ΤΙΤΛΟΣ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Accept” – ACCEPT
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1979
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Metronome Music GmbH
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Frank Martin
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Udo Dirkschneider
Κιθάρες – Wolf Hoffman
Κιθάρες – Jorg Fischer
Μπάσο – Peter Baltes
Drums – Frank Friedrich
Η ιστορία μας αυτή τη φορά ξεκινάει το 1968 στο Solingen, στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας στη Γερμανία. Ένα συγκρότημα επ’ ονόματι BAND X, είχε μόλις σχηματιστεί αποτελούμενο από τον Udo Dirkschneider στα φωνητικά, τον Michael Wagener στη κιθάρα, τον Dieter Rubach στο μπάσο και τον Birke Hoe στα drums. 8 χρόνια μετά, το 1976, αυτό το συγκρότημα θα μετονομαστεί σε ACCEPT, με τους Wolf Hoffman και Peter Baltes να αναλαμβάνουν κιθάρες και μπάσο αντίστοιχα, τον Frank Friedrich στα drums και τον Gerhard Wahl επίσης στις κιθάρες, μέχρι την αντικατάσταση του τελευταίου από τον Jorg Fischer το 1978. Το συγκρότημα πλέον, είναι έτοιμο να κάνει το επόμενο βήμα και σ’ ένα διάστημα από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1978, μπαίνει στα Delta Studio στη πόλη Wilster και στις 16 Ιανουαρίου του 1979, κυκλοφορεί ο πρώτος, ομώνυμος δίσκος των ACCEPT.
“Lady lou” και “Tired of me” τα πρώτα 2 κομμάτια του πρώτου δίσκου, ένας προπομπός του τι θα συνέβαινε σε επόμενα άλμπουμ, με ένα αισθητά πιο αιχμηρό riffing να κάνει την εμφάνιση του, πατώντας στις επιρροές των πατέρων JUDAS PRIEST που εκείνη τη χρονιά έκαναν το μεγάλο πέρασμα στην επόμενη δεκαετία, κλείνοντας το πρώτο δημιουργικό κύκλο τους με το live album “Unleashed in the east”. Το κοφτό riffing των ACCEPT εμφανίζεται επίσης στο “Take him in my heart”, “Street Fighter” και το “Helldiver”, σε αισθητά πιο πρώιμη μορφή αλλά εξίσου πωρωτικά.
Άλλο ένα χαρακτηριστικό των ACCEPT που θα δούμε σε μεταγενέστερους δίσκους κάνει την εμφάνιση του στο “Seawinds”, (μια από τις μπαλάντες του δίσκου μαζί με το πανέμορφο “Glad to be alone”, τον πρόδρομο του εκπληκτικού “Can’t stand the night”), αλλά και στο πιο βαρύ και υποχθόνιο “Sounds of war” (άλλος ένας πρόλογος αντίστοιχων κομματιών, όπως το “Demon’s night”). Τα πανέμορφα μελωδικά φωνητικά του Peter Baltes, εκεί που ο ακροατής αρχίζει και συνηθίζει το AC/DC-ίσιο ψυχωμένο γρέζι του Udo Dirkschneider, έρχονται και χρωματίζουν διαφορετικά το δίσκο, καθώς και το κομμάτι στο οποίο χρησιμοποιούνται.
Σε αυτό το δίσκο με τις γερές 70’s ρίζες πετάγονται από το πουθενά το “Free me now” και το “That’s rock ‘n’ roll” με τα γκάζια τους και τις υψηλές ταχύτητες, και σίγουρα θα ξάφνιασε όποιον το άκουσε και θα έκανε παραλληλισμούς με το μνημειώδες “Exciter” των JUDAS PRIEST, που ήταν η μόνη φορά που ξανακούστηκαν τέτοιες ταχύτητες σε δίσκο σκληρού ήχου μέχρι τότε. Ένας τύπος riffing που θα μετεξελισσόταν σε κομμάτια τύπου “Breaker”, “Fast as a shark” βάζοντας το δικό του λιθαράκι στην ανάπτυξη του speed/thrash κινήματος από τις αρχές της επόμενης δεκαετίας.
Πολλοί αγνοούν εγκληματικά το άλμπουμ αυτό στη δισκογραφία των ACCEPT. Και λέω εγκληματικά γιατί όπως βλέπουμε, εδώ υπάρχουν οι ρίζες και τα πρώτα στοιχεία που θα γίνονταν χαρακτηριστικά και σήματα κατατεθέν των ACCEPT. Με την αυγή της επόμενης δεκαετίας, η εξέλιξη θα ερχόταν φυσικά, και η θέση τους ανάμεσα στα σημαντικότερα heavy metal συγκροτήματα όλων των εποχών θα καπαρωνόταν με χαρακτηριστικότατη ευκολία. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, πιθανότατα για κάποιο άλλο κείμενο.
Did you know that?
– Το ντεμπούτο των ACCEPT είναι ο μοναδικός δίσκος που παίζει τύμπανα ο Frank Friedrich, μιας και τη χρονιά της κυκλοφορίας, αυτός και το συγκρότημα χωρίζουν τους δρόμους τους μόλις πριν τη κυκλοφορία του. Αντικαθίσταται από τον Stefan Kaufmann, ο οποίος έμεινε μέχρι το τέλος της δεκαετίας που ακολούθησε.
– Αποτελεί έναν από τους χειρότερους εμπορικά δίσκους των ACCEPT (γύρω στα 3.000 αντίτυπα μόλις) αλλά τους άνοιξε τη πόρτα για να παίξουν για πρώτη φορά σε γειτονικές χώρες όπως Βέλγιο, Ολλανδία και Γαλλία.
– To αλυσοπρίονο στο εξώφυλλο ήταν μια ευγενική χορηγία της Fichtel & Sachs.
Γιάννης Σαββίδης