Για τους φετιχιστές της ακροβασίας ανάμεσα στο occult και το doom rock, η πορεία των DEMON HEAD έχει καταφέρει να εδραιωθεί ως ένα σαγηνευτικό μουσικό καταφύγιο. Ειδικά από τη στιγμή όπου το “ιδίωμα” φαίνεται να μπαίνει σε περίοδο ισχνών αγελάδων, αφού η αναγέννηση μάλλον έμεινε από καύσιμα (χωρίς να το διασπείρουμε προς τα έξω), και οι εξαιρετικά ποιοτικές κυκλοφορίες εξελίσσονται πλέον σε πολυτέλεια, δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να ποντάρεις τις μάρκες σου σε μια μπάντα που έχει γράψει κάτι παραπάνω από ένα απλά ελπιδοφόρο σερί τριών δίσκων, με τον καθένα να είναι καλύτερος από τον προηγούμενο.
Το νερό έμοιαζε να είχε μπει στο αυλάκι μετά το υπερπειστικό “Hellfire ocean void”, διαμορφώνοντας έτσι ένα εξόχως ευνοϊκό μομέντουμ για το δανέζικο συγκρότημα, το οποίο έσπευσαν να εξαργυρώσουν στο έπακρο αρχικά με την μεταγραφή τους στην Metal Blade και ακολούθως με τις ηχογραφήσεις τους με τον γνωστό και μη εξαιρετέο Flemming Rasmussen στη θέση του παραγωγού και στην μίξη τον Martin “Konie” Ehrencrona (IN SOLITUDE, TRIBULATION). Αντί όμως να δώσει συνέχεια στο ενθουσιώδες vibe του προκατόχου του, το “Viscera” δημιουργεί έντονο προβληματισμό. Πηγή αυτού του προβληματισμού δεν αποτελεί η σταθερή και αταλάντευτη προσήλωση του συγκροτήματος στην retro αισθητική, ούτε το γεγονός ότι για πρώτη φορά λοξοκοιτάζουν αρκετά πιο έντονα έξω από τα μουσικά τους ειωθότα.
Πίσω όμως από το μυστικιστικό, μελωδικό πέπλο που περιβάλλει το άλμπουμ και το λιτανικό ύφος που υιοθετούν τα φωνητικά του Marcus Larsen, ο βασιλιάς και φαντάζει και είναι όντως γυμνός. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με την επιλογή τους να χωρέσουν την μουσική τους (στο όνομα του “διαβολικού” rock) σε ένα πιο ατμοσφαιρικό, μινιμαλιστικό, μουντό πλαίσιο. Το θέμα είναι πως το κάνουν βάζοντας σε δεύτερο ρόλο το εκστατικό όσο και ευθυτενές κιθαριστικό κρεσέντο που τους έβγαλε ασπροπρόσωπους και συγχρόνως τους ανέβασε επίπεδο στο “Hellfire ocean void”. Κι αν η συγκεκριμένη φόρμουλα δείχνει να λειτουργεί ιδανικά τέμνοντας κάθετα κομμάτια σαν “Tooth nail” και “Magical death” με την λελογισμένη συνοδεία mellotron και πνευστών οργάνων, στο υπόλοιπό του δίσκου κινείται απλώς σε υποφερτά επίπεδα, στερώντας του συγχρόνως κατά πολύ την απαιτούμενη ροή και συνοχή.
Το “Viscera” σκαλώνει εν τέλει σε μια βαρυχειμωνιάτικη άμπωτη που μοιάζει σαν αχρείαστο δισκογραφικό πισωγύρισμα για τους DEMON HEAD. Σίγουρα κάνει ακόμα πιο αλγεινή την εντύπωση το γεγονός ότι ο πήχης είχε τεθεί ψηλά από τις προηγούμενες κυκλοφορίες τους, θα τους αναγνωρίσω όμως πως είχαν την τόλμη να πειραματιστούν με μια ελαφρώς διαφορετική προσέγγιση. Το αν αυτό το ρίσκο θα τους κάνει ακόμα πιο δυνατούς ή θα τους σπρώξει ακόμα πιο βαθιά στον βάλτο, είναι κάτι που περιμένουμε να δούμε στο αμέσως επόμενο τους άλμπουμ.
6 / 10
Πάνος Δρόλιας