ΟΝΟΜΑ: John Terry Norum
INSTRUMENT: Κιθάρα
ΗΜ/ΝΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: 22 Φεβρουαρίου 1964 [54]
ΠΟΛΗ / ΧΩΡΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: Vardø, Νορβηγία
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ: Ήταν παντρεμένος από το 2005 με την Michelle Meldrum, ιδρυτικό μέλος της γυναικείας hard rock μπάντας, Phantom Blue και της σουηδικής metal μπάντας MELDRUM, στις οποίες η μουσικός έπαιζε κιθάρα. Η Meldrum όμως απεβίωσε το 2008, λόγω κύστης στον εγκέφαλο, αφήνοντας πίσω της και τον 12χρονο σήμερα γιο τους. Ο Norum αρραβωνιάστηκε μια Σουηδή αργότερα και το 2012 απέκτησε έναν ακόμη γιο.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΑΙΞΕΙ: EUROPE, DOKKEN
HIGHLIGHTS: Θεωρείται από τους κορυφαίους κιθαρίστες της γενιάς του, διαθέτοντας χαρακτηριστική blues χροιά στο παίξιμό του.
ΕΧΕΙ ΠΕΙ: «Εγώ δεν είμαι άνθρωπος του marketing. Πάντα λέω την αλήθεια και δε διστάζω να πω αυτό που πιστεύω είτε για την μπάντα μου, είτε για το οτιδήποτε!»
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Το 2007 τον είδαμε στο RockWave Festival για πρώτη φορά με τους EUROPE.
Ο Jonh Norum θα είναι πάντα γνωστός για την καταλυτική του παρουσία στους EUROPE αλλά και για μερικά από τα πιο μελωδικά solos που έχουν παρουσιαστεί ποτέ στο hard rock. Αναπόδραστα επηρεασμένος από μπάντες όπως οι DEEP PURPLE και THIN LIZZY κατάφερε να αναπτύξει από μικρή ηλικία το ταλέντο του αλλά κα τόλμησε ν’ ακολουθήσει solo καριέρα σε μια περίοδο όπου η μπάντα του βρισκόταν στο απόγειο της δημοτικότητας της. Η καριέρα του είχε ξεκινήσει απ’ τα 12 χρόνια του, όταν έφτιαξε την πρώτη του μπάντα και συνέχισε ως μέλος των Eddie Meduza & The Roaring Cadillacs, με τους οποίους έκανε κάποιες ηχογραφήσεις και απέκτησε μια αγάπη για το punk είδος, την οποία έχασε για δύο λόγους που άκουγαν στα ονόματα Gary Moore και THIN LIZZY. Το 1979, σχημάτισε τους FORCE, μαζί με τους Joey Tempest, Peter Olsson και Tony Reno και ξεκίνησαν κάνοντας πρόβες σε διασκευές, ώστε να μάθουν καλά τα μουσικά τους όργανα. Σταδιακά, άρχισαν να γράφουν το δικό τους υλικό και έστελαν αρκετά ντέμο σε δισκογραφικές. Μετά από αλλαγές στη σύνθεσή τους, συμμετείχαν σε έναν διαγωνισμό με άλλες 4000 μπάντες και κέρδισαν, χάρη σε δύο κομμάτια, τα “In the future to come” και “The king will return”. Ο Tempest πήρε το βραβείο του καλύτερου πρώτου τραγουδιστή και ο Norum του καλύτερου κιθαρίστα. Λίγο πριν το διαγωνισμό, είχαν αλλάξει το όνομα τους σε EUROPE. Οκτώβριο του 1986 κι ενώ η μπάντα απολαμβάνει τεράστια επιτυχία μετά την κυκλοφορία του “Final Countdown” αποφασίζει ν’ αποχωρήσει, αισθανόμενος την ανάγκη να παίξει και να δημιουργήσει πιο σκληρή μουσική απ’ το στυλ που είχαν επιλέξει οι EUROPE.
Αμέσως μετά την αποχώρησή του, δημιούργησε το προσωπικό του σχήμα με τη βοήθεια ου μπασίστα και φίλου του Marcel Jacobs. Κυκλοφορεί την πρώτη του δουλειά ένα στα τέλη του 1987, βρίσκοντας αρκετή απήχηση. Στη συνέχεια ξεκινά συνεργασία με τον μεγάλο Glenn Hughes, δεν καταφέρνουν να κάνουν όμως τίποτα παραπάνω από μια ζωντανή εμφάνιση οι δυο τους, αφού η μάχη του Hughes με τις καταχρήσεις δεν θα επιτρέψει κάτι περισσότερο. Το Σεπτέμβριο του 1989, ο κιθαρίστας θα μετακομίσει στο Los Angeles προκειμένου να συνεργαστεί με τον Don Dokken, όταν αυτός θα προχωρήσει σε ηχογράφηση ενός σόλο άλμπουμ, δημιουργώντας ένας supergroup που εκείνη την εποχή θα προκαλέσει μεγάλη αίσθηση. Οι δρόμοι των δυο θα ξανασυναντηθούν λίγα χρόνια αργότερα, όταν θα συνεργαστούν για το καταπληκτικό “Long way home”, αλλά η συνεργασία θα λήξει με επεισοδιακό τρόπο, καθώς απ’ ότι φαίνεται ο κ. Dokken δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος από το δημοφιλές προφίλ του Σουηδού κιθαρίστα.
Μερικές ακόμη συνεργασίες του είναι αυτή με τον Joey Tempest και η guest παρουσία του στο συγκρότημα PHANTOM BLUE (της τότε φίλης του και μετέπειτα γυναίκας του, Michelle Meldrum), αλλά και η συμμετοχή του στο άλμπουμ “Face the truth” που τελικώς κυκλοφόρησε ο Glen Hughes το 1992. Μέχρι το 2003, όπου και ανακοινώθηκε η επανένωση των EUROPE, ο Norum εκτός των προαναφερθέντων κυκλοφόρησε και τέσσερις ακόμα προσωπικούς δίσκους. Ο κιθαρίστας είναι αυτός που κατευθύνει τους EUROPE από το “Start from the dark” μέχρι και σήμερα και σε πολύ μεγάλο ποσοστό συνθέτει τη μουσική στα κομμάτια τους.
Did you know that:
– Στα 8 του χρόνια, ήταν μεγάλος φαν των Elvis Presley και Cliff Richard. Δύο χρόνια αργότερα, πήρε την ακουστική κιθάρα της μητέρας του και έμαθε πολύ γρήγορα να παίζει, αποκτώντας σύντομα μια δική του κιθάρα. Όταν άκουσε το “Strange Kind Of A Woman” των Deep Purple, αποφάσισε πως ήθελε να γίνει ένας ροκ σταρ. Εκτός από τους DEEP PURPLE μεγάλη επιρροή του ήταν και οι KISS.
– Κατά καιρούς ο Norum έχει παίξει με αρκετές κιθάρες, αλλά τις περισσότερες φορές θα τον δείτε με Gibson…
– Αν και γεννήθηκε στη Νορβηγία, μόλις έκλεισε τον πρώτο χρόνο ζωής του, η οικογένεια του μετακόμισε στη Σουηδία.
ΟΝΟΜΑ: Michael Wilton
INSTRUMENT: Κιθάρα
ΗΜ/ΝΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: 23 Φεβρουαρίου 1962 [56]
ΠΟΛΗ / ΧΩΡΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: San Francisco, Η.Π.Α.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΑΙΞΕΙ: QUEENSRYCHE, SOULBENDER
HIGHLIGHTS: Ξεχωρίζοντας για το χαρακτηριστικό μελωδικό παίξιμο του, έφτιαξε ένα από τα σπουδαιότερα κιθαριστικά δίδυμα στο metal παρέα με τον Chris DeGarmo.
ΕΧΕΙ ΠΕΙ: «Υπάρχουν συχνά φορές που κάνω διάλειμμα και μένω μακριά απ’ τη μουσική, γιατί αλλιώς θα τρελαθώ!»
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Μαζεμένες οι επισκέψεις του Wilton στη χώρα μας, αφού με τους QUEENSRYCHE μας επισκέφθηκαν τρεις φορές από το 2003 μέχρι το 2006.
O σταθερός σαν βράχος στους QUEENSRYCHE, Michael Wilton, γνωστός και ως “The Whip”, παρακολουθούσε πολλές συναυλίες από νωρίς με τον πατέρα του και έτσι εισήχθη σε διάφορα μουσικά είδη και ιδίως σε αυτό της jazz. Στα οκτώ του, ξεκίνησε να εξασκείται πάνω στο μπάσο, μαθαίνοντας τραγούδια από μπάντες που είχε ο πατέρας του στη δισκογραφική του συλλογή όπως οι, BEATLES, Jimi Hendrix, ROLLING STONES και Bob Dylan. Ενώ πήγαινε στο Γυμνάσιο ακόμα, άρχισε να ανακαλύπτει τον κόσμο τη κιθάρας, ακούγοντας hard rock και heavy metal μουσική, όπως JUDAS PRIEST, UFO, IRON MAIDEN και VAN HALEN, οπότε αφιέρωνε δύο ώρες εξάσκηση την μέρα. Του γεννήθηκε η επιθυμία να αφήσει το μπάσο και να ασχοληθεί με την κιθάρα. Έτσι αγόρασε ένα αντίγραφο κιθάρας Les Paul και ένα πετάλι και μπήκε σε διάφορα garage γρουπ με συμμαθητές του, όπως οι JΟΚΕΡ, που σχηματίστηκαν το 1978, των οποίων αποτέλεσε για λίγο μέρος και ο Chris DeGarmo. Αποφοιτώντας απ’ το σχολείο, παρακολούθησε ένα κολλέγιο καλών τεχνών στο Seattle, όπου έκανε σπουδές πάνω στη jazz και την κλασσική μουσική, κάτι που αποδείχθηκε ιδιαίτερα χρήσιμο στην μετέπειτα καριέρα του ως progressive rock μουσικός.Στο κολλέγιο, συναντήθηκε με τον κιθαρίστα Eddie Jackson και τον ντράμερ Scott Rockenfield, με τον οποίο σχημάτισαν τους CROSS+FIRE, όπου στη συνέχεια εντάχθηκαν και οι DeGarmo και Jackson. Ξεκίνησαν παίζοντας σε πάρτι με το όνομα THE MOB και το καλοκαίρι του 1982, με την προσθήκη του Geoff Tate στα φωνητικά, μετονομάστηκαν σε QUEENSRYCHE.
Ο Wilton παραμένει σταθερά στη σύνθεση της μπάντας και τα καθήκοντα του με τον καιρό σημείωσαν αυξητική πορεία. Έτσι από το 1998, που ο DeGarmo αποχώρησε, έχει αναλάβει και μεγάλο μέρος από τις δικές του αρμοδιότητες ενώ μετά τη ρίξη με τον Geoff Tate, έχει αναλάβει πλέον τα ηνία της μπάντας. Τα τελευταία χρόνια δε, έχει επιδοθεί σ’ έναν πόλεμο με τον πρώην τραγουδιστή της μπάντας, κάτι που τους έχει ρίξει αμφότερους στα μάτια των οπαδών τους. Εκτός QUEENSRYCHE, το 2002, ξεκίνησε και μια ακόμα μπάντα με τον πρώην κιθαρίστα των ALICE IN CHAINS και τραγουδιστή των MY SISTER’S MACHINE, Nick Pollock, τους SOULBENDER που κυκλοφόρησαν την πρώτη τους δουλειά το 2004 και δέκα χρόνια μετά, τη δεύτερη.
ΟΝΟΜΑ: Brad Ernest Whitford
INSTRUMENT: Κιθάρα
ΗΜ/ΝΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: 23 Φεβρουαρίου 1952 [66]
ΠΟΛΗ / ΧΩΡΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: Massachusetts, Η.Π.Α.
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΑΙΞΕΙ: AEROSMITH
HIGHLIGHTS: Έχει συνδέσει το όνομά του με τις μεγαλύτερες στιγμές στην ιστορία των AEROSMITH.
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Η πρώτη και μοναδική φορά που καταφέραμε να απολαύσουμε τους AEROSMITH στη χώρα μας ήταν τον Ιούνιο του 2010 και φυσικά ο Whitford, ήταν εκεί.
Οι ηλεκτρικές κιθάρες ασκούσαν μεγάλη γοητεία στον Brad Whitford από τότε που ήταν μικρός. Έτσι η ακουστική κιθάρα που έφερε ο πατέρας του στο σπίτι, του πέρασε εντελώς αδιάφορη σε σημείο που δεν την άγγιξε καν. Όταν αργότερα, έφερε μια φθηνή ηλεκτρική, δεν την άφηνε απ’ τα χέρια του. Μέσα σε ένα χρόνο μάλιστα, γνώριζε περισσότερα απ’ όσα του είχε δείξει ο δάσκαλος, οπότε συνέχισε μόνος του. Ξεκίνησε να παίζει μπροστά σε κόσμο απ’ τα 14 χρόνια του, εμπνευσμένος κυρίως από τους CREAM, τον Jimi Hendrix και τον Jimmy Page. Τελειώνοντας το σχολείο, παρακολούθησε δύο εξάμηνα στο μουσικό κολλέγιο, Berklee και αφού πέρασε από διάφορες τοπικές μπάντες, κατέληξε στους JUSTIN THYME, πρωτού ενσωματωθεί στους AEROSMITH, το 1971 για να αντικαταστήσει τον Ray Tabano. Γνώρισε με το συγκρότημα τεράστια επιτυχία, όμως μετά από μια σειρά λιγότερο επιτυχημένων κυκλοφοριών στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ο κιθαρίστας αποχώρησε το 1981, ώστε να δουλέψει πάνω σε ένα δικό του project με τον τραγουδιστή Derek St. Holmes, το Whitford/St. Holmes. Μετά από ένα ομώνυμο άλμπουμ, το project διαλύθηκε.
Ο Whitford, έκανε μια μικρή περιοδεία με τον Joe Perry, για το The Joe Perry Project και οι δυο τους, προσχώρησαν εκ νέου στους AEROSMITH, το 1984. Έχοντας ολοκληρώσει ένα πρόγραμμα αποτοξίνωσης από το αλκοόλ, από τα τέλη των 80’s, παραμένει νηφάλιος μέχρι σήμερα και συνεχίζει στο συγκρότημα, έχοντας συμβάλλει συνθετικά σε μερικά από τα πιο γνωστά κομμάτια τους. Κατά τα άλλα, έχει δουλέψει ως παραγωγός με τη γνωστή μπάντα της Βοστώνης, τους The Neighborhoods. Το 2010, ανακοινώθηκε ως ένας από τους κιθαρίστες που θα έπερναν μέρος στην περιοδεία “ Experience Hendrix”, μαζί με τους Joe Satriani, Sacred Steel, Jonny Lang, Eric Johnson κ.α.
Χαρά Νέτη