A Day To Remember… 08/02 [SOILWORK]













    ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Τhe chainheart machine” – SOILWORK
    ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2000
    ΕΤΑΙΡΙΑ: Listenable Records
    ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Fredrik Nordstrom & SOILWORK
    ΣΥΝΘΕΣΗ
    Bjorn “Speed” Strid – φωνητικά
    Peter Wichers – κιθάρες
    Ola Frenning – κιθάρες
    Ola Flink – μπάσο
    Carlos Del Olmo Holmberg – πλήκτρα
    Henry Ranta – ντραμς
     
     
    Οι Σουηδοί SOILWORK από το Helsingborg έκαναν ένα μικρό πάταγο όταν πρωτοεμφανίστηκαν με το ντεμπούτο τους “Steelbath suicide” στα μέσα του 1998, σε αυτό βοήθησε τρομερά άθελα του το ντεμπούτο των THE HAUNTED ένα μήνα μετά που έστρεψε την προσοχή όλων προς την Σουηδία και έτσι η μπάλα πήρε και τους SOILWORK και μπόρεσαν από πολύ νωρίς να αποκτήσουν ένα ισχυρό fan base. Οι μεν SOILWORK παίζανε κάτι μεταξύ επιθετικότατου thrash και μελωδικού Σουηδικού death metal, αλλά ήταν ξεκάθαρα σκληρότεροι από τις μπάντες του Γκέ(ι)τεμποργκ και είχαν ένα πολύ ωραίο δικό τους ήχο, ειδικά στις κιθάρες, όπου έβγαζαν μία απίστευτα όμορφη καθαρότητα και έκφραση, που τους έκανε πάρα πολύ αγαπητούς. Έτσι αφού το “Steelbath suicide” έβαλε το φυτίλι, ήρθε το δεύτερο τους άλμπουμ “The chainheart machine” στις αρχές του νέου αιώνα να ανάψει κι επίσημα τη φωτιά η οποία έγινε πύρινη λαίλαπα και παρέσυρε στο διάβα της κόσμο και κοσμάκη, αφήνοντας καμένη γη και πτώματα. Ήδη το συγκρότημα είχε προβεί σε δύο βασικές αλλαγές, με τον κιθαρίστα Ola Frenning να παίρνει τη θέση του Ludvig Svartz και το οπλοπολυβόλο Henry Ranta να παίρνει τη θέση πίσω από τα τύμπανα του Jimmy Persson και άμεσα να κάνει τη διαφορά υπέρ τους.
     
    To παίξιμο του Ranta και η απίστευτη επιθετικότητα και δύναμη που έβγαζε, τους προσέδωσε ένα πελώριο ήχο, έτσι ώστε στα γρήγορα σημεία να ακούγονται δολοφονικοί, ενώ κρατούσε τρομερά το ρυθμό στα μελωδικά σημεία, με το δίσκο να ξεπερνάει το ήδη κορυφαίο ντεμπούτο τους και πολλοί πλέον να θεωρούν τους SOILWORK ένα φαινόμενο που θα άφηνε εποχή και που ήταν από τις ελπίδες του μεταλλικού ήχου γενικότερα. Ο Speed Strid στα φωνητικά αρχίζει και ξεδιπλώνει το ταλέντο του για πρώτη φορά τόσο, δεν αρέσκεται μόνο στα πανέμορφα ουρλιαχτά του αλλά χρωματίζει τη φωνή του με περισσότερη δύναμη και η άρθρωσή του έγινε πολύ καλύτερη. Ο κύριος συνθέτης Peter Wichers κεντάει απίστευτες ριφφάρες και μελωδίες παράλληλα, σε ένα άλμπουμ που συνδυάζει τη thrash επιθετικότητα (με το γνωστό Σουηδικό μπετονιερέ ήχο), την κληρονομιά που άφησαν συμπατριώτες τους όπως οι AT THE GATES, ενώ (δειλά) κάνουν και την εμφάνιση τους σημεία που έδειχναν το δρόμο που θα ακολουθούσαν στο μέλλον, με πιο γκρουβάτο υλικό προσαρμοσμένο κυρίως προς την Αμερικάνικη αγορά και με άψογη αισθητική, αρχή-μέση-τέλος άψογα σε κάθε κομμάτι και ένα άλμπουμ που στα 9 κομμάτια του και τα σχεδόν 44’ που διαρκεί, να μπορεί να χαρακτηριστεί κόσμημα του συνολικού Σουηδικού ήχου στην ιστορία.
    Ο δίσκος ανοίγει με το κορυφαίο δίδυμο κομματιών που έγραψαν ποτέ, το ομότιτλο κομμάτι που κάνει το κεφάλι να φτάσει πάτωμα και το δολοφονικό “Bulletbeast”, το οποίο είναι και το κομμάτι που θα διάλεγα αν θα έπρεπε να σωθεί μόνο ένα από όλη τους τη δισκογραφία. Κοπάνημα μέχρι τελικής πτώσεως, κιθάρες-λεπίδες, πυροβολαρχία στο σώμα ενός ανθρώπου γύρω στο 1.60 με τα χέρια στην ανάταση και μία παραγωγή που κάνει τον ήχο οργανικό παρά την ηχώ που έξυπνα παράγουν οι μελωδίες στο background. Κομμάτια όπως τα “Generation speedkill”, “Possessing the angels”, “Spirits of the future sun” και “Machinegun majesty” δεν τα συναντήσαμε ποτέ ξανά στη δισκογραφία τους, ενώ το “Room No. 99” ήταν ξεκάθαρη πρόγευση στο κλείσιμο του δίσκου για το τι θα ακολουθούσε στο επόμενο άλμπουμ “A predator’s portrait” και τη μελλοντική τους πορεία, όπου τα thrash ξεσπάσματα εξαφανίστηκαν (δυστυχώς) διά παντός και προκρίθηκε η πιο AT THE GATES meets groove αισθητική τους. Προσωπικά δεν τέθηκε ποτέ θέμα για την κορυφαία τους στιγμή δισκογραφικά, το άλμπουμ φύσηξε εξ αρχής σαν ούριος άνεμος που παρέσυρε επίσης πολλές μπάντες να παίξουν έτσι και να δημιουργηθεί ένα πανέμορφο κίνημα Σουηδικών συγκροτημάτων που ακροβάτησαν μεταξύ thrash και μελωδικού death metal (DARKANE, THE DEFACED, CARNAL FORGE, DIMENSION ZERO κτλ).
     
    Λατρεία, αγάπη, σεβασμός για όλη την πορεία τους μέχρι σήμερα, αλλά “The chainheart machine” δεν ξαναβγαίνει όχι μόνο από τους ίδιους αλλά και από όλη τη μελωδική Σουηδική σκηνή γενικότερα. 20 χρόνια μεγαλείου!
     
    Did you know that:
    – O δίσκος έχει ένα κενό στο τέλος του “Room No. 99” όπου υπάρχουν 2’ κενού και στη συνέχεια επαναλαμβάνεται η λούπα του ομότιτλου κομματιού πριν μπει το βασικό ριφφ του.
    – Έχουν υπάρξει αρκετές επανεκδόσεις του δίσκου, με χαρακτηριστικότερη αυτή που περιέχει σαν μπόνους κομμάτια μία πρώιμη έκδοση του “Shadowchild” που μπήκε στο “A predator’s portrait” και την γκαζάτη διασκευή του “Egypt” των MERCYFUL FATE.
    – Οι SOILWORK ήρθαν στη χώρα μας τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς ως support των NEVERMORE/ANNIHILATOR χωρίς να ξέρει κανείς μέχρι την τελευταία στιγμή τον ερχομό τους (όπως και των RAWHEAD REXX) και ξαφνικά εμφανίστηκαν σε ένα κοινό που τους αποθέωσε. Ξεκίνησαν και τέλειωσαν τη συναυλία τους όπως και τον δίσκο, με το “The chainheart machine” και το “Room No. 99”, παρότι βρισκόντουσαν σε περιοδεία για το “A predator’s portrait”. Συγκλονιστική εμφάνιση, η οποία δυστυχώς αν κάτι δεν αλλάξει δραματικά, θα είναι και η μοναδική που θα μνημονεύουμε στην Ελλάδα (σ.σ. Σάκη Φράγκου: Ο Bjorn “Speed” Strid πάντως, έχει ξαναέρθει από τη χώρα μας, για συνεντεύξεις μόνο, στα πλαίσια της προώθησης του “Stabbing the drama”, το 2005).
     
    Άγγελος Κατσούρας

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here