Thursday, March 20, 2025
Home Blog Page 28

A day to remember… 28/11 [BOLT THROWER]

0
Bolt Thrower

Bolt Thrower

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “…For victory” – BOLT THROWER
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1994
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Earache
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Colin Richardson
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Karl Willets
Κιθάρες – Gavin Ward
Κιθάρες – Baz Thomson
Μπάσο – Jo Bench
Drums – Andrew Whale

Μετά το καταστροφικό “Warmaster” (1991) που τους απομάκρυνε έτι περαιτέρω από το grindcore παρελθόν τους, αλλά και το πιο ογκώδες και απλωμένο σε διάρκεια “The IVth crusade” (1992) (συνέπεια του ότι άκουγαν πολύ TROUBLE και CANDLEMASS κατά δήλωση τους – και πολύ καλά έκαναν!), οι Βρετανοί ταγματάρχες του death metal BOLT THROWER βρίσκονται σε τρομακτικό φεγγάρι συνθετικά. Το θέμα είναι ποιο θα είναι το τρίτο και φαρμακερό χτύπημα τους με αυτό το νέο πρόσωπο. Η απάντηση, δίνεται με έναν από τους τρεις αγαπημένους μου δίσκους στην ιστορία του σχήματος. Το κολασμένο “…For victory” που κυκλοφόρησε μια μέρα σαν τη σημερινή, πριν 30 ολόκληρα χρόνια. Στο τιμόνι εκ νέου ο Colin Richardson, εγγυώμενος έναν καταστροφικό ήχο σε ένα άλμπουμ που συνδύαζε την ορμή του “Warmaster” αλλά και την doom-ίλα του “The IVth crusade” σε ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα ούτε 40 λεπτών.

Ιαχές πολέμου στο εισαγωγικό “War”, προκειμένου να μπει η πυροβολαρχία του “Remembrance” και να σε πετάξει κατευθείαν στα χαρακώματα (ή αλλιώς τη συναυλία του Gagarin το 2010), όπου άμα βγεις ζωντανός, θα έχεις να το διηγείσαι! Το “When glory beckons” όπως και το “Lest we forget” (THE BITTERNESS REMAINS – δεν ξεχνάμε, δεν συγχωρούμε!) διαλύουν περαιτέρω τη σπονδυλική σου στήλη, ενώ το δε ομώνυμο κομμάτι είναι υπερλατρεμένο για όλη του την αρχοντική γκρούβα (FACE THE CONSEQUENCE ALONE WITH HONOUR VALOUR PRIIIIDE) με άκρως συγκινητικούς στίχους για όσους στρατιώτες πορεύθηκαν εις νίκην (και συχνά, εις μάτην). Κρυφό χαρτί στη γκρούβα του δίσκου το ΑΣΗΚΩΤΟ “Silent demise” που σε κάνει να γρυλλίζεις το τίτλο παρεούλα με τον Willets. Κάπου στο “Graven image” είναι το αγαπημένο μου solo του δίσκου, με αυτό το tapping στην αρχή να κάνει όλη τη δουλειά.

Τι να πεις για το καταστροφικό “Forever fallen”, όπου ακούς τον Karl Willets να φωνάζει “ONWAAAAAAAAAAAAAAAAARDS” και τον ακολουθείς στα άρματα ωσάν πιστός στρατιώτης, σαν αυτούς που τόσο ύμνησε; Σαρωτικό άσμα ασμάτων, από αυτά που όταν παίζεται σε συναυλίες όλοι παίρνουν θέσεις μάχης και….ο σώζων εαυτόν σωθήτω! Το αυτό και με τα τελευταία κομμάτια του δίσκου “Tank (MK I)” (σαν τον ήχο που μας καταπλάκωσε ένα πράγμα!) και “Armageddon bound” που κλείνει κιόλας όμορφα το κύκλο που ξεκίνησε το “War”, με ηχητικά παρμένα από το πεδίο της μάχης, σαν να σου λέει “δεν τελειώνει εδώ ο πόλεμος, απλά σου έδωσα μια ιδέα του τι συμβαίνει εκεί”. Άλλος ένας ισχυρός συμβολισμός αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα, από αυτούς που είχαν σε περίσσευμα οι Βρετανοί άρχοντες.

30 χρόνια μετά, το τι έχει αλλάξει, είναι λίγο πολύ γνωστό. Οι BOLT THROWER έβγαλαν άλλους 3 δίσκους (“Mercenary” – 1998, “Honour – valour – pride” – 2001, “Those once loyal” – 2005), διέλυσαν ένα χρόνο μετά το θάνατο του drummer τους Martin Kearns το 2015, αφήνοντας πίσω ένα δυσαναπλήρωτο κενό στο συγκεκριμένο ύφος, ωστόσο πολλούς ορκισμένους οπαδούς, αλλά και σπουδαίες μπάντες του σήμερα, οι οποίες λάτρεψαν το ύφος τους και προσπάθησαν να τους πλησιάσουν (ηχητικά πρώτα, έπειτα ποιοτικά). Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι το πόσο ψηλά έχουμε στα μάτια μας τους BOLT THROWER σαν νοοτροπία και διαμάντια του Βρετανικού ακραίου ήχου σαν το “…For victory”. Το οποίο, περιγράφεται από το κάτωθι χωρίο από το ομώνυμο άσμα, με το οποίο και σας αφήνω.

THEY SHALL GROW NOT OLD, AS WE THAT ARE LEFT GROW OLD
AGE SHALL NOT WEARY THEM, NOR THE YEARS CONDEMN
AT THE GOING DOWN OF THE SUN, AND IN THE MORNING
WE WILL REMEMBER THEM!

Did you know that?

– Μια limited edition του δίσκου, περιέχει και το bonus live CD “Live war” από το Manchester το ‘92. Επίσης, το promo του δίσκου είχε ένα λάθος στο νούμερο καταλόγου (MOSH124), μια και σύμφωνα με τον επίσημο κατάλογο της Earache, αυτό το νούμερο αντιστοιχούσε σε κυκλοφορία των FUDGE TUNNEL.

– Τελευταίος δίσκος με τον Andrew Whale πίσω από τα τύμπανα, μετά από 8 χρόνια στο συγκρότημα. Οι δρόμοι του με τον Karl Willets θα ξανασυναντηθούν εσχάτως στους MEMORIAM (που φτιάχτηκαν εις μνήμην του διαδόχου του Whale, Martin Kearns – πως τα φέρνει η ζωή καμιά φορά…).

– Η φωτογραφία, είναι παρμένη κατά τον πόλεμο μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Αργεντινής στα νησιά Falkland το 1982, δείχνοντας Βρετανούς στρατιώτες να περπατούν. Επί προσωπικού, από τα αγαπημένα μου εξώφυλλα BOLT THROWER για τον ισχυρό του συμβολισμό και μόνο.

– Οι τελευταίοι στίχοι του ομώνυμου κομματιού, προέρχονται από ποίημα. Πιο συγκεκριμένα, το “For the fallen” του Laurence Binyon. Ένα ποίημα που γράφτηκε για τους πεσόντες της μάχης που έχασε η Μεγάλη Βρετανία στο Mons της Γαλλίας. Πρωτοδημοσιεύτηκε στους Times του Λονδίνου τον Σεπτέμβριο του 1914, αλλά συμπεριλαμβάνεται και στο βιβλίο του Binyon “The winnowing fan : poems on the great war” την ίδια χρονιά. Το ίδιο χωρίο που χρησιμοποίησαν οι BOLT THROWER, χρησιμοποιήθηκε σε πλάκα στο Stirling War Memorial στη Σκωτία (οι δύο τελευταίες στροφές), αλλά και σε άλλες περιοχές στο κόσμο, εις μνήμην των πεσόντων στο πεδίο της μάχης, ανά τα έτη.

Γιάννης Σαββίδης

A day to remember… 28/11 [PANZER]

0
Panzer

Panzer

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Send them all to hell” – PANZER
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2014
ΕΤΑΙΡΙΑ: Nuclear Blast
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: P.O. Pulver
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Schmier – φωνητικά, μπάσο
Herman Frank – κιθάρες
Stefan Schwarzmann – τύμπανα

Παλικάρι από τα λίγα ο Schmier. Ο ηγέτης των DESTRUCTION ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη του για το κλασικό heavy metal, ας μην ξεχνάμε ότι στην πρώιμη μορφή τους οι DESTRUCTION ήταν έντονα επηρεασμένοι από τους IRON MAIDEN, μέχρι να μπουν οι VENOM στη ζωή τους. Όταν λοιπόν του δόθηκε η ευκαιρία να συνεργαστεί με τους Herman Frank (ex- ACCEPT, νυν VICTORY) και Stefan Schwarzmann (ex-ACCEPT, ex- RUNNING WILD, ex- U.D.O. μεταξύ άλλων) σε ένα νέο project, δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη. Σαν σήμερα λοιπόν το 2014, οι τρεις αυτοί λεβέντες κυκλοφόρησαν κάτω από το όνομα PANZER το ντεμπούτο τους “Send them all to hell”.

Από τη σύνθεση των PANZER καταλαβαίνει κανείς ότι μιλάμε για ένα, τρόπον τινά, supergroup, κάτι που αυτόματα δημιουργεί από τη μία, απαιτήσεις, από την άλλη όμως υπάρχουν και οι επιφυλάξεις καθώς δεν είναι και λίγες οι ανάλογες περιπτώσεις που έχουν καταλήξει σε φιάσκο. Ευτυχώς όμως, στην περίπτωση των PANZER, δεν ισχύει κάτι τέτοιο.

Μουσικά το “Send them all to hell” δεν θα έλεγα ότι θυμίζει DESTRUCTION, εξάλλου θα ήταν άτοπο κάτι τέτοιο. Περισσότερο παραπέμπει στις πιο γρήγορες φόρμες metal σχημάτων όπως οι ACCEPT και οι JUDAS PRIEST. Προφανώς και υπάρχουν στιγμές όπου το άλμπουμ thrashίζει επικίνδυνα (πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι!) πάντα όμως σε πιο μελωδικές βάσεις, προσπαθώντας να δώσει το κάτι ξεχωριστό. Ακόμα και ο Schmier τραγουδά διαφορετικά από ό,τι μας έχει συνηθίσει στους DESTRUCTION, πάντα όμως σε οργισμένο και τσαμπουκαλεμένο ύφος.

Η αλήθεια είναι ότι όλα τα κομμάτια δεν στέκουν στο ίδιο επίπεδο, υπάρχουν ξεκάθαρα και κάποια fillers, στον αντίποδα όμως έχει και πολλές πωρωτικές κομματάρες. Σε αυτήν την κατηγορία σίγουρα θα βάλω τα καταιγιστικά “Death knell” και “Panzer”, το, σχεδόν thrash “Virtual collision” και τις προσωπικές μου αδυναμίες, το εξαιρετικό “Temple of doom” και το “Why?” το οποίο έχει μια έντονη JUDAS PRIEST αύρα, και αυτό μόνο καλό είναι! Ακόμη και τα υπόλοιπα κομμάτια που, κατά την δική μου εκτίμηση, δεν αγγίζουν το επίπεδο των προαναφερθέντων κρύβουν πολύ ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες όπως το πιασάρικο riff του “Mr. Nobrain” ή ο πομπώδης ρυθμός του “Hail and kill”.

Η απόδοση της τριάδας δεν είναι ανάγκη να σχολιαστεί. Πολύ όμορφα solos από τον Frank που ακούγεται απελευθερωμένος ενώ ο Schwarzmann είναι, όπως πάντα,  πραγματικός ογκόλιθος πίσω από τα τύμπανα. Όσο για τον Schmier… είναι ο Schmier. Λίγο διαφορετικός όπως προανέφερα, αλλά σκυλί του πολέμου. Το σημαντικό είναι ότι και οι τρεις μπαρουτοκαπνισμένοι μουσικοί φαίνεται να το διασκεδάζουν και αυτό ακούγεται στο τελικό αποτέλεσμα.

Σε γενικές γραμμές το “Send them all to hell” κρίνεται ως ένα πολύ ενδιαφέρον ντεμπούτο που ενδεχομένως να έχει παραγνωριστεί από αρκετούς και εκτιμώ ότι αξίζει περισσότερο την προσοχή του κόσμου, τόσο αυτό, όσο και το ανώτερο δεύτερο τους άλμπουμ “Fatal command” του 2017.

Did you know that:

  • Έχει γίνει παράδοση για τον Schmier να διασκευάζει στα άλμπουμ του κάποιο κλασικό κομμάτι. Εδώ, στην limited edition του δίσκου, οι PANZER διασκευάζουν το “Murder in the skies” του Gary Moore σε μια πολύ δυναμική εκτέλεση.
  • Δύο video clip γυρίστηκαν για τα κομμάτια “Panzer” και “Mr. Nobrain”.

Θοδωρής Κλώνης

CRIPPLED BLACK PHOENIX – THEIR METHLAB (Fuzz, 23/11/2024)

0
Crippled

Crippled

Αν και οι Έλληνες έχουμε την φήμη ενός πρόσχαρου λάου, όσον αφορά το rock και metal, η σκοτεινή πλευρά τους πάντα είχε μια προνομιακή θέση στις προτιμήσεις μας. Οι DOOL δεν είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν πολλούς πιστούς την προηγούμενη μέρα, οι CRIPPLED BLACK PHOENIX όμως προσέλκυσαν έναν ικανοποιητικό αριθμό οπαδών, κι από ότι διαπίστωσα, αρκετά νεαρών στην ηλικία. Ίσως η ζοφερότητα των τελευταίων δεκαετιών σε όλα τα επίπεδα να έχει διαπλάσει και τα μουσικά γούστα μιας ολόκληρης γενιάς, δεν ξέρω.

Ας αφήσουμε τις αμπελοφιλοσοφίες όμως για να μιλήσουνε πρώτα για τους support, τους οποίους ομολογώ δεν τους ήξερα. Πρόκειται για τους Γιαννιώτες (αν και μένουν στην Αθήνα) THEIR METHLAB οι οποίοι αποτελούνται από τους Μιχάλη και Δημήτρη Σπανό, κιθάρα και μπάσο αντίστοιχα, και Νίκο Βαταλάχο στα τύμπανα. Υπάρχουν εδώ και πάνω από μια δεκαετία αν και έχουν μόνο έναν δίσκο στο ενεργητικό τους, το “The Last Second” (2019). Η μουσική τους πρόταση βρίσκεται σε αυτό που λέμε instrumental post rock, και μου θύμισαν μπάντες όπως οι TOUNDRA, RUSSIAN CIRCLES, EXPLOSIONS IN THE SKY, GOD IS AN ASTRONAUT, κτλ. Αυτό που παρατήρησα είναι ότι σχεδόν όλα τα κομμάτια τους, τουλάχιστον αυτά που έπαιξαν εκείνη την βραδιά, έχουν ως κοινό στοιχείο το ότι ξεκινούν απαλά, επαναλαμβάνοντας την κεντρική μελωδία, χτίζοντας σιγά σιγά πάνω σε αυτήν παραλλαγές μέχρι να φτάσουν σε ένα εκρηκτικό κρεσέντο, κάτι που συνηθίζουν να κάνουν μπάντες όπως οι TOOL. Μπορεί ακόμα να μην τα πηγαίνουν και πολύ καλά με τα λόγια, έτσι όπως μας είπε ο Μιχάλης τουλάχιστον, αλλά στην περίπτωσή τους τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, γιατί για περίπου 50 λεπτά κατάφεραν να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού χάρη στην ποιότητα των συνθέσεών τους, αλλά και στον πολύ καλό ήχο. Εάν σας ενδιαφέρει αυτό το είδος του rock, πρέπει να τους ακούσετε οπωσδήποτε.

THEIR METHLAB setlist:
“A Call to Arms”
“Muktuk”
“Predictions?Pain”
“Decompression”
“Golden Bond of Ambition”
“Venice”

Οι CBP έχουν παίξει κάπου στις 7 φορές στην Ελλάδα· καθόλου άσχημα για μια μπάντα που φέτος συμπληρώνει 20 χρόνια ύπαρξης και που το γιορτάζει με μια διπλή κυκλοφορία: το LP “The Wolf Changes Its Fur But Not Its Nature”, όπου διασκευάζουν δικά τους κομμάτια, και το EP “Horrific Honorifics Number Two”, δεύτερο ΕΡ στην σειρά διασκευών άλλων καλλιτεχνών. Όσον αφορά τον τίτλο του LP, αρχικά νόμιζα ότι έκανε αναφορά στην φράση “Homo homini lupus est” (Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος), αλλά ως εισαγωγή χρησιμοποίησαν ένα απόσπασμα από την Βρετανική ταινία “The Young Poisoner’s Handbook” (1995) που περιέχει αυτήν την φράση, βασισμένη στην αληθινή ιστορία ενός ψυχοπαθούς που δηλητηρίασε πολλά άτομα… απλά επειδή μπορούσε!

Με το που βγήκε στην σκηνή ο Justin Grieves έκανε ότι μετρούσε έναν-έναν το προσερχόμενο κοινό κι αφού διαπίστωσε ότι ο αριθμός ήταν ικανοποιητικός, έκανε μια μικρή υπόκλιση. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι σε κάποια στιγμή θεωρεί την Ελλάδα ως ένα από τα λίγα πνευματικά σπίτια τους. Η πνευματικότητα σε αυτήν την μπάντα πάει χέρι-χέρι με την υποστήριξη πολιτικών και κοινωνικών ιδεών και σκοπών, και για αυτό μπορούσαμε όλοι μας να δούμε στην δεξιά πλευρά της σκηνής μια κρεμασμένη σημαία που ήταν μισή Σκωτσέζικη και μισή Παλαιστινιακή, ενώ ένα ηχείο ήταν καλυμμένο με το πανό μιας οργάνωσης που ειδικεύεται στο να σαμποτάρει τους κυνηγούς (αργότερα ο Justin θα μας έλεγε ότι χαίρεται που εδώ υπάρχει ακόμα ελευθερία λόγου, γιατί με αυτές τις αναρτήσεις θα μπορούσε να πάει ακόμα και φυλακή σε χώρες όπως η δικιά του ή στην Γερμανία… που να ήξερες, καημένε Justin).

Με τρεις κιθαρίστες, μπάσο, πλήκτρα και τύμπανα και με τις εναλλαγές στα φωνητικά μεταξύ του Justin Storms (ο οποίος, εάν κατάλαβα καλά τον Justin, ήρθε από την Αμερική ειδικά γι’ αυτήν την συναυλία) και της Belinda Kordic, η ποικιλία και ο πλούτος του ήχου ήταν εγγυημένα πράγματα. Όμως, εδώ θα καταθέσω και την προσωπική μου άποψη σχετικά με την φωνή της Belinda, την οποία βλέπω ως τον αδύναμο κρίκο του συνόλου. Ευτυχώς αυτό το είδος του rock δεν επιβάλλει να έχει κάποιος φωνή σοπράνο, αλλά νομίζω ότι δεν είναι και η καλύτερη τραγουδίστρια που έχω δει ζωντανά.

Κατά τα άλλα, μου άρεσε να βλέπω από το δεξί πλάι της πρώτης σειράς όπου βρισκόμουνα να λικνίζεται το πλήθος, και με πάθος μάλιστα, υπό τον ήχο του dark progressive ήχου της μπάντας. Ένα πλήθος το οποίο ήταν τόσο βυθισμένο στην μουσική που εξέπληξε ακόμα και τον ίδιο τον Justin, ο οποίος σε μια στιγμή, ακούγοντας την άκρα σιωπή που επικρατούσε στην αίθουσα μεταξύ των κομματιών, μας είπε χαριτολογώντας ότι δεν χρειάζονταν να είμαστε και τόσο σεβαστικοί απέναντί τους (αργότερα όμως, το ίδιο κοινό ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά του να κάνει ένα “mosh pit για συνταξιούχους”).

Σε μια άλλη στιγμή της συναυλίας μας ρώτησε πόσοι από τους εκεί παρευρισκόμενους είχαμε πάει στην πρώτη τους εμφάνιση το 2007. Κάποιοι λίγοι σήκωσαν τα χέρια (εγώ τότε έμενα εξωτερικό και δεν τους είχα ανακαλύψει καν) και ο Justin είπε τότε πως υπάρχουν τραγούδια που μετά από ένα γεγονός παίρνουν μια καινούργια διάσταση, αναφερόμενος στην δολοφονία του Γρηγορόπουλου (όχι ονομαστικά) την επόμενη χρονιά, προτού πέσουν οι πρώτες νότες του “Rise Up And Fight”. Μια άλλη, λίγο άβολη στιγμή, ήταν όταν ο Justin νόμιζε ότι είχε έρθει η σειρά για το τραγούδι-επιτυχία τους, “Burnt Reynolds” και το παρουσίασε με φωνή hillbilly DJ της δεκαετίας του ’50, μέχρι που του σφύριξαν ότι πρώτα έπρεπε να παίξουν άλλο κομμάτι, κι εκεί τα έχασε (“I am losing my shit”, είπε).

Όπως και να έχει, όταν πράγματι ήρθε η ώρα του μοναδικού τους hit, ξέσπασε σε ενθουσιασμό όλη η αίθουσα και ο Justin κατέβηκε από την σκηνή για να παίξει ανάμεσα στο κοινό, ενώ όλοι μας σιγοντάραμε με το χαρακτηριστικό “οε οεεεεε” του τραγουδιού. Σε μια στιγμή μάλιστα κρέμασε την κιθάρα του σε μια κοπελιά της πρώτης σειράς που δεν είχε σταματήσει να λικνίζεται καθ’ όλη την διάρκεια του show, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Justin. Τα “οε οεεεεε” συνεχίστηκαν και μετά το τέλος της συναυλίας, οπότε σαν μπιζάρισμα, ξαναβγήκε η μπάντα, και ο Justin με μια μάσκα που ήταν κάτι μεταξύ Mike Myers Donald Trump χωρίς μαλλιά, για να παίξουν μια speed/punk μορφή του “Burnt Reynolds”.

Μια χορταστική βραδιά, τουλάχιστον για εμένα, αν και άκουσα ότι συνηθίζουν να παίζουν πάνω από δύο ώρες, τουλάχιστον στην Ελλάδα. ‘Όπως και να έχει, αφού με άφησαν με την επιθυμία να τους ξαναδώ, αποστολή εξετελέσθη.

CRIPPLED BLACK PHOENIX setlist:
“Troublemaker”
“Wyches and Basterdz”
“Bonefire”
“The Reckoning”
“Goodnight, Europe (Pt. II)”
“You Put The Devil In Me”
“Everything I Say” (Vic Chesnutt διασκευή)
“444”
“My Pal” (God διασκευή)
“Rise Up and Fight”
“To You I Give”
“Lost”
“We Forgotten Who We Are”
“Burnt Reynolds”

Γιώργος Γκούμας
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσουρέας

Top-10 Swedish Prog Metal Bands – Rock Hard -The Pod S03E07

0
Pod

Pod

Λίστες!!! Εσείς το ζητήσατε, οπότε ο Σάκης Φράγκος, στο 7ο επεισόδιο της 3ης σεζόν του Rock Hard – The Pod, με αφορμή τις επερχόμενες συναυλίες των Evergrey στην Ελλάδα, αλλά και το καινούργιο άλμπουμ των Opeth, με τίτλο “The last will and testament”, έφτιαξε το Top-10 των αγαπημένων του progressive metal σχημάτων από τη Σουηδία (παραθέτοντας -βέβαια- και δέκα επιπλέον σχήματα) σ’ ένα χορταστικό -αν μη τι άλλο- podcast.
Ελάτε μαζί μας στον τρίτο χρόνο του Rock Hard – The Pod, γραφτείτε στο κανάλι μας και θα έρθουν πολλές ακόμα μεταλλικές ιστορίες.


Κι επίσης στα iTunes, PocketCasts και Amazon Music.

TRIBULATION – “Sub rosa in Æternum” (Century Media)

0
Tribulation

Tribulation

Κάθε χρονιά υπάρχει αυτό το ένα άλμπουμ. Αυτό που θα διεγείρει όλες τις αισθήσεις σου, που θα σου δείξει ότι ο καλλιτέχνης έχει προοδεύσει και δεν έχει βαλτώσει στη στασιμότητα. Αυτό που θα σε εθίσει και να μη χορταίνεις τις επαναλήψεις. Αυτό που θα είναι συναρπαστικό στην κάθε του ακρόαση, γιατί θα ανακαλύπτεις όλο και κάτι καινούργιο. Αυτό που η παραμικρή του νότα έχει νόημα και λόγο ύπαρξης.

Όλα τα παραπάνω τα περιέχει και με το παραπάνω το “Sub rosa in Æternum”, το έκτο δάγκωμα των TRIBULATION. Τα δολώματα είχαν ήδη μπει πριν από μια τριετία με το “Where the gloom becomes sound”, ενώ μόλις πέρυσι με το “Hamartia” EP είχαμε ήδη πειστεί ότι κάτι πολύ σπουδαίο θα έρθει. Και ευτυχώς η παρέα του Johannes Andersson μας δικαιώνει θριαμβευτικά.

Τα death metal growls έχουν πλέον ελαχιστοποιηθεί, αλλά όπου υπάρχουν σε λίγες συνθέσεις, αυτά δένουν αρμονικά με το υπόλοιπο σύνολο. Η έμφαση δόθηκε στην ορθόδοξη (sic) τραγουδοποιία και οι TRIBULATION, όντας απόλυτα απελευθερωμένοι, διηγούνται με στόμφο τις γοτθικές ιστορίες τρόμου που υπάρχουν στη νοσηρή φαντασία τους. Με τον ήχο να είναι πλέον οργανικός, χωρίς πολλές τσαχπινιές και με τα πλήκτρα ενίοτε να τους ταξιδεύουν σε σκοτεινές διαστάσεις (“Murder in red”).

Ο Tom Dalgety, ο άνθρωπος που γιγάντωσε τον Tobias Forge και τα Nameless Ghouls του, κάθεται στην καρέκλα του παραγωγού και για μια ακόμη φορά κάνει πράγματα και θαύματα. Όπως για παράδειγμα το κιθαρίστικο δίδυμο των Zaars/Tholl να βάλει στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεων την προϋπηρεσία στους ENFORCER, όμως πάνω από όλα, ότι κάθισε και έμαθε στον Andersson να τραγουδά σωστά και με την ψυχή του. Όπως και να επιτρέψει σε όλους να ξεδιπλώσουν τις (σύγχρονες) επιρροές τους, χωρίς να τις αντιγράφουν, αλλά να τις χρησιμοποιούν ως σημείο εκκίνησης.

Εδώ θα ακούσεις τους TRIBULATION του πρόσφατου παρελθόντος (“Tainted skies”, “Time & the vivid ore”) να συναντούν την gothic rock version των MOONSPELL (“Hungry waters”), το neo post-punk των BEASTMILK (“Drink the love of God”), τη μετεξέλιξή τους σε GRAVE PLEASURES (“Poison pages”) και να βάζουν τον Nick Cave πίσω από το μικρόφωνο των GHOST (“Reaping song” – το έπιασες το καλαμπούρι;) ή ενίοτε και τον ίδιο τον Johannes (“Saturn coming down”). Και όλα αυτά βουτηγμένα στο λασπώδες σκότος των ύστερων IN SOLITUDE, με το όλο αποτέλεσμα να διακατέχεται με μια αρτιότητα από την αρχή ως το τέλος.

Τα πράγματα είναι πάρα πολύ απλά: Το “Sub rosa in Æternum” είναι το πραγματικό breakthrough άλμπουμ αυτών των ταλαντούχων Σουηδών, αυτό με το οποίο θα αναγκαστεί να τους μάθει και ο τελευταίος δύσπιστος. Αυτό το άλμπουμ με το οποίο κάνουν αμέτρητα βήματα προόδου και με το οποίο o κατά τα άλλα κολλητός τους Papa Emeritus να νιώθει την καυτή ανάσα τους. Αυτόν τον δίσκο που εγώ δίχως δεύτερη σκέψη το χαρακτηρίζω “αψεγάδιαστο” και “δίσκο της χρονιάς” και ταυτόχρονα προσπαθώ να κάνω μια βαθμολογική ντρίπλα, ώστε να μην ακούσω τη γκρίνια του αρχισυντάκτη μου.

9,5 / 10

Γιώργος Κόης

BLOOD INCANTATION – “Absolute elsewhere” (Century Media)

0
Blood Incantation

Blood Incantation

Είναι εντυπωσιακή η εξέλιξη των BLOOD INCANTATION και το πως έχουν καταφέρει να απασχολούν σε μεγάλο βαθμό την ευρύτερη metal κοινότητα. Ένα συγκρότημα που ξεκίνησε παίζοντας κλασικό death metal με όλο και περισσότερες progressive metal καταβολές σε κάθε τους κυκλοφορία με αποκορύφωμα το “Hidden history of the human race” όπου ακούμε ένα αρκετά φιλόδοξο και ολοκληρωμένο progressive death metal άλμπουμ. Τα μέλη τους αποτελούν γνώστες του metal ήχου σε όλες του τις εκφάνσεις κι ενώ είναι ολοφάνερο πως απολαμβάνουν τη δημοτικότητά τους και όλο το σούσουρο που έχει δημιουργηθεί, αυτοί δεν επαναπαύονται και φέρνουν τον εαυτό τους μπροστά σε προκλήσεις που κάποιοι θα μπορούσαν να θεωρήσουν πως τις παίρνουν αρκετά γρήγορα στην καριέρα τους με τρανταχτό παράδειγμα το ψυχεδελικό/ambient άλμπουμ του 2019, “Timewave zero”.

Παρά τις αρχικές αντιδράσεις, εκεί οι BLOOD INCANTATION εκτονώθηκαν εκφράζοντας προς τα έξω τις αντίστοιχες εξωγενείς επιρροές τους δηλώνοντας ευθαρσώς πως αυτός ο κόσμος δεν είναι ξένος για τους ίδιους και με κάποιον τρόπο προλείαιναν το έδαφος για το “Absolute elsewhere”. Διατηρώντας τις krautrock αναφορές, οι BLOOD INCANTATION κυκλοφορούν ένα συγκλονιστικό progressive death metal άλμπουμ που δεν κάνει εκπτώσεις σε κανένα από τα δύο υποείδη. Οι MORBID ANGEL και DEATH αναφορές εναρμονίζονται με αυτές των TANGERINE DREAM και Brian Eno και οι BLOOD INCANTATION με περίσσεια άνεση δημιουργούν ένα άλμπουμ που θα μνημονεύεται στο μέλλον, με τη μοναδική διαφορά πως το συγκρότημα από το Colorado απολαμβάνει τους καρπούς του σε παρόντα χρόνο κι όχι ετεροχρονισμένα όπως είχε συμβεί επανειλημμένα σε συγκροτήματα που είχαν πάρει αντίστοιχα καλλιτεχνικά ρίσκα.

Το “Absolute elsewhere” σου προκαλεί κινηματογραφικές διεγέρσεις και πάλλεται με έναν Floyd-ικό τρόπο που σπανίζει στο metal χώρο. Ίσως φταίει η αναλογική του ηχογράφηση και τα vibes του Hansa Tonstudios στο Βερολίνο, ένα θρυλικό στούντιο που έχουν ηχογραφήσει μερικές από τις σημαντικότερες τους δουλειές, καλλιτέχνες όπως οι David Bowie, Brian Eno, DEPECHE MODE, MARILLION, U2, KILLING JOKE κ.α. Για τον ήχο τους οι BLOOD INCANTATION έχουν εμπιστευθεί μία από τις σύγχρονες μορφές του metal ήχου, τον Arthur Rizk, κιθαρίστας των ETERNAL CHAMPION/SUMERLANDS, ο οποίος εδώ πραγματικά ξεφεύγει και αποδεικνύει ότι είναι πραγματικά ικανός να ανταπεξέλθει στην οποιαδήποτε πρόκληση.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο death metal ήχος βγαίνει από τον ίδιο αποστακτήρα με αυτόν του progressive rock. Οι OPETH αποτελούν ένα τρανταχτό παράδειγμα ακόμα και για τους πιο αδαείς. Το συγκρότημα χωρίς να αποτάσσεται τον death metal προσδιορισμό του αφήνεται την ίδια στιγμή με περίσσιο πάθος και χωρίς κανέναν δισταγμό, σχεδόν έρμαιο της τύχης του να παρασυρθεί στην πειραματική του φύση, με έναν ενθουσιασμό ικανό να παρασύρει κι εσένα στο δύσβατό με την πρώτη ακρόαση μονοπάτι που έχουν επιλέξει να εξερευνήσουν.

Στο “The message tablet II” πχ νιώθεις σαν να ακούν κάποιο ξεχασμένο τραγούδι των ELOY. Η συμμετοχή του Thorsten Quaeschning, που έχει αναλάβει τα τελευταία χρόνια τα ηνία των θρύλων TANGERINE DREAM, ενισχύει αυτή τους την πλευρά με τα χαρακτηριστικά synthesizers όπως και του Nicklas Malmqvist των Σουηδών HÄLLAS και Malte Gericke των SIJJIN/NECROS CHRISTOS. Ως πρώτη απόπειρα συγχώνευσης αυτών των δύο κόσμων, του βορβορώδους death metal και του κοσμικού art/progressive rock, το αποτέλεσμα κρίνεται απολύτως πετυχημένο και προκαλεί την ίδια στιγμή ανυπομονησία για το επόμενο πόνημά τους.

9 / 10

Κώστας Αλατάς

IMPELLITTERI – “War machine” (Frontiers)

0
Impellitteri

Impellitteri

Ο Chris Impellitteri είναι ένας καλλιτέχνης που μας γυρίζει σε άλλες εποχές. Βασικά, είναι ένας κιθαρίστας απόλυτα προσηλωμένος στο στυλ που τον έχει καθιερώσει (shredding guitars) αλλά κυρίως ένας συνθέτης που δεν δείχνει καμία διάθεση για πειραματισμούς και συναφείς καλλιτεχνικές ανησυχίες. Βάζεις ένα δίσκο του και ξέρεις ακριβώς τι θα ακούσεις…δηλαδή, μελωδικό metal με νεοκλασικές σφήνες και τις κιθάρες φυσικά στο προσκήνιο. Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά του Impellitteri με όλους τους υπόλοιπους wannabe shredders εκεί έξω είναι ότι η αδιαμφισβήτητη τεχνική του κατάρτιση συνοδεύεται από μία υψηλή ποιότητα συνθέσεων. Με άλλα λόγια, ο Impellitteri συνδυάζει και τους δύο κόσμους γεγονός που τον κάνει αρεστό και σε ένα ευρύτερο ακροατήριο και όχι μόνο σε…αποφοίτους ωδείων!

Το “War machine” όχι μόνο δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά ταυτόχρονα μπορεί άνετα να συμπεριληφθεί στις καλύτερα δισκογραφικά κεφάλαια της πλούσιας καριέρας των IMPELLITTERI. Σε αυτό συντελεί το επιβλητικό line-up με τον μόνιμο συνοδοιπόρο του Rob Rock πίσω από το μικρόφωνο, τον τεράστιο Paul Bostaph (!) στα τύμπανα και τον James Pulli στο μπάσο. Τα κομμάτια είναι εξαιρετικά, φέρουν την ανεξίτηλη στάμπα του Chris ενώ προσωπικά μου θύμισαν αρκετά την ατμόσφαιρα δίσκων όπως “Screaming symphony” και “Eye of the hurricane”. Η δουλειά που έχουν κάνει οι βετεράνοι μηχανικοί ήχου Mike Plotnikoff και Jacob Hansen πίσω από την κονσόλα είναι σεμιναριακή και το αποτέλεσμα είναι κυριολεκτικά αψεγάδιαστο.

Ο νέος δίσκος των IMPELLITTERI τοποθετεί σε περίοπτη θέση τη μελωδία και φυσικά τις καταιγιστικές κιθάρες οι οποίες επαναλαμβάνουμε έχουν ουσία και δεν βρίσκονται εκεί μόνο και μόνο για επιδεικτικούς λόγους τους οποίους άλλωστε δεν έχει καμία απολύτως ανάγκη ο Chris. Πολλά μπράβο για έναν εξαιρετικό δίσκο που αξίζει να τσεκάρουν όλοι…για διαφορετικούς λόγους ο καθένας!

8 / 10

Σάκης Νίκας

OBNOXIOUS YOUTH – “Burning Savage” (Svart Records)

0
Obnoxious Youth

Obnoxious Youth

Μην έχοντας ιδέα για τα τεκταινόμενα όσο αφορά τους OBNOXIOUS YOUTH, η είδηση του νέου τους άλμπουμ μου ήταν πολύ ευχάριστη, τέσσερα χρόνια μετά το “Mouth Sewn Shut” EP και επτά συνολικά από το προηγούμενο, τρομερό full-length τους, “Disturbing the Graves”. Κι ενώ το “Mouth Sewn Shut” με είχε ξενίσει τότε, το φετινό “Burning Savage” σηματοδοτεί στ’ αυτιά μου την επιστροφή τους σε πολύ καλές δουλειές. 

Ηχητικά, το άλμπουμ βρίσκεται κάπου ανάμεσα στους δύο προαναφερθέντες δίσκους. Συγκεκριμένα βασίζεται στην αχαλίνωτη ενέργεια του “Disturbing the Graves” εισάγοντας σε μεγάλο βαθμό και τα πιο περίεργα στοιχεία του προηγούμενου EP. Για όσους δεν έχουν έρθει σε επαφή με τη μπάντα στο παρελθόν, στην ουσία εδώ έχουμε ένα άλμπουμ με crossover ψυχή, ανάμεσα στο speed metal και το hardcore punk, με πιο ακραίες ας πούμε διαθέσεις. Η παλέτα των επιρροών σίγουρα έχει ανοίξει σε σχέση με το παρελθόν, με πινελιές από NWOBHM μέχρι ηλεκτρονικούς ήχους, ενώ από τις βασικές γοητείες του άλμπουμ και γενικά της μπάντας είναι η αίσθηση του ξαφνικού και απροσδόκητου.

Τα κομμάτια εξελίσσονται με μη αναμενόμενους/προβλέψιμους τρόπους, με νευρόσπαστες αλλαγές, εμβόλιμα cowbells και γενικότερα τα πράγματα  εδώ είναι τεταμένα και ψυχωμένα. Αυτή τη φορά μάλιστα υπάρχει και η πρόθεση για μια αίσθηση grandeur (να τολμήσω να  πω α-λα “To Mega Therion”), όπως εκδηλώνεται για παράδειγμα στα intro/outro του άλμπουμ ή στο εξάλεπτο “Torrents of Black Blood” και γενικά στις πιο αργές στιγμές του δίσκου. 

Η παραγωγή και η απόδοση της μπάντας, αλλά και τα πιο συμπληρωματικά, αλλά πάντα πολύ σημαντικά για την συνολική εικόνα ενός άλμπουμ στοιχεία, όπως το λογότυπο και το εξώφυλλο, είναι άψογα και προσθέτουν στη συνολική εμπειρία. Ίσως υπολείπεται ελαφρώς σε τσίτα και πώρωση σε σχέση με το “Disturbing the Graves” αλλά σίγουρα έχουμε να κάνουμε με το πιο κιθαριστικό και ποικίλο άλμπουμ του γκρουπ. Όπως και να ’χει τέτοιες προσπάθειες, ενώ δε θα σας αλλάξουν τη ζωή, αποπνέουν αυθεντικότητα, ειλικρίνεια και αμεσότητα και αυτή η αίσθηση είναι πάντα καλοδεχούμενη. 

7,5 / 10 

Νίκος Χασούρας 

A day to remember… 26/11 [ORPHANED LAND]

0
Orphaned

Orphaned

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Sahara” – ORPHANED LAND
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1994
ΕΤΑΙΡΙΑ: Holy Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: ORPHANED LAND, Tamir Muskat
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Kobi Farhi – Φωνητικά
Yossi Sasi – Κιθάρες, Ούτι
Matti Svatitzki – Κιθάρες
Uri Zelcha – Μπάσσο
Sami Bachar – Τύμπανα
Itzik Levi – Πλήκτρα, Πιάνο

O ανεμοστρόβιλος του death metal στα 90s δεν έφερνε πάντα χιόνι από το βορρά. Κάποιες φόρες ήταν αμμοθύελλα εξ ανατολών. 25 Νοεμβρίου του 1994 από την πυρακτωμένη και ματωμένη Μέση Ανατολή αναδύθηκε το “Sahara” των Ισραηλινών ORPHANED LAND.

Οι ανατολίτικες κλίμακες ήταν πάντα ένα μονοπάτι που ήθελαν να διαβούν οι μπάντες του ακραίου ήχου, εξερευνώντας το μυστικισμό και το μυστήριο των αρχαίων πολιτισμών.

Ωστόσο εδώ φαίνεται πως τα πράγματα σοβάρεψαν και με το ντεμπούτο της μπάντας από το Τελ Αβίβ μπήκαν τα θεμέλια για το oriental metal.

Ο ήχος των ORPHANED LAND σε αυτή την πρώτη δισκογραφική προσπάθεια, μοιάζει ελάχιστα με το πως εξελίχθηκε τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Στο “Sahara” βλέπουμε mid tempo death metal που θυμίζει πρώτα AMORPHIS, ή και TIAMAT. Το συνδετικό στοιχείο όμως της μπάντας που παρέμεινε αναλλοίωτο τα τελευταία 30 χρόνια είναι εκεί, και δεν είναι άλλο από τα folk στοιχεία με παραδοσιακά όργανα έγχορδα και κρουστά που σχηματοποιούν το χαρακτήρα τους.

Τα φωνητικά του Kobi Farhi είναι αρκετά πειραματικά και έχουν ένα μεγάλο εύρος από τα brutal, στις αφηγήσεις μέχρι τα clean. Ο ίδιος βέβαια εξελίχθηκε σε μια πολύ ωραία αλά Hansi Kursch φωνή. Οι συνθέσεις του δίσκου είναι μεγάλες άνω του 5λεπτου συχνά και δείχνουν ότι οι ORPHANED LAND ξεκίνησαν με μεράκι. Σε κομμάτια όπως το “Blessed be thy hate” δεν δίστασαν να υπηρετήσουν το ατμοσφαιρικό death της εποχής με την ενσωμάτωση γυναικείων φωνητικών.

Οι πειραματισμοί στο ντεμπούτο των ORPHANED LAND είναι μία ισχυρή δήλωση ότι ήθελαν να διαφοροποιηθούν από τους RESURRECTION όπως ήταν γνωστό το συγκρότημα από το Τελ Αβίβ στις αρχές των 90s. Το κλασσικό Death Metal που ήθελαν να παίξουν οι RESURECTION στο ύφος των ΑT THE GATES, MORBID ANGEL έδωσε τη σκυτάλη του στη μυστικιστική ανατολίτικη ατμόσφαιρα των ORPHANED LAND και του “Sahara”. Διάολε, το ίδιο το όνομα του άλμπουμ τα λέει όλα.

Τριάντα χρόνια μετά, το “Sahara” παραμένει ακρογωνιαίος λίθος του Oriental metal και ορόσημο στην ιστορία του heavy metal γενικότερα. Η επιρροή του μπορεί να φανεί σε μπάντες όπως οι MELECHESH και οι MYRATH.

Η απήχηση του άλμπουμ έγκειται στην αυθεντικότητά του. Οι ORPHANED LAND δεν πρόσθεσαν απλώς στοιχεία της Μέσης Ανατολής στη μουσική τους ως τέχνασμα. Δημιούργησαν έναν νέο ορίζοντα στη μουσική.

Είναι μια υπενθύμιση ότι το metal δεν περιορίζεται από τη γεωγραφία ή την παράδοση. Είναι μια παγκόσμια γλώσσα που συχνά πετυχαίνει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο να μεταφέρει ή και να μεταδίδει τα πιο σωστά μηνύματα.

Άρης Λάμπος

Death Metal Ritual στην Πάτρα με 4 εγχώρια σχήματα

0
Ritual

Ritual

Στις 18 Ιανουαρίου 2025, 2 Αθηναϊκές μπάντες θα συναντήσουν 2 Πατρινές στο Frida για να
εκτελέσουν ένα Death Metal Ritual που θα σπάσει κάθε λαιμό.
Οι Krushya, Sacrificial Death, Toxic Pub και Resurrection θα βρίσκονται στο Frida για μια
βραδιά γεμάτη mosh pits και διασκέδαση.
18.1.2025
Doors Open : 20.00
Προπώληση 8€
Πόρτα 10€
At Frida (Γεροκωστοπούλου 59, Πάτρα)
Προπώληση από τις μπάντες και το Frida.
FB event:

The Bands:
Οι Krushya είναι μια death / grindcore / thrash metal από την Πάτρα. Δημιουργήθηκαν το
2000 από τους Vagellis Papadopoulos και Sotiris Ntouvas και συμμετείχαν αμέσως σε
πολλές συναυλίες και αργότερα, το 2002 ηχογράφησαν το πρώτο τους self-titled demo
album.
Το δεύτερο τους L.P album “Ashta” ηχογραφήθηκε από τον σεπτέμβριο του 2004 μέχρι τον
απρίλιο του 2005 στο DB studio και περιείχε 5 τραγούδια από το demo τους και 3
καινούργια.
Το 2007 οι Krushya διατύπωσαν το δυναμικό τους ύφος στο stage με το “Live at Parartima”
album και το 2010 κυκλοφόρησαν ένα llimited collective CD edition με το όνομα “Collectivo” με υλικό από όλες τις προηγούμενες κυκλοφορίες .
Πολλές αλλαγές στο Line-Up ακολούθησαν (Stavros Marinos και George Kostaras στις
κιθάρες μέχρι το 2012-2013) και άλλοι παράγοντες, κράτησαν την μπάντα ανενεργή μέχρι το 2019.
Όπου μπήκαν στο studio για να δουλέψουν στο νέο τους full length album “.Dogma.” το
οποίο περιείχε συνεργασίες με πολλούς μουσικούς και φίλους.
Μετά την κυκλοφορία του Single “Curse of Death”, ο δίσκος κυκλοφόρησε επίσημα τον Σεμπτεμβριο του 2021 από την Narcoleptica Productions.
Αυτόν τον καιρό οι Krushya δουλεύουν στον καινούργιο τους δίσκο ονομαζόμενο
“Doominion” ο οποίος θα κυκλοφορήσει αργότερα μέσα στον χρόνο και από τον οποίο έχει
ήδη κυκλοφορίσει το video του πρώτου track “Unholy Trinity“.
2024 lineup:
Vagellis Papadopoulos- bass/vocals
Xristos Kalogeropoulos-guitars/back vocals
Petros Xaritos- Drums

Οι Sacrificial Death είναι ένα Thrash-Death Metal σχήμα από την Αθήνα. Δημιουργήθηκαν το 2021 και μέχρι σήμερα έχουν συμμετάσχει σε δεκάδες συναυλίες εντός και εκτός Αθηνών.
Το πρώτο τους EP “Glory of the Dead ” , κυκλοφόρησε από τους ίδιους ψηφιακά αλλά και σε
CD το 2022, ενώ αυτήν την στιγμή ηχογραφούν τον πρώτο τους δίσκο ο οποίος σύντομα θα
βρίσκεται και στα χέρια του κόσμου.

Οι Toxic Pub είναι ένα thrash trio από την Αθήνα που ιδρύθηκε το 2019.
Η μουσική τους φέρνει επιρροές από την χρυσή εποχή της thrash, με ιδέες από την death
και groove metal σχολή, αποτελόντας μια μίξη ταχύτητας και γκρούβας.
Έχοντας συμμετάσχει σε δεκάδες συναυλίες στην underground σκηνή της Αθήνας, το 2024
κυκλοφόρησαν τον debut τους δίσκο “To Not Die Blind” σε όλους τις πλατφόρμες και CD.

Οι Resurrection δημιουργήθηκαν τον Μάϊο του 2018 απο τους: Πάνο Καραντζά (Vocals/Rhythm guitar) και Φίλιππο Κοντοδήμα (Lead guitar) και συνεχίζουν με τους Λευτέρη Κολοκυθά (Bass), και Κωνσταντίνο Χριστοφορίδη (Drums).
Ο ήχος της μπάντας κινείται σε modern thrash metal μονοπάτια με αρκετές επιρροές από
άλλα είδη.
Mέχρι στιγμής έχουν κυκλοφορήσει 2 singles, το “Seeds of Death” και το “70.000 bombs”
και σκοπός τους είναι να κυκλοφορήσουν ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ μέσα στο 2025.
Έχουνε λάβει μέρος σε μεγάλο αριθμό συναυλιών και φεστιβάλ και έχουνε ήδη μοιραστεί τη
σκηνή με μεγάλα ονόματα του χώρου όπως Suicidal Angels, Diviner , Exarsis και
Chronosphere μεταξύ άλλων .

  • https://noc.ezhellas.com:44450/live
  • Rock Hard Radio
  • rock hard greece