AVATARIUM – “Hurricanes and halos” (Nuclear Blast Records)

0
67

Κάποιες μπάντες, έχουν τόσο ταλέντο, που πολύ δύσκολα θα βγάλουν κακό δίσκο. Από την άλλη όμως, φτάνουν σε ένα εξαιρετικό επίπεδο κάποια στιγμή, που μοιάζει σχεδόν αδύνατο να το ξαναπλησιάσουν. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τους AVATARIUM, το «πνευματικό παιδί» του Leif Edling των CANDLEMASS.

Όταν με το «καλημέρα» σου προσφέρουν μία δισκάρα όπως το “Avatarium”, αυτόματα και από μόνοι τους, έχουν ανεβάσει τον πήχη σε δυσθεώρητα ύψη. Και μπορεί τόσο με το EP “All I want”, αλλά και ειδικά με το δίσκο “The girl with the raven mask” να έδειξαν ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, όμως ταυτόχρονα φάνηκε με τη μία το πόσο δύσκολο ήταν να ξαναπλησιάσουν τα επίπεδα του ντεμπούτου τους. Ασχέτως που το “The girl…” μεγάλωσε το όνομά τους.

Τώρα, ήρθε η ώρα για το τρίτο τους άλμπουμ, ονόματι “Hurricanes and halos”. Και τρίτο άλμπουμ μέσα σε 5 μόλις χρόνια. Κάτι που δείχνει πως η μπάντα έχει πράγμα να δώσει. Έχει πολλές ιδέες. Και αν προσθέσουμε και τις διάφορες άλλες δραστηριότητες του Edling, φαίνεται ότι ο άνθρωπος είναι σε οίστρο. Από τα οκτώ κομμάτια του νέου δίσκου, τα 6 ανήκουν ολοκληρωτικά στον Edling, όμως τόσο ο Marcus Jidell (κιθάρα, SOEN, THE DOOMSDAY KINGDOM, ex- EVERGEY) που έχει αναλάβει και την παραγωγή, όσο και η Jennie-Ann Smith έβαλαν το χεράκι τους για να δημιουργηθεί το κράμα που ακούμε στο τελικό προϊόν. Ένα τελικό προϊόν, που ηχητικά είναι εξαιρετικό, με έναν πολύ ωραίο οργανικό και ισορροπημένο ήχο, με τη μίξη να έχει γίνει από τον φοβερό David Castillo (OPETH, KATATONIA, BLOODBATH) και το mastering  από τον Jens Bogren (SOILWORK, SEPULTURA).

Στα της μουσικής καθαρά, αυτό είναι το πιο «ζωντανό» άλμπουμ της μπάντας, καθώς οι πιο «ανεβαστικές» και πιο ατμοσφαιρικές στιγμές είναι περισσότερο μοιρασμένες από ποτέ. Τα vibes των 60s και 70s είναι και πάλι παντού, αυτή τη φορά όμως το doom έχει υποχωρήσει και έχει δώσει τη θέση του σε πιο hard rock, prog rock και αρκετά psychedelic στοιχεία. Τζούρες από DEEP PURPLE (ειδικά στο “The sky at the bottom of the sea”), από URIAH HEEP, από JETHRO TULL, από RAINBOW (Blackmore είναι αυτός), από SABBATH φυσικά (ε είπαμε, δε χάθηκε το doom, απλά έκανε ένα βήμα πίσω), αλλά σε στιγμές μέχρι και από THE DEVIL’S BLOOD.

Και ενώ όλα είναι πολύ όμορφα και ακούγονται σαν ιδεατά, το πέρας των αρκετών ακροάσεων του δίσκου, δε μου άφησε αυτή την ίδια αίσθηση που είχε αφήσει ούτε το πρώτο, αλλά ούτε και το δεύτερο. Είναι μεν μία φυσιολογική ηχητική εξέλιξη της μπάντας και μπράβο τους, έχει στοιχεία και τραγούδια που είναι εξαιρετικά, σαν σύνολο όμως, είναι πιο αδύναμο. Ίσως η υπερ-παραγωγή τραγουδιών να μην τους έκανε καλό, καθώς κάπου φαίνεται λες και βιάστηκαν ή χρειάστηκε να προσπαθήσουν να βγάλουν λαγούς από καπέλα για να «κλείσει» ο δίσκος. Το ομότιτλο instrumental για παράδειγμα, που είναι και το τελευταίο κομμάτι, πέραν του ότι κρατάει 3:23, βρείτε μου ποιο νόημα έχει. Ή τα τελευταία 3 λεπτά του “A kiss (from the end of the world)”, το οποίο είναι από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου μέχρι και το 4:30, από όπου όμως ξεκινάει ένα τρίλεπτο σαν τζαμάρισμα (δε μπορώ να το δω αλλιώς), αχρείαστο κατά την ταπεινή μου άποψη. Το εννιάλεπτο δε “Medusa child”, η εταιρεία το χαρακτηρίζει έπος. Δυστυχώς απέχει έτη φωτός από αντίστοιχα άλλα εννιάλεπτα πραγματικά έπη της μπάντας. Ένα τραγούδι με μία δομή περίεργη, όσο και πρόχειρη, γιατί οι αλλαγές που έχει νομίζω ξεπερνάνε τα όρια του “prog” ή της “ελευθερίας”. 0:56, 1:30, 2:39 και πάει λέγοντας. Θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερο κομμάτι.

Από την άλλη βέβαια, έχεις υπέροχα κομμάτια, όπως το “The starless sleep” με το πολύ ωραίο groove και το ακόμα πιο ωραίο ρεφραίν του, το “Road to Jerusalem”, που ξεκινάει ατμοσφαιρικά και εξελίσσεται όπως πρέπει για να κορυφωθεί, έχεις και το “The sky at the bottom of the sea” και βλέπεις γιατί αυτή η μπάντα δεν έχει κάνει άδικα το ντόρο που έχει κάνει γύρω από το όνομά της.

Το κακό του “Hurricanes and halos”, είναι ότι είναι δίσκος τριών ταχυτήτων όσον αφορά την ποιότητα των κομματιών του. Προφανώς και δεν είναι κακός δίσκος (δύσκολο να βγάλει κακό δίσκο μία μπάντα με τόσο ταλέντο), στα υπέρ του η διαρκής εξέλιξη στον ήχο, όμως ποιοτικά, στο σύνολό του, στέκει ένα σκαλί κάτω από τα δύο προηγούμενα. Ένας καλός δίσκος, όχι όμως τόσο όσο περιμένεις από αυτή τη μπάντα. Το ότι ακούγεται ευχάριστα δεν το συζητάμε. Αλλά…

6.5/10

Φραγκίσκος Σαμοΐλης

 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here