A Day To Remember… 16/02 [DEATH]













    ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Spiritual healing” – DEATH
    ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1990
    ΕΤΑΙΡΙΑ: Combat, Relapse (rerelease)
    ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Chuck Schuldiner, Eric Greif
    ΣΥΝΘΕΣΗ
    Chuck Schuldiner – φωνητικά, κιθάρες
    James Murphy – κιθάρες
    Terry Butler – μπάσο
    Bill Andrews – τύμπανα
     
    Mετά από εκτεταμένη περιοδεία για την προώθηση του “Leprosy”, η οποία περιείχε και μία γρήγορη και κακοσχεδιασμένη περιοδεία στην Ευρώπη, οι DEATH (δηλαδή ο Chuck Schuldiner κυρίως) είδαν τον Rick Rozz να μη μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες για το παραπάνω βήμα που χρειαζόταν το συγκρότημα κι έτσι ο ευτραφής και τίμιος πλην κουλός κιθαρίστας πήρε πόδι από το συγκρότημα. Aκολούθησε μία περιοδεία στο Μεξικό, όπου ο νεαρός τότε Paul Masvidal (τον οποίο θα ξανασυναντούσαμε μελλοντικά στη μπάντα) κάλυψε τη θέση του δεύτερου κιθαρίστα. Χρειαζόταν όμως μία πιο σταθερή λύση για το κενό που άφησε ο Rozz. Αντικαταστάτης του ήταν ο μεγάλος James Murphy και πολλοί βλέποντας ήδη μπροστά, πίστευαν ότι ήταν η σωστή και κρίσιμη ώρα για τους DEATH να πάνε τη μουσική τους εκεί που δεν είχε βρεθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή. Το συγκρότημα έμεινε σε ένα μοτέλ στο Safari Inn κοντά στο Busch Gardens κατά τη διάρκεια των έξι εβδομάδων που διήρκησαν οι ηχογραφήσεις, αν και ο μπασίστας Terry Butler και ο ντράμερ Bill Andrews (που είχαν μείνει σταθεροί στη σύνθεση από το “Leprosy”), συχνά πήγαιναν και στα σπίτια τους που ήταν πολύ κοντά στην περιοχή της Tampa. Φυσικά ο δίσκος ηχογραφήθηκε και πάλι στο ναό Morrisound.
     
    Ο Chuck στο “Spiritual Healing” παίρνει την πρώτη μεγάλη απόφαση της ζωής του, η οποία αφορά το εικαστικό και στιχουργικό κομμάτι, έτσι πλέον οι ιστορίες για ζόμπι, τέρατα και γενική gore θεματολογία εγκαταλείπει το συγκρότημα και ο άνθρωπος που έπαιξε το διαφορετικότερο και πλέον πολυδιάστατο τέλειο και πλήρες μέταλλο της ύπαρξης (νομίζατε ότι θα τη γλυτώνατε και δε θα αναφερόταν;), θα αναφερόταν σε (ζοφερά) θέματα της πραγματικής ζωής με τον πλέον εύστοχο τρόπο. Ο ερχομός του Murphy αρχικά έλυσε τα χέρια του Chuck όσον αφορά το συνθετικό κομμάτι, καθώς πλέον με έναν πραγματικό κιθαρίστα δίπλα του (sorry Rick), ο Chuck μπορούσε να γράψει κομμάτια σε κάθε περίπτωση ανώτερου τεχνικού επιπέδου σε σχέση με τα δύο πρώτα άλμπουμ και να πάει τον ήχο της μπάντας ένα επίπεδο μπροστά. Το υλικό κυρίως είναι εφιαλτικά mid-tempo, με τις κιθάρες φυσικά να έχουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο στο δίσκο και τους Chuck/Murphy επιεικώς να «κεντάνε» καθ’ όλα τα 43’ και κάτι που διαρκεί ο δίσκος. Ο μινιμαλισμός των 8 κομματιών δεν επέτρεπε χώρο για fillers, πως θα μπορούσαν άλλωστε να υπάρξουν σε δίσκο DEATH ούτως ή άλλως, ενώ το εξώφυλλο του Ed Repka (τρίτο σερί και τελευταίο για τη μπάντα) έδειχνε την αλλαγή σκεπτικού.
    Ο τύπος που τα δολάρια εξέχουν από το γιλέκο του, επικαλείται τα θεία για να γιατρέψει την άρρωστη καρκινοπαθή ανάπηρη γυναίκα με το ένα χέρι προς τον ουρανό και το άλλο χέρι πάνω στο κεφάλι της, ενώ γύρω του δεσπόζουν άτομα με τις βίβλους στα χέρια ως όργανα πλύσης εγκεφάλου που σιγοντάρουν την όλη προσπάθεια. Αυτό είναι και το θέμα στίχων στο ομότιτλο και μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου, όπου οι πνευματικοί «ιατροί» καπηλεύονται το όνομα του Θεού δίνοντας ψευδείς ελπίδες σε ανήμπορούς ανθρώπους (προφανώς με το αζημίωτο). Γενικότερα έχουμε μία κατακραυγή στα περισσότερα κομμάτια, όπως στο εναρκτήριο “Living monstrosity”, όπου μία έγκυος μητέρα κάνει χρήση ηρωίνης και γεννάει ένα παραμορφωμένο παιδί με τον Chuck να την «στολίζει» με κάθε δυνατό τρόπο, ή το “Altering the future” που μιλάει για τις εκτρώσεις. Η φωνή του Chuck όντας καθαρότερη από ποτέ, έχει γίνει πιο πωρωτική στο δίσκο, αφήνοντας πίσω το έρπων γρύλισμα των “Scream bloody gore”/”Leprosy” και κερδίζοντας σε έκφραση και όγκο. Οι Butler/Andrews συνεργάζονται σαν με κλειστά μάτια, σε απόδοση πολύ ανώτερη από το λατρεμένο “Leprosy”, ενώ είναι και τεχνικά αρτιότεροι και οι δύο και πιο έμπειροι σαν μουσικοί. Η μεγάλη όμως διαφορά γίνεται από την παρουσία του πιο διάσημου μεταλλικού γυρολόγου.
     
    O James Murphy δίνει μία «γλύκα» με τον χαρακτηριστικότατο κιθαριστικό του τόνο στον ήχο των DEATH (όση γλύκα μπορούσε να υπάρχει σε death metal δίσκο) και προσφέρει μαζί με τον Chuck αυτό που ονομάζω προσωπικά ως “Hangar 18” του είδους στο “Low life” (πόσο υπέροχο στιχουργικά κομμάτια για όσους δεν έχουν δική τους ζωή και προσπαθούν μια ζωή να διαβάλουν άπαντες και μόνο για τη μανούρα της υπόθεσης), όπου η αέναη μάχη των σόλο των δύο παιχταράδων (και το “A PATHETIC EXCUSE FOR A HUMAN BEING” που «φτύνει» o Chuck)  χαζεύει τον κόσμο και είναι το πλήρες επιστέγασμα ότι οι DEATH και πάλι ήταν μπροστά από τις εξελίξεις και όταν όλοι ήδη προσπαθούσαν να παίξουν όπως οι DEATH μεταξύ ’87-’88, o Chuck προετοίμαζε το μέλλον (άσχετα αν τελικά τα πράγματα ήρθαν αρκετά διαφορετικά απ’ ότι περίμενε σε πρώτη φάση). Το “Spiritual healing” είναι ένα από τα πλέον αγαπημένα ακραία άλμπουμ ακόμα και των μη ακραίων οπαδών, καθώς η καθαρότητα του ήχου του και η υφή του υλικού από την αρχή ως το τέλος (ακραίο μεν αλλά όχι τόσο «ακραίο» ακόμα και για τον μη κάφρο) κέρδισαν τους πάντες και πολλοί υποκλίθηκαν στο συνθετικό (και νοητικό προφανώς) μεγαλείο του Chuck Schuldiner. Aυτός ο ογκώδης κι εφιαλτικός ήχος που έγινε για πολλούς ότι καλύτερο βγήκε στο είδος.
     
    Το “Spiritual healing” αγκαλιάστηκε παγκοσμίως με ασύλληπτες για την εποχή πωλήσεις και ειδικά για ακραίο ήχο (πρέπει να ξεπεράστηκε αφού βγάλανε οι OBITUARY  το “The end complete” και οι MORBID ANGEL το “Covenant” αλλά χρόνια μετά), με τις φήμες να αναφέρουν εξαψήφιο αριθμό αντιτύπων για την εποχή. Οι στίχοι έγιναν τροφή για σκέψη, είτε για πολυσχιδή προσωπικότητα (“Defensive personalities”), είτε για το πώς μπορείς να βασιστείς στην εσωτερική σου νοητική δύναμη και να πετύχεις το στόχο σου (“Within the mind”), ενώ έχουμε και σχεδόν Terminator λογική από άλλη οπτική (“Genetic reconstruction”). Και φυσικά πως μπορεί να κλείσει όμορφα ένας δίσκος; Με έναν τύπο που εκφράζει την καταπιεσμένη οργή του παίρνοντας ένα μαχαίρι και σφάζοντας όποιον βρει μπροστά του (“Killing spree”). To “Spiritual healing” θεωρείται για πάρα πολύ κόσμο ως το πλέον κρίσιμο άλμπουμ όχι μόνο των DEATH αλλά και του κάφρικου ήχου γενικότερα, καθώς έστρεψε πάνω στο death metal ακόμα περισσότερο τα φώτα της δημοσιότητας και έδειχνε μια διαφορετική ηχητική πτυχή που έκανε το είδος να ελιχθεί ακόμα περισσότερο. Μπορεί τη χρονιά (1990) να μονοπώλησε η λύσσα του ομότιτλου ντεμπούτου των DEICIDE, του “Cause of death” των OBITUARY ή του “Left hand path” των ENTOMBED στην άλλη όχθη, ΑΛΛΑ…
     
    ΑΦΕΝΤΙΚΟ ΗΤΑΝ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ!
     
    Υ.Γ.: Εξυπακούεται ότι σε κάθε σκέψη ή αναφορά σου, ΖΕΙΣ ανάμεσα μας ακόμα!
     
    Did you know that:
    – Το επί σειρά ετών δυσεύρετο άλμπουμ επανεκδόθηκε αρχικά από την Century Media, ωστόσο στην επανέκδοση της Relapse και ειδικά του τριπλού cd, μπορείτε να βρείτε σημειώσεις από τους James Murphy, Terry Butler, την αδερφή του Chuck και τον Michael Poulsen των VOLBEAT που χρόνια δηλώνει ότι ο Chuck ήταν ήρωας του κι ότι το “Spiritual healing” του άλλαξε τη ζωή γενικότερα.
    – O συμπαραγωγός και μάνατζερ της μπάντας Eric Greif έχει παίξει κάποια πλήκτρα στο μεσαίο μέρος στο ομότιτλο κομμάτι, χωρίς αυτό ωστόσο να καταστεί ποτέ σαφές και να αναφερθεί ξεκάθαρα. Το όργανο ήταν ένα Kawai K1. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν την κόντρα που είχαν με τον Chuck λίγο πριν την κυκλοφορία του δίσκου, με αποτέλεσμα ο Chuck να αναφέρει ότι η παραγωγή έγινε από τον Scott Burns και τους DEATH. Πριν πεθάνει ο Chuck κι αφού συμφιλιώθηκε με τον Greif ξανά (τα σπάσανε πολλές φορές αλλά ήταν αδερφικοί φίλοι), σκόπευε να διορθώσει αυτή την «αδικία», όπως και έγινε στις σημειώσεις της επανέκδοσης.
    – Το ομότιτλο κομμάτι δανείζεται στο μεσαίο του ριφφ την αρχή του “Legion of doom” από τα αρχικά demo και τις εκδόσεις με ιδέες του “Scream bloody gore” που ποτέ δε μπήκαν στο δίσκο.
    – Η διασημότερη ιστορία για το δίσκο έχει να κάνει με την ξεδιάντροπη απόφαση των Butler/Andrews να περιοδεύσουν ως DEATH στην Ευρώπη (support στους KREATOR) χωρίς τον Chuck. O Chuck έχοντας την πικρή εμπειρία της διοργάνωσης της περιοδείας για το “Leprosy”, αρνήθηκε να κάνει την Ευρωπαϊκή περιοδεία για το “Spiritual healing” χωρίς να έχει εγγυήσεις για το αν θα τηρηθούν οι όροι. Οι Butler/Andrews επιστράτευσαν τους roadies Walter Trachsler (κιθάρα) και Louie Carrisalez (φωνητικά) για να κάνουν την περιοδεία και να τηρήσουν τους όρους των συμβολαίων. Ο Chuck κινήθηκε νομικά (αφού πρώτα συνήλθε από το σοκ, μη μπορώντας να συνειδητοποιήσει ότι οι άλλοι όχι απλά το έκαναν αλλά τόλμησαν να το σκεφτούν πρώτα) και οι δύο «προδότες» πήραν πόδι από τη μπάντα (και μαζί  τις αιώνιες κατάρες όλων των οπαδών, οι οποίες σημειωτέον αυξήθηκαν μετά τον χαμό του Chuck). Eξ ου και το περιβόητο σημείωμα στο “Human” ένα χρόνο μετά, “Support music, not rumors. This is much more that a record to me. It is a statement. It is revenge”…
     
    PRRRRRRRRRRRAAAAAAAAAAAAACTIIIIIIIIIIIIIIIIIICE WHAT YOU PREACH!
     
    Άγγελος Κατσούρας

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here