Συνεχίζουμε την αντίστροφη μέτρηση για τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς, όπως τα ψήφισε η συντακτική ομάδα του Rock Hard. Σειρά έχουν οι δίσκοι που βρέθηκαν στις θέσεις από τη 6η μέχρι την 10η, ουσιαστικά μία ανάσα από τα πέντε κορυφαία και οι διαφορές ανάμεσά τους είναι για μία ακόμη χρονιά μικρές!
(Ο τρόπος βαθμολόγησης είναι ο εξής: Σε κάθε λίστα ο πρώτος δίσκος παίρνει 20 βαθμούς, ο δεύτερος 19, ο τρίτος 18 κ.ο.κ. Για κάθε επανεμφάνιση σε λίστα, υπάρχει bonus δύο βαθμών. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, μετράμε α) ποιος δίσκος υπάρχει σε περισσότερες λίστες και β) ποιος είχε υψηλότερη θέση.
10. SAXON – “Hell, fire and damnation” (131 πόντοι) “Ζωντανοί, φρέσκοι, ενθουσιώδεις λες και πρόκειται για πρωτάρηδες, οι SAXON του 2024 δίνουν για πολλοστή φορά το φιλί της ζωής στον καταταλαιπωρημένο κλασικομεταλλικό ήχο!”
(8 / 10, Γρηγόρης Μπαξεβανίδης)
9. EVERGREY – “Theories of emptiness” (137 πόντοι) “Η καινοτομία για τους EVERGREY στο 14ο άλμπουμ τους, είναι στην διάθεση, η οποία είναι πιο θετική και σε συνδυασμό με την προσεγμένη διάρκεια (των τραγουδιών, αλλά και του άλμπουμ στο σύνολό του), κάνουν το “Theories of emptiness” τόσο ευχάριστο.”
(8,5 / 10, Γιώργος Κουκουλάκης)
8. FIREWIND – “Stand united” (142 πόντοι) “Ξεπέρασαν τις προσδοκίες μου, όχι επειδή δεν περίμενα τους FIREWIND να είναι σε φόρμα, αλλά επειδή μου άρεσε το προηγούμενο άλμπουμ τόσο πολύ. Εν τέλει, όχι μόνο με ενθουσίασε το “Stand united”, αλλά έφτασε να διεκδικεί την κορυφή στις προτιμήσεις μου.”
(9 / 10, Γιώργος Κουκουλάκης)
7. BRUCE DICKINSON – “The mandrake project” (145 πόντοι) “Αν το “Chemical wedding” είναι στην κορυφή και τα “Accident…” και “Tyranny…” ακολουθούν κατά πόδας, το “The mandrake project”, βρίσκεται πάρα πολύ κοντά τους, δίχως μάλιστα να είναι ο φτωχός συγγενής.”
(8 / 10, Σάκης Φράγκος)
6. NESTOR – “Teenage rebel” (149 πόντοι) “Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι NESTOR φανερώνουν μία εξαιρετική άνεση να συνθέτουν πολύ όμορφα hard rock κομμάτια χωρίς καμία διάθεση προσαρμογής στη σύγχρονη πραγματικότητα. Από μένα είναι ναι…ειδικά τώρα, με αυτό το δίσκο.”
(8,5 / 10, Σάκης Νίκας)
Αύριο, Τρίτη, τα πέντε πρώτα άλμπουμ του 2024, σύμφωνα με τους συντάκτες του Rock Hard, αλλά και οι μεγαλύτερες απογοητεύσεις! Μείνετε συντονισμένοι!
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα bestseller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: DEMON BITCH ΤΙΤΛΟΣΔΙΣΚΟΥ: “Master of the games” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Cruz del Sur Music/Gates of Hell Records ΣΥΝΘΕΣΗ:
Logon Saton – Φωνητικά
Lord Mars – Κιθάρα, πλήκτρα
Solon Saton – Κιθάρα
Β. Beastmaster – Μπάσο
Drummer Master Commander – Τύμπανα ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Bandcamp Deezer Facebook Instagram Spotify
Ξεκινώ το κείμενό μου με μια παραδοχή: Είχα πάρα πολύ καιρό να αισθανθώ τέτοια έκπληξη, μετά από μια ακρόαση δίσκου και υπεύθυνοι για αυτό, είναι οι DEMONBITCH, από το Detroit, στο Michigan! Τί συμβαίνει λοιπόν με αυτούς τους τύπους; Καταρχάς, δεν μου είναι άγνωστοι. Τους θυμάμαι από το ντεμπούτο τους (“Hellfriends”, 2016), όπου είχα διαπιστώσει πως επρόκειτο για ένα σχήμα με εμφανείς αρετές, που προσπαθούσε όμως να βρει τα πατήματά του και κάπου, κάπως, το «έχανε» στην πορεία.
Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε, η μπάντα έδειχνε να βρίσκεται σε λήθαργο, ώσπου από το πουθενά, «έσκασε» το “Master of the games”, μαζί με την επιστροφή του πρώτου μπασίστα, Β. Beastmaster. Στις πληροφορίες που συνοδεύουν το promo, διαβάζω πως το νέο άλμπουμ ετοιμάστηκε τα τελευταία δύο χρόνια, κάτι που ή επιβεβαιώνει την παραπάνω αίσθησή μου πως όντως υπήρξε ένας «λήθαργος» από τον οποίο και βγήκε το γκρουπ, ή όντως τους πήρε πολύ καιρό να ετοιμάσουν τον διάδοχο του “Hellfriends”.
Ό,τι και να ισχύει από τα δύο, μικρή η σημασία του, μιας και το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει. Και το αποτέλεσμα εδώ, είναι μια εξόφθαλμη απόδειξη πως οι DEMON BITCH έχουν αναβαθμιστεί σε κάθε πτυχή της μουσικής τους! Ο υπερβολικός, byallmeans, χαρακτήρας του ντεμπούτου παραμένει αναλλοίωτος, αλλά εδώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μπάντα «ενηλικιώνεται απότομα»! Heavy/power metal αμερικανικής όχι μόνο καταγωγής μα πρωτίστως αισθητικής, obscure νεοκλασσικισμός που αγκαλιάζει και αγκαλιάζεται από τον όρο “cult”, στίχοι που αφηγούνται ιστορίες φαντασίας, μυστηρίου και μυστικισμού, μουντή, σκοτεινή ατμόσφαιρα, φοβερές και τρομερές κιθάρες και αλλόκοτα φωνητικά… Σαν μια υπόγεια μίξη HELSTAR, MERCYFUL FATE, SATAN, SLAUTER XSTROYES. Πως θα σου φαινόταν κάτι τέτοιο;
Είναι «χαοτικό» το “Master of the games”; Ναι. Είναι «απαιτητικό»; Και απαιτητικό είναι, θέλει πολλές ακροάσεις, γιατί συνεχώς σου βγάζει κρυμμένα χαρτιά από το μανίκι. Άρα, πως αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί; «Δύσκολο»; Θα μπορούσε. Δεν είναι ο δίσκος που θα σε πιάσει με τις πρώτες ακροάσεις. Αν όμως ξεπεράσεις τον πρώτο «σκόπελο», αυτόν της ιδιόρρυθμης μα μοναδικής φωνής του Logon Saton και μπορέσεις να ακολουθήσεις τον φρενήρη ρυθμό των κιθαριστικών ιδεών και αλλαγών, θα αποζημιωθείς και με το παραπάνω. Να λοιπόν ένα από τα πιο «περιπετειώδη» άλμπουμ του 2024, στο «λυκόφως» αυτού!
(8/10)
Δημήτρης Τσέλλος
Photo by Marshall Kreeb
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE GATES OF SLUMBER ΤΙΤΛΟΣΔΙΣΚΟΥ: “The gates of slumber” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Svart Records ΣΥΝΘΕΣΗ:
Karl Simon – Κιθάρα, φωνητικά
Chuck Brown – Τύμπανα
Steve Janiak – Μπάσο ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Bandcamp Deezer Facebook Spotify YouTube Tidal
Αυτή κι αν είναι επάνοδος! Οι Αμερικανοί THEGATESOFSLUMBER, επανέρχονται δεκατρία (13) χρόνια μετά το τελευταίο τους πόνημα, το “TheWretch”, που κυκλοφόρησε το 2011! Καταρχάς, να πούμε δύο λόγια για αυτούς εδώ τους περίπου cult doom metallers… Μόνο μικροί δεν είναι ως μέγεθος στους doom metal κύκλους και πήραν το όνομά τους από ένα τραγούδι των doom/deathsters CIANIDE (αυτοί κι αν είναι cult…), που έφερε τον ίδιο τίτλο. Οι THE GATES OF SLUMBER είναι μέλη του “Circle of True Doom”, μιας μουσικής «αδελφότητας» που ιδρύθηκε από τους Albert Witchfinder (κατά κόσμον Sami Albert Hynninen) και Tom Phillips (αν είσαι doomster ξέρεις πολύ καλά ποιοι είναι οι δυο αυτοί τύποι, αν όχι, googleisyourfriend, όπως πάντα) στις αρχές της δεκαετίας του ’00, σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθούν και να ξεχωρίσουν οι «παραδοσιακές» doom metal αξίες και μπάντες, από άλλα υποείδη.
Η Μοίρα δεν θα λέγαμε πως τους έχει φερθεί και τόσο καλά, αφού ο μπασίστας Jason McCash πέθανε στις 5 Απριλίου 2014, σε ηλικία 37 ετών, από υπερβολική δόση ηρωίνης, ο drummer Jerry Clyde Paradis πέθανε το 2016 από θερμοπληξία στα 46 του και ο επίσης για χρόνια drummer Bob Fouts, πέθανε στις 28 Απριλίου 2020, σε ηλικία 45 ετών, από άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία. Κι όμως, ο τραγουδιστής/κιθαρίστας Karl Simon, παρόλο που αρχικά δεν ήθελε να επαναδραστηριοποιήσει τη μπάντα, επιστρέφει εν έτει 2024 μαζί με το παλιό μέλος Chuck Brown στα τύμπανα και τον Steve Janiak να αναλαμβάνει το μπάσο. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, μάλλον είναι παραπάνω από αναμενόμενη η κατεύθυνση του “The gates of slumber”…
… το οποίο και ακούγεται περισσότερο σαν το ντεμπούτο τους, “The Awakening”. Ίσως να έπαιξε ρόλο σε αυτό και η επάνοδος του Brown. Riffs απίστευτα βαριά, ατμόσφαιρα πένθιμη όσο και «βρώμικη», τεράστια τύμπανα και πελώριο μπάσο, φωνητικά τραχιά, χωρίς εξάρσεις… Ναι, οι THE GATES OF SLUMBER αφήνουν πίσω τους την προσέγγιση δίσκων σαν τα “Suffernoguilt”, “Conqueror” και “Hymnsofbloodandthunder”, που ενώ δεν ανήκαν στο επικό doom metal, λόγω θεματολογίας και όλης ατμόσφαιρας κοντράριζαν στα ίσα σπουδαία για το υποείδος αυτό άλμπουμ και επικεντρώνονται στις βασικές αρχές του ιδιώματος. Αλλά το ζήτημα δεν είναι αυτό, το ζήτημα είναι αν το κάνουν καλά. Και μα την αλήθεια, το κάνουν!
Την παράσταση κλέβει ο Steve Janiak, που στέκεται ισότιμα πλάι στις κιθάρες του Karl Simon και μαζί με τον παλιόφιλο Chuck Brown (μαζί ως κιθαρίστες/τραγουδιστές (!) στους APOSTLE OF SOLITUDE), έχουν φτιάξει ένα εξαιρετικό rhythm section. Στα 35 λεπτά που διαρκεί το “The gates of slumber”, θα ευχαριστηθεί η ψυχούλα σου doom metal. Μην το σκέφτεσαι, αν σου αρέσει ο ήχος αυτός. Οι THE GATES OF SLUMBER είναι μεγάλοι μάστορες στον τομέα τους, θα το καταλάβεις και ο ίδιος αυτό, με την πρώτη ακρόαση. Εγώ θα τους ευχηθώ μόνο το “welcome home”, γιατί “it’s been too long, we missed you”…
(8/10)
Δημήτρης Τσέλλος
Photo by Hillarie Jason
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE WATCHER ΤΙΤΛΟΣΔΙΣΚΟΥ: “Out of the dark” ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Cruz del Sur Music ΣΥΝΘΕΣΗ:
Max Furst – Μπάσο, κιθάρα
Chris Spraker – Τύμπανα
Paden Reed – Κιθάρες, φωνητικά ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ: Bandcamp Spotify
Μετά τους DEMON BITCH, οι οποίοι κυκλοφορούν το άλμπουμ τους από την θυγατρική Gates of Hell Records, η «μαμά» Cruz del Sur ρίχνει στο ring και τους «κατά δικούς της» THEWATCHER. “OutoftheDark” ονομάζεται το ντεμπούτο τους (έχουν και ένα ep στο παλμαρέ τους, το “Yourturntodie” (2021) και να’ μαστε πάλι εμείς, να νιώθουμε μια απολύτως λογική, κατανοητή και φυσιολογική έλξη πρώτον από/για την εταιρεία αυτή καθαυτή, δεύτερον από το υπέροχο εξώφυλλο/artwork (δημιουργία του καλλιτέχνη Burney) που αντανακλάται πάνω του η στιχουργία του δίσκου, με θέμα της το «ταξίδι» του ανθρώπου μέσα στα χρόνια και τους αγώνες της Ανθρωπότητας και πάνω απ’ όλα, απ’ το ρημάδι το κλασσικό το heavy metal, που δεν πρόκειται να «παλιώσει» ποτέ.
Δεν είναι πρωτάρηδες όμως οι τύποι από τη Βοστόνη. Οι Chris Spraker και Max Furst είχαν τους blackened speedsters MALLEUS (τους θυμάσαι;), που δεν υπάρχουν πια. Άλλο στυλ όμως τώρα οι THE WATCHER. Είπαμε, κλασσικομεταλλάδες. Κλασσικομεταλλάδες, αλλά με μια doomy αισθητική να καλύπτει τις συνθέσεις. Φαντάσου λοιπόν μια μίξη των SATAN, SANHEDRIN, TROUBLE, PENTAGRAM, με τους δυο τελευταίους να υπάρχουν μέσω των πιο up-tempo στιγμών τους. Κάπου-κάπου δε, θα εντοπίσεις και μερικά στοιχεία του (πολύ) πρώιμου αμερικανικού metal ήχου, που μόνο απαρατήρητα δεν περνούν.
Αν και θεωρητικά είναι power trio, οι THE WATCHER θα έχουν στις συναυλίες τους την συνδρομή των Nelson Ribas (μαζί στους MALLEUS) και Dylan Kulpa των DEMON CHROME. Συνεπώς, θα μπορούν να «βγάλουν» τον ογκώδη και πλούσιο ήχο τους επί σκηνής και τα κομμάτια να αποδοθούν με όσο γίνεται περισσότερη και μεγαλύτερη πιστότητα.
Ωραίος δίσκος το “Out of the Dark”. Δεν είναι κάτι το συνταρακτικό, αλλά είναι το σωστό πρώτο βήμα, προς την κατεύθυνση που έχουν αποφασίσει να ακολουθήσουν οι Max Furst και Chris Spraker, μακριά από την «διαβολική» επιθετικότητα των MALLEUS. Μένει τώρα να δούμε αν κάνουν και τα επόμενα και αν μας δώσουν ακόμη καλύτερα πράγματα στο μέλλον. Καλή (νέα) αρχή!
(7/10)
Δημήτρης Τσέλλος
EPs/LIVE & COMPILATIONΆΛΜΠΟΥΜ
Photo by Yann Charles
“Wings of Steel, motherf@ckers! Peace, love and heavy metal, baby!”
Πέρυσι το καλοκαίρι, τούτοι οι μάγκες από το Los Angeles μας είχαν «κεράσει» μια από τις πιο δυνατές σφαλιάρες των τελευταίων ετών: Οι WINGSOFSTEEL με το εκπληκτικό, πρώτο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ “Gatesoftwilight”, για το οποίο μιλήσαμε εδώ, στο 146ο Underground Halls, κέρδισαν τον θαυμασμό κάθε οπαδού/φίλου του αμερικανικού metal των mid-late 80s. Είχαμε καιρό να ακούσουμε κάτι ανάλογο; Μας είχε λείψει αυτός ο ήχος; Χτύπησε «με τη μία» ευαίσθητες χορδές; Όποια και να ήταν η αιτία, ο ενθουσιασμός που σκόρπισε ο δίσκος εκείνος ήταν μεγάλος και ο «θόρυβός» του, δεν έχει ακόμη καταλαγιάσει.
Δίχως να αφήσουν το momentum να περάσει, οι Αμερικανοί κυκλοφορούν live άλμπουμ. Έχοντας μόνο ένα full length συν ένα EP που βγήκε πριν από αυτό (“WingsofSteel”, 2022), άνετα θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως η μπάντα βιάστηκε να κυκλοφορήσει «ζωντανά» ηχογραφημένη δουλειά. Κάποιες φορές όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Αφενός μια τέτοια κίνηση είναι ιδανική, ώστε να κρατήσει το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο, μιας και καλύπτει το κενό μεταξύ του προηγουμένου και του επόμενου δίσκου, αφετέρου δείχνει σε ένα ικανοποιητικό ποσοστό τις ικανότητες του group επί σκηνής.
Με τους Leo Unnermark στα φωνητικά, Parker Halub και Stefan John Bailet στις κιθάρες, Mathieu Trobec στο μπάσο και Marcel Binder στα τύμπανα, οι WINGS OF STEEL ακούγονται ακριβώς όπως τους περιμέναμε ή θέλαμε να ακούγονται, τέλος πάντων. Μικροί, επί σκηνής, θεοί. Ηχογραφημένο στο Le Splendid της Lille, τον Μάιο που μας πέρασε, το “LiveinFrance” είναι ένα άλμπουμ που έρχεται από άλλες εποχές. Η καταπληκτική παραγωγή του Damien Rainaud κολακεύει στον ύψιστο βαθμό τις συνθέσεις, η μπάντα στην κυριολεξία πετάει «φωτιές», τα τραγούδια του full length και του EP ακούγονται ΟΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ κι εγώ, από τώρα, σκέφτομαι την επερχόμενη εμφάνιση των Αμερικανών στο Up The Hammers Festival, τον Μάρτιο.
Αν θες να ενισχύσεις απευθείας τη μπάντα, πάρε το υλικό της από το bandcamp της, το οποίο θα βρεις εδώ. Αν όμως δε θες να μπλέξεις με τον Ατλαντικό που μας χωρίζει, όλο και κάποιο φορτηγό θα φύγει από Γερμανία για να σου φέρει το δισκάκι που προτιμάς, από την Underground Power Records. Τσέκαρε, εδώ.
Συνεχίζουμε την αντίστροφη μέτρηση για τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς, όπως τα ψήφισε η συντακτική ομάδα του Rock Hard. Σειρά έχουν οι δίσκοι που βρέθηκαν στις θέσεις από τη 11η μέχρι την 15η.
(Ο τρόπος βαθμολόγησης είναι ο εξής: Σε κάθε λίστα ο πρώτος δίσκος παίρνει 20 βαθμούς, ο δεύτερος 19, ο τρίτος 18 κ.ο.κ. Για κάθε επανεμφάνιση σε λίστα, υπάρχει bonus δύο βαθμών. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, μετράμε α) ποιος δίσκος υπάρχει σε περισσότερες λίστες και β) ποιος είχε υψηλότερη θέση.
15. VOLA – “Friend of a phantom” (90 πόντοι) “Εγώ σας τα είπα, η ευθύνη είναι δική σας. Πόσο μάλλον όταν είναι τόσο εύκολο να κλικάρετε και να γνωρίσετε ένα συγκρότημα που θα γίνει μόνιμη συντροφιά σας (αν δεν είναι ήδη).”
(9 / 10, Σάκης Φράγκος)
14. LEPROUS – “Melodies of atomenent” (93 πόντοι) “Είκοσι τρία χρόνια μετά την ίδρυσή τους, όχι μόνο δεν έχουν βρει ταβάνι, αλλά ίσως και να μην υπάρχει στη περίπτωσή τους. Η έμπνευση, η δημιουργικότητα και η μουσικότητά τους δεν έχουν όρια ούτε στεγανά.”
(9 / 10, Φίλιππος Φίλης)
13. NIGHTWISH – “Yesterwynde” (106 πόντοι) “Νομίζω ότι το αποτέλεσμα τους δικαιώνει για άλλη μια φορά και όσο ο Tuomas έχει υγεία, έμπνευση και αυτή την ομάδα από πίσω του, εγώ προσωπικά δεν φοβάμαι για την ποιότητα των μελλοντικών ΝΙGHTWISH δίσκων.”
(8 / 10, Γιάννης Παπαευθυμίου, μέρος ομαδικής κριτικής)
12. BLOOD INCANTATION – “Absolute elsewhere” (108 πόντοι) “Ως πρώτη απόπειρα συγχώνευσης αυτών των δύο κόσμων, του βορβορώδους death metal και του κοσμικού art/progressive rock, το αποτέλεσμα κρίνεται απολύτως πετυχημένο και προκαλεί την ίδια στιγμή ανυπομονησία για το επόμενο πόνημά τους.”
(9 / 10, Κώστας Αλατάς)
11. TRIUMPHER – “Spirit invictus” (121 πόντοι) “Ξέχωρα από το ποιος κρατά τα σκήπτρα του επικού μεταλλικού ήχου εν έτει 2024, οι TRIUMPHER έχουν πετύχει κάτι το φαινομενικά πολύ δύσκολο, ως και περίπου ακατόρθωτο: Να φτιάξουν δικό τους ήχο. Να παίζουν ένα συντριπτικό “TRIUMPHER metal”. Και αυτό, να είσαι βέβαιος πως ο μουσικός ιστορικός του μέλλοντος, θα το εκτιμήσει πιότερο από όλα.”
(9,5 / 10, Δημήτρης Τσέλλος)
Τη Δευτέρα, θα ανακοινώσουμε τη συνέχεια της λίστας, με τα άλμπουμ που βγήκαν στις θέσεις 6 – 10.
Συνεπείς, εξελισσόμενοι δίσκο με δίσκο και πάντα ποιοτικοί, οι DESERT NEAR THE END, επιστρέφουν στην εκπνοή της χρονιάς, με το “Tides of time”. Τα του δίσκου όπως τα ακούσαμε, τα περιγράφουμε στην κριτική που διαβάσατε ήδη. Το ROCK HARD άδραξε την ευκαιρία να μιλήσει με τον μπασίστα του σχήματος Άκη Πρασινίκα, για όλα όσα λαμβάνουν χώρα στο στρατόπεδο του σχήματος.
Γεια σας παιδιά, καλωσορίσατε στο ROCK HARD! Τα θερμά μου συγχαρητήρια, πολύ δυνατός και φιλόδοξος ο νέος σας δίσκος “Tides of time”! Καλοτάξιδος να ευχηθώ!
Σε ευχαριστούμε πολύ! Είναι αρκετά ιδιαίτερος δίσκος και για εμάς και χαιρόμαστε πολύ που καταφέραμε να βγει όπως θέλαμε. Είναι το δικό μας άλμπουμ της “καραντίνας”! Δεν βγήκε τότε μεν αλλά τότε γράφτηκε.
Ως τώρα που γίνεται η συνέντευξη, έχει βγει μόνο το “Oceans of time”. Από τα πλέον ευθεία κομμάτια του δίσκου, δίνει κατευθείαν το στίγμα του. Πέραν αυτού όμως, με ποιο σκεπτικό επιλέχθηκε εκείνο;
Με αυτό το σκεπτικό ακριβώς επιλέχθηκε! Είναι από τα επιθετικά κομμάτια του άλμπουμ αλλά ταυτόχρονα έχει και την πιο μελωδική/ατμοσφαιρική προσέγγιση που επιχειρήσαμε σε αυτόν τον δίσκο. Άρα πατάει και στο παρελθόν μας και στο σήμερα οπότε ήταν από την αρχή υποψήφιο για πρώτο δείγμα του νέου υλικού. Από την άλλη πλευρά το επόμενο κομμάτι που θα βγει ακριβώς πριν κυκλοφορήσει το άλμπουμ, άρα θα έχει βγει κι αυτό μέχρι να δημοσιευθεί αυτή η κουβέντα, είναι το ακριβώς αντίθετο! Είναι μια μπαλάντα, κάτι που έχουμε να επιχειρήσουμε πολλά χρόνια, αλλά ταυτόχρονα και ένα από τα πιο DESERT NEAR THE END στην καρδιά τραγούδια που έχουμε δημιουργήσει ποτέ!
“Tides of time” ο τίτλος. Σύμφωνα με το Δελτίο Τύπου, παρότι δεν είναι concept άλμπουμ, καταπιάνεται με “την ανθρωπότητα, το πεπρωμένο και τις δυνάμεις της ιστορίας που μας διαμορφώνουν”. Άρα, πρόκειται περί θεματικού δίσκου θα λέγαμε;
Δεν θα το έλεγα ακριβώς θεματικό… Δεν υπάρχει κάποιο κοινό θέμα πίσω από τα τραγούδια πέρα από την ιδέα της θνητότητας ή της πτώσης αν προτιμάς, πραγμάτων και αξιών, αλλά και αυτό είναι δοσμένο μέσα από το φίλτρο άλλων ιστοριών είτε πραγματικών, όπως η πολιορκία και η πτώση μιας πόλης, είτε μέσα από αγαπημένα βιβλία, ταινίες και κόμικς. Αν ψάξει κανείς στους στίχους του άλμπουμ θα βρει αναφορές σε Moorcock, σε Conan, σε Excalibur αλλά και στο Camelot 3000! Οπότε ίσως όχι θεματικό αλλά σίγουρα έχει μια “ατμόσφαιρα” αν θέλει κανείς να την βρει!
Θεματικό άλμπουμ, που ενισχύεται από το εξαίρετο εξώφυλλο του Παναγιώτη Βλάμη, ενώ το layout ανέλαβε ο γνωστός και μη εξαιρετέος Γιάννης Νάκος. Φαίνεται “κλασσικό” και μοντέρνο συνάμα. Ποια ήταν η αρχική ιδέα πίσω από αυτό;
Με τον Παναγιώτη, ο οποίος είναι παιδικός μου φίλος, έχουμε συνεργαστεί άλλες δύο φορές, στα εξώφυλλα του “Theater of war” και του “Dawning of the son” οπότε ήταν σχεδόν μονόδρομος του να του ζητήσουμε να μας κάνει το “Tides of Time” ειδικά λαμβάνοντας υπόψη την πιο επική/μελωδική κατεύθυνση του υλικού. Το κλασικό και μοντέρνο ταυτόχρονα στα αυτιά μου ακούγεται σαν διαχρονικό! Και πιστεύω ότι με το να είναι φτιαγμένο στο χέρι, αλλά με ένα ξεκάθαρα προσωπικό στυλ, το πετυχαίνει. Όσο για το θέμα του εξωφύλλου αναφέρεται στο opening track του άλμπουμ “City of eternal flame”. Όσο για τον Γιάννη τι να πω… Διαχρονική αξία με ότι και ασχοληθεί! Έχουμε κάνει μαζί εξώφυλλα, μπλούζες ακόμα και το logo μας οπότε άλλη μια αυτονόητη επιλογή!
Όπως είπα και στην αρχή, μιλάμε για ένα πολύ φιλόδοξο, σχεδόν σινεματικό άλμπουμ με έντονη όσο ποτέ την ατμόσφαιρα. Συνθετικά ωστόσο, τι άλλο κάνατε διαφορετικά αυτή τη φορά, ακόμα και σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν σας;
Δεν λειτουργήσαμε διαφορετικά, η διαδικασία ήταν ακριβώς η ίδια, έγραψα την μουσική και έφτιαξα demo για όλα τα τραγούδια, τα έδωσα στον Αλέξανδρο για να δουλέψει τα φωνητικά και μετά κάναμε αλλαγές όπου χρειάζονταν και στο τέλος γράφτηκαν οι στίχοι, ακριβώς όπως στα προηγούμενα τρία άλμπουμ! Αυτό που διαφέρει λίγο αυτή την φορά είναι ότι τα τραγούδια τα ίδια έβγαιναν λίγο διαφορετικά από την αρχή, πιο αργά, πιο ατμοσφαιρικά, πιο μελωδικά αν θες. Και σίγουρα κάτι που δεν θα έκανα ποτέ είναι να αλλάξω τις ιδέες όταν από μόνες τους ήθελαν να πάνε κάπου αλλού! Μπορεί να ήταν και υποσυνείδητη επιθυμία μου να πατηθεί λίγο φρένο γιατί είχαμε γίνει μια κινητή τενοντίτιδα! Πάντως χαίρομαι που προέκυψε φυσικά όλο αυτό γιατί αν έπρεπε να βγάλω κομμάτια σαν του προηγούμενου άλμπουμ, μας που παρεμπιπτόντως είναι και το αγαπημένο μου, θα κατέληγα να αντιγράψω τον εαυτό μου και να πρέπει να βρω τρόπο να μην ακούγεται αυτό!
Παρθενική κυκλοφορία από την Πολωνική Theogonia Records. Μια εταιρεία που έχει αγκαλιάσει το νεότερο αίμα της σκηνής μας (SEREMENT, AMONGRUINS, HYPNAGOGIA, CULT OF ORPIST αναφέρονται ενδεικτικά). Έπαιξε ρόλο αυτό στην απόφαση σας να συνεργαστείτε μαζί τους ή ήταν ούτως ή άλλως στις εταιρείες που είχατε κατά νου να προσεγγίσετε;
Την είχαμε ήδη κατά νου λόγω της κυκλοφορίας των AMONGRUINS που είναι πολύ φίλοι αλλά δεν ήμασταν σε φάση να προσεγγίσουμε κάποια εταιρεία ακόμα, το άλμπουμ ήταν σε πρώιμη μορφή ακόμα και όλα έμοιαζαν λίγο μακρινά. Τότε εντελώς στα ξαφνικά ήρθαν σε επαφή μαζί μας για να συζητήσουμε μια πιθανή συνεργασία και τότε όλα πήραν τον δρόμο τους τρέχοντας! Όλα έχουν πάει περίφημα με την Theogonia Records! Εμφανίστηκαν στον δρόμο μας ακριβώς την κατάλληλη στιγμή και πρέπει να ευχαριστήσω τον Μάκη Κύρκο προσωπικά και για το ενδιαφέρον του και την υποστήριξη!
Έχοντας έρθει σε επαφή με τη μουσική σας (σε συναυλιακό επίπεδο κυρίως), σε διάφορες φάσεις του σχήματος, παρατηρώ μια εξέλιξη του ύφους σας, σε ένα ιδιαίτερο power/thrash, με αρκετή αγάπη για τον ακραίο ήχο. Αυτά τα στοιχεία, πως μπόρεσαν εν τέλει να βρουν το δρόμο τους στη μουσική σας;
Ήρθε πολύ φυσικά, ποτέ δεν σκεφτήκαμε το τι θα βάλουμε ή το πώς θα ακουστεί ή αν μας κολλάει, σε μας ή σε κάποιο ασαφές ηχητικό στρατόπεδο που μπορεί να ανήκουμε. Δεν έχουμε κρύψει ποτέ σε όσους μας ξέρουν και βγάζει και “αυτί” ηχητικά που λένε, ότι οι μεγαλύτερες μας αγάπες είναι οι BLIND GUARDIAN, οι ICED EARTH, οι MANOWAR, οι CANDLEMASS όπου αν βάλεις και τους VIRGIN STEELE έχεις την ιερή πεντάδα των DESERT NEAR THE END! αλλά ακριβώς μετά έρχονται οι ROTTING CHRIST, οι KREATOR, οι EMPEROR, οι NILE και τόσοι άλλοι οπότε είναι αναμενόμενο όλα αυτά να βρουν τον δρόμο τους, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, στην μουσική μας. Και σε μένα προσωπικά δεν είναι αντικρουόμενα όλα αυτά, αναλόγως την στιγμή και ανεξάρτητα από το ποιο είναι πιο “αγαπημένο”, μπορούν να μιλήσουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.
Μιλώντας για εξέλιξη, δεν μπορούσα να μην σταθώ στους δύο καλεσμένους που προσθέσανε τη δική τους νότα στο δίσκο: την Ruby Bouzioti και τον Nik Rock. Πως προέκυψαν οι δύο αυτές συνεργασίες;
Εύκολα! Η Ruby είχε τραγουδήσει και στο προηγούμενο άλμπουμ μας “Dawning of the Son” στο τραγούδι “Break the chains” και το αποτέλεσμα μας είχε αφήσει τόσο ευχαριστημένους που ήταν φυσικό να το επαναλάβουμε, σε ένα αρκετά διαφορετικό τραγούδι αυτή την φορά, αλλά κατά την γνώμη μου με το ίδιο καλά αποτελέσματα! Όσο για τον Νίκο είναι ο πρώτος μας κιθαρίστας και αυτός που μας έμαθε ότι ξέρουμε για ψηφιακές ηχογραφήσεις και ότι άλλο πάει μαζί τους και είναι silent partner σε όλα μας τα άλμπουμ και συγκεκριμένα το σημείο που συμμετέχει είχε πρώτο γραφτεί πριν πολλά χρόνια και ήταν λογικό να το επαναλάβουμε μαζί του τώρα που μπήκε επιτέλους σε άλμπουμ. Πρόσφατα ανοίξατε για WITHERFALL. Ποιες οι εμπειρίες που αποκομίσατε από μια εμφάνιση σαν κι αυτή;
Πήγαν όλα καλά οπότε αυτό από μόνο το κάνει καλή εμπειρία! Ήταν σημαντικό live για εμάς γιατί είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε για πρώτη φορά αρκετά τραγούδια από το καινούριο άλμπουμ και να τα τεστάρουμε στο σανίδι και μας έβγαλαν ασπροπρόσωπους! Αλλά ήταν όλα καλά η διοργάνωση άψογη και οι WITHERFALL πολύ καλά άτομα πέρα από μουσικοί και άξιζαν σίγουρα να έχουν περισσότερους κόσμο αλλά λίγοι και καλοί!!
Ποια τα επόμενα σχέδια των DESERT NEAR THE END με το άλμπουμ προ των πυλών;
Όσα περισσότερα live μας δοθεί η δυνατότητα να κάνουμε!
Αυτά από εμένα κύριοι, σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας. Ο επίλογος είναι δικός σας!
Σε ευχαριστούμε για την συνέντευξη και θέλουμε επίσης να ευχαριστήσουμε πάρα πολύ όποιον και όποια αφιέρωσε λίγο χρόνο στην μουσική μας και ελπίζουμε να ευχαριστηθούν το καινούριο υλικό και όπως λέμε πάντα: Follow the path across the Desert!
Συνεχίζουμε την αντίστροφη μέτρηση για τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς, όπως τα ψήφισε η συντακτική ομάδα του Rock Hard. Σειρά έχουν οι δίσκοι που βρέθηκαν στις θέσεις από τη 16η μέχρι την 20η.
(Ο τρόπος βαθμολόγησης είναι ο εξής: Σε κάθε λίστα ο πρώτος δίσκος παίρνει 20 βαθμούς, ο δεύτερος 19, ο τρίτος 18 κ.ο.κ. Για κάθε επανεμφάνιση σε λίστα, υπάρχει bonus δύο βαθμών. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, μετράμε α) ποιος δίσκος υπάρχει σε περισσότερες λίστες και β) ποιος είχε υψηλότερη θέση).
20. LUCIFER – “Lucifer V” (80 πόντοι) “Τουλάχιστον ισάξιο του “I”, το “V” είναι καλύτερο από όλα τα υπόλοιπα LUCIFER albums, χωρίς δεύτερη σκέψη και συζήτηση, κάτι που το κατατάσσει αυτομάτως ανάμεσα στις σπουδαίες κυκλοφορίες του vintage/retro κινήματος. Αλλά έχει ένα πολύ μεγάλο avantage, έναντι των προκατόχων του: Δεν χρειάζεται να είσαι 70s freak για να το λατρέψεις!”
(9,5 / 10, Δημήτρης Τσέλλος)
19. MOTHER OF MILLIONS – “Magna mater” (81 πόντοι) “Ένα έργο που σε καθηλώνει σε κάθε νότα του, σε ταξιδεύει, σε μαγεύει, σε προκαλεί να το ρουφήξεις μέχρι το μεδούλι. Κι εκεί που νομίζεις πως έχεις κατανοήσει το ποιόν του, έρχονται οι αλλεπάλληλες ακροάσεις να σου υπενθυμίσουν πως υπάρχει ακόμα άπλετο φως και σκοτάδι να ανακαλύψεις.”
(9 / 10, Γρηγόρης Μπαξεβανίδης)
18. TRIBULATION – “Sub rosa in aeternum” (83 πόντοι) “Αυτό είναι το άλμπουμ με το οποίο κάνουν αμέτρητα βήματα προόδου και με το οποίο o κατά τα άλλα κολλητός τους Papa Emeritus να νιώθει την καυτή ανάσα τους.”
(9,5 / 10, Γιώργος Κόης)
17. WITHERFALL – “Sounds of the forgotten” (83 πόντοι) “Με το “Sounds of the forgotten”, το power metal που λατρεύουμε, έρχεται εις γάμου κοινωνίαν με το progressive που μας λείπει. Με το “Sounds of the forgotten”, το metal ως ολότητα, αποθεώνεται. Τί μουσική, τί ήχος, τι άλμπουμ… τι μπάντα!”
(9 / 10, Δημήτρης Τσέλλος)
16. SUICIDAL ANGELS – “Profane prayer” (88 πόντοι) “Μια μπάντα που κάποτε, προ δεκαπενταετίας τουλάχιστον, άνοιξε το δρόμο για όλους να ξαναπαίξουν thrash και να προσέξουν τη χώρα μας ως μια thrash σκηνή, πλέον εκτός του ότι την εκπροσωπεί επάξια σαν εμπορικό μέγεθος στο εξωτερικό, δεν δρέπει αποκλειστικά και μόνο τις δάφνες του παρελθόντος της, αλλά κοιτάζει μπροστά με αισιοδοξία, με φρεσκάδα μα και δολοφονικό ένστικτο.”
(8,5 / 10, Γιάννης Σαββίδης)
Αύριο, θα ανακοινώσουμε τη συνέχεια της λίστας, με τα άλμπουμ που βγήκαν στις θέσεις 11-15.
Φτάνει το τέλος της χρονιάς και όπως συμβαίνει εδώ και χρόνια, όλοι οι συντάκτες έφτιαξαν αυτό που σχεδόν όλοι μας αγαπάμε να κάνουμε. Να φτιάχνουμε λίστες, δηλαδή, με τα αγαπημένα μας άλμπουμ για το 2024. Αυτά που γουστάραμε και ακούσαμε περισσότερο. Κληθήκαμε, λοιπόν, και φέτος να στείλουμε τα 20 αγαπημένα τους άλμπουμ και τις 3 μεγαλύτερες απογοητεύσεις μας, τα αποτελέσματα έχουν ήδη βγει και ξεκινάμε από σήμερα την αντίστροφη μέτρηση, που θα διαρκέσει πέντε ημέρες. Ξεκινάμε με τις θέσεις 21-25.
Ο τρόπος βαθμολόγησης είναι ο εξής: Σε κάθε λίστα ο πρώτος δίσκος παίρνει 20 βαθμούς, ο δεύτερος 19, ο τρίτος 18 κ.ο.κ. Για κάθε επανεμφάνιση σε λίστα, υπάρχει bonus δύο βαθμών. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, μετράμε α) ποιος δίσκος υπάρχει σε περισσότερες λίστες και β) ποιος είχε υψηλότερη θέση.
25. DARK TRANQUILLITY – “Endtime signals” (74 πόντοι) Από τους κορυφαίους δίσκους των τελευταίων ετών από τους αγαπημένους Σουηδούς, με ανανεωμένη σύνθεση που δείχνει να έχει δώσει νέο αέρα στο συγκρότημα.
24. CEMETERY SKYLINE – “Nordic gothic” (75 πόντοι)
“Από τους δίσκους αυτούς που θα τους λιώσεις στην αρχή και στα επόμενα χρόνια θα τους ανασύρεις μια στο τόσο για να περάσεις καλά. Αυτό άλλωστε δεν είναι και το νόημα για να επενδύσεις σε ένα δίσκο χωρίς να μετανιώσεις για τα χρήματα που έδωσες;”
(8 / 10, Γιώργος Κόης)
23. DISSIMULATOR – “Lower form resistance” (77 πόντοι) Μακράν του δευτέρου, ο κορυφαίος δίσκος τεχνικού death/thrash ανήκει στο ντεμπούτο του Καναδέζικου τρίο από το Μόντρεαλ, που δείχνει ότι έχει τα φόντα να γράψει ιστορία.
22. ULCERATE – “Cutting the throat of God” (79 πόντοι)
Οι Νεοζηλανδοί death metallers, εδραιώνονται πλέον στα κορυφαία ονόματα του είδους με το πρόσφατο άλμπουμ τους, αφήνοντας κι εξαιρετικές εντυπώσεις στις συναυλίες τους επί ελληνικού εδάφους.
21. CRYPT SERMON – “The Stygian rose” (79 πόντοι) “Ο δίσκος αυτός είναι ικανότατος στο να ενθουσιάσει και να οδηγήσει σε αντιδράσεις υπέρμετρου θαυμασμού.”
(9 / 10, Δημήτρης Τσέλλος)
Αύριο, θα ανακοινώσουμε τη συνέχεια της λίστας, με τα άλμπουμ που βγήκαν στις θέσεις 16-20.
Μετά την επανένταξη παλαιότερων μελών στο προηγούμενο άλμπουμ τους, οι Δανοί KONKHRA επιστρέφουν δισκογραφικά, πέντε χρόνια μετά, με το “Sad plight of Lucifer”. Από την αρχή της καριέρας τους οι KONKHRA είχαν μία αρκετά πιο μοντέρνα υφή συγκριτικά με άλλα συγκροτήματα της γενιάς τους στο πως απέδιδαν το thrashy death metal τους, έχοντας ένα αξιόλογο σερί κυκλοφοριών στα 90s.
Στο “Weed out the weak” του 1997 θα θυμούνται κάποιοι τη συμμετοχή των James Murphy (DEATH, OBITUARY, DISINCARNATE) και Chris Kontos (MACHINE HEAD, FORBIDDEN, ATTITUDE ADJUSTMENT) σε κιθάρα και τύμπανα αντίστοιχα. Στην όγδοη κυκλοφορία τους οι KONKHRA αν και ακούγονται αμετανόητα σταθεροί στο μουσικό τους ύφος, ίσως το «μοντέρνο» στοιχείο που τους χαρακτήριζε πάντα να ακούγεται παρωχημένο σε κάποιους πλέον και το death metal τους λιγότερο ακραίο τουλάχιστον από τον προκάτοχό του.
Αν ψάχναμε να παρομοιάσουμε το “Sad plight of Lucifer” με κάποιο παραπλήσιο άλμπουμ αυτό θα ήταν το “Demonic” των TESTAMENT, υιοθετώντας τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά που το χαρακτηρίζουν ως κυκλοφορία, εκτός των προφανών επιρροών από τους Bay Area thrashers. Έχει γίνει αρκετά καλή δουλειά στις κιθάρες με όμορφα μελωδικά περάσματα κυρίως στα lead, ομαλές διακυμάνσεις σε ταχύτητα και καφρίλα και αρκετά ισορροπημένο στο πως διατηρούν τις MORBID ANGEL/GOREFEST επιρροές τους με τις πιο THE HAUNTED αναφορές.
Πρόκειται για κλασικό παράδειγμα groove-άτου σκανδιναβικού extreme metal, όπως το συναντούσαμε αρκετά συχνά στα μέσα των 90s με τους KONKHRA ως πρεσβευτές του εν λόγω ήχου να απευθύνονται αποκλειστικά στο ακροατήριο που αρέσκεται σε αυτόν.
Ο King Diamond κυκλοφόρησε μόλις το νέο του single, “Spider Lilly”. Το επίσημο μουσικό βίντεο για το κομμάτι, το οποίο σκηνοθέτησε η My Good Eye Visuals, μπορείτε να παρακολουθήσετε παρακάτω.
Το “Spider Lilly” αποτελεί το πρώτο single και βίντεο από την επερχόμενη τριλογία τρόμου του King Diamond, το πρώτο μέρος της οποίας φέρει τον τίτλο “Saint Lucifer’s Hospital 1920”. Η πρώτη συνεργασία στο mixing με τον Arthur Rizk, ο οποίος έκανε και το mastering του κομματιού, έχει αποδώσει έναν απίστευτα ισχυρό ηχητικό καμβά. Η μουσική και οι στίχοι ανήκουν στον King Diamond.
Το lineup της ηχογράφησης του “Spider Lilly” παραμένει ίδιο: o King Diamond στα κύρια και δεύτερα φωνητικά καθώς και στο Hammond, οι Andy La Rocque και Mike Wead στις κιθάρες, ο Pontus Egberg στο μπάσο κι ο Matt Thompson στα τύμπανα. Επίσης, υπάρχει ειδική συμμετοχή από τη Δανή τραγουδίστρια Myrkur, η οποία προσθέτει εκπληκτικά δεύτερα φωνητικά.
Ένα μέρος του νέου βίντεο για το “Spider Lilly” γυρίστηκε στο στοιχειωμένο Pennhurst Asylum έξω από τη Φιλαδέλφεια, κατά τη διάρκεια μιας μέρας ξεκούρασης στην πρόσφατη περιοδεία της μπάντας στη Βόρεια Αμερική, δύο μέρες πριν το Halloween. Εκείνη τη μέρα συμμετείχαν μόνο ο King Diamond και η ηθοποιός Jodi Cachia, μαζί με τον παραγωγό David Brodsky, την Allie Woest και το εξαιρετικό συνεργείο τους.
«Τι σκοτεινή αλλά υπέροχη εμπειρία», δηλώνει ο King. «Ελπίζω να μην είναι το τελευταίο βίντεο που θα μπορέσουμε να γυρίσουμε εκεί».
Ήδη υπάρχουν πολλές ιστορίες που περιμένουν να ειπωθούν για όλα όσα συνέβησαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη γέννηση του τραγουδιού “Spider Lilly”…
MY DYING BRIDE. Τα νέα της προσωρινής παύσης του συγκροτήματος που τόσο πολύ αγαπά όχι μόνο το Ελληνικό κοινό αλλά και κάθε φίλος της καλής μουσικής και της γοτθικής ατμόσφαιρας απανταχού, προ καιρού ανακοίνωσε μια απόφαση του η οποία πάγωσε τους προαναφερθέντες. Σε αυτήν την αρκετά «μαγκωμένη» ανακοίνωση, οι εκ των μαέστρων της μελαγχολίας, ανακοίνωσαν την προσωρινή παύση των δραστηριοτήτων της μπάντας, κι εν τέλει την επαναδραστηριοποίησή τους, δίχως όμως τον Aaron Stainthorpe. Αυτό, παρότι δυσάρεστο, τουλάχιστον όσον αφορά το στρατόπεδο των MY DYING BRIDE, έδωσε χώρο και χρόνο στα μέλη της μπάντας να απασχοληθούν δημιουργικά εκτός του βασικού τους συγκροτήματος.
Περίπου ενάμιση χρόνο πριν, ο εμβληματικός frontman των MY DYING BRIDE, ανακοίνωσε λιτά και απέριττα την δημιουργία ενός σχήματος, το οποίο θα ονομαζόταν HIGH PARASITE. Μία διόλου κολακευτική για το ανθρώπινο είδος ονομασία, καθώς αυτό που το όνομα του συγκροτήματος θέλει να εννοήσει είναι ότι, η ανθρωπότητα δεν είμαστε παρά το κυριότερο και καταστροφικότερο είδος παρασίτου επί γης.
Οι HIGH PARASITE, δεν είναι μία side project μπάντα του Aaron Stainthorpe, είναι μία καινούργια ολοκληρωμένη οντότητα, με κανονική μορφή. Ένα ολοκαίνουργιο σχήμα, με κανονικά μέλη. Και μάλιστα πολύ ενδιαφέροντα μέλη. Με τον Jonny Hunter των BLACK FALCON στις κιθάρες, τον Dan Brown (ex – IRONTOOTH) στα τύμπανα, τον Sam Hill των HELLBOUND HEARTS στις ρυθμικές κιθάρες και φυσικά τον Tombs (aka Danny Lambert), επίσης των HELLBOUND HEARTS και NIGHTSHADOWS LAMENT στο μπάσο, τις κιθάρες αλλά και τα δεύτερα φωνητικά. Ο ρόλος του Tombs μάλιστα, δεν τελειώνει εδώ, καθώς είναι και ο βασικός συνθέτης της μουσικής των HIGH PARASITE, με το μεγαλύτερο μέρος των τραγουδιών, να φέρουν την υπογραφή του.
Αν όλα τα παραπάνω δεν είναι ενθαρρυντικά για το ξεκίνημα των Βρετανών, ίσως το παρακάτω να αποτελέσει ακόμα ένα κίνητρο.
PARADISE LOST. Ακόμα ένα συγκρότημα εκ των τριών της Peaceville. Ηγέτες του ήχου τους. Βασικός συνθέτης τους ο Gregor Mackintosh, βασικός στιχουργός ο Nick Holmes. Πως συνδέονται όμως τώρα εδώ; Η παραγωγή του “Forever we burn”, όπως ονομάζεται το ντεμπούτο άλμπουμ των HIGH PARASITE, είναι δουλειά του Greg. Και επειδή ίσως ούτε και αυτό να είναι αρκετό, έχει βάλει το θεϊκό αριστερό του χέρι και στις συνθέσεις του δίσκου. Η ακρόαση του “Wasn’t human”, του τέταρτου τραγουδιού του άλμπουμ, αποτελεί την πιο ξεκάθαρη απόδειξη αυτού.
Τι μας παρουσιάζει το “Forever we burn” όμως; Ή καλύτερα, τι καινούργιο μας παρουσιάζει; Πρόκειται για έναν δίσκο ο οποίος ναι μεν έχει στοιχεία MY DYING BRIDE (δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς άλλωστε), αλλά η τυπική μελαγχολία των BRIDE, το αργόσυρτο και θανατερό ύφος τους και οι μακρόσυρτες συνθέσεις, εδώ είναι απούσες. Το άλμπουμ είναι απίστευτα άμεσο, με συνθέσεις μικρότερες των πέντε λεπτών. Τα δέκα τραγούδια του, τρέχον σε μόλις σαράντα τρία λεπτά. Αυτό, πέραν της παρουσίας του Tombs και του καθοριστικού του ρόλου, δείχνει και την θέληση του Stainthorpe να κάνει κάτι διαφορετικό. Να φύγει από το κλίμα των MY DYING BRIDE και να παρουσιάσει ιδέες του που δεν θα μπορούσαν ίσως να παρουσιαστούν με το κυρίως συγκρότημά του.
Γοτθική ατμόσφαιρα, φωνητικά από growl μέχρι μελωδικά και καθαρά, μελωδίες κοφτές και απόλυτες, αλλά και ταξιδιάρικα σημεία πιο ατμοσφαιρικά. Μία ατμόσφαιρα που φαίνεται να αρχίσει να χτίζεται με το ομώνυμο opener, τουλάχιστον στα πρώτα δευτερόλεπτα του, γιατί με το που μπαίνει ο Stainthorpe και ο βρυχηθμός του, όλα έρχονται τα πάνω – κάτω. Electro-pop, σχετικά αδιόρατα στοιχεία και gothic ατμόσφαιρα βγαλμένη ξεκάθαρα από τα 90s, εμπνευσμένες συνθέσεις και μια δημιουργική διάθεση από την μπάντα, που είναι τόσο προφανής που δείχνει ότι οι Βρετανοί δεν είναι απλά περαστικοί από την δισκογραφία.
Ναι, αξίζει τον κόπο και της προσοχής σας. Και με το παραπάνω.
Πως τα φέρνει έτσι η ζωή τα τελευταία 10 χρόνια πάνω κάτω, οι Αθηναίοι DESERT NEAR THE END βρίσκονται διαρκώς στο δρόμο μου, συναυλιακά κατά κύριο λόγο. Πότε όταν ανοίγουν τους WOLFHEART, πότε όταν ανοίγουν τους WITHERFALL, πότε όταν ανοίγουν τους FLOTSAM AND JETSAM, ο μοντέρνος power/thrash ήχος τους με τα έντονα ακραία γνωρίσματα που πατάει και στη παράδοση και στο “σήμερα”, τους καθιστά πολύ ωραία επιλογή για να “κουμπώσουν” με την ηχητική κατεύθυνση πλείστων όσων μπαντών. Ειδικά με WITHERFALL, δεν μπορούσα να φανταστώ ιδανικότερο support (ίσως τους SUNBURST). Η δε δισκογραφική τους εξέλιξη, τους έχει αναγάγει σε υπολογίσιμη δύναμη στην ελληνική σκηνή, μια και έχουν φτιάξει ένα δικό τους ήχο.
Δύο μόλις χρόνια μετά το “The dawning of the son”, επιστρέφουν με το “Tides of time”, που μόλις κυκλοφόρησε μέσω της Πολωνικής Theogonia Records. Η εν λόγω εταιρεία, έχει ήδη δείξει τη στήριξη της σε ελληνικές μπάντες (SEREMENT, AMONGRUINS, HYPNAGOGIA, CULT OF ORPIST αναφέρονται ενδεικτικά), οπότε εκτιμώ πως ήταν το επόμενο λογικό βήμα για το σχήμα. Ένα σχήμα που ανοίγει φιλόδοξα το άλμπουμ με το σχεδόν 8λεπτο “City of eternal flame”. Πολύ δύσκολο να κερδίσεις το ενδιαφέρον του ακροατή από την αρχή με κάτι τέτοιο. Ετούτο το άσμα ωστόσο, με την επική του διάθεση που περικλείει μέσα του τους πρώιμους, ορθόδοξους ICED EARTH και death/black σφήνες, το πετυχαίνει και με το παραπάνω.
Τα “Ascension” και “Oceans of time” (πρώτο single κιόλας – σοφή επιλογή θα πω εγώ), σε μικρότερη διάρκεια, φανερώνουν πόσο δυνατοί είναι όταν thrash-άρουν (κάτι που τους κάνει και άκρως συναυλιακό σχήμα). Και κάπου εδώ, εμφανίζεται ο έντονος λυρισμός και η περιπετειώδης διάθεση με τα “Children of lethe” και “Half-learned and long forgotten” (τι ωραίο, στακάτο riffing) να σε ταξιδεύουν, με τη δραματική φωνή του Αλέξανδρου Παπανδρέου πάνω από όλα τα ενδιαφέροντα που λαμβάνουν χώρα συνθετικά. Κερασάκι στη τούρτα, οι χορωδίες και τα κινηματογραφικού τύπου εφέ, που το κάνουν να ακούγεται σαν soundtrack ταινίας σε σημεία! Ακούστε το “Sunset fields” για παράδειγμα.
Λίγο πριν το τέλος μας περιμένουν άλλα δύο μακροσκελή κομμάτια “Burn like the sun, shine like the dawn” και “Damnation”. 7 λεπτά το ένα, σχεδόν 8 λεπτά το άλλο. Κι όμως, κυλάνε νεράκι, χωρίς να βαριέσαι, με όμορφες αλλαγές που κρατάνε το ενδιαφέρον, σαν να αφηγούνται μια ιστορία που σε διατηρεί “εκεί” ως το τέλος. Χώρια που αναπνέει υπέροχα το μπάσο είχε κάτω από τις κιθάρες, είτε στα στακάτα σκασίματα (αυτά μου αρέσουν!). Στο δε “Damnation”, ακούμε μέχρι και γυναικεία φωνητικά από την Ruby Bouzioti, σε ένα πολύ όμορφο ντουέτο που προσδίδει μια άλλη διάσταση στο κομμάτι. Πολύ ωραία επιλογή θα πω εγώ! Και όπως με κάθε κινηματογραφική εμπειρία, ήρθε η ώρα για τους “τίτλους τέλους”, την “αυλαία” που λέμε.
Άλλος ένας καλεσμένος υπό το όνομα Nik Rock στις ακουστικές κιθάρες που ακούμε στο “In the north of every man’s heart..”. Ένα κομμάτι που ακούγεται σαν ένα μεγάλο outro του δίσκου, αποφορτίζοντας τον ακροατή εν τέλει μετά από 56 λεπτά μουσικής. Συνοψίζοντας, οι DESERT NEAR THE END, εξέλιξαν έτι περαιτέρω τον ήχο τους με το “Tides of time”, προλαβαίνοντας να ρίξουν αυτό που λέμε “γκολ στο ‘90”, μια και ο δίσκος βγαίνει στην εκπνοή της χρονιάς, προσθέτοντας έναν ευχάριστο “πονοκέφαλο” σε όσους θέλουν να φτιάξουν λίστα με τα αγαπημένα της χρονιάς τους. Παράλληλα, επιβεβαιώνει το σταθερά υψηλό επίπεδο της σκηνής μας τα τελευταία 10-15 χρόνια. Εύγε!