ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Cold lake” – CELTIC FROST
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1988
ΕΤΑΙΡΙΑ: Noise International
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Tony Platt – CELTIC FROST
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Tom Gabriel Warrior – φωνητικά, ρυθμική κιθάρα
Oliver Amberg – κιθάρες
Curt Victor Bryant – μπάσο
Stephen Priestly – ντραμς
Δεν μπορώ να θυμηθώ δίσκο από γνωστό/μεγάλο συγκρότημα, να έχει φάει τόσα σκατά όσο το “Cold lake” των CELTIC FROST και φυσικά, όχι άδικα. Ας τοποθετηθούμε λίγο στον χωροχρόνο και να δούμε τι προηγήθηκε της κυκλοφορίας του άλμπουμ αυτού, αφού έχει τεράστια σημασία…
Λίγο καιρό πριν, είχε κυκλοφορήσει το πιο κομβικής σημασίας άλμπουμ των FROST κι ένα από τα πιο σημαντικά στην ιστορία του ακραίου ήχου, το “Into the pandemonium”. Εκεί ο Tom “Warrior”, είχε βάλει όλο το ταλέντο του, με ακραίους πειραματισμούς που άφησαν εποχή και μετά από το αρχικό μούδιασμα, άρχισε να αχνοφαίνεται πως το συγκρότημα μπορούσε να μπει στην ελίτ του ακραίου metal. Εκεί όμως άρχισαν οι έντονες διαμάχες του “Warrior” με τη δισκογραφική του εταιρία, τη Noise, και το αφεντικό της, Karl Walterbach, τον οποίο κατηγορούσε ευθέως πως δεν έκανε τίποτα απολύτως για να βοηθήσει τους CELTIC FROST να κάνουν το βήμα παραπάνω, επειδή βασικά δεν γούσταρε τη μουσική τους και το γκρουπ ουσιαστικά είχε οδηγηθεί στη διάλυση, καθώς το κλίμα ήταν εντελώς καταθλιπτικό και βαρύ και χρωστούσαν παντού. Ο Tom “Warrior”, είχε αποφασίσει να μείνει με την κοπέλα του μόνιμα στην Αμερική και τα υπόλοιπα μέλη, βάδισαν χωριστούς δρόμους. Τότε έφτασε η είδηση ότι η Noise είχε κάνει μία συμφωνία με τη CBS/Epic για την Αμερική κι αυτή περιλάμβανε αρκετά μεγαλύτερα budget για τα γκρουπ, κάτι που σήμαινε πως οι FROST, θα μπορούσαν να πάρουν αρκετά χρήματα μπροστά για να κάνουν κάποιον δίσκο, αλλά και για να αποπληρώσουν τα χρέη που είχαν δημιουργηθεί!
Αυτό, ήταν ένα κίνητρο για τον Warrior να κάνει ένα restart στο συγκρότημα, χωρίς όμως κανένα άλλο μέλος του “Into the pandemonium”. Με τον αρχικό κιθαρίστα των CORONER, Oliver Amberg, να υπογράφει αρκετά από τα νέα κομμάτια, αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν τη νέα συμφωνία της Noise. Εκείνη την περίοδο, ο ηγέτης τους όμως είχε αποφασίσει ότι ήθελε χρώμα στη ζωή του, όπως δήλωνε ο ίδιος. Μετά από τόσες δυσκολίες και διαμάχες και με το hair metal ιδίωμα να είναι στο ζενίθ του, ήθελε να παρτάρει χωρίς αύριο και να περνάει ωραία. Μάλιστα, δήλωνε πως ακόμα και τα παλιά μέλη να ήταν στο συγκρότημα, ήταν αδύνατο να παίξει σκοτεινή μουσική εκείνη την περίοδο.
Για πρώτη φορά στην καριέρα του, του είχε δοθεί η ευκαιρία να έχει έναν διάσημο παραγωγό, κάτι που ζητούσε επίμονα και η Noise του παρείχε τον Tony Platt, ο οποίος είχε δουλέψει με mega-bands όπως οι AC/DC, URIAH HEEP, MOTORHEAD, FOREIGNER, IRON MAIDEN. Αυτή η συνεργασία όμως, έμελλε να είναι και η ταφόπλακα του δίσκου. Ο Fischer ήθελε μία glam rock κατεύθυνση στο άλμπουμ, εσκεμμένα προσπαθώντας (κατ’ ομολογία του) να εκμεταλλευτεί την εμπορική επιτυχία των γκρουπ του είδους. Η φωτογράφηση για τον δίσκο; Αισχρή… Ο Walterbach, ήταν απασχολημένος με την ανάπτυξη της εταιρίας τους και με το φαινόμενο HELLOWEEN που γιγαντώνονταν, που δεν έδωσε καμία σημασία ούτε στα τραγούδια που του έστελναν, ούτε στις φωτογραφίες. Απλά έδωσε το ΟΚ και μετά χτύπαγε το κεφάλι του στον τοίχο. Οι δε Fischer και Platt, μάλωναν σαν τον σκύλο με τη γάτα. Ο παραγωγός την πρώτη μέρα των ηχογραφήσεων, κατά λάθος, έφερε την πόρτα στα μούτρα του ηγέτη των FROSTIES και τον τραυμάτισε, αρχίζοντας μία κατρακύλα άνευ προηγουμένου, που δημιούργησε προβλήματα στις ηχογραφήσεις. Ο Platt κατηγορούσε τον Fischer ότι ήταν απασχολημένος με την κοπέλα του και φαινόταν εντελώς αποκομμένος από το υπόλοιπο γκρουπ, δρώντας σαν ένας κακομαθημένος rock star. Επίσης, δεν πίστεψε ποτέ στο ταλέντο του, δεν τον θεωρούσε ποτέ τραγουδιστή για τέτοιου είδους μουσική και προσπαθούσε να τους πείσει –ανώφελα- να επιστρέψουν στον ήχο που τους καθιέρωσε.
Από την πλευρά του, ο Fischer, κατηγορούσε τον παραγωγό του, πως ποτέ δεν ασχολήθηκε πραγματικά μαζί τους, παρά μόνο τους έλεγε τις ίδιες και τις ίδιες ιστορίες για τις δουλειές του με τους URIAH HEEP και τους AC/DC. Ο ίδιος αναλάμβανε την ευθύνη για την κακή μουσική, επιμένει όμως πως μεγάλος παράγοντας της αποτυχίας ήταν και η άθλια παραγωγή για την οποία ευθύνεται αποκλειστικά ο Platt.
Από εκεί και πέρα, μιλάμε για έναν δίσκο από ένα γκρουπ μαθημένο στην ακραία μουσική, που απλά προσπαθούσε απεγνωσμένα να παίξει ένα είδος glam rock, που σε καμία περίπτωση δεν του ταίριαζε. Πολύ μέτριες συνθέσεις, φωνητικά που δεν ταίριαζαν σε καμία περίπτωση με το στυλ, απαράδεκτο εξώφυλλο, αισχρή φωτογράφηση και κάτι τίτλοι που προκαλούν γέλιο όπως “Dance sleazy”, “Juices like wine” ή “Seduce me tonight”.
Όταν βγήκε πλέον ο δίσκος, το κοινό τον αποδοκίμασε έντονα και ήταν, φυσιολογικά, μία τεράστια εμπορική αποτυχία, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του MTV, με το video clip του “Cherry orchard” που το έδειχνε αρκετά τακτικά. Πόσο μάλλον, όταν αυτό που περίμεναν όλοι, ήταν η φυσική συνέχεια του “Into the pandemonium” και το “Cold lake” ήταν ακριβώς το αντίθετο απ’ όσα πρέσβευε εκείνος ο δίσκος. Η περιοδεία που ακολούθησε ήταν ένα φιάσκο, με τον κιθαρίστα του σχήματος, Oliver Amberg, να κάνει τη ζωή του rock star σαν να μην υπάρχει αύριο, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα και οδηγώντας αναπόφευκτα στην αποπομπή του.
Μερικοί επιεικείς χαρακτηρισμοί του Tom Fischer για το “Cold lake”, δείχνουν το πόσο άθλιος δίσκος ήταν, αφού τον έχει χαρακτηρίσει ως έναν από τους χειρότερους δίσκους στη μουσική, παραδέχτηκε ότι δεν θα έπρεπε να έχει βγει κάτω από το όνομα των CELTIC FROST. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του: «δεν μπορείς να πεις απλά ότι η παραγωγή είναι άθλια ή ότι τα τραγούδια είναι πολύ κακά. Οτιδήποτε υπάρχει σ’ αυτό το άλμπουμ, από το artwork, τους στίχους, την παραγωγή, τις συνθέσεις, είναι όλα αισχρά. Κι αυτό είναι το καταστροφικό». Δεν είναι τυχαίο πως ο δίσκος αυτός ποτέ δεν επανακυκλοφόρησε (σε αντίθεση με τους άλλους δίσκους τους από τη Noise) και δεν βρίσκεται ούτε στο Spotify. Σαν να προσπαθούν να σβήσουν τα ίχνη ενός δίσκου, που έχει πλέον συλλεκτική αξία, αλλά όχι μουσική… Όποιος αντέξει να δει το video που έχει τραβηχτεί και υπάρχει στο YouTube, ενώ έχει κυκλοφορήσει και σε βιντεοκασέτα, από την εμφάνισή τους στο Hammersmith το 1989, θα καταλάβει πολλά για τη φάση του “Cold lake”. Θέλει όμως γερά νεύρα. Σας προειδοποίησα!
Σάκης Φράγκος