ΟΝΟΜΑΑΛΜΠΟΥΜ: “The marriage of heaven and hell – Part I” – VIRGIN STEELE ΕΤΟΣΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1995 ΕΤΑΙΡΙΑ: T&T / Noise ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: David DeFeis, Axel Thubeauville ΣΥΝΘΕΣΗ: David DeFeis – φωνητικά, πλήκτρα
Ed Pursino – κιθάρες, μπάσο
Joey Ayvazian – ντραμς
Έχει πλάκα πως βλέπουμε τα πράγματα πλέον, μετά από τόσα χρόνια… Όταν οι VIRGIN STEELE είχαν κυκλοφορήσει το “Life among the ruins”, το 1993, είχαν φάει μεγάλη λέζα, καθώς ο κόσμος, συνηθισμένος από τα μεγαλεία δίσκων όπως το “Noble savage”, το “Guardians of the flame” ή το “Age of consent”, δυσκολεύτηκε να δεχτεί τις bluesy καταβολές εκείνου του δίσκου. Σίγουρα, δεν ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να ακούσουμε (εκτός αν λέγεσαι Δημήτρης Σειρηνάκης, που το θεωρεί τον κορυφαίο δίσκο στην ιστορία του σχήματος, αυτή είναι όμως μία άλλη ιστορία), αλλά κοιτάζοντας τους δίσκους που βγάζει ο DeFeis τα τελευταία είκοσι χρόνια, μήπως πρέπει να αναθεωρήσουμε;
Όπως και να έχει, το “The marriage of heaven and hell – Part I”, ήταν μία πνοή ζωής για το συγκρότημα, που φάνηκε να περνάει μία περίοδο τρομερής συνθετικής έμπνευσης. Είναι σχεδόν αδιανόητο το γεγονός ότι τα δύο “Marriage…” γράφτηκαν την ίδια περίοδο και στα καπάκια, βγήκε και το “Invictus”, μέσα σε διάστημα 3 μόλις ετών. Σύμφωνα με τη δήλωση του ηγέτη του σχήματος στον Σάκη Νίκα, στη συνέντευξη που είχαμε δημοσιεύσει στο Rock Hard με την ιστορία πίσω από το άλμπουμ, στόχος ήταν να δημιουργήσει κάτι που κανείς δεν είχε κάνει στο παρελθόν και να ενώσει δύο έννοιες αντίθετες μεταξύ τους, όπως στην περίπτωσή μας, τον παράδεισο και την κόλαση.
Εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, νομίζω ότι τα κατάφερε και πολύ καλά μάλιστα. Από το ξεκίνημα του άλμπουμ, με το “I will come for you”, καταλάβαινες ότι κάτι σπουδαίο επρόκειτο να συμβεί την επόμενη ώρα. Ο τρόπος που είχε συνδέσει ο DeFeis το ρομαντικό και το «βαρβαρικό» στοιχείο (αυτό που ονομάζει barbaric/romantic) είναι εξαιρετικός, όπως και ο τρόπος που ανακάτευε την κλασική μουσική με τον επικό ήχο, έχοντας ακόμα και πιο “gothic” στιγμές κυρίως στην αισθητική, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Σάκης ο Νίκας.
Το συνολικό αποτέλεσμα, είχε μόνο πολύ καλές στιγμές, από τις οποίες εγώ ξεχωρίζω πιο πολύ το “Blood of the saints” (αγαπημένο deep cut της δισκογραφίας των VS), το “Last supper” που από τη μέση και μετά ΑΠΟΓΕΙΩΝΕΤΑΙ κυριολεκτικά, την κολλητική κι επαναλαμβανόμενη μελωδία του “Marriage…”, φυσικά το εναρκτήριο “I will come for you”, το “Forever will I roam”, που εσωκλείει –πιστεύω- όλη την αισθητική που ήθελε να περάσει το σχήμα με τους δίσκους του εκείνη την περίοδο, αλλά και το καταιγιστικό “Weeping of the spirits”. Όλα αυτά, δίχως να υστερούν τα υπόλοιπα, τουλάχιστον όχι σημαντικά…
Εννοείται ότι πρόκειται για τους δίσκους που ακούς μονορούφι, ακόμα και σήμερα, και αν είναι δυνατόν, στη συνέχεια με το δεύτερο μέρος του (μέχρι να φτάσεις στο “Emalaith”, που κάνεις υποχρεωτική στάση για να το ακούσεις 3-4 φορές ακόμα). Μοναδική μου ένσταση, είναι ο ήχος των πλήκτρων σε πολλά σημεία που ακούγεται εντελώς μονοδιάστατος, μέχρι και «ερασιτεχνικός», αλλά είναι τέτοιο το επίπεδο των συνθέσεων που στο τέλος δεν σ’ ενοχλεί καθόλου.
Η περιοδεία για τον δίσκο, είχε περάσει και από τα μέρη μας, μαζί με τους POVERTY’S NO CRIME. Μπορεί οι συνθήκες, όπως μας περιγράφει με τον γνωστό, γλαφυρό του τρόπο ο DeFeis, να ήταν δύσκολες, κανείς όμως δεν κατάλαβε κάτι από την πώρωση και κρατάω πάντα την ανάμνηση της πρώτης συναυλίας ενός σχήματος πάλαι ποτέ αγαπημένου σε μία ατμόσφαιρα πραγματικά ανεπανάληπτη, με τον κόσμο να είναι κυριολεκτικά ασυγκράτητος.
ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Behind closed doors” – THUNDER ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1995 ΕΤΑΙΡΕΙΑ: EMI ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Mike Fraser, Luke Morley ΣΥΝΘΕΣΗ:
Danny Bowes – φωνή
Luke Morley – κιθάρες
Mikael Höglund – μπάσο
Ben Matthews – κιθάρες
Gary “Harry” James – τύμπανα
Θα μπορούσα να παραθέσω αυτούσιο το κείμενο που είχα γράψει για το συγκεκριμένο άλμπουμ, στο αφιέρωμa για το 90’s metal. Είναι ένα άλμπουμ που έμελλε να οριοθετήσει απόλυτα το μέλλον των THUNDER. Οι Βρετανοί που έκαναν πάταγο με το “Back street symphony” και το “Laughing on judgement day”, οδηγήθηκαν σε χαμηλότερες πτήσεις τόσο με το “Behind closed doors”, όσο και με τις κυκλοφορίες που ακολούθησαν μέχρι σήμερα.
Οι Η.Π.Α. είχαν ήδη αγκαλιάσει την επανάσταση στην μουσική, που έφερε τόσο το grunge, όσο και μια γενικότερη τάση απομάκρυνσης από το ανάλαφρο, διασκεδαστικό και κάπως ρηχό hair metal, το οποίο οργίαζε για σχεδόν μια δεκαετία. Η Ευρώπη έδειχνε εμφανέστατα πως θα ακολουθήσει την νέα μόδα, έστω και με μια καθυστέρηση. Αυτή η πίστωση χρόνου, από τη μια επέτρεψε στους Βρετανούς να μας σερβίρουν το άλμπουμ αυτό, από την άλλη όμως, τους δημιούργησε τεράστια εμπόδια.
Οι αρετές που είχαν ξεδιπλώσει στα πρώτα τους δύο άλμπουμ, είναι εμφανείς κι εδώ. Βασικότερες απ΄ όλες, αυτές των Morley – με την αστείρευτη και ποικίλη συνθετική του έμπνευση – και Bowes – κυρίως για την ιδιαίτερη και τόσο παθιασμένη του φωνή. Είναι πολλά τα σημεία που λάμπουν, είτε λόγω μελωδίας, είτε λόγω κιθάρας. Σε ένα CD με 12 τραγούδια, αν σου αρέσει αυτό το είδος, δεν θα βρεις πολλά να κάνεις… skip. Τα μισά είναι εξαιρετικά και τρία-τέσσερα από αυτά, ανήκουν στο ράφι των κλασικών, για τους THUNDER. Υπάρχουν κάποια μέρη, όπως το εναρκτήριο riff του “Moth to the flame” που σου ρίχνουν το σαγόνι στο πάτωμα. Μετά οι στίχοι του “Preaching from a chair”, φανερώνουν την πιο ώριμη προσέγγιση που είχαν πλέον. Αντιθέτως το “Fly on the wall” και το “Future train”, είναι πολύ κοντά στο πολύ γνώριμο ύφος τους.
Ιδιαίτερα τα τρία σινγκλάκια, είναι καταπληκτικά και ξεδιπλώνουν το μεγάλο εύρος του συγκροτήματος και του άλμπουμ. Με διαφορετικά στοιχεία, τόσο το “River of pain” (καλά τώρα!!!), το ακουστικό και μελαγχολικό “Castles in the sand” και το γρήγορο και χορευτικό “Stand up”, κυκλοφόρησαν σε πολλαπλές εκδόσεις, προκειμένουν να προσελκύσουν επιπλέον πωλήσεις και να καλύψουν κάπως την χασούρα. Το γεγονός πως το “Behind closed doors” έφαγε πόρτα από το Αμερικάνικο παρακλάδι της ΕΜΙ, έστρεψε τους THUNDER σε Ευρώπη, Ιαπωνία και βέβαια την πατρίδα τους, κάτι που όρισε και περιόρισε το αγοραστικό τους κοινό και για το μέλλλον.
Για όλους τους φίλους του συγκροτήματος, το “Behind closed doors”, ήταν το 3 στα 3 από καλά άλμπουμ και παρόλο που βγήκε σε αυτή την αντιεμπορική περίοδο για το hard rock, δικαίως θεωρείται ως ένα από τα καλύτερά τους.
Did you know that:
Μπορεί να έφτασε μέχρι το Νο. 5 στα Βρετανικά charts, όμως η εμπορική του αποδοχή ήταν σαφώς υποδεέστερη των δύο προηγούμενων. Ήταν το τελευταίο τους με την ΕΜΙ.
Την παραγωγή ανέλαβε ο τεράστιος Mike Fraser (AC/DC, BLUE MURDER, POISON, VAN HALEN), που είχε συνεργαστεί για την μίξη του “Backstreet symphony” και βέβαια ηχητικά είναι άψογο.
Αυτό ήταν το ένα και μοναδικό άλμπουμ του Mikael Höglund με το συγκρότημα.
Στην επανέκδοση του 2010, υπάρχουν κάποια τραγούδια που δεν χώρεσαν στο άλμπουμ, αν και είχαν κυκλοφορήσει στα σινγκλάκια, αλλά και κάποιες ιδιαίτερες διασκευές. Για πρώτη φορά κυκλοφόρησε σε βινύλιο το 2024.
Η ανεπανάληπτη περιοδεία BON JOVI, VAN HALEN το καλοκαίρι του 1995, είχε τους THUNDER να παίζουν σε όλη την Ευρώπη μαζί τους.
ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Decadent” – U.D.O. ΕΤΟΣΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2015 ΕΤΑΙΡΕΙΑ: AFM Records ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ: Udo Dirkschneider, Fitty Wienhold ΣΥΝΘΕΣΗΜΠΑΝΤΑΣ: Φωνητικά – Udo Dirkschneider
Κιθάρες – Andrey Smirnov/Kasperi Heikkinen
Μπάσο – Fitty Wienhold
Drums – Francesco Jovino
Αναμφισβήτητα σε μια χονδρόδετη εγκυκλοπαίδεια βιβλιοθήκης για τη heavy metal μουσική, στο γράμμα “U”, θα υπήρχε ένα ολόκληρο κεφάλαιο αναφοράς στον Κο Udo Dirkschneider, έναν από τους βασικότερους εκπροσώπους του ιδιώματος από τη δεκαετία του ’80 μέχρι και το τέλος του κόσμου. Είτε άρεσαν είτε όχι τα τραγούδια που έχει πει, είτε κάποιους τους «ενοχλούσε» η χαρακτηριστική φωνή του, είχε καταφέρει από την πρώτη στιγμή της καριέρας του, να κερδίσει τον απεριόριστο σεβασμό από όλους τους οπαδούς διαφορετικών ιδιωμάτων, κάτι που σαφώς είναι άξιο λόγου. Από την άλλη για τους υποστηρικτές του, η ιδιαίτερα δυναμική χροιά της φωνής του μας έχει χαρίσει και στην προσωπική του πορεία, τραγούδια-σταθμούς, τα όποια έχουν αφήσει έχει ηχηρό στίγμα στην δισκογραφία.
Έτσι, αν και έχουν περάσει ήδη δέκα χρόνια από το 2015, θυμάμαι σαν να είμασταν στο σήμερα, πόσο περίμενα την κυκλοφορία του τότε νέου δίσκου του, “Decadent”. Από την μια ήξερα τι να περιμένω ηχητικά, αφού όταν ένας καλλιτέχνης σε έχει μάθει σε ένα συγκεκριμένο στυλ, δεν αγωνιάς για το ηχητικό περιεχόμενο. Όταν όμως αυτός ο καλλιτέχνης, εκείνη την χρονιά, «έκλεινε» τα 63, και σκεπτόμενος και την
προηγούμενη δουλειά του “Steelhammer”, που χώλαινε ελαφρώς συνθετικά, μου είχαν δημιουργηθεί κάποιες μικρές σκέψεις για το τελικό αποτέλεσμα. Σίγουρα εκτός από εμένα και άλλοι τότε, ίσως σκέφτηκαν ότι η νέα δέκατη πέμπτη δουλειά του με τίτλο “Decadent” θα κυμαινόταν στα ίδια επίπεδα, απλά διατηρώντας το όνομα του ενεργό χωρίς όμως να προσφέρει τόσο καλή μουσική.
Ο ίδιος όμως και τα μέλη του γκρουπ του, είχαν άλλη άποψη. Για άλλη μια φορά όλο το άλμπουμ διατήρησε το στήσιμο που είχε κάθε δισκογραφική του κίνηση χωρίς να ξεφύγει από την φόρμουλα και ροή που ήδη ήξερε ο οπαδός. Από το τραγούδι που «άνοιγε» τον δίσκο, “Speeder”, μέχρι και την τελευταία νότα, αυτό που άκουγες ήταν καλοπαιγμένο heavy metal. Ο UDO και η παρέα του προσέφεραν ότι ακριβώς ποθεί ο κάθε οπαδός: Στακάτα, κοφτά κιθαριστικά heavy metal riff κλασικού ήχου που βρίσκονται σε κομμάτια γρήγορης και πιο αργής mid tempo ταχύτητας και ρεφρέν που θέλοντας και μη τα τραγουδάς. Όλο το άλμπουμ, ήταν δομημένο ηχητικά στις ’80s ηχητικές κλίμακες φέρνοντας στο μυαλό αρκετά τον μύθο των ACCEPT. Άλλωστε ο ίδιος ποτέ δεν αποποιήθηκε το παρελθόν του, αφού αυτό «ξέρει» να κάνει καλά.
Ευτυχώς σε σχέση με την προηγούμενη δουλειά του δεν υπήρχε τραγούδι, εκτός του “Mystery”, ένα από τα χειρότερα μουσικά δείγματα γραφής που έχει ηχογραφήσει ποτέ ο UDO, που να υστερεί ή να θέλεις να ακούσεις γρήγορα το επόμενο. Καμία άλλη σύνθεση δεν είχε τόσο ανιαρό περιεχόμενο, έχοντας σαν μοναδικό ρόλο να «γεμίσει» το άλμπουμ. Ακόμα και η μόνη μπαλάντα του δίσκου, “Secrets in paradise”, ακούγεται κάτι παραπάνω από ευχάριστα, αν και όλοι ξέρουν ότι ο UDO δεν είναι γνωστός για το εύρος των φωνητικών του δυνατοτήτων αλλά ούτε και για την ξεχωριστή ερμηνεία του σε πιο πολύ αργού tempo κομμάτια.
Κάθε σύνθεση του “Decadent” έχει ένα χείμαρρο από riffs που ξεχυνόταν από τα ηχεία, και θα σε παρέσερνε στο πέρασμά του, σε τραγούδια όπως τα “House of fake”, “Pain”, “Meaning of life”, “Breathless”, “Under your skin”, “Untouchable” και “Rebels of the night”. Έτσι όλα είναι γεμάτα με ένταση και προκαλούν άκρατο ενθουσιασμό από την πρώτη ακρόαση, έχοντας νότες που θα σε ξεσηκώσουν και έναν UDO που το πέρασμα των χρόνων τον σημάδεψε μόνο εξωτερικά, δίνοντας για ακόμα μια φορά τον καλύτερο εαυτό του. Στο δίσκο υπάρχουν συνθέσεις που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να έχουν σαν όνομα δημιουργού το ACCEPT, όντας η ιδανική γυμναστική σβέρκου κατά των αλάτων του αυχένα. Τραγούδια που φέρνουν πολλά χαμόγελα ικανοποίησης χωρίς δισταγμό. Σαφώς στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα του δίσκου, έχει βοηθήσει και η παραγωγή που είναι ίσως επιτηδευμένα οπισθοδρομική.
Το “Decadent” δεν είχε καμία έκπληξη ή ηχητική/συνθετική καινοτομία. Είχε όμως άλλη μια κατάθεση ψυχής, ενός από τους σημαντικότερους frontmen, για το πως πρέπει να ακούγεται σωστά το παραδοσιακό heavy metal. Ενός καλλιτέχνη που απέδειξε περίτρανα για άλλη μια φορά ότι ο τίτλος που επέλεξε για την τότε καινούργια του δουλειά δεν είχε καμία σχέση με τον ίδιο, αφού αποτελεί μια ασταμάτητη μηχανή παραγωγής τραγουδιών που «πατάνε» πάντα στις ρίζες. Έναν δημιουργό που μας χαρίζει δίσκους όπως αυτόν, που θα γεμίσει ατελείωτες ώρες μουσικής ικανοποίησης, εφάμιλλος του ονόματος και της μουσικής κληρονομιάς που έχει αφήσει.
Didyouknowthat:
– Στην digipack έκδοση αλλά και αυτή που κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία, υπάρχουν bonus τραγούδια (2 στη μια και 1 παραπάνω στην άλλη) τα οποία θα μπορούσαν να έχουν θέση στην κανονική κυκλοφορία. Ειδικά το “Shadow eyes” που αρχίζει λες και ακούς το “Metal heart”!
– Το άλμπουμ θα ήταν το τελευταίο για τους Kasperi Heikkinen και Francesco Jovino στη σύνθεση του σχήματος.
– Αν κάποιος θελήσει να αποκτήσει τώρα πια το άλμπουμ σε βινύλιο, θα πρέπει να βάλει λίγο βαθιά το χέρι στην τσέπη του.
– Το “Decadent”, ενώ στην Ευρώπη κυκλοφόρησε σαν σήμερα στις 23 Ιανουαρίου, στην Αμερική κυκλοφόρησε στις 3 Φεβρουαρίου.
XLALALA PROUDLY PRESENTS
ROCKWAVE FESTIVAL 30 YEARS ANNIVERSARY EDITION
SKYCLAD
Το συγκρότημα που έμαθε στους μετάλλαδες να χορεύουν, έρχεται στο απόλυτο heavy metal party της χρονιάς
14 JULY2025
TERRA VIBE PARK
Το βρετανικό συγκρότημα Skyclad έχει εδραιωθεί ως ένα από τα σημαντικότερα ονόματα της παγκόσμιας folk metal σκηνής και φέτος ανεβαίνει επιτέλους στη σκηνή του Terra Vibe λίγο πριν τους W.A.S.P. για ένα live που αναμένεται να κάνει ακόμα και τα πεύκα να χορεύουν!
Οι Skyclad ιδρύθηκαν το 1990 στο Newcastle upon Tyne, και ξεχώρισαν από την αρχή χάρη στη μοναδική τους ικανότητα να συνδυάζουν την indie/post-punk και παραδοσιακή folk μουσική με τον δυναμισμό του heavy metal. Το αποτέλεσμα ήταν ένας άμεσα αναγνωρίσιμος ήχοςπου αποτελεί σημείο αναφοράς για το είδος.
Η μπάντα έχει αφήσει το στίγμα της σε γενιές ακροατών μέσα από ευφυέστερους στίχουςπου πραγματεύονταιπολιτικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Χωρίς να χαρακτηρίζονται πολιτικοποιημένοι, είναι αδιαμφισβήτητα μια μπάντα διαμαρτυρίας με επίκαιρα μηνύματα.
Μετρώντας σχεδόν τρεις δεκαετίες από την πρώτη τους εμφάνιση στην Ελλάδα, οι ζωντανές εμφανίσεις των Skyclad, από τα θρυλικά live τους στο Ρόδον μέχρι σήμερα, φημίζονται για το κέφι, τον παλμό και τον αυθεντικό χαρακτήρα τους, αποδεικνύοντας την ικανότητά του σχήματος να μαγνητίζει το κοινό του με κάθε ευκαιρία!
Τα μέλη της μπάντας – οι Steve Ramsey (κιθάρα), Dave Pugh (κιθάρα), η -:3 – Georgina Biddle (βιολί), Graeme “Bean” English (μπάσο) και ο Kevin Ridley (φωνή) – έχουν δημιουργήσει ένα δέσιμο με το ελληνικό κοινό που κάνει κάθε τους συνάντηση να μοιάζει μέ reunion party.
Η σκηνική παρουσία των Skyclad είναι καθηλωτική, με ένα setlist γεμάτο κλασικούς ύμνους όπως τα “Inequality Street”,“Spinning Jenny”, το “Anotherdrinkingsong” και τόσα άλλα. Κάθε μέλος της μπάντας προσθέτει το δικό του ξεχωριστό στοιχείο, με τον Dave Pugh και τον Steve Ramsey να προσφέρουν εντυπωσιακές κιθαριστικές στιγμές και τη πολυαγαπημένη Georgina Biddle να ξεχωρίζει με το μαγευτικό της βιολί.
Με μια αξιοζήλευτη καριέρα που περιλαμβάνει 14 στούντιο άλμπουμ, δεκάδες περιοδείες και αμέτρητες εμφανίσεις στα σημαντικότερα metal φεστιβάλ του εξωτερικού, οι Skyclad έρχονται στην Ελλάδα για να γιορτάσουμε τα 30 χρόνια του Rockwave Festival και μαζί να “shock, shock, shock the…”
Music is our business, but we do it for the fun
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14 ΙΟΥΛΙΟΥ 2025
W.A.S.P.
SKYCLAD
ΑΝΩΡΙΜΟΙ
TERRA VIBE
Εισιτήρια
Η ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ ΞΕΚΙΝΗΣΕ!
Γενική είσοδος: 49.50€ Γενική είσοδος + VIP Parking*: 60€ V.I.P. εισιτήριο: 99€ Με 3 εισιτήρια V.I.P. δικαιούστε ένα Parking voucher*
3ήμερο εισιτήριο γενικής εισόδου: 120€ Με 3ήμερο εισιτήριο γενικής εισόδου, μπορείτε να προσθέσετε Parking voucher* με 15€
*Για να προσθέσετε το Parking/V.I.P. Parking voucher, ακολουθήστε τις οδηγίες που αναγράφονται στην ιστοσελίδα της more.
XLALALA PRESENTS
Verbal Delirium
16 Φεβρουαρίου 2025
PIRAEUS CLUB ACADEMY
Οι Verbal Delirium στο πρώτο live του 2025, ανεβαίνουν στη σκηνή του Piraeus Club Academy την Κυριακή, 16 Φεβρουαρίου 2025.
Από τις κλασικές progressive rock συνθέσεις που αγαπήθηκαν, μέχρι τις alternative rock αποχρώσεις του τελευταίου τους άλμπουμ “Conundrum”, οι Verbal Delirium ανεβαίνουν στη σκηνή με ένα ιδιαίτερο setlist! Για πρώτη φορά, θα παρουσιάσουν ολοκαίνουρια κομμάτια από το επερχόμενο άλμπουμ τους, δίνοντας μια πρόγευση από το μέλλον της μουσικής τους πορείας.
Τη βραδιά θα ανοίξουν οι The Lotus Matters, μία ανερχόμενη μπάντα με ιδιαίτερο ήχο, που συνδυάζει alternative και post-progressive στοιχεία.
Ατμοσφαιρικοί ήχοι, δυναμικές ενορχηστρώσεις και έντονες μελωδικές στιγμές θα συναντηθούν σε ένα καθηλωτικό live που υπόσχεται να ξεπεράσει κάθε προσδοκία.
Οι Verbal Delirium δημιουργήθηκαν το 2006 από τον Jargon (τραγουδιστή, keyboard player και συνθέτη) και τον Ν. Μιχαηλίδη (μπασίστα). Το ντεμπούτο άλμπουμ του συγκροτήματος ήταν το “So Close & Yet So Far Away”, το οποίο κυκλοφόρησε το 2010 μέσω της γαλλικής δισκογραφικής Musea Records. Ο ήχος τους συνδυάζει στοιχεία τόσο από την alternative όσο και από την 70s progressive rock σκηνή. Ο δίσκος έλαβε πολύ θετικές κριτικές τόσο από reviewers όσο και από το κοινό, εισάγοντας τη μπάντα από την αρχή σε υψηλό επίπεδο και δίνοντάς της ώθηση και δυναμική για τα επόμενα βήματα.
Έτσι, το 2013 κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ τους, “From The Small Hours Of Weakness”, σε φυσική μορφή (CD) αλλά και digital. Χαρακτηριστικό του δίσκου είναι ο ambient, σκοτεινός αλλά και πειραματικός ήχος, ο οποίος φάνηκε να αρέσει ακόμη περισσότερο στο κοινό και τους κριτικούς. Οι διθυραμβικές κριτικές καθιέρωσαν τους Verbal Delirium ως μία από τις μπάντες που διεθνώς βρίσκονται στις λίστες της χρονιάς στον μουσικό τύπο που παρακολουθεί αυτό το είδος.
Τρία χρόνια αργότερα, το 2016, το τρίτο άλμπουμ τους, “The Imprisoned Words Of Fear”, κυκλοφορεί στη διεθνή αγορά σε CD και digital format από τη δισκογραφική Bad Elephant Music (UK). Αν και ο δίσκος παραμένει στους ήχους και τις επιρροές του 70s progressive rock, εισάγει πιο heavy στοιχεία από τη metal σκηνή, τα οποία αναμιγνύονται με περίπλοκη ενορχήστρωση, δυνατές μελωδικές γραμμές και jazz στοιχεία. Η παραγωγή έγινε από τον Jargon και τον Λεωνίδα Πετρόπουλο, ενώ το mastering έγινε από τον Daniel Bowles στο Seren Sound Studio. Ο δίσκος εξαντλήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα και η μπάντα προχώρησε σε δεύτερη έκδοση.
Στις 25 Νοεμβρίου του 2022, κυκλοφόρησε το τέταρτο άλμπουμ της μπάντας, με τίτλο “Conundrum”, από την ίδια δισκογραφική. Προς έκπληξη των ακολούθων της μπάντας, το νέο άλμπουμ συνδυάζει alternative ήχο με μοντέρνα progressive rock οπτική, ενώ περιλαμβάνει επίσης στοιχεία από 60s και 80s pop rock, προσφέροντας στον ακροατή ένα περιπετειώδες ταξίδι σε ποικίλα ηχητικά πεδία. Οι κριτικές, μέσα σε λίγες εβδομάδες, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, ήταν εκπληκτικές, με αποτέλεσμα το άλμπουμ να βρεθεί στα top 10s της χρονιάς. Λίγο αργότερα, η μπάντα κυκλοφόρησε τα πρώτα της videoclips, με περισσότερα να ακολουθούν.
Verbal Delirium On Stage Από το 2006, οι Verbal Delirium έχουν πραγματοποιήσει αδιάλειπτα ζωντανές εμφανίσεις σε χώρους στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Σημαντικά ορόσημα στην καριέρα του συγκροτήματος ήταν η συμμετοχή σε φεστιβάλ, όπως το Eurock Marathon στο Βερολίνο (2012), το ProgPower Europe στην Ολλανδία (2013), το Summer’s End στο Ηνωμένο Βασίλειο (2014), το HRH Prog στο Ηνωμένο Βασίλειο (2016), το Winter’s End στο Ηνωμένο Βασίλειο (2018), το 2Days Prog +1 στην Ιταλία (2019) και το Progdreams στην Ολλανδία (2019). Έχουν μοιραστεί τη σκηνή με μπάντες όπως οι Wishbone Ash, Fates Warning, Haken και Von Hertzen Bros, ενώ υπήρξαν opening act για τις ζωντανές εμφανίσεις των Riverside και God Is.
Στις 16 Φεβρουαρίου θα απογειώσουν τη σκηνή του Piraeus Club Academy, παρουσιάζοντας ζωντανά για πρώτη φορά κομμάτια από τον επερχόμενο δίσκο τους και ροκάροντας με επιτυχίες από τη συνολική τους δισκογραφία!
Οι Smoulder έχουν ήδη κυκλοφορήσει 3 από τα σημαντικότερα album του επικού μέταλ της τελευταίας πενταετίας. Το ντεμπούτο τους, Times of Obscene Evil and Wild Daring, καθόρισε τον ήχο που θα υπηρετούσαν και μέσα σε ελάχιστο χρόνο κέρδισαν τις καρδιές των απανταχού φίλων του heavy metal. Την επόμενη χρονιά το EP Dream Quest Ends, μας χάρισε άλλα 2 υπέροχα νέα τραγούδια, μια διασκευή στο Cage of Mirrors των Manilla Road αλλά και τις 3 συνθέσεις του demo The Sword Woman, με το οποίο συστήθηκαν. Το περσινό, καταπληκτικό album Violent Creed of Vengeance, βρέθηκε στις υψηλότερες θέσεις των λιστών της χρονιάς και όχι άδικα, ήδη θεωρείται ως κλασικό του ήχου. Το special headlining show που ετοιμάζει για το αθηναϊκό κοινό, η εμβληματική Sarah Ann και η μπάντα της, θα σκορπίσει φόβο στους εχθρούς του μέταλ και χαρά σε όλους του φίλους του επικού ήχου.
Με μόλις ένα ομώνυμο EP στην σύντομη παρουσία στην δισκογραφία και πολλές πολλές live εμφανίσεις, οι επικοί heavy metallers Dragon Skull αποτελούν μια από τις πιο φρέσκιες προτάσεις της ελληνικής σκηνής. Όλοι τους λατρεύουν τις ανθεμικές μελωδίες, τα βαριά riff και τα κολασμένα solo και αυτό ακριβώς θα μας παρουσιάσουν στο σανίδι του An Club.
Με ορμή και χωρίς καμία έκπτωση στην οργή που θα μεταφέρουν στα σανίδια του An Club, οι Darklon θα ανοίξουν την βραδιά με τρόπο που αρμόζει σε αυτή την “Συντροφιά του Ατσαλιού”. Οι δύο δίσκοι τους, Rise from Death (2019) και The Redeemer (2023), έχουν καταγραφεί ως κορυφές της ελληνικής metal παραγωγής και αυτά ακριβώς τα τραγούδια περιμένουμε να απολαύσουμε.
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: CRIMSON STORM ΤΙΤΛΟΣΔΙΣΚΟΥ: “Livin’ on the bad side” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Fighter Records ΣΥΝΘΕΣΗ:
Lögan Heads – Κιθάρες, φωνητικά
Aless Oppossed – Μπάσο
Pau Correas – Φωνητικά
Pol Esteban Sánchez – Τύμπανα ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Fighter Records Bandcamp Crimson Storm Bandcamp Facebook Spotify
Ισπανοϊταλικός ορυμαγδός! Οι CRIMSONSTORM «γεννήθηκαν» στην Σαρδηνία, στην πόλη της Valledoria, από τον Lögan Heads (ο οποίος φυσικά δεν έχει αυτό το όνομα στην κοινωνική του ζωή, δηλαδή, δεν θα πάει στον μπακάλη και ο μπακάλης θα του πει ‘καλημέρα Lögan Heads’, μην τρελαθούμε). Οι αλλαγές όμως στο line-up, έφεραν στο γκρουπ τρεις Ισπανούς και μετέφεραν την έδρα του στη Βαρκελώνη. «Ψιλά γράμματα» τώρα όλα αυτά, το ξέρω, αλλά κάπως θα έπρεπε να γνωρίσουμε μια μπάντα που φέτος κυκλοφορεί το ντεμπούτο της, κι ας υπάρχει από το 2009! Προσπερνώντας λοιπόν το “Motorcitymaniac” EP (2014) και μια σειρά από demos και singles, φτάνουμε στο 2025 και το…
… “Livin’ on the bad side”. Ως κάποιος που ΔΕΝ είχε κάποια επαφή με το προηγούμενο υλικό της μπάντας, ως εκ τούτου αυτή του ήταν εντελώς άγνωστη, είχα απλά μια αόριστη, γενική αίσθηση του τι θα αντιμετωπίσω. Ναι, είναι ηλίου φαεινότερο το ότι τούτοι δω οι τύποι παίζουν heavy metal, άντε να σε πάνε και προς το speed metal σε κάποιες φάσεις. Λογότυπο, εξώφυλλο, φωτογραφίες, όλα αυτό μαρτυρούν. Άρα, ξεκινούν θετικά. Οτιδήποτε το παραδοσιακό, πάντοτε θα αντιμετωπίζεται με ανάλογη (θετική) στάση. Τα τραγούδια όμως, είναι καλά; Ή θα μείνουμε «ρέστοι» από ποιότητα;
Πάτησες “play”. Είδες το video-clip, άκουσες το τραγούδι. Πώς σου φάνηκε; Θες να σου πω τη δική μου άποψη; ΣΑΡΩΤΙΚΟ άκουσμα! Και έτσι πάει όλος ο δίσκος! Οι CRIMSON STORM λυσσομανάνε, είναι πιο καυτοί και από λαμαρίνα εκτεθειμένη σε πλατεία στην Λάρισα, Ιούλιο μήνα (χαιρετισμούς στους Λαρισαίους φίλους, γνωστούς και αναγνώστες), που η θερμοκρασία πιάνει 47 βαθμούς Κελσίου. Θα τους χαρακτήριζα ως το θρασύ, τσαμπουκαλεμένο παιδάκι των RIOT CITY, κάτι τέτοιο μου θυμίζουν. Ξέφρενα riffs και leads, ταχύτητες μεγάλες (αλλά και πολύ ωραία, mid-tempo σημεία), φωνητικά που ουρλιάζουν στα ύψη αλλά κρατούν και το γρέζι τους, ακούγονται και τα απαραίτητα (σχεδόν) gang vocals από πίσω… όλα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο!
To “Livin’ on the bad side” θα είναι, από τώρα το λέω, ένας από τους HEAVY METAL δίσκους που θα ακουστούν πολύ μέσα στη χρονιά. Θα δεις να τον αναφέρουν όλοι όσοι ασχολούνται, ακόμη, με το συγκεκριμένο στυλ και δεν έχουν παραδοθεί εξ ολοκλήρου σε εναλλακτικά – προοδευτικά – post – όπως θες πες τα, ακούσματα. Δεν ήρθε να σου αλλάξει τη ζωή, κανένα τέτοιο άλμπουμ δε μπορεί να το κάνει. Ήρθε όμως να σου δώσει μπόλικα τραγούδια, τα οποία και θα παίξεις στο “repeat”. Και να σου εκμυστηρευτώ και κάτι ακόμη; Είμαι από τους αυτούς που θεωρούν πως το NWOTHM έχει καταντήσει βαρετό και με τα χίλια ζόρια βρίσκουμε σε αυτό κάτι που πραγματικά να αξίζει. Όταν λοιπόν το βρούμε… ας το «δαγκώσουμε»!
ΥΓ: O Lögan Heads θα μας απασχολήσει ξανά πολύ σύντομα. Στις 14/2 οι LÖANSHARK, η άλλη του ενασχόληση, θα κυκλοφορήσουν το “No sins to confess”, από την RPM/ROAR.
Το απίστευτο δίδυμο των Αυστριακών Matthias “MS” Sollak και Michael “JJ” V. Wahntraum, από το 2011 οπότε και ένωσαν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν την ιδιαίτερη μπάντα τους που ονομάσθηκε HARAKIRIFORTHESKY δεν σταματάει να εκπλήσσει (πάντα ευχάριστα) όλη την μεταλλική αλλά και μουσικόφιλη (χωρίς παρωπίδες) κοινότητα, βγάζοντας την μία δισκάρα μετά την άλλη. Φέτος, με την αρχή του έτους, αποφάσισαν να συνεχίσουν την σπάνια αυτή παράδοσή τους και να κυκλοφορήσουν το έκτο ολοκληρωμένο άλμπουμ τους, το οποίο, με δεδομένα όσα έχουν κυκλοφορήσει ως τώρα, δεν θα μπορούσε παρά να είναι ένα καλό άλμπουμ. Μόνο καλό όμως;
Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει μετά το υπέροχο “Mære” και στη διάρκεια αυτών των τεσσάρων χρόνων, οι HARAKIRI FOR THE SKY ταξίδεψαν πολύ, μετέφεραν την μουσική τους σε όσο πιο πολύ κόσμο μπορούσαν, επανηχογράφησαν και κυκλοφόρησαν ξανά τα δύο πρώτα άλμπουμ τους. Δεν έδωσαν όμως στο κοινό τους καινούργια μουσική. Το “Scorchedearth”, έρχεται για να διορθώσει και να γεμίσει αυτό το κενό.
Το άλμπουμ, αποτελείται από επτά ΜΕΓΑΛΑ κομμάτια, τίποτα δεν πέφτει κάτω από τα 8 περίπου λεπτά σε διάρκεια. ΚΑΝΕΝΑ από τα κομμάτια αυτά, δεν ακούγεται φλύαρο, κανένα από τα κομμάτια αυτά, δεν ακούγεται βαρετό. ΟΛΑ έχουν στα χαρακτηριστικά τους αυτό το μείγμα αναζήτησης, μελαγχολίας, τραχύτητας, που κάνει τους HARAKIRI FOR THE SKY τόσο ξεχωριστούς.
Blast beats, γεμάτες κιθάρες, μελωδικά σημεία, φωνητικά που μεταφέρουν ατόφιο το συναίσθημα του τραγουδιστή που ζει τους στίχους που τραγουδά. Το post-black των HARAKIRI FOR THE SKY, είναι πολυδιάστατο, είναι πειραματικό όσο πρέπει, είναι εθιστικό όσο λίγα. Ξεκάθαρα post πλέον, το μουσικό μονοπάτι των Αυστριακών, δεν είναι ξένο, αλλά παρόλα αυτά, έχει σημεία που χρίζουν εξερευνήσεως, ξανά και ξανά. Τι ωραία που ξεκίνησε μουσικά το 2025…
(9/10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: HÄXKAPELL ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Om jordens blod och urgravens grepp” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Nordvis Produktion ΣΥΝΘΕΣΗ:
Oraklet – Όλα τα όργανα, φωνητικά ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Bandcamp Deezer Facebook Instagram Soundcloud Spotify YouTube
Οι HÄXKAPELL, είναι το όραμα και δημιούργημα του Janne Posti, ο οποίος σε αυτήν την μονοπρόσωπη μπάντα συστήνει τον εαυτό του με το όνομα Oraklet. Το σχήμα, μας έρχεται από την Σουηδία, όπου γεννήθηκε το 2015, κυκλοφορόντας το πρώτο του άλμπουμ, το “Eldhymner” το 2021. Φέτος, μας προσέφερε την δεύτερη δισκογραφική δουλειά του, η οποία ακούει στο όνομα – σιδηρόδρομο “Om jordens blod och urgravens grepp”, το οποίο από τα Σουηδικά περίπου μεταφράζεται ως «Περί του αίματος της γης και της λαβής του αρχέγονου τάφου».
Οι HÄXKAPELL έχουν ως βάση τους το black metal, αλλά δεν τελειώνουν εκεί. Πολλά folk στοιχεία, πολλά όργανα, όπως βιολιά και πνευστά, εμφανίζονται για να τονίσουν την υποβλητική ατμόσφαιρα που έρχεται απευθείας από τα παγωμένα δάση της Σουηδίας. Τα φωνητικά δε, είναι ποικίλα, με απαγγελίες, ψαλμικά, καθαρά και φυσικά growl. Βαθιά τενορικά αλλά και γυναικεία, όπως στο αριστουργηματικό “Vindar från förr (Winds from the past)”, το οποίο είναι το μελωδικότερο και πιο επικό κομμάτι του δίσκου.
Ο δίσκος στο σύνολό του, απαρτίζεται από έξι πολύ όμορφα και ιδιαίτερα κομμάτια, διαφορετικά μεταξύ τους. Άλλα πιο άμεσα όπως το “Hem”, άλλα πιο ήρεμα όπως το προαναφερθέν “Vindar från förr” και άλλα πιο σκοτεινά, όπως το “Metamorfos”.
Αν κάτι δεν στερείται το “Om jordens blod och urgravens grepp”, αυτό είναι ποικιλίας. Πρόκειται για έναν πολυεπίπεδο δίσκο, ο οποίος με πολύ ταλέντο και μεράκι δείχνει ότι ο δημιουργός του αγαπάει αυτό που κάνει και το εμπλουτίζει με πολλά και όμορφα στοιχεία και χαρακτηριστικά, κάνοντας το να ξεχωρίζει και όχι απλά να μην περνάει απαρατήρητο αλλά να είναι τόσο γεμάτο και δυναμικό. Πολύ όμορφη έκπληξη από τον Oraklet. Προτιμήστε την.
(8,5/10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE CIMMERIAN ΤΙΤΛΟΣΔΙΣΚΟΥ: “An Age undreamed of...” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent release ΣΥΝΘΕΣΗ:
David Gein – Κιθάρες
David Morales – Τύμπανα
Nicolas Rocha – Μπάσο, φωνητικά ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Bandcamp Facebook Spotify
Οι φίλοι μας από το L.A, έβαλαν το κεφάλι τους στη γκιλοτίνα. Ονομάζονται THECIMMERIAN, που σημαίνει «Ο Κιμμέριος» και βγάζουν δίσκο, τον πρώτο τους, με τίτλο “An Age undreamed of…”. Ένα όνομα και μια φράση που χτυπούν πολλές ευαίσθητες χορδές, στους φίλους του “sword and sorcery” σύμπαντος, με τη μία! Επιπλέον, δεν ασχολούνται στιχουργικά μόνο με τον Conan και την Υβοριανή Εποχή, αλλά επεκτείνουν τα γραπτά τους προς τον Elric, τον Darkwolf, την Teegra και το “Fire and Ice”, ιστορίες και μύθους της Βίβλου, της Μεσοποταμίας και των Φοινίκων (Hiram, Humbamba), τιτάνες και γίγαντες και γενικά… παίζουν με τη φωτιά! Γιατί το λέω αυτό;
Γιατί, φίλε μου, θέλει πολλά @@ να γράψεις για τέτοια θέματα, χωρίς να γίνεις «γραφικός» και «αστείος». Διότι πρόκειται για πράγματα που έχουν υπάρξει πηγή έμπνευσης για πάμπολλα συγκροτήματα στο hard rock και το heavy metal, τα έχουμε ακούσει τόσες φορές που είναι πολύ δύσκολο πλέον να μας εντυπωσιάσουν και να κρατήσουν την προσοχή μας επάνω τους, περισσότερο από ένα απλό «τράβηγμα» αυτής. Τούτων λεχθέντων, το ντεμπούτο των THE CIMMERIAN είναι μια πολύ ευχάριστη έκπληξη!
Η μουσική του trio, είναι ένας doom/sludge/thrash/hardcore (!) ογκόλιθος, από αυτούς που σε «καταπλακώνουν» στην πρώτη κιόλας ακρόαση. Πρωτόγονη, αρχέγονη αισθητική, ΘΕΟΡΑΤΑ down-tuned (πως το μιλώ έτσι το εγγλέζικο ρε παιδί μου) riffs, εξίσου ΘΕΟΡΑΤΟ rhythm section όπου τα τύμπανα «βροντούν» και το μπάσο… έρπεται στις λάσπες, «βάρβαρα» φωνητικά, ακουστικές στιγμές. Επίσης, η δουλειά που έχει γίνει στις ενορχηστρώσεις και στο πως έχουν δομηθεί τα μεγάλα, σε διάρκεια, τραγούδια, είναι εξαιρετική. Δεν είναι progressive η μουσική των THE CIMMERIAN, αλλά σίγουρα δεν είναι μονοδιάστατη! Και κάτι ακόμη: Αν οι THE CIMMERIAN ακούγονται live όπως στο studio, τότε θα είναι επικίνδυνοι! Φαντάζομαι όλη αυτήν την ισχύ να μεταφέρεται σε ένα μικρό club, και ανησυχώ!
Το “An Age undreamed of…” θα το εκτιμήσουν οι οπαδοί των HIGH ON FIRE, των ETERNAL CHAMPION, των POWER TRIP και ENFORCED, γιατί όχι και αυτοί των MASTODON. Μπορεί να κερδίσει ακόμη τους MOTORHEAD-bangers, τους θιασώτες του επικού metal, doomsters που ακούν φανατικά THE GATES OF SLUMBER… Αν δεν είναι αυτό «ενωτικό άκουσμα», τότε, ποιο είναι; Extra πόντοι για το ψυχεδελικό εξώφυλλο του Bob Sterns (δεν αναφέρεται κάτι, αλλά υποθέτω πως δείχνει τον Conan σε νεαρή ηλικία, ως κλέφτη, να παρατηρεί την πλούσια πόλη Arenjun, στην ιστορία του “The tower of the elephant”) και την ιδανική, για το είδος, παραγωγή του Bob Frank στα Minor Chord Studios.
Αν η αρχή είναι ενδεικτική, η συνέχεια θα μας δώσει σπουδαία πράγματα!
30 χρόνια Rockwave Festival. Περισσότερο από 30 εκατομμύρια θεατές. Χιλιάδες τραγούδια. Εκατοντάδες συγκροτήματα από δεκάδες χώρες.
Ένα γεγονός: πιστεύουμε στην ελληνική σκηνή.
ΓΙΝΕ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ! ΑΝΕΒΑ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ ROCKWAVE!
Ζήστε το όνειρο, αφήστε το στίγμα σας!
Το Rockwave Festival είναι ο μεγαλύτερος festival-ικός θεσμός της Ελλάδας και η μακροχρόνια ιστορία του είναι κάτι που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το Rockwave Festival ξεκίνησε το 1996 και η συνέπειά του όλα αυτά τα χρόνια, παρά τις όποιες προκλήσεις, το καθιστά σημείο αναφοράς για τους μουσικόφιλους.
Η σκηνή του έχει φιλοξενήσει τα μεγαλύτερα ονόματα του Rock – Hard Rock – Heavy Metal. Από τους Metallica, τους Black Sabbath και τους Iron Maiden μέχρι τον Roger Waters, τον Bob Dylan, τον Robert Plant και κυριολεκτικά εκατοντάδες άλλους ενώ οι εμπειρίες που έχει βιώσει το κοινό είναι έντονες, σπουδαίες και ανεπανάληπτες.
Το Rockwave Festival είναι όμως και κάτι παραπάνω από μια μουσική εκδήλωση. Είναι ένας πολιτιστικός θεσμός που φέρνει κοντά ανθρώπους από διαφορετικές κουλτούρες, ηλικίες και γούστα συμβάλλοντας στη διάδοση της μουσικής ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας ενώ παράλληλα αποτελεί πυλώνα για την ανάπτυξη της μουσικής και πολιτιστικής ζωής στην Ελλάδα.
Δήλωσε συμμετοχή τώρα!
Φέτος,με αφορμή τα 30 του γενέθλια το Rockwaveπαίρνει μία ακόμα πρωτοβουλία στο πλαίσιο της προβολής και της ανάδειξης της εγχώριας σκηνής.
Καλεί όλα τα εγχώρια Rock–Metal σχήματα να λάβουν μέρος σε έναν αδιάβλητο μουσικό διαγωνισμό με έπαθλο τη μοναδική εμπειρία να ανοίξουν το festival στις 10, 11 και 14 Ιουλίου στο Terra Vibe και στις 26, 27 και 28 Ιουνίου στο Terra Republic.
Δηλώστε συμμετοχή τώρα*. Στείλτε δείγμα της μουσικής σας, ένα σύντομο βιογραφικό και στοιχεία επικοινωνίας στο academy@xlalala.gr και ζήστε την απόλυτη εμπειρία.
Η σκηνή του Rockwave αποτελεί ορόσημο για κάθε καλλιτέχνη. Με χιλιάδες θεατές και μεγάλη κάλυψη, η εμφάνιση στο festival θα δώσει στο συγκρότημά σας τη δυνατότητα να προβληθείτε σε ένα τεράστιο και ποικιλόμορφο κοινό, τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό.
Η συμμετοχή σας ως opening act φέρνει το συγκρότημά σας πιο κοντά σε επαγγελματίες του χώρου, από μουσικούς παραγωγούς μέχρι εκπροσώπους δισκογραφικών εταιρειών. Είναι η ιδανική πλατφόρμα για να δημιουργήσετε επαφές και να ανοίξετε τον δρόμο για νέες συνεργασίες.
Μοιραστείτε τη σκηνή με θρυλικά ονόματα του παγκόσμιου μουσικού στερεώματος. Eίναι εμπειρία ζωής.
Το Rockwave Festival θα σταθεί δίπλα σας, προσφέροντας προβολή μέσα από τα επίσημα κανάλια του στα social media, τον ιστότοπο και τις συνεργασίες με ΜΜΕ.
O διαγωνισμός έχει αμιγώς μουσικό χαρακτήρα: οι συμμετέχοντες θα εμφανιστούν ζωντανά στη σκηνή του Piraeus Club Academy και το κοινό μαζί με την κριτική επιτροπή θα επιλέξουν τους νικητές κατόπιν ζωντανής ψηφοφορίας. Περισσότερες λεπτομέρειες θα ανακοινωθούν σύντομα.
Δηλώστε συμμετοχή μέχρι και τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου στο academy@xlalala.gr και διεκδικήστε μία θέση στο όνειρο.
*Δικαίωμα συμμετοχής έχουν όλα τα συγκροτήματα ηλικίας 16-99 ετών. Σε περιπτώσεις ανήλικων μελών απαιτείται γονική συγκατάθεση ενώ απαραίτητη προϋπόθεση για όλα τα διαγωνιζόμενα σχήματα είναι η ύπαρξη πρότερης κυκλοφορίας (single ή Ep ή album, ψηφιακό ή physical).
Piraeus Club Academy Επαναφέρουμε την ψυχαγωγία στη διασκέδαση
Με το νέο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ να κυκλοφορεί παγκοσμίως σε μόλις 16 ημέρες, οι βραβευμένοι με GRAMMY® τιτάνες της progressive μουσικής, Dream Theater, παρουσιάζουν το επόμενο κομμάτι από το δέκατο έκτο στούντιο άλμπουμ τους, “Parasomnia”. Το τραγούδι “Midnight Messiah”, με διάρκεια 7:58, είναι πλέον διαθέσιμο σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες και αποτελεί την τρίτη μουσική σύνθεση από το εμβληματικό επανενωμένο lineup του συγκροτήματος: του τραγουδιστή James LaBrie, του κιθαρίστα John Petrucci, του μπασίστα John Myung, του πληκτρά Jordan Rudess και του ντράμερ Mike Portnoy. Το τραγούδι σηματοδοτεί την πρώτη στιχουργική συνεισφορά του Portnoy από το 2009.
Ένα “tour diary” μουσικό βίντεο, που περιλαμβάνει πλάνα από διάφορες συναυλίες της επιτυχημένης ευρωπαϊκής περιοδείας τους για την 40η επέτειο το 2024, σκηνοθετήθηκε και μονταρίστηκε από τον μακροχρόνιο συνεργάτη τους Mike Leonard, χρησιμοποιώντας υλικό από τους Wolfe Eliot και Paul Green Productions. Το μουσικό βίντεο του “Midnight Messiah” είναι διαθέσιμο εδώ:
«Ήταν υπέροχο να γράφω ξανά στίχους και να συμβάλλω σε αυτό το κεφάλαιο της ιστορίας του “Parasomnia”. Οι fans των Dream Theater μπορεί να διασκεδάσουν ανακαλύπτοντας μερικά από τα κρυμμένα στοιχεία που έχω φυτέψει στους στίχους, αναφορές σε παλιότερα κομμάτια των DT… και το μουσικό βίντεο είναι μια εξαιρετική αναπαράσταση του ενθουσιασμού που βιώσαμε στις δύο πρώτες φάσεις της περιοδείας μας σε Ευρώπη και Νότια Αμερική. Και είναι τέλειο για να προετοιμαστούμε για την επόμενη περιοδεία μας στη Βόρεια Αμερική, την οποία ανυπομονούμε να ξεκινήσουμε», εξηγεί ο Mike Portnoy.
Η ανακοίνωση αυτού του άλμπουμ αποτελεί μια επιστροφή που ήταν 15 χρόνια στα σκαριά, καθώς οι Dream Theater επιστρέφουν με το δέκατο έκτο τους άλμπουμ, “Parasomnia”, το οποίο είναι προγραμματισμένο για κυκλοφορία στις 7 Φεβρουαρίου 2025, μέσω της μακροχρόνιας δισκογραφικής τους εταιρείας Inside Out Music/Sony Music.
Από το εναρκτήριο κομμάτι “In The Arms Of Morpheus”, μέχρι το φινάλε “The Shadow Man Incident”, το άλμπουμ περιλαμβάνει μια συλλογή τραγουδιών που επιδεικνύουν γιατί το συγκρότημα διατηρεί ένα τόσο αφοσιωμένο κοινό εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Με συνολική διάρκεια 71 λεπτά, το Parasomnia προσφέρει μια μουσική διαδρομή που έχει γίνει συνώνυμη με τους Dream Theater από την αρχή της καριέρας τους.
Ο τίτλος του άλμπουμ αναφέρεται σε διαταραχές ύπνου, όπως η υπνοβασία, η παράλυση ύπνου και οι νυχτερινοί τρόμοι. Τραγούδια όπως “Dead Asleep” και “Bend The Clock” εξερευνούν τις θεματικές που εμπνέονται από τον τίτλο του άλμπουμ. Το πρώτο single, “Night Terror”, είναι ένα μουσικό θρίλερ διάρκειας σχεδόν δέκα λεπτών. Το μουσικό βίντεο του τραγουδιού, το οποίο έχει ήδη ξεπεράσει τα 3 εκατομμύρια προβολές, σε σκηνοθεσία του Mike Leonard.
Το άλμπουμ παραγωγής του John Petrucci, ηχογραφήθηκε από τον James ‘Jimmy T’ Meslin και μιξαρίστηκε από τον Andy Sneap. Ο Hugh Syme επιστρέφει για να προσφέρει τη δημιουργική του οπτική στο εξώφυλλο.
Οι AVANTASIA σήμερα αποτελούν τον κύριο τρόπο καλλιτεχνικής έκφρασης του Tobias Sammet, ο οποίος πλέον έχει γιγαντώσει το status του συγκροτήματος. Ούτε ο ίδιος θα μπορούσε να προβλέψει αυτήν την κατάληξη όταν του μπήκε η ιδέα να ξεκινήσει να δουλεύει μία Metal opera σαν side project πριν αρκετά χρόνια, όπου τότε ήταν αφοσιωμένος στους EDGUY.
Όλα ξεκίνησαν το 1999 σε περιοδεία του σχήματος για το “Theater of salvation”, όταν ο Tobias βαρέθηκε να κάθεται και να περιμένει πότε θα έρθει η ώρα μέχρι την επόμενη συναυλία. Έβαλε το κεφάλι κάτω λοιπόν και έγραψε το concept της ιστορίας, μετά ήρθαν τα τραγούδια και 20 μήνες αργότερα κατόπιν σκληρής δουλειάς η ολοκλήρωση του “The metal opera” ήταν γεγονός. Η ιδέα για πολλούς τραγουδιστές προέκυψε καθώς ο ίδιος ήταν πολύ ευχαριστημένος από την εμπειρία που είχε με guest καλλιτέχνες στους EDGUY. Υπήρξε η σκέψη τα τραγούδια που γράφτηκαν να χρησιμοποιηθούν από το ίδιο το συγκρότημα, δεν ήταν δηλαδή ο αυτοσκοπός να βγάλει solo δουλειά ο Sammet, αλλά εν τέλει δεν θα ήταν πολύ ταιριαστό με αποτέλεσμα να φτάσουμε στους AVANTASIA.
Το άλμπουμ αυτό θεωρείται ως ένα από κλασικότερα του Power Metal και μάλιστα μπορούμε να το δούμε ως από τις τελευταίες κυκλοφορίες της χρυσής εποχής του είδους. Ας μην ξεχνάμε πως το “The metal opera” βγήκε το 2001, δηλαδή αφού είχαν κυκλοφορήσει όλοι οι εμβληματικοί δίσκοι από μπάντες όπως STRATOVARIUS, GAMMA RAY, HELLOWEEN, BLIND GUARDIAN. Η κληρονομιά που άφησε είναι μεγάλη αφού εκτός από συνθέσεις που λάμπουν αυτόφωτα μέχρι και σήμερα, η επιτυχία του ώθησε πολλούς καλλιτέχνες στο να ακολουθήσουν το δρόμο των Metal operas, ασχέτως αν πολλές φορές τα αποτελέσματα είναι έως και αστεία.
Βέβαια ας είμαστε ειλικρινείς. Οι συντελεστές του “The metal opera” είναι ο ορισμός της Dream Team και μάλιστα σε μια εποχή που ήταν όλοι στα πάνω τους, οπότε σε συνδυασμό με την ανέμελη και γεμάτη έμπνευση περίοδο που βρισκόταν ο Sammet, δεν είναι να απορεί κανείς για το αποτέλεσμα. Kai Hansen, Michael Kiske, Timo Tolkki, Andre Matos, David Defeis, Markus Grosskopf, Henjo Richter, είναι μόλις μερικά από τα ονόματα.
Είναι αιχμηρό όπλο στη φαρέτρα του πρωτοδισκάκια, αφού μπορεί να σταθεί ως η καλύτερη κυκλοφορία των AVANTASIA χωρίς μεγάλη αντίσταση. Ο ίδιος ο δημιουργός του θεωρεί κάποια στοιχεία του άλμπουμ Κιτς ή υπερβολικά, μην ξεχνάμε πως όταν το έγραψε ήταν 22 χρονών, οπότε η όλη φάση ήταν μία τέλεια ευθυγράμμιση αστεριών που δεν πρόκειται να επαναληφθεί.
“The metal opera” countdown:
“In nomine Patris” (1.04)
Σύντομο ορχηστρικό διάλειμμα, ένα από τα τέσσερα instrumentals του δίσκου. Έχει ένα μελαγχολικό και επικό μανδύα αλλά δεν είναι κάτι που σου μένει.
“Prelude” (1.11)
Παίζει με την μελωδία του “Reach out for the light” που ακολουθεί, μας εισάγει με ωραίο τρόπο στον κόσμο των AVANTASIA αλλά μέχρι εκεί.
“A new dimension” (1.39)
Εδώ έχουμε κάτι πιο χαρμόσυνο με περισσότερες κορυφώσεις οπότε κερδίζει έναντι των δύο παραπάνω.
“Malleus maleficarum” (1.43)
Από τα ιντερλούδια είναι το καλύτερο. Κάνει αναπαράσταση σκηνής ανάκρισης/ βασανιστηρίου, οπότε τα πλήκτρα, οι καμπάνες και οι ερμηνείες το κάνουν να ξεχωρίζει.
“Farewell” (6.33)
Οι ταχύτητες πέφτουν και η ώρα έφτασε για την απαραίτητη μπαλαντοειδή στιγμή του δίσκου, στην οποία συμμετέχει και η τότε όχι τόσο γνωστή Sharon den Adel (η δισκογραφία των WITHIN TEMPTATION έφτανε μέχρι το “Mother earth”). Tο “Farewell” είναι ωραιότατο, ενώ σίγουρα δεν το λες βαρετό, μία μοίρα που έχει μεγάλη μερίδα από μπαλάντες. Έχει όμως την τύχη (ή ατυχία) να βρίσκεται σε ένα τόσο καλό δίσκο, οπότε του πέφτει ο κλήρος της θέσης αυτής. Δεν παύει να είναι στιγμή που άνετα στέκεται μόνη της σε κάποια αντίστοιχη συλλογή, οπότε ίσως και να το αδικώ λίγο.
“The glory of Rome” (5.29)
Πολύ καλό κομμάτι, αν έβγαινε σήμερα θα λέγαμε τι φοβερό τραγούδι έγραψαν! Στα πλαίσια του “The metal opera” όμως υστερεί στα κουπλέ και στις λεπτομέρειες έναντι των υπολοίπων, επομένως καταλήγει να βρίσκεται ένα με δύο σκαλοπάτια κάτω. Δεν αλλάζει το γεγονός πως το ρεφρέν του το λατρεύω.
“Sign of the cross” (6.26)
Εδώ έχουμε μία τέρμα ανθεμική mid tempo σύνθεση στην οποία συμμετέχουν αρκετοί καλεσμένοι. Μέχρι τη μέση το τραγούδι είναι πολύ ωραίο χωρίς να συγκρίνεται με τις κορυφές του “The metal opera”. Εκεί έρχεται η αύξηση της ταχύτητας στη γέφυρα με τον αγαπημένο μας Kai, ο οποίος δίνει τη σκυτάλη σε μία σολάρα και το κομμάτι παίρνει πολλούς πόντους. Αυτοί είναι δίσκοι, να μπαίνουν τέτοια τραγούδια σε αυτή τη θέση γιατί ακολουθούν ακόμα καλύτερα!
“Serpents in paradise” (6.16)
Παρόμοια στοιχεία με το “Reach out for the light” με την διαφορά ότι εδώ υπάρχει ένας Defeis ο οποίος εκείνη την περίοδο κυκλοφορούσε τα “House of Atreus” και σε άφηνε με το στόμα ανοιχτό με τις ερμηνείες του. Η γέφυρα που ενώνει το δεύτερο ρεφραίν με το κλείσιμο είναι τραγούδι μέσα στο τραγούδι και το αποτέλεσμα είναι μία εξάλεπτη σύνθεση που αξιοποιεί μέχρι και το τελευταίο της δευτερόλεπτο. Είναι το δεύτερο κυρίως κομμάτι του άλμπουμ και κάνει ξεκάθαρο πως έχουμε να κάνουμε με μία σπουδαία, άκρως πορωτική κυκλοφορία.
“Inside” (2.24)
Τριπλό φωνητικό χτύπημα από Sammet, Matos, Hansen με μοναδική συνοδεία το πιάνο. Για δίλεπτο τραγούδι το “Inside” δεν είχε δικαίωμα να είναι τόσο καλό αλλά το έκανε, ενώ ο χρωματισμός της φωνής του εκλιπόντος Βραζιλιάνου στο κλείσιμο είναι ικανός να αφήσει ένα μεγάλο κενό μέσα σου.
“Avantasia” (5.32)
Αυτό και αν είναι κλασικό! Ως μία πιο mid tempo σύνθεση δεν είναι ξεκάθαρος από την αρχή ο χαμός που θα κάνει, αλλά δεν υπάρχει αμφισβήτηση της αξίας που κουβαλάει. Εκτός από την κολλητική είσοδο των πλήκτρων έχει και πολύ ωραίο χτίσιμο από το κουπλέ έως το όσο δεν πάει ανεβαστικό ρεφρέν, το οποίο αποτελεί μία από τις πιο sing along στιγμές των AVANTASIA. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το δανείστηκαν για το setlist τους οι EDGUY. Θεωρώ το τραγούδι ως τον κοντινό συγγενή των “Vain glory opera” και “King of fools”, ενώ είναι ο ορισμός της απλής σύνθεσης που διαπρέπει στο κομμάτι των μελωδιών, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί. Εννοείται πως το σόλο κλείνει το μάτι στο “Final countdown” των EUROPE.
“Reach out for the light” (6.33)
Χαρακτηριστική lead κιθάρα, φοβερές πολυφωνίες, Michael Kiske στο ρεφραίν ο οποίος επανέρχεται κατόπιν απουσίας ετών και ένας Tobias που τραγουδάει παθιασμένα. Προφανώς και φέρνει αρκετά σε HELLOWEEN της Keepers περιόδου, το μπάσο του Markus Grosskopf σε σημεία το κάνει ακόμα πιο ξεκάθαρο, αλλά είναι φόρος τιμής ενός καλλιτέχνη που παίζει παρέα με τους μουσικούς του ήρωές παρά κάτι άλλο. Είναι ένας κλασικός Power ύμνος και τελείως αντιπροσωπευτικός του είδους.
“The tower” (9.43)
Επειδή μου αρέσουν οι λεπτομέρειες, το “The tower” που κλείνει το Part 1 των “The Metal opera” είναι η σύνθεση με την μεγαλύτερη διάρκεια, ενώ το Part 2 ξεκινάει με το “The Seven Angels” που επίσης έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια αντίστοιχα. Είναι επίσης ένα καραέπος με φοβερές ερμηνείες, τοποθετημένα με προσοχή ορχηστρικά μέρη και τρομερές εναλλαγές. Ο τέλειος επίλογος του ντεμπούτου των AVANTASIA.
“Breaking away” (4.35)
Αν τα άλλα τραγούδια είναι ύμνοι, τότε δεν ξέρω τι είναι το “Breaking away”. Αρχικά τα πλήκτρα του είναι αρκετά για να σε ξεσηκώσουν, με το που μπαίνει το κομμάτι η τρέλα χτυπάει κόκκινο. Ο Kiske δικαιώνει τον Tobias που τον ήθελε διακαώς σαν guest, αλλά ο λόγος που το έβαλα στην πρώτη θέση είναι η κορύφωση που έρχεται με αυτό το ρεφραίν. Συνδυάζει τον επικό χαρακτήρα της πολυφωνίας με την παθιασμένη και γεμάτη ορμή, ερμηνεία του Sammet. Στα αυτιά μου οι εξαίρετοι καλεσμένοι έχουν καλύτερη τεχνική κατάρτιση στον τομέα των φωνητικών από αυτόν, αλλά η ένταση και η ψυχή που βγάζει καθώς ζει το όνειρό του, είναι κάτι το ανεπανάληπτο.