Δεν είναι πολλά τα συγκροτήματα που με μόλις δύο δίσκους, δημιούργησαν όνομα που να παραμένει αναλλοίωτο ως σήμερα στον χρόνο, να μνημονεύεται σε τόσα αφιερώματα και τόσες συζητήσεις και να θεωρείται σημείο αναφοράς στο είδος του. Οι CRIMSON GLORY, ήταν ένα τέτοιο συγκρότημα. Θες οι μοναδικές τους μελωδίες; Θες η ικανότητά τους να συνθέτουν μουσική που να εκφράζεται με πληθώρα συναισθημάτων και να γράφουν στίχους άξιους για ποιητική συλλογή; Έπαιξε ρόλο το γεγονός πως είχαν μια από τις καλύτερες φωνές που ακούστηκαν ποτέ; Ή μήπως η εμφάνισή τους; Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, συνδυασμένα, ήταν που τους έκαναν αυτό που ήταν και που θα μπορούσαν να τους κάνουν κάτι πολύ μεγαλύτερο, θα πω εγώ, αν δεν είχαν τόσο αυτοκαταστροφικές τάσεις.
Όταν κυκλοφόρησε το “Crimson Glory”, μόνο ως «κεραυνός εν αιθρία» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Η έκπληξη του κόσμου ήταν τεράστια, καθώς όλοι προσπαθούσαν να αναλύσουν και να εξηγήσουν αυτό που άκουγαν, αδυνατώντας να το συγκρίνουν και να το παρομοιάσουν με οτιδήποτε γνωστό και οικείο. Μόνο το “Queensryche” EP και το “The Warning” των ήδη μεγάλων QUEENSRYCHE θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως παραβολή, κυρίως λόγω της συγγενικής τους ατμόσφαιρας και δευτερευόντως του παρόμοιου μουσικού τους προσανατολισμού. Ίσως εκεί να «πάτησαν» και οι «πεφωτισμένοι ινστρούχτορες» των τότε Μέσων, όταν χαρακτήρισαν τους CRIMSON GLORY ένα «’Ryche κακέκτυπο», χαρακτηριστικό που εννοείται δεν ίσχυε και δεν ίσχυσε ποτέ, σε καμία των περιπτώσεων.
Δεκαετίες μετά, το “Crimson Glory” παραμένει «φρέσκο», «σύγχρονο», «καινοτόμο». Όχι όσο το «αδερφάκι» του, το “Transcendence”, που τυπικά κυκλοφόρησε το 1988 αλλά ακόμη περιμένουμε να έρθει από το μέλλον (πάλι εδώ προηγήθηκαν οι ‘Ryche με το “Rage for order”, άντε μετά να αποδείξεις πως δεν είσαι ελέφαντας), αλλά σίγουρα, για πρώτος δίσκος και για 1986, ήταν κι αυτό μπροστά από την εποχή του. Σκέψου τώρα, να κυκλοφορούσε στις μέρες μας… Δεν υπήρχε περίπτωση να έχανε την πρώτη θέση ως το καλύτερο album της χρονιάς του, για κανέναν απολύτως λόγο.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να βάλουμε τα τραγούδια του σε αξιολογική σειρά, από το χειρότερο στο καλύτερο. Για γνώμονα θα έχουμε, πρωτίστως κι ως συνήθως, την όσο γίνεται αντικειμενικότερη θεώρηση των πραγμάτων και λιγότερο το οποιοδήποτε προσωπικό γούστο. Δύσκολη η αποστολή; Χμ… για να δούμε!
The “Crimson Glory” countdown
- Mayday (2.59)
“In search of the glory, they reach for the stars/With honor and courage, they die!”
Το γρηγορότερο κομμάτι της CRIMSON GLORY δισκογραφίας, ορμητικό, σαρωτικό, απειλητικό, εξιστορεί το τραγικό ατύχημα κατά την επιχείρηση του διαστημικού λεωφορείου “Challenger” προς το διάστημα, 73 δευτερόλεπτα μετά την εκτόξευσή του, στις 28 Ιανουαρίου 1986. Ο Midnight τσιρίζει “Mayday! Mayday!” και το τραγούδι εξυπηρετεί άψογα τον σκοπό του, ο οποίος δεν είναι άλλος από το να αποτελέσει τον διαφορετικό «τόνο» μεταξύ των υπολοίπων πιο αργών, επικών συνθέσεων. Παραδέχομαι πως δεν το ακούω ιδιαίτερα, υστερεί σε σχέση με τα υπόλοιπα, αλλά όταν μιλάμε για «απλά καλό CRIMSON GLORY κομμάτι», η βαθμολογία κυμαίνεται πολύ πάνω από τον μ.ο.
- Angels of war (5.27)
“We fly without fear, through the valley of shadows/Waging our war against evil, in your world/We rule the heavens and earth, from kingdoms of light/We are the holy”
Ένα σκαλί πάνω από το “Mayday”, βρίσκουμε τους «Αγγέλους του Πολέμου». «Αποκαλυπτικό» το στιχουργικό περιεχόμενο – αφού για να κατέβηκαν οι Άγγελοι στη γη, με σκοπό τη μάχη, τότε βαδίζουμε προς το τέλος του κόσμου – σ’ ένα κομμάτι χαρακτηριστικό του USPM, με επικό ρυθμό τον οποίο κρατά κυρίως το Maiden-ικό μπάσο, λυρικό χαρακτήρα, όμορφες πολυφωνίες… Όταν η γραμμή εφεδρείας ενός album αποτελείται από τέτοια τραγούδια, καταλαβαίνεις αυτόματα ποια είναι η αξία του. Σημείωση: τα λόγια που ακούγονται παραμορφωμένα στην αρχή, είναι από τον 23o Ψαλμό του Δαβίδ.
- Queen of the masquerade (5.32)
“Woman – madame of mystery/Heavens angel, devils daughter”
Η δεύτερη, κατά σειρά εμφάνισης, femme fatale του album, λογοτεχνικής προέλευσης, μας χαιρετά χωρίς ανάσα μετά το καταιγιστικό “Mayday”. Μια τυραννική βασίλισσα, με τίτλο κυριολεκτικό και μεταφορικό. Άγγελος και δαίμονας ταυτόχρονα. Τo group την παρομοιάζει με μια θανατηφόρα, δηλητηριώδη αράχνη, που πλέκει τον ιστό της, ελκύει τα υποψήφια θύματά της και τα κατασπαράζει. Όπου ιστός βάλε τα κάλλη της και την υποκριτική της τέχνη, που τόσο καλά ξέρει και χειρίζεται και είσαι μέσα.
- Heart of steel (5.16)
“Cause the feelings come and go/And you never really know/If the feeling’s ever real/So you got to have a heart of steel”
Η επόμενη τριάδα αποτελείται από κατ’ουσίαν ισάξια τραγούδια, οπότε η σειρά κατάταξης μικρή σημασία έχει. Υπάρχουν αυτοί που ισχυρίζονται πως τα δύο πρώτα CG albums έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, μα δεν συμφωνώ. Ναι μεν πρόκειται για δύο ξεχωριστούς κόσμους, αλλά το “Transcendence” είχε μέσα του την προοδευτική και λυρική πλευρά του “Crimson Glory” και τραγούδια όπως το “Heart of steel” το πιστοποιούν ως τρανταχτή απόδειξη. Εδώ λοιπόν ακούμε μια επική και περισσότερο δυναμική, τρόπον τινά, μορφή του ρομαντικού “Lonely”, η οποία δεν στερείται γλυκύτητας, αν την προσέξεις καλά. Ο Midnight «καθρεπτίζει» στους στίχους τον εαυτό του, σε ένα κομμάτι – οδηγό αποφυγής συναισθηματικών «πληγών». Αψεγάδιαστη σύνθεση, από τα πρώτα μου CG ακούσματα, πάντα θα το έχω στην καρδιά μου.
- Valhalla (3.49)
“Winds of Odin guide us, over violent seas, the silent grave”
Οποία έναρξις! Οι εκρήξεις στην αρχή και στο τέλος, υποδηλώνουν τη θέληση από πλευράς μπάντας να εντυπωσιάσει, να δηλώσει πως ήρθε ως κάτι το «εκρηκτικό», σύμφωνα με τον Jon Drenning. Από τα πρώτα δευτερόλεπτα καταρρέει κάθε άμυνα και συ παραδίνεσαι άνευ όρων στην έμφυτη μεγαλοπρέπεια της Πορφυρής Δόξας. Στη «γέφυρα» του “Rising winds and howling fury, towering shadows crashing down”, παθαίνουμε το πρώτο, μεγάλο shock, με τη χροιά ενός τραγουδιστή για τον οποίο ακόμη και σήμερα, μετά από δεκαετίες, αναρωτιόμαστε ποια η σχέση του με τα επίγεια και εγκόσμια. Πολλά τραγούδια γράφτηκαν και θα γραφτούν για τον τόπο ανάπαυσης των βορείων πολεμιστών, σίγουρα τούτο δω είναι από τα καλύτερα, με τον Midnight να εκδηλώνει τη λατρεία του για τη σκανδιναβική μυθολογία. Το finale του, όπως έρχεται, δίνει την τέλεια πάσα στο…
- Dragon lady (4.26)
“The full moon is burning, in the crimson sky/A wicked witches laughter, echoes in the night”
Σε ένα ξύλινο σπιτάκι, στη μέση ενός μεγάλου, σκοτεινού δάσους που το φωτίζουν μόνο το φεγγάρι και τα αστέρια, ζει μια μυστηριώδης γυναίκα. Μια μάγισσα, με αίμα δράκου μέσα της, πανέμορφη, ελκυστική, πλανεύτρα, με κατακόκκινα μάτια στα οποία κανείς δεν αντιστέκεται, που βλέπει τα πάντα μέσα από την κρυστάλλινη σφαίρα της. Κάποιες νύχτες, το σατανικό της γέλιο (το οποίο κάνει τέλεια ο Midnight στην εισαγωγή) αντηχεί σε ολόκληρο το δάσος, μαζί με το «τραγούδι» των λύκων, κάνοντας ακόμη πιο τρομαχτικό το ήδη τρομαχτικό τοπίο. Η Κυρά με την παγωμένη καρδιά, είναι εκεί και σε περιμένει. Θα τολμήσεις να την αντιμετωπίσεις; Up-tempo ύμνος, από τις ‘Ryche στιγμές του group, με τον Midnight να παρουσιάζει με απίστευτη άνεση μέρος των φωνητικών του δυνατοτήτων, που άλλους θα τους τρόμαζε απλά και μόνο σαν σκέψη. Ο αρχικός του τίτλος ήταν “Dragon witch”.
Λίγο πριν το τέλος…
Γενικά, δε μου αρέσει να «κλέβω» και να χρησιμοποιώ “cheats”. Δεν το έχω κάνει ποτέ. Στο κάτω-κάτω, έχω γράψει το δυσκολότερο και «χειρότερο» worst to best από καταβολής στήλης, που δεν είναι άλλο από το “Transcendence”. Εδώ θα δειλιάσω; Όχι βέβαια. Κι όμως, δε γίνεται διαφορετικά. Ακολουθούν λοιπόν, μαζί στην πρώτη θέση, ως ισάξια, τα δύο καλύτερα τραγούδια του δίσκου. Γιατί δε ξεχωρίζονται. Γιατί είναι αδύνατον. Γιατί δεν είναι σωστό! Και για να είμαι 100% δίκαιος, θα μπουν ΚΑΙ σε αλφαβητική σειρά. Έτσι, γιατί πρέπει, έτσι, γιατί μπορώ. Σωστά Φράγκο μου; Καλά, εντάξει, μη φωνάζεις… κι επειδή μ’ αφήνεις!
1.
Azrael (5.38)
“I hold the lion’s mane, I come in crimson rain, purging the dark sky…”
O Azrael είναι, κατά την μουσουλμανική και εβραϊκή θεολογική παράδοση, ο Άγγελος του Θανάτου. Έχει τέσσερα πρόσωπα, τέσσερεις χιλιάδες φτερά, και ολόκληρο το σώμα του αποτελείται από μάτια και γλώσσες των οποίων ο αριθμός αντιστοιχεί στον αριθμό των ανθρώπων που κατοικούν στη Γη. Καταγράφει σε ένα μεγάλο βιβλίο τα ονόματα των ανθρώπων κατά τη γέννηση και τα διαγράφει κατά τον θάνατό τους. Πολλές φορές, ταυτίζεται με τον ίδιο τον Θάνατο. Κατά τους CRIMSON GLORY είναι ο Αιώνιος, αυτός που θα σημάνει το Τέλος, η προσωποποίηση του Σκότους μα και του Φωτός, ο Άγγελος του Ελέους, ο Φέρων τον Πόλεμο, αυτός που θα κρίνει τη ψυχή σου και ή θα σε πάρει μαζί του στα Επουράνια, ή θα σε ρίξει στο Εξώτερο Πυρ.
Γι’ αυτόν τραγουδούν σε ένα από τα καλύτερά τους τραγούδια οι Φλοριδιανοί. Κάποιοι ισχυρίζονται πως είναι το καλύτερό τους, γενικά. Ουδένα σχόλιο, ουδεμία αντίρρηση. Όπως δε χωρά αντίρρηση στο ότι πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα από τα καλύτερα τραγούδια στην ιστορία ολόκληρου του «σκληρού ήχου», πέραν και εκτός κάθε είδους. Ένας τεράστιος θεολογικός, εσχατολογικός ύμνος, επικότερος από το μισό επικό metal, με τον Midnight επιβλητικό, αυστηρό και σε σημεία οργισμένο, να μπαίνει στο πετσί του ρόλου, δίνοντας τη φωνή του στον Άγγελο του Θανάτου, στη δεύτερη καλύτερη ερμηνεία του στον δίσκο. Αριστουργηματικός και ο τρόπος με τον οποίο η κιθάρα «δένει» τα κουπλέ, με μικρά lead-άκια, αριστουργηματικό και το μπάσο του… αριστουργηματικά όλα!
Και τώρα, ας «κάψουμε» λίγο το μυαλό μας. Η υποβλητική, θεϊκή του εισαγωγή, δεν απέχει και πολύ από το να γίνει το γνωστό παιδικό τραγουδάκι «Η μικρή Ελένη». Ξέρεις, αυτή που «κάθεται και κλαίει, γιατί δεν την παίζουνε οι φιλενάδες της». Ναι, ok, μετά από αυτό, το “Azrael” δε θα είναι ποτέ πια το ίδιο στα αυτιά σου, μα δε φταίω εγώ… ας μην το διάβαζες!
Lost reflection (4.49)
“Full moon’s reflecting a face in the mirror, twisted and bleeding…”
Ο John Patrick McDonald, Jr. ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος. Αυτό δεν είναι κάποιο μυστικό, η ίδια του η σύντομη ζωή το μαρτυρά. Ίσως λοιπόν, ακριβώς επειδή ήταν τόσο ιδιαίτερος, να κατάφερε αυτήν εδώ την ερμηνεία. Είναι λες και κάθε νότα, κάθε λέξη, βγαίνουν από τη ψυχή του και είναι δικά της γεννήματα, όχι του μυαλού του. Είναι λες και ανεβαίνει σε ένα ιδιότυπο θεατρικό σανίδι, για να ερμηνεύσει το δικό του «Ημερολόγιο ενός Τρελού». Το “Lost reflection” όμως είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό, όσο απλό μπορεί να είναι, θεατρικό κομμάτι. Είναι η ίδια η τρέλα, η οποία σε κοιτά στα μάτια. Ηχογραφήθηκε εν μία νυκτί, μια κι έξω, από τον Midnight, την ακουστική του κιθάρα και ένα κερί (!) και ο Drenning πρόσθεσε αργότερα το «μεταλλικό ξέσπασμά» του.
Ο Midnight φέρνει τον χαρακτήρα του στο ημίφως της σοφίτας, βγαίνει από το σκοτάδι, εκφράζει ένα παράπονο που γίνεται θλίψη και κατόπιν οργή και κραυγάζει πως είναι εδώ, για να αποτραβηχτεί ξανά στην αιώνια μοναξιά του. Όσο για το παραμιλητό του στο τέλος, ειλικρινά δεν αγγίζεται από κανέναν. Ούτε από τους La Torre και Black, οι οποίοι έκαναν ομολογουμένως σπουδαία δουλειά, τηρουμένων των αναλογιών. Ίσως, ΙΣΩΣ, να ήταν σε θέση να μας δώσει κάτι αντίστοιχο ο prime Geoff Tate εκείνης της περιόδου. Τελικά, όροι όπως «ανατριχιαστικό» ή «καθηλωτικό», αποδεικνύονται «φτωχοί» και δεν αντικατοπτρίζουν στο έπακρο την αξία αυτού του αιώνιου θεουργήματος.
Ολοκληρώνουμε με την απαιτούμενη, εκτός συναγωνισμού, εύφημο μνεία στο Dream dancer, που κυκλοφόρησε ως maxi single τον Μάρτιο του 1988, με ένα remix του “Lost reflection” στη δεύτερη πλευρά. Ήταν το τελευταίο τραγούδι που γράφτηκε στα sessions του δίσκου κι έμεινε εκτός διότι δε χωρούσε στο βινύλιο. Για χρόνια ήταν ένα δυσεύρετο και πανάκριβο “collector’s item”, αλλά η επανέκδοση της Metal Mind Productions το συμπεριέλαβε στο ντεμπούτο. Δεν είναι ίδια ακριβώς περίπτωση με τα “Prophecy – The Warning”, καθώς δε λογίζεται για το ένατο τραγούδι του album, το βρίσκεις μόνο σε εκείνη την επανέκδοση και σε καμία μετέπειτα, αλλά του αξίζει μια θέση εδώ. Ατμοσφαιρικό όσο δεν πάει, λυρικότατο, με εξαίσιο refrain, ο «Ονειροχορευτής» είναι ένα μαγικό κομμάτι, άκρως συναισθηματικό και σαφώς ερωτικό, ένα από τα ομολογουμένως πολλά του group, που μιλούν για μια γυναίκα. Αν ποτέ καλεστείς να απαντήσεις στην ερώτηση «Αναφέρατε την καλύτερη ‘γέφυρα’ που συνδέει δύο διαφορετικές εποχές/διαφορετικούς δίσκους», η απάντηση είναι “Dream dancer”. Είναι τόσο μοιρασμένο μουσικά μεταξύ “Crimson Glory” και “Transcendence”, που σε κάνει να απορείς, εκ νέου, για το απίστευτο ταλέντο των δημιουργών του. “Dream dancer can fly away, wings of fire, she burns the nightshade …”
Δημήτρης Τσέλλος