Δύσκολη ημέρα η Τρίτη για συναυλία. Πολύς κόσμος στη δουλειά, άλλοι έτρεχαν για τις υποχρεώσεις τους και γενικότερα το κέντρο της Αθήνας ήταν ολοζώντανο από κίνηση και ταλαιπωρία. Σε μια παρόμοια, γεμάτη ρουτίνα, κατάσταση και η αφεντιά μου. Βέβαια, μία συναυλία ενός αγαπημένου συγκροτήματος και η παρακολούθηση νέων σχημάτων, θεωρώ πως είναι το κατάλληλο φάρμακο για να κλείσει ευχάριστα μία δύσκολη ημέρα. Και στην 16η του Απρίλη του σωτηρίου έτους 2019, την έξοδο από την καθημερινότητα ήρθαν να δώσουν οι αγαπημένοι EVERGREY, παρέα με τους BLOODRED HOURGLASS, GENUS ORDINIS DEI και CROSSING ETERNITY. Με αφορμή λοιπόν την εμφάνιση των παραπάνω συγκροτημάτων, βρήκα την ευκαιρία να φύγω σε μία πιο φυσιολογική ώρα, από ότι συνήθως, από το γραφείο και να κατηφορίσω στο Κύτταρο.
CROSSING ETERNITY
Φτάνοντας λίγο πριν τις 19:00, δέκα λεπτά πριν βγουν οι CROSSING ETERNITY, η εικόνα στο Κύτταρο μου θύμισε μπουζουκτσίδικο επαρχιακής οδού πριν ακόμα φτάσουν τα γκαρσόνια. Ο χώρος ήταν απελπιστικά άδειος και όταν έκαναν την εμφάνιση τους οι CROSSING ETERNITY, μετρημένοι 30 ήρωες ήμασταν εκεί για να τους παρακολουθήσουμε. Εύκολα γίνεται αντιληπτό πως σε μία τόσο παγωμένη ατμόσφαιρα, ο οποιοσδήποτε καλλιτέχνης είναι πολύ εύκολο να νιώσει μαγκωμένος. Παρόλα αυτά, η μπάντα είχε πολύ καλό και καθαρό ήχο, έπαιξε πέντε τραγούδια από το ντεμπούτο της “The rising world”, που κυκλοφόρησε το 2018, αφήνοντας γενικά θετικές εντυπώσεις με τον heavy power ήχο της. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με την μουσική τους, η οποία δεν καινοτομεί πουθενά, αλλά παρουσιάζει πολύ καλά στοιχεία.
GENUS ORDINIS DEI
Μετά το πέρας της εμφάνισης των CROSSING ETERNITY, την σκυτάλη πήραν οι Ιταλοί GENUS ORDINIS DAY, που ήταν και η ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς. Αν και είχα μία ανησυχία για το πως θα εξελιχθεί το βράδυ αυτό, γιατί κατά την είσοδο των GENUS ORDINIS DAY η κατάσταση στην προσέλευση δεν είχε αλλάξει πολύ, με το κοινό που είχε συγκεντρωθεί να ήταν με το ζόρι 60 άτομα. Παρόλα αυτά, οι GENUS ORDINIS DAY όχι μόνο δεν κώλωσαν, αλλά ανέβηκαν στη σκηνή αποφασισμένοι να ευχαριστηθούν το κάθε δευτερόλεπτο. Με τον ήχο σύμμαχό τους κι επιδεικνύοντας μία τρομερή ενέργεια, το καλοδουλεμένο συγκρότημα μας έκανε γνωστό τον ήχο του που είναι μία μίξη DIMMU BORGIR με CHILDREN OF BODOM. Η παραίνεση του συναγωνιστή Μακόη ήταν πως φέρνουν και λίγο στους BATTLE BEAST, σε βαθμό που θα άρεσαν ακόμα και στον αγαπητό Γανίτη, αλλά δεν με βρίσκει και πολύ σύμφωνο η άποψη αυτή.
Το συγκρότημα μέσα σε μισή ώρα που είχε στη διάθεση του, πραγματοποίησε μία τιμιότατη εμφάνιση καταφέρνοντας να κάνει τα περισσότερα κεφάλια να πηγαίνουν πάνω-κάτω, αφήνοντας κάτι παραπάνω από θετικές εντυπώσεις. Στα highlight της εμφάνισης τους αναμφισβήτητα μπαίνει η διασκευή στο “Hail and kill” των MANOWAR, που την βρήκα αρκετά διασκεδαστική, καθώς ήταν πολύ περίεργο να ακούω το συγκεκριμένο τραγούδι στο δικό τους συμφωνικό death metal στιλ.
BLOODRED HOURGLASS
Με το πρόγραμμα να ακολουθείται πιστά, ήρθε η στιγμή των BLOODRED HOURGLASS, που ευτυχώς συνδυάστηκε με μία συνεχόμενη προσέλευση κόσμου, κάνοντας το Κύτταρο επιτέλους να θυμίζει συναυλιακό χώρο. Έχοντας την τύχη να παρακολουθώ τους BLOODRED HOURGLASS από το ξεκίνημα τους, ήξερα τι θα ακούσω. Οι Φινλανδοί στα τρία άλμπουμ που έχουν στο ενεργητικό τους παίζουν melodic death metal με ορισμένα hardcore στοιχεία. Αυτό από μόνο του ήταν αρκετό για να ξεψαχνίσω κάθε τους προσπάθεια, ανακαλύπτοντας έτσι ένα συγκρότημα που μου έχει δημιουργήσει απαιτήσεις. Η μπάντα προφανώς έχει ακόμα πολύ δρόμο να διαβεί για να φτάσει τους “μεγάλους” του είδους. Μία όμως με τα πολύ ωραία hit-άκια τους και μία με την καλή τους προώθηση, έχουν αρχίσει και φτιάχνουν μία σταθερή βάση.
Η εμφάνιση τους αυτή ήταν για εμένα η στιγμή που ήθελα να δω τι μπορούν να κάνουν και ζωντανά. Η αλήθεια είναι πως περίμενα να δω περισσότερα, χωρίς όμως να με απογοητεύουν. Ο ήχος ήταν αισθητά πιο μπουκωμένος σε σύγκριση με τις προηγούμενες μπάντες που έπαιξαν. Έχοντας όμως διάθεση και ενέργεια ξεσήκωσαν τον κόσμο που τους παρακολούθησε. Τα τραγούδια που φυσικά ξεχώρισαν ήταν τα “Valkyrie” και “Where the sinners crawl” και στα σαράντα λεπτά που τους αναλογούσαν, οι BLOODRED HOURGLASS άφησαν υποσχέσεις. Περιμένω περισσότερα από αυτούς και ελπίζω να συνεχίσουν την ανοδική πορεία τους.
EVERGREY
Δεν γνωρίζω αν κάποιο από τα τριάντα άτομα που ήμασταν στους CROSSING ETERNITY πίστευε πως το Κύτταρο θα γέμιζε σε τέτοιο βαθμό, εγώ πάντως θα το έβρισκα αστείο αν μου το έλεγαν εκείνη την στιγμή. Και όμως, λίγο πριν πατήσουν οι EVERGREY το σανίδι το Κύτταρο είχε γύρω στα 400 άτομα, με τον κόσμο να έχει επεκταθεί και στον εξώστη, περιμένοντας την εμφάνιση των Σουηδών prog/power metallers. Η τελευταία φορά που είδαμε τους EVERGREY ήταν πάλι στον ίδιο χώρο, πριν από περίπου πέντε χρόνια, σε μία ανεπανάληπτη εμφάνιση όπου μαζεύαμε τα σαγόνια μας. Τότε μας είχαν επισκεφτεί στα πλαίσια της προώθησης του δίσκαρου “Hymns for the broken” και φέτος, μετά την κυκλοφορία του καλού “Atlantic”, ο δρόμος τους έφερε ξανά από τα μέρη μας.
Μετά το τέλος του “Panama” των VAN HALEN που ακουγόταν από τα ηχεία και με μία μικρή καθυστέρηση, ένα-ένα τα μέλη ανέβηκαν στη σκηνή και ξεκίνησαν το show τους με το “A silent arc”, από το “Atlantic”. Δυστυχώς ο ήχος στα πρώτα δύο τραγούδια δεν μας έκανε το χατίρι και η φωνή του Englund ακουγόταν αρκετά χαμηλά. Τα προβλήματα σταμάτησαν στο “Distance”, ενός εκ των πάρα πολλών συναισθηματικών τραγουδιών της μπάντας. Σε τρομερά κέφια, με διάθεση για πειράγματα επί σκηνής και με τρομερή απόδοση από όλα τα μέλη της μπάντας, οι EVERGREY ένωσαν τις φωνές και τα συναισθήματα του κοινού.
Ο Englund είναι γνωστό πως διαθέτει μία από τις πιο συναισθηματικές φωνές του σκληρού ήχου και πως είναι ένας εξαιρετικός ερμηνευτής. Έγινε όμως αντιληπτό πως κάτι τον επηρέαζε και ενώ δεν υπήρχε κάτι ενοχλητικό στην απόδοση του, φαινόταν πως κάτι τον ενοχλεί. Την απορία μας την έλυσε ο ίδιος ο οποίος εξήγησε πως ξύπνησε με κλειστή φωνή, ίσως από κάποιο κρύωμα και πως η τύχη ήταν με το μέρος μας που μπορούσε και τραγουδούσε. Από την πλευρά μου του βγάζω το καπέλο που κατάφερε να αποδώσει με τέτοιο τρόπο, όταν αρκετοί δεν παρατήρησαν τίποτα. Αν αυτό δεν είναι επαγγελματισμός, τότε τι είναι;
Η συνέχεια κύλησε πολύ γρήγορα με το συγκρότημα να αποδίδει εξαιρετικά, με την επιλογή των τραγουδιών να εστιάζεται στους τελευταίους τρεις δίσκους. Το σοκ ήρθε όταν στο ένατο τραγούδι, με το τελείωμα του “All I have”, το συγκρότημα αποχώρησε από την σκηνή. Αδυνατούσα να πιστέψω πως αυτό είναι το encore και σκέφτηκα πως υπήρξε κάποιο τεχνικό πρόβλημα καθώς τα προηχογραφημένα μέρη κόπηκαν απότομα. Και όμως, η μπάντα βγήκε για το encore παίζοντας τα τραγούδια “The grand collapse”, “Recreation day”, ένα solo από τα πλήκτρα και την κιθάρα που λειτούργησε σαν πρελούδιο του “A touch of blessing” και το “King of errors”.
Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε η εμφάνιση των EVERGREY αφήνοντάς μου μία γλυκόπικρη γεύση. Και αυτό γιατί παρόλα τα μικρά προβλήματα στον ήχο και την κούραση στη φωνή του Englund λόγω του κρυώματος, η μπάντα ήταν εξαιρετική. Αλλά με δεκατρία τραγούδια και ένα solo και με απουσίες σημαντικών τραγουδιών όπως τα “Blinded”, “I’m sorry”, “Solitude within” και “Nosferatu”, δεν μπορώ να πω ότι πήρα ότι ήθελα από αυτό το live. Συγκριτικά με τις προηγούμενες εμφανίσεις των Σουηδών στην χώρα μας, αυτή ίσως ήταν η πιο αδύναμη. Το σημαντικό είναι πως ακόμα και έτσι περάσαμε υπέροχα, τουλάχιστον η πλειοψηφία του κοινού, και νομίζω αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία.
Δημήτρης Μπούκης
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσουρέας