θέση στο setlist της μπάντας στα μελλοντικά live αυτής. Επίσης θα κρατήσω και το ομώνυμο ”Borderland” που είναι μια κλασική και σε χτίσιμο και ύφος AMORPHIS από το πάνω ράφι. Μελωδικά πλήκτρα για οδηγό στο φουλ και κιθάρες που ακολουθούν για να πάρουν την σκυτάλη από αυτά. Εξαιρετική εναλλαγή σε brutal και καθαρά σημεία και πολύ όμορφο ρεφρέν που κολλάει στο μυαλό.
Όπως θα έβαζα και στην εξίσωση των πολύ καλών τραγουδιών και το κλείσιμο του άλμπουμ ”Despair”, που ξεκινάει με τις μελωδίες από τις κιθάρες για οδηγό και τα πλήκτρα να το ακολουθούν. Ενώ τα τύμπανα και το μπάσο είναι από τις λίγες στιγμές στον δίσκο που βγουν τόσο μπροστά με επιτυχία. Τα φωνητικά είναι και πάλι εξαιρετικά στις εναλλαγές τους με τα brutal να έχουν περισσότερο χώρο μέσα σε αυτό, κάτι που στην λογική που έχει το κομμάτι και στο βαρύ του τέμπο ταιριάζει άψογα. Κάπου εδώ για μένα τελειώνουν και οι πολύ καλές στιγμές του δίσκου, τα υπόλοιπα όπως είπα ναι μεν ευχάριστα όταν θα τα ακούς, αλλά γρήγορα θα προσπεράσουν και θα σε αφήσουν.
Εν κατακλείδι λοιπόν για να βάλουμε και βαθμό σιγά σιγά, το ”Borderland” θέλει αλλά δεν τα καταφέρνει να σταθεί εκεί που βρίσκονται οι 2 προκάτοχοί του, που έχουν ακριβώς την ίδια νοοτροπία αλλά καλύτερο συνολικά υλικό. Για το ”Under the red cloud” που προσωπικά το θεωρώ μια από τις κορυφαίες στιγμές της δισκογραφίας των αγαπημένων μου AMORPHIS και μαζί με τα ”Silent waters” και ”Skyforger” ως τις top 3 στιγμές του γκρουπ με τον λεβέντη Tomi Joutsen στο μικρόφωνο, ούτε λόγος φυσικά απέχει παρασάγγας. Ώρα για βαθμό λοιπόν, χαμηλός μεν για τα δεδομένα τους, αλλά εύχομαι να έχουμε την ευκαιρία για ένα live AMORPHIS και πάλι κοντά μας.
7 / 10
Παναγιώτης “The unknown force” Γιώτας

Οι αγαπημένοι AMORPHIS κλείνουν 35 χρόνια στην πιάτσα και αισίως φτάνουν τα 15 άλμπουμ, με την κυκλοφορία του ολόφρεσκου “Borderland”. Μέσα στην πρώτη δεκαετία η μπάντα αλλάζοντας συνεχώς τον ήχο της, εξερευνούσε καινούργια ηχοτοπία από δίσκο σε δίσκο μη διστάζοντας να εμπλουτίσει τη μουσική της με διάφορα στοιχεία και να πειραματιστεί με αυτή. Με την ανάληψη των φωνητικών από τον Tomi Joutsen και την κυκλοφορία του τεράστιου “Eclipse” η μπάντα μπήκε σε καινούργια εποχή παγιώνοντας έναν ήχο που μόνο με τη λέξη AMORPHIS θα μπορούσαμε να τον περιγράψουμε. Και αυτό είναι ένα τεράστιο κατόρθωμα για μια μπάντα. Τα επόμενα άλμπουμ των Φινλανδών παρέκκλιναν ελάχιστα από τη θεμελιώδη νοοτροπία του ήχου αυτού.
Με το προηγούμενο “Halo” η μπάντα έκλεισε μια άτυπη τριλογία η οποία σφραγίστηκε και με τη συνεργασία με τον παραγωγό Jens Bogren. Με το φετινό “Borderland” εγκαινιάζεται μια καινούργια συνεργασία με τον Δανό παραγωγό Jacob Hansen (VOLBEAT, κ.α.), με τον ήχο του album να διαφοροποιείται λίγο. Εδώ πλέον οι Φιλανδοί ακολουθούν πιο μελωδικές και άμεσες φόρμες στα κομμάτια τους, με κύριο χαρακτηριστικό των κομματιών το πόσο πιασάρικα ακούγονται πολλά από αυτά.
Στο επίκεντρο των κομματιών βρίσκονται οι μελωδίες, χωρίς να λείπουν όλα αυτά τα στοιχεία που αγαπάμε στους AMORPHIS, όπως τα εξαίσια φωνητικά του Joutsen , είτε πρόκειται για καθαρά, είτε για brutal, οι folk μελωδίες, τα πλήκτρα, ή οι ατμόσφαιρες και η μελαγχολική αύρα που αποπνέουν συνήθως τα κομμάτια των Φινλανδών. Οι ταχύτητες στο “Borderland” είναι πεσμένες σε σχέση με τις προηγούμενες κυκλοφορίες των AMORPHIS, όπως επίσης οι πιο prog και ‘70s στιγμές, που κάνουν την εμφάνισή τους με πιο διακριτικό τρόπο.
Από το δίσκο λείπουν τα κομμάτια που θα αναλάβουν τα ηνία, αλλά υπάρχουν και εξαίσια κομμάτια που ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα. Τέτοια είναι το “Bones”, το οποίο λοξοκοιτάζει προς την πρώτη δεκαετία της μπάντας με τα βαριά riffs και τις ανατολίτικες μελωδίες του, το περιπετειώδες “The Lantern” με την πανέμορφη κιθαριστική δουλειά και την σχεδόν prog ‘70s αύρα του, αλλά και το ομώνυμο “Borderland” το οποίο είναι ίσως η πεμπτουσία του δίσκου: επικό, folk και ατμοσφαιρικό, με σκληρά και καθαρά φωνητικά, χαρακτηριστικό του ήχου της μπάντας. Το άλμπουμ κλείνει με το πανέμορφο “Despair”, το οποίο μέσα από μια δραματική κλιμάκωση ταξιδεύει τον ακροατή.
Όπως γράψαμε και παραπάνω οι AMORPHIS έχουν δημιουργήσει έναν πολύ χαρακτηριστικό ήχο και το “Borderland” κινείται αυστηρά εντός αυτού του πλαισίου. Πλην της έμφασης που δίνει αυτή τη φορά η μπάντα στη μελωδία και στη δομή που αβαντάρει τις πιασάρικες στιγμές, δεν θα βρούμε κάποια ιδιαίτερη καινοτομία εδώ. Οι καλές στιγμές φυσικά δεν λείπουν και οι πιο στενοί φίλοι της μπάντας σίγουρα θα τιμήσουν το δίσκο κι ας είναι ένα σκαλοπάτι πιο κάτω από τους πιο πρόσφατους προκατόχους του.
7,5 / 10
Θανάσης Μπόγρης
Το “Borderland” σηματοδοτεί το 15ο άλμπουμ του φινλανδικού συγκροτήματος AMORPHIS και είναι μία συνέχεια της μουσικής πορείας που ξεκίνησε με το “Halo” το 2022, αλλά ταυτόχρονα φέρνει αλλαγές, κυρίως στο παραγωγικό μέρος και στην αίσθηση των τραγουδιών.
Κεντρική και αξιοσημείωτη αλλαγή στο “Borderland” είναι η συνεργασία για πρώτη φορά με τον Δανό παραγωγό Jacob Hansen. Μέχρι πρότινος, η μπάντα είχε δουλέψει σε πολλά από τα πρόσφατα άλμπουμ με τον Jens Bogren. H αλλαγή αυτή δεν γίνεται απλώς για ποικιλία, υπάρχει μία ειλικρινής επιθυμία να εξερευνηθούν νέες ηχητικές διαδρομές, να αναδειχθούν περισσότερο οι μελωδίες, η ατμόσφαιρα και η ταυτότητα του συγκροτήματος μέσα από μία πιο οργανική, καθαρή προσέγγιση.
Θεματικά, το “Borderland” κινείται σε πεδία που συνδυάζουν τις πανάρχαιες αξίες με τις υπαρξιακές προκλήσεις του σήμερα. Ο στιχουργός Pekka Kainulainen συνεχίζει την παράδοση της εμπλοκής με μύθους, ιστορίες των προγόνων και σκέψεις για θάνατο, καταστροφή, αλλά και δύναμη και ταπεινότητα, στοιχεία που διαπερνούν την ανθρώπινη εμπειρία μέσα στον χρόνο.
Από πλευράς αισθητικής, το “Borderland” φαίνεται να έχει ως στόχο να συνδυάσει την καθαρότητα και την προσβασιμότητα με τον γνώριμο μεταλλικό πυρήνα των AMORPHIS. Υπάρχει μία γενικότερη αίσθηση πιο οργανικής παραγωγής, με έμφαση στις λεπτομέρειες, στην αρμονία μεταξύ μελωδίας και έντασης, καθώς και στην αντίθεση των φωνητικών, καθαρών και με περισσότερη «σκληρότητα». Παράλληλα, η μπάντα διατηρεί το βάθος της συναισθηματικής φόρτισης που τη χαρακτηρίζει, χωρίς να υποκύπτει σε υπερβολές ή εις βάρος του συναισθήματος.
Συνολικά, το “Borderland” φαίνεται πως αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο στη διαδρομή των AMORPHIS. Ένα άλμπουμ που σέβεται το παρελθόν, αλλά δεν φοβάται να κοιτάξει προς τα μπροστά. Προσφέρει στους ακροατές του κάτι γνώριμο αλλά ταυτόχρονα φρέσκο, μια δουλειά που αναδεικνύει την εμπειρία και την ωριμότητα της μπάντας, χωρίς να θυσιάζει την ένταση ή τον χαρακτήρα. Θ’ αποτελέσει, πολύ πιθανόν, ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ για το 2025 και μια από τις κορυφαίες επιλογές για όσους αγαπούν το μεταλλικό συναίσθημα με βάθος και μελωδία.
8,5 / 10
Φανούρης Εξηνταβελόνης

Nέο άλμπουμ από τους αγαπημένους Φιλανδούς AMORPHIS, τρία ολόκληρα χρόνια από το “Halo” και από μια περιοδεία που πέρασε και από την χώρα μας. Όπως έχω αναφέρει και στο παρελθόν είμαι μεγάλος οπαδός της πρώτης περιόδου με των Pasi Koskinen στα φωνητικά αλλά οι ίδιοι σαν σχήμα πολύ σοφά και επιτυχημένα συνέχισαν με τον Tomi Joutsen όταν ο Pasi έφυγε από την μπάντα. Δεν είναι τυχαίο ότι με τον Tomi στην μπάντα, κατάφεραν και επέκτειναν και άλλο την δημοτικότητά τους και συνεχίζουν σταθερά να βρίσκονται στο προσκήνιο, ενεργοί δισκογραφικά και όχι μόνο στην τέταρτη δεκαετία τους.
Στο “Borderland” δεν θα βρούμε πολλά διαφορετικά πράγματα απ’ ότι γνωρίζουμε απλά νοιώθω ότι τα κομμάτια είναι φτιαγμένα με πιο πιασαρικά refrains και πιο απλή δομή γενικότερα. Σε αντίθεση με το “Halo”, εδώ τα καθαρά φωνητικά υπερτερούν μιας και όπως ανέφερα οι συνθέσεις στην πλειοψηφία τους είναι πιο catchy και πιο μελωδικές.
Όπως συνηθίζεται, τα τρία πρώτα κομμάτια που έκαναν πρεμιέρα, τα “Bones” , “Light and shadow” και “Dancing shadow” είναι πολύ καλά και χαρακτηριστικά του ύφους που ακούμε στον δίσκο. To πρώτο καρφί χαρακτηριστικό AMORPHIS κομμάτι με τις ανατολίτικες του κλίμακες, τα χαρακτηριστικά brutal φωνητικά και το πιασάρικο refrain, το δεύτερο με την πιο pop αισθητική και την ραδιοφωνική του κατεύθυνση και το τελευταίο και αυτό με χαρακτηριστικό AMORPHIS ήχο και catchy refrain και ανάλογη διάθεση καθ’ όλη την διάρκεια του.
Το ”The circle” που ανοίγει τον δίσκο είναι λες και βγήκε από το “Tuonela”, μια εξαιρετική επιλογή για εναρκτήριο κομμάτι, το “Fog to fog” είναι ένα κομμάτι που περιέχει όλα τα στοιχεία των σύγχρονων ΑΜΟPHIS. Τα “The strange” και “Borderland” δεν είναι κάτι φοβερό, τυπικά θα έλεγα περισσότερο κομμάτια, νομίζω ότι ανάλογα έχουμε ακούσει και πολύ καλύτερα στο πρόσφατο παρελθόν.
Αντιθέτως το “Tempest” είναι μια ωραία μπαλάντα με πολύ λυρισμό, το “The Lantern” μια μελαγχολική prog σύνθεση που σε ταξιδεύει με υπέροχα φωνητικά επίσης και τέλος το υπέροχο “Despair” που κλείνει τον δίσκο με την χαρακτηριστική του μελαγχολία και τον ανάλογο λυρισμό είναι για μένα το καλύτερο track του “Borderland”.
To δέκατο πέμπτο, παρακαλώ, άλμπουμ των Φιλανδών δεν θα ταράξει τα νερά αλλά για άλλη μια φορά θα δώσει στους φίλους της μπάντας έναν αξιοπρεπή δίσκο που θα τους συντροφεύει τον χειμώνα που έρχεται. Μπορεί να απέχει κάπως από τα εξαιρετικά άλμπουμ του παρελθόντος αλλά δεν παύει να είναι μια πολύ καλή πρόταση πρωτίστως για τους οπαδούς τους και δευτερεύοντως για τους υπολοίπους. Οι οπαδοί τους θα το “περιποιηθούν” αναλόγως άλλωστε, το μόνο σίγουρο!
7 / 10
Γιάννης Παπαευθυμίου

Τα παιδιά από το Ελσίνκι μπορεί φέτος να μετρούν τριάντα πέντε έτη ζωής, αλλά σε εμένα προσωπικά έχουν πάψει να μου κάνουν το κλικ τα τελευταία δεκαπέντε (για να μην πω είκοσι και ποιος ακούει τον Φραγκίσκο). Εξακολουθώ να θεωρώ ότι έχουν παγιδευτεί σε μια συγκεκριμένη μανιέρα, η οποία είναι μεν το σήμα-κατατεθέν τους, αλλά είναι αεροστεγώς κλεισμένη και δεν μπορούν να ξεφύγουν. Κάτι σαν το δικό τους, παραλήμνιο Hotel California.
Το “Borderland” βρίσκει τους AMORPHIS σε νέα δισκογραφική εταιρία και κάτω από τις φτερούγες ενός ακόμη celebrity παραγωγού. Ο Jacob Hansen έχει ταυτίσει το όνομά του με τους συμπατριώτες του VOLBEAT, όμως η ηχητική προσέγγιση που υπάρχει εδώ είναι πιο κοντά σε όλα αυτά που έκαναν επιτυχημένους (στα εξωτερικά) τους AMARANTHE: Συνθέσεις με μέσο όρο τα 4,5 λεπτά, κολλητικές μελωδίες και σούπερ catchy refrains. Και το τελευταίο συστατικό είναι που κάνει τη διαφορά σε σχέση με τους πέντε προκατόχους του εν λόγω άλμπουμ.
Με την πρώτη ακρόαση θυμόμουν σχεδόν όλα τα refrains, οπότε οι επόμενες ήταν αρκετές smooth. Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο θα μπορούσε ποτέ να ονομαστεί ως «pop», όταν την αμέσως επόμενη στιγμή ο Joutsen μπορεί να σκάσει με ένα βρυχηθμό, σε καμία όμως περίπτωση η ακρόαση του “Borderland” δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αναγκαίο κακό. Ως προς τα λοιπά, οι χαρακτηριστικότατες κιθάρες του Holopainen δηλώνουν βροντερά παρούσες, τα πλήκτρα του Kallio υπάρχουν απλωμένα παντού και μπόλικα clichés, ξεπατικωμένα κυρίως από τα “Tuonela” και “Eclipse”.
Δεν ξέρω πως εντόπισε η δισκογραφική των AMORPHIS την απαρχή μιας νέας εποχής, σύμφωνα με όσα λέει στο δελτίο τύπου, αφού όπως προείπα δεν βρήκα πουθενά κάποια πρωτοτυπία. Έχοντας την τύχη να ζήσω την πορεία των AMORPHIS μέχρι το απόλυτο peak της, όταν αυτό συνέβαινε, καθώς και να είμαι παγερά αδιάφορος με τα μετέπειτα σκαμπανεβάσματά τους, τουλάχιστον στο “Borderland” δεν βαρέθηκα. Θα το ξανακούσω κάποια στιγμή μέχρι και το τέλος της χρονιάς; Χλωμό, αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
7 / 10
Γιώργος Κόης














