Και μετά την κακοκαιρία Bora, επήλθε η ηρεμία και η όρεξη για ζωντανή μουσική και δη με μια από τις καλύτερες μπάντες του παγκόσμιου μεταλλικού πανοράματος που κάποια μέρα θα ‘ήθελα να τους δω να παίζουν σε μέρη με χωρητικότητα ανώτερη από αυτή στο Κύτταρο (στην Μαδρίτη τους είχα δει σε μια σάλα για κάπου 900 άτομα, αλλά και πάλι αξίζουν περισσότερα, κατά την καθόλου ταπεινή μου γνώμη βεβαίως, βεβαίως).
Τους συνόδευαν δύο μπάντες Ιταλικές αλλά με έδρα τόσο στην Ελβετία όσο και στην Ιταλία, αν κατάλαβα καλά, αν και δεν ξέρω εάν πρόκειται για Ελβετούς της Ιταλόφωνης περιοχής που πήγαν στην Ιταλία ή για Ιταλούς μετανάστες που πήγαν Ελβετία.
Η πρώτη λέγεται VIRTUAL SYMMETRY κι όπως σχολίασε ένας γνωστός μου εκεί, είναι σαν «Dream Theater σε μινιατούρα», και δεν αναφέρεται στο ύψος τους βεβαίως, βεβαίως. Ξεκίνησαν πριν από 15 χρόνια κι έχουν τέσσερα άλμπουμ στο ενεργητικό τους. Όντως, πέρα από τις μουσικές ομοιότητες με τους Αμερικάνους (θα μπορούσα να πω ότι είναι βιρτουόζοι μουσικοί κι ότι τους αρέσουν να συνθέτουν μεγάλα σε διάρκεια τραγούδια, κι έχουν συνεργαστεί και με τον Jordan Rudess σε ένα κομμάτι ονομαζόμενο “Entropia”), μου θύμισαν μπάντες όπως SOUTHERN EMPIRE, SEVENTH WONDER και KAMELOT (το στυλ του τραγουδιστή έχει κάτι από Tommy Karevik) έτσι όπως φαίνεται σε κομμάτια που ακούστηκαν εκείνη την βραδιά όπως “Canvas of Souls” ή “Exodus”. Σε μια στιγμή ο πληκτράς έβγαλε κι ένα σαξόφωνο και δεν μπορούσα να μην θυμηθώ το “Another Day” των DT, βεβαίως, βεβαίως. Ήρθαν κι έπεισαν (τουλάχιστον εμένα) αν και δεν μπορώ να πω το ίδιο και για την άλλη μπάντα, τους KLOGR.
Αν και το όνομα μου θυμίζει φυλή εξωγήινων από το Star Trek (προφέρεται Key-Log-Are) και ο frontman μου θυμίζει τον Master Roshi από το Dragonball, η μουσική τους είναι πιο κοντά στο post-grunge (BREAKING BENJAMIN, THREE DAYS GRACE, SHINEDOWN, CHEVELLE), έχοντας έτσι μια έντονη γεύση από ΗΠΑ. Υπάρχουν από το 2011 και μας παρουσίασαν το τέταρτο δίσκο τους, ‘Fractured Realities’. Προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα με το είδος, κάθε άλλο: μου αρέσουν πολύ τα κιθαριστικά groove και τα συμπαγή rhythm sections που κάνουν τα τύμπανά μου να πάλλονται και να αισθάνομαι τα ηχητικά κύματα στο στομάχι. Ίσως επειδή δεν κολλάγανε και πολύ με τα άλλα δυο σχήματα, ίσως επειδή είχα βάλει το progressive τσιπ στο μυαλό ειδικά για εκείνη την βραδιά, ίσως για αυτό να με άφησαν λίγο αδιάφορο. Όμως τώρα που τους ξανακούω, βλέπω ότι αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία (οι γνώστες λένε ότι αυτός ο τελευταίος δίσκος τους είναι και ο καλύτερος). Πάντως το κοινό ανταποκρίθηκε, κάνοντας τον frontman να μας υποσχεθεί ότι θα ξανάρθουν στην Ελλάδα, γιατί έτσι όπως μας διαβεβαίωσε και ο ίδιος, τώρα μας βλέπουν σαν δεύτερο σπίτι τους, κι ίσως έτσι να ησυχάσει και η μάνα του, μιας που, ως τυπική mamma italiana ανησυχεί που ο γιος της ταξιδεύει ανά τον κόσμο tocando gli coglioni (ή τουλάχιστον αυτό κατάλαβα από την χειρονομία του).
Ως γνωστόν, όταν πρόκειται για το τελευταίο show μιας περιοδείας (ήταν το τελευταίο για τους VIRTUAL SYMMETRY που την επόμενη μέρα θα γύριζαν σπίτι μετά από ένα μήνα περιοδείας), η παράδοση λέει ότι στο (προ)τελευταίο κομμάτι του set list οι roadies και οι υπόλοιπες μπάντες θα έρθουν στην σκηνή για να συνοδεύσουν την μπάντα, συνήθως κάνοντας πλάκα (π.χ. δείτε στο YouTube τι έκαναν οι TYPE O NEGATIVE στους PANTERA την τελευταία νύχτα της περιοδείας τους το 1995), και αυτή η παράδοση διατηρήθηκε από τους δύο support στα αντίστοιχα σετ τους. Τίποτα εξωφρενικό, απλώς τραβώντας βίντεο ή δίνοντας τους μπίρες και ποτά και κάνοντας κανά σεκόντο.
Οι Σουηδοί ανακοίνωσαν την έναρξη του show τους με ένα ψηφιακό ρολόι και μια γυναικεία φωνή που έλεγε την αντίστροφη μέτρηση: «Τ minus 3 minutes… 2… 1…». Από την αρχή φαίνονταν να έχουν διάθεση να μας βάλουν στο τσεπάκι τους, με πολύ καλή διάθεση και ενέργεια, αν και δεν χρειάζονταν γιατί είχαν ήδη κερδίσει την αγάπη μας. Ο καλός ήχος βοήθησε κι αυτό οπότε όλα έδειχναν ότι η βραδιά θα κατέληγε να είναι μια καλύτερη ανάμνηση για τον Tom Englund, ο οποίος μας είπε ότι την τελευταία φορά που έπαιξε εδώ, (2019, εάν δεν με απατά η μνήμη μου) ήταν άρρωστος και ότι το μόνο που θυμάται είναι η διαδρομή από το ξενοδοχείο στην συναυλία και την επιστροφή στο ξενοδοχείο.
Εκτός από την σκηνική παρουσία του Englund, είχαμε και τις οθόνες LED που συνόδευαν κάθε τραγούδι είτε με εικόνες από το αντίστοιχο video clip του (“King of Errors, για παράδειγμα) είτε με άλλα animation όπως οι νοσταλγικές εικόνες από το παρελθόν της μπάντας όταν έπαιζαν το “A Touch of Blessing”. Ο κιθαριστής, Henrik Danhage, πάντως, με το μπεζ παντελόνι καμπάνα, το πουκάμισο, την φθαρμένη κιθάρα και τα μεγάλα σκουλαρίκια, έμοιαζε σαν να ήταν σε μια μπάντα ροκ από τα 70s (το πλαίσιο για τα πλήκτρα του Rikard Zander, είχαν κι αυτά μια vintage εμφάνιση) ενώ ο μπασίστας, Johan Niemann, θα μπορούσε κάλλιστα να παίζει σε μια μπάντα sludge/doom.
Εδώ όμως μιλάμε για μελαγχολικό progressive/power και ύμνοι όπως “Falling from the Sun” (από την στιγμή που είχε βγει το single, δεν μου έχει ξεκολλήσει από το μυαλό), “Distance” (ο Tom το παρουσίασε λέγοντας ότι όταν βγήκε το κομμάτι το 2016, ο κόσμος ήταν σκα..νιος, και τώρα ακόμα πιο πολύ), “Eternal Nocturnal”, “ Where August Mourn”, “ Misfortune” (πριν ξεκινήσει αυτό το τελευταίο, ο Tom μας είπε ότι όταν μιας που πληρώσαμε για να τους δούμε απόψε, γιατί να μην κάνουμε και σαν τρελοί για να κάναμε εκείνη την βραδιά αξέχαστη) ή “Call Out the Dark” (ένα κομμάτι σχετικά με το πως να κοιτάξουμε κατάματα τις ίδιες μας τις φοβίες), “One Heart” (αφιερωμένο στην παγκόσμια χεβιμεταλική οικογένεια), μας υπενθύμισαν γιατί οι EVERGREY είναι οι καλύτεροι σε αυτό το είδος. Το mood τόσο στην αίθουσα όσο κι επί σκηνής δεν θα μπορούσε να ήταν καλύτερο, κι ο Tom, με πολύ κέφι, μας παρουσίασε και τον ντραμίστα, Simen Sandnes, την νέα απόκτηση της ομάδας, λέγοντας: «αν και ήμαστε Σουηδοί, κάναμε το λάθος να προσλάβουμε έναν Νορβηγό. Οι Νορβηγοί είναι ακριβοί· 20 χιλιάρικα την βραδιά μας κοστίζει ο τύπος, για αυτό σας παρακαλώ, αγοράστε και κανένα μπλουζάκι μετά».
Στο τελευταίο κομμάτι, “Our Way Through Silence”, ανέβηκαν και οι άλλες δύο μπάντες, και στην τελευταία αναμνηστική φωτογραφία βγήκαν όλοι με φόντο το κοινό. Μια φανταστική βραδιά, αν και όπως άκουσα, υπήρχαν κι εκείνοι που ήθελαν να ακούσουν πιο πολλά παλιά τραγούδια, αλλά τι να κάνουμε, με 14 δίσκους είναι δύσκολο να κάνεις ένα set list που να τους ικανοποιεί όλους. Όσοι όμως νομίζουμε ότι οι τελευταίοι δίσκοι τους, ειδικά από το 2010 και μετά, είναι ότι καλύτερο έχουν βγάλει, μείναμε τελείως ικανοποιημένοι… όπως και οι Σουηδοί με εμάς: “Goodnight, let’s get drunk, now!”, μας είπε ως αποχαιρετισμό ο Tom, αλλά επειδή ήταν Κυριακή και την επομένη ήταν εργάσιμη, δεν ξέρω πόσοι απ’ το κοινό, ακολούθησαν την συμβουλή του. Οι υπόλοιποι γυρίσαμε σπίτι με μια βαθιά ικανοποίηση κι ένα χαμόγελο στα χείλη… βεβαίως, βεβαίως.
Γιώργος Γκούμας
Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής