Ζητώ προκαταβολικά συγνώμη για ότι διαβαστεί, αλλά είναι από τις ελάχιστες φορές στη ζωή μου που δεν βρίσκω λόγια να εκφράσω τις σκέψεις μου και μάλιστα χωρίς αυτές να παρακινούνται από θυμό και απορία ταυτόχρονα. Σύραμε περίπου 4.000 άνθρωποι να παρακολουθήσουμε την ΙΔΕΑ που λέγεται DREAM THEATER, μία ανακοίνωση που εξ’ αρχής προκάλεσε απορίες με την επιλογή του Πεδίου του Άρεως και στη συνέχεια κάπως μετριάστηκε με την επιλογή του Gazi Music Hall. Επιλογή που δυστυχώς αποτέλεσε τεράστια τροχοπέδη, καθώς έγιναν κατ’ εμέ λάθος εκτιμήσεις και χειρισμοί οι οποίοι ξεκίνησαν από τον διαχωρισμό ζωνών. Εδώ μία παρένθεση και προτροπή/παράκληση προς όλους να κοπεί ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ αυτή η κακιά συνήθεια και να υπάρχει ένα ενιαίο εισιτήριο για όλες τις συναυλίες και να μην αντιμετωπίζεται το κοινό με διαχωρισμό πληβείων και πατρικίων. Μέσα στο χώρο φάνηκε να μπήκε υπεράριθμος κόσμος, σε τέτοιο βαθμό που αν δεν έμπαινες από νωρίς μέσα, κινδύνευες –όπως πολλοί- να μη δεις τη συναυλία, μία ματιά δεξιά της σκηνής προς τις πηγμένες σκάλες από την πολυκοσμία και με κόσμο που αγόρασε εισιτήρια ακόμα και ακριβότερα, να μη μπορεί να μπει μέσα, μας γύρισαν πάρα πολλά χρόνια πίσω σε εποχές συναυλιακής παρακμής και εποχών που βλέπαμε τις μπάντες με το κιάλι και που έτσι θα γίνει ξανά, αν συνεχιστούν τέτοιες λογικές.
Στο σημείο αυτό, να τονίσω πόσο άστοχη αποδείχθηκε ειδικά η επιλογή της fan zone μπροστά από την κονσόλα, η οποία ήταν μισοάδεια και στέρησε χώρο και ανάσες από τον κόσμο που καθόταν πιο πίσω από τα εισιτήρια γενικής εισόδου. Ο κλιματισμός έμαθα ότι ήταν ανοιχτός στο τέρμα, αλλά δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση τέτοια αίσθηση και από ένα σημείο και μετά, ο κόσμος άρχισε να έχει σοβαρό πρόβλημα. Διάβασα από πολύ κόσμο ότι ο ήχος ήταν κάκιστος, δε μπορώ να συμφωνήσω μόνο και μόνο γιατί μάλλον ήμουν τυχερός κι έκατσα ακριβώς αριστερά της κονσόλας και άκουγα τα πάντα πεντακάθαρα, ακόμα και τον κρυωμένο James LaBrie. Είδα κόσμο να φεύγει στα 10-15-20 λεπτά που έπαιζαν οι DREAM THEATER, αποκαμωμένο, ξενερωμένο και τρομερά εκνευρισμένο, έμαθα ότι αρκετοί πήραν πίσω το πλήρες ποσό του εισιτηρίου και φυσικά το τι επακολούθησε μετά τη συναυλία απλά δεν περιγράφεται, με θέληση όλων να μην ξαναβρεθούν σε συναυλία της συγκεκριμένης διοργανώτριας εταιρείας και πάρα πολλούς να «καίνε» και την επιλογή των LAMB OF GOD την επόμενη μέρα, στη λογική «αφού σε ήρεμη συναυλία κοντέψαμε να πεθάνουμε, σκέψου τι θα γίνει σε πολεμική ατμόσφαιρα». Σκεφτείτε τι θα γινόταν σε περίπτωση μπούγιου και μάλιστα αυτή τη φορά με τον κόσμο να ανεβαίνει κι όχι να κατεβαίνει σκάλες, θα είχαμε την συναυλιακή θύρα 7 το λιγότερο, όλα αυτά εν έτει 2019.
Επειδή μέσα στα πολλά προβλήματα που περιγράφηκαν παραπάνω είχαμε και λίγη συναυλία, ο ΠΑΙΧΤΑΡΑΣ Jason Richardson άνοιξε τη βραδιά. Εδώ να πούμε ότι σε θέμα οργανογράμματος, όλοι βγήκαν στην ώρα τους και το πρόγραμμα τηρήθηκε άψογα. Ο παίχτης παίζει ένα τεχνικότατο προοδευτικό στυλάκι, με τον νεομοντέρνο ήχο που συνηθίζεται στις πιο «προχώ» μπάντες της φάσης. Τον παίχτη συνόδευε μία ντραμάκλα που πατούσε πάνω στα riffs και solos του και γενικώς κέρδισε άξια το χειροκρότημα του κοινού και έκανε ιδανικό ξεκίνημα (για όσους μπόρεσαν κι άκουγαν πάντα, γράφω με βάση ότι άκουγα πεντακάθαρα να ξαναπώ) σε μία κακή όπως εξελίχθηκε βραδιά, ενώ γενικότερα κατά την προσωπική μου άποψη πάντα, ήταν και ο μόνος που πραγματικά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων αναλογικά. Τον είχα δει σε πολύ νεαρή ηλικία (μόλις στα 18 του) το 2009 με τους φοβερούς ALL SHALL PERISH στη Γαλλία –συγκεκριμένα στο Hellfest- να δίνει άπλετο πόνο και ήμουν πολύ χαρούμενος που θα ερχόταν στη χώρα μας. Μισή ώρα προφανώς δεν μπορεί να είναι μεγάλο δείγμα, αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι κέρδισε πάρα πολλούς πόντους και μακάρι να ξανάρθει σε πιο πλήρες σόου.
Τα δικά μας παιδιά, οι MINUS ONE ήταν οι επόμενοι που ανέβηκαν στη σκηνή και ξεκίνησαν με κέφι και πολύ καλή διάθεση το σετ τους. Τα μάτια όλων στον φοβερό τονικά τραγουδιστή, ξέρει να πατάει στο σωστό σημείο, έχει φωνητικό εύρος που χρησιμοποιεί όσο κι όπου πρέπει για να μην είναι υπερβολικός και σηκώνει και την υπόλοιπη μπάντα μαζί του. Η ήδη αποπνικτική ατμόσφαιρα την ώρα που παίζανε τα παιδιά έχει κάνει τον κόσμο να μη δώσει την απαραίτητη σημασία, ενώ και κάποιοι λίγοι που περίμεναν να δουν τους ANIMALS AS LEADERS άρχισαν να κουράζονται και να τους θεωρούν επαναλήψιμους. Τα παιδιά γύρισαν στο τέλος τις πιθανότητες με το μέρος τους, όταν και επιχείρησαν ένα συγκλονιστικό μπάσιμο του “Bohemian rhapsody” των QUEEN, όπου ο κόσμος τους έβγαλε το καπέλο και ειδικά ο τραγουδιστής χειροκροτήθηκε με θέρμη. Όταν μπορείς να βγάλεις κομμάτι που τραγούδησε ο κορυφαίος όλων των εποχών και μάλιστα χωρίς να γίνεις ρόμπα αλλά να προκαλέσεις και θαυμασμό, ε είσαι μεγάλος μάγκας. Θα ήθελα να τους δω επίσης σε πιο μεγάλο σετ και με καλύτερες συνθήκες διεξαγωγής για να μπορέσω να τους κρίνω καλύτερα, εκτιμώ ότι τα περιθώρια βελτίωσης είναι θεμιτά και ότι μπορούν να κατασταλάξουν πιο ώριμα σ’ αυτό που θέλουν να παίξουν μελλοντικά.
Οι πολυδιαφημισμένοι ANIMALS AS LEADERS από την Washington (πρωτευουσιάνοι κι έτσι) ήταν οι επόμενοι που ανέβηκαν στη σκηνή. Δύο κιθαρίστες και ένας ντράμερ χωρίς μπασίστα συνθέτουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα προοδευτικά σχήματα της τελευταίας δεκαετίας και μάλιστα η περιοδεία αυτή ήταν στα πλαίσια εορτασμού της δέκατης επετείου από την κυκλοφορία του πρώτου, ομότιτλου άλμπουμ τους. Ότι είναι παιχταράδες και ενδιαφέροντες δε μπορεί να το αρνηθεί κανείς, ότι όμως χάθηκε όλο το momentum της εμφάνισης τους στο καταστροφικό 10λεπτο πρόβλημα που παρατηρήθηκε και χρειάστηκε αλλαγή οργάνων (μάλιστα ο ίδιος ο Jason Richardson τους βοήθησε στήνοντας τα, δεν ξέρω αν ήταν και δικός του ο εξοπλισμός) δε μπορεί να το αμφισβητήσει επίσης ουδείς. Ελπίζω ότι δεν ήταν κι αυτό θέμα διοργάνωσης, μιλάμε όμως για ερασιτεχνισμό επιπέδου ηφαιστειακής έκρηξης του κοινού, είτε από πλευράς μπάντας ή διοργάνωσης. Ο κόσμος «κρύωσε» επικίνδυνα στη συνέχεια, το δυναμικό τρίο ότι κι αν προσπαθούσε να κάνει παρά τη δεδομένη του παικτική αξία έπεσε στο κενό κι έτσι η πρώτη τους παρουσία στη χώρα μας θα συνοδευτεί από καταστροφική ανάμνηση. Σε συνδυασμό με ότι προηγήθηκε και ακολούθησε, το λες και κερασάκι στην τούρτα της ξενέρας πριν βγουν οι DREAM THEATER.
Εύχομαι ολόψυχα να μη συναντηθούν ξανά τέτοιες συνθήκες διεξαγωγής μέχρι να κλείσουμε τα μάτια μας. Μία από τις ελάχιστες βασικές χαρές που μας έμειναν είναι και οι συναυλίες, άμα μας το πάρετε κι αυτό, πείτε το μας εξ’ αρχής να πάμε σαν τις Σουλιώτισσες σε κάνα γκρεμό και να πέσουμε ένδοξα εν χορώ, παρά να βιώσουμε ξανά κάτι αντίστοιχο…
Υ.Γ.: Ασχέτως με το τι θα γράψει ο αγαπημένος συνάδελφος Γιώργος Κόης, Mike λείπεις, ειδικά βλέποντας αυτόν που το μόνο κοινό που έχει με σένα είναι το όνομα…
Άγγελος Κατσούρας
Μετά την κρυάδα που πήρα από την παρθενική πρώτη του Mangini με τους αγαπημένους μου DREAM THEATER πριν οκτώ χρόνια στη Μαλακάσα, αυτή τη φορά πήγα σε συναυλία τους με τον πήχη χαμηλά. Πήγα συνειδητοποιημένος ότι θα ακούσω ένα σχεδόν τυποποιημένο setlist, χωρίς εκπλήξεις, άρτιο όμως εκτελεστικά, ηχητικά και οπτικά. Βλέπεις, είμαι κι εγώ ένας από τους κολλημένους που τους λείπει αφάνταστα ο Portnoy και η απουσία του αφαίρεσε μεγάλο μέρος του DREAM από το συγκρότημα. Το φετινό, πάρα πολύ καλό “Distance over time” η αλήθεια είναι ότι με γλύκανε αρκετά και σε συνδυασμό με το μικρόβιο του οπαδού, πείστηκα να κάνω την καλή και να μην έχω τύψεις αν έχανα μια συναυλία τους, λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου.
Να ξεκαθαρίσω στο σημείο αυτό ότι λόγω οπαδισμού, παρακολούθησα τη συναυλία από το fan zone, οπότε οι συνθήκες για εμένα ήταν κάτι παραπάνω από ιδανικές. Ο κλιματισμός στο σημείο που καθόμουν δούλευε στο full, ο ήχος ήταν εξαιρετικός, αλλά μπορώ να καταλάβω απόλυτα τα όποια παράπονα υπήρχαν από όσους βρίσκονταν στη γενική είσοδο. Στο “In the presence of enemies part 1” που χρειάστηκε να πάω στο μπαρ για να πάρω κάτι να ξεδιψάσω, επικρατούσαν συνθήκες σάουνας, ενώ το τραγούδι το καταλάβαινα από τα συμφραζόμενα. Ίσως ένα ζευγάρι επιδαπέδιων ηχείων να έλυνε το πρόβλημα για όσους βρίσκονταν πίσω από τη μπάρα. Από την άλλη, δε μπορώ να μην αναφέρω και την πονηριά κάποιων να πηδήξουν τη διαχωριστική μπάρα και η κατάσταση στο fan zone από ένα σημείο και μετά να γίνει δύσκολη και στη συγκεκριμένη περιοχή.
Αρκετά με τις σάλτσες. Μετά τη φουτουριστική εισαγωγή στο video wall με μουσική υπόκρουση το “Atlas”, η πεντάδα ορμά στη σκηνή με το “Untethered angel” από την πρόσφατη δισκογραφική δουλειά της και επικρατεί πανικός! Ο LaBrie ρίχνει ένα-δυο φάλτσα στην αρχή και πήρα τη λαχτάρα μου, το ομολογώ. Ευτυχώς έγινε μόνο στην αρχή, γιατί κατά τα άλλα άκουσα τον καλύτερο LaBrie εδώ και πολλά χρόνια και, πιστέψτε με, σας το λέω ως ένας από αυτούς που τους έχω παρακολουθήσει σε όλες τις εγχώριες εμφανίσεις τους και άλλες δύο στο εξωτερικό.
Συνέχεια με το τραγούδι με το οποίο προσλήφθηκε ο Mangini στο συγκρότημα. “A nightmare to remember” λοιπόν, σε μια ψαρωτική εκτέλεση και πλέον έχω σιγουρευτεί ότι η σκυτάλη για τον frontman του συγκροτήματος δόθηκε από τον Portnoy στον Rudess. Ο οποίος Jordan δεν έκαστε σε ένα σημείο ήσυχος, αλλά έκοβε βόλτες γύρω γύρω, πλάγιαζε τα πλήκτρα του σε γωνία 45 μοιρών συχνά-πυκνά, αλλά έριξε και ένα solo με το διάσημο keytar του. Επιστροφή πάλι πίσω στο “Distance over time” και σε μια από τις πιο αδύναμες στιγμές του κατ’ εμέ, το “Fall into the light”, το οποίο όμως ήταν άρτιο εκτελεστικά.
Το πόσο αγαπώ το “Falling into infinity” πιθανόν να το διαπιστώσατε όσοι διαβάσατε/ακούσατε το σχετικό άρθρο προχτές, οπότε το “Peruvian skies” μου προκάλεσε την πρώτη ανατριχίλα της βραδιάς. Μακάρι όλοι οι οπαδοί τους να συνειδητοποιήσουν κάποια ημέρα πόσο σημαντικός δίσκος είναι το FII. Η διαδοχική ανατριχίλα του “Barstool warrior” με έφερε στα όρια του βουρκώματος. Μακράν το καλύτερο τραγούδι που έχουν συνθέσει οι DREAM THEATER στη Mangini era. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Ανάμεσα στις δύο ανατριχίλες και αφού είχε υπάρξει σχετική παράκληση από τα ηχεία, ο ίδιος ο LaBrie παρακάλεσε για μια ακόμη φορά το κοινό να μην καπνίζει, για να μην πάθει τα ίδια που συνέβησαν και το 2002. Τα οποία υπενθυμίζω, κόντεψαν να του στερήσουν τη φωνή για πάντα (να λείπουν τα πικρόχολα σχόλια παρακαλώ!). Κάποια ζώα βέβαια δεν κατάλαβαν και πολλά και αφού τους έκανε παρατήρηση, τους έστειλε και καλά τον Petrucci με τα τεράστια μπράτσα να τους κάνει fatality.
Αφού είχα κάνει ένα μίνι ντους από ιδρώτα, ένα αναγκαστικό break στο “In the presence of enemies part 1” και επέστρεψα έγκαιρα στη θέση μου για μια άρτια εκτέλεση του “The dance of eternity” και να παρηγορηθούμε που δεν θα ακούγαμε ολόκληρο το SFAM. Το δίδυμο Petrucci/Mangini να ξεσαλώνει για τα καλά, ο Myung ο γνωστός ανέκφραστος που όλοι αγαπάμε και ο Jordan να κάνει τα μαγικά του κόλπα.
Το main set έκλεισε με το “Pale blue dot” το οποίο είναι τραγουδάρα και συντάσσομαι απόλυτα που το έπαιξαν, ενώ σχεδόν αμέσως έγινε και το encore με το ΕΠΟΣ “As I am” και το Gazi Music Hall να φτάνει στα όρια του moshpit. Και μετά… τέλος! Είπαμε, πρέπει να ξεχάσουμε τα τρίωρα set των DT, τα οποία ήταν διαφορετικά από πόλη σε πόλη και αποτελούσαν κίνητρο για τους άρρωστους να ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο και να τα σκάνε για τα καλά σε bootlegs.
Όπως είπα και στην αρχή, πήγα εντελώς συνειδητοποιημένος και για αυτό το τέλος της συναυλίας μου άφησε ένα μεγάλο αίσθημα ικανοποίησης. Παρακολούθησα μια άρτια, αλλά αποστειρωμένη συναυλία των DREAM THEATER. Αν θα ξαναπήγαινα; Εννοείται και τρέχοντας. Και ίσως τους ξαναδώ πολύ σύντομα σε κάποια ευρωπαϊκή πόλη, παίζοντας στην ολότητά του το “Scenes from a memory”. Όλα τα παραπάνω όμως δεν θα με κάνουν να σταματήσω να ονειρεύομαι το πώς θα εξελίσσονταν η συγκεκριμένη βραδιά, αν πίσω από το drum kit κάθονταν ο πραγματικός αρχηγός του συγκροτήματος….
Γιώργος Κόης
Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής