EYEHATEGOD και θετικότητα δε μπορούν ποτέ να πάνε μαζί. Όπως και πολλές άλλες έννοιες όπως η ταχύτητα, η συνέπεια, η ομαλότητα, η λογική, ακόμα και η ζωή η ίδια αν θέλετε. Ένα συγκρότημα που γεννήθηκε για να αψηφήσει οποιαδήποτε μουσική φόρμα και τελικά όχι απλά να φτιάξει δικό της είδος –το επονομαζόμενο sludge- αλλά και να καταφέρει 33 χρόνια μετά τη δημιουργία εν έτει 1988, να παραμένει ζωντανό και επίκαιρο παρότι οι ίδιοι αποτέλεσαν τροχοπέδη για τους ίδιους τους τους εαυτούς, με τις ενέργειές τους μέσα στα χρόνια. Για την πορεία των EHG μέσα στα χρόνια χρειάστηκαν τόνοι από ναρκωτικά, αλκοόλ, αρνητικότητα, μιζέρια και σκατίλα. Κι όμως ακόμα κι εν έτει 2021 που επιστρέφουν 7 χρόνια μετά το κορυφαίο ομότιτλο άλμπουμ τους (τοπ 3 του 2014 χωρίς αμφιβολία), δείχνουν ότι τα κουρέλια τραγουδούν ακόμα και ότι μέσα σ’ αυτό το κατά καιρούς άψυχο κουφάρι, υπάρχει τελικά ζωή κι όσο νεκρό δείχνει, τόσο πιο ζωντανό κι επικίνδυνο γίνεται όσο περνάει ο καιρός. Είναι να σε θέλει και λίγο και να έχεις και το χάρισμα του ότι δε σε σκοτώνει να σε κάνει πιο δυνατό και πολλάκις οι EHG και δη ο τραγουδιστής Mike IX Williams πέρασαν από απόλυτο σκοτάδι για να δουν φως.
Ας το πιάσουμε από την κυκλοφορία του κορυφαίου ομότιτλου άλμπουμ λοιπόν, όπου από το πουθενά οι EHG έχουν βγάλει μια ασύλληπτη δισκάρα (για πολλούς ξεπερνώντας και τα έπη του παρελθόντος “In the name of suffering”/”Take as needed for pain”/”Dopesick”/ και σίγουρα το ”Confederacy of ruined lives”). Τόσο ασύλληπτη που την εποχή εκείνη μάλλον απολαμβάνουν τη μεγαλύτερη δυνατή δημοτικότητα που είχαν ποτέ και ενώ έχει ήδη προηγηθεί ένα θετικότατο κλίμα για το δίσκο και το συγκρότημα με τα 9 και 10 να ξεφυτρώνουν από παντού σε βαθμολογίες, φτάνουμε κάπου στο 2017 που οι EHG μετά και την περιπέτεια του IX με τη νεφρική ανεπάρκεια που πήγε να τον στείλει μια ώρα αρχύτερα να συναντήσει τον Δημιουργό, αποφασίζουν να γυρίσουν το κουμπί και να οργώσουν όλο τον κόσμο περιοδεύοντας. Όταν λέμε για όργωμα, εννοούμε περιοδεία για 3 χρόνια! Αν αναλογιστούμε ότι δεν ήταν και η πιο εκτενής συναυλιακά μπάντα στην ύπαρξη και ότι μέχρι τότε είχαν κάνει κάπου 500-550 συναυλίες, μέσα στη διετία 2018-29 έκαναν 256 (!) συναυλίες, ζώντας από βαν σε βαν και από δωμάτιο ξενοδοχείου σε φορτηγό για να παίξουν οπουδήποτε. Όταν λέμε παίξιμο επίσης σε συναυλία EHG, μιλάμε για ιεροτελεστία που δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε συναυλία.
Εκεί δεν υπάρχουν νόμοι, δεν υπάρχει ροή, δεν υπάρχει σετ, υπάρχει μόνο έμφυτο αυτό το συναίσθημα αρνητικότητας που ζωντανά λαμβάνει άλλο σχήμα και όλοι οι παρευρισκόμενοι είναι μια οικογένεια και ξέρουν από πριν ότι θα δουν ένα σχήμα που θα παίξει όσο πιο βαριά, αργά και δυνατά γίνεται και ο εμβληματικός τραγουδιστής τους θα στέκεται με το ζόρι όρθιος σαν γνήσιο ραμολιμέντο της ζωής (άλλο να σας το λέω, άλλο να το βλέπετε) και με μαγικό τρόπο θα ακούγεται καλύτερος και πιο απειλητικός από τον κάθε δίσκο τους. Το έβδομο άλμπουμ της μπάντας (αν μετρήσω και το “Southern discomfort”) μετά από 7 χρόνια (πολλά εφτάρια μαζεύτηκαν, λες να είναι το τυχερό lucky 7 τους;) είναι αποτέλεσμα αυτής της περιόδου που βρέθηκαν στο δρόμο συλλέγοντας εμπειρίες. Μάλιστα οι EHG ήταν μια από τις τελευταίες μπάντες που είδαμε συναυλιακά σε μια απόλυτη καταστροφή της λογικής και είναι και λίγο σημειολογική αυτή η επιστροφή τους (βασικά βγάλανε το δίσκο, γιατί αλλιώς ακόμα θα περιόδευαν)! Επίσης το “History of a nomadic behavior” είναι άμεσα επηρεασμένο –και δη στιχουργικά- από την πολιτική κατάσταση στις Η.Π.Α. παρότι οι EHG το τελευταίο που μπορούν να χαρακτηριστούν είναι μια μπάντα πολιτικών φρονημάτων (σε ελεύθερη μετάφραση, πιο στα @@ τους δεν γίνεται, πιστέψτε με).
Το άλμπουμ είχε εξ αρχής το ακατόρθωτο έργο να κοιτάξει στα μάτια τον προκάτοχό του. Ανθρωπίνως αδύνατον, δεν θα μπορούσε να τεθεί κανένα θέμα σύγκρισης, καθώς το “Eyehategod” δεν ήταν απλά ένα κορυφαίο άλμπουμ αλλά παραδόξως και το πιο «μουσικό» που είχαν κάνει ποτέ. Οκ, νιώθω τις κατάρες να ίπτανται πάνω μου όταν βάζω οποιαδήποτε έννοια μουσικότητας δίπλα στους EHG να όμως που έγινε. Το AHONB είναι ένα έρπων κτήνος που τους επιστρέφει στη λογική των τριών πρώτων δίσκων τους (προφανώς όχι τόσο υπέρτατο) και που είναι αυτό ακριβώς που θα μπορούσαν να βγάλουν μετά από όλο αυτό το «κάψιμο» με την περιοδεία, τη δεδομένη «γιούχου» λογική τους και φυσικά τον trademark ήχο τους. Ο ΙΧ τα πάει περίφημα φωνητικώς, ακούγεται τόσο βδελυγματικός και απόλυτα μηδενιστής όπως πάντα που του βγάζεις το καπέλο. Αν βάλεις και το γεγονός ότι κάποια στιγμή θεώρησες ότι θα δει τα ραδίκια ανάποδα κι ακούγεται –απίστευτο το πώς αλλά αληθινό- πιο ζωντανός από ποτέ, αρκεί για να πανηγυρίσεις. Το υλικό κακά τα ψέματα και παρότι σεσημασμένος φανατικός με τη μπάντα –τέτοιος ανώμαλος ήμουν πάντα αλλά ποιος να μου το έλεγε όταν ήμουν μικρός ότι θα έβγαιναν τέτοιες πτυχές μέσα μου- δεν φτουράει το ίδιο με τα άλλα άλμπουμ τους.
Όλα ωραία, όλα καλά, είναι EHG και γουστάρω (βασικά και μόνο που ξέρω ότι αναπνέουν κάπου στον κόσμο αρκεί), αλλά είναι αρκετά μονοκόμματο, σε σημείο κομμάτια σαν το “High risk trigger” που ήταν το πρώτο δείγμα ή το “Fake what’s yours” να ξεχωρίζουν άμεσα. Δεν υπάρχει η κλιμάκωση στην εναλλαγή διαθέσεων όπως σε άλλα άλμπουμ τους και άσχετα αν ποτέ δεν ήταν συνεπείς, σταθεροί (σε μυαλά και κυκλοφορίες) και φερέγγυοι συχνότητας, στην ποιότητα ήταν πάντα το λιγότερο κιμπάρηδες. Υπάρχει το βασικό της ανεμελιάς, υπάρχει η σταθερά της σκατίλας προφανέστατα, αλλά μοιάζουν σαν να μπήκαν στο στούντιο τελείως χωρίς πλάνο (άραγε είχαν και ποτέ τώρα που το σκέφτομαι;) και απλά βάλανε τα πιο απλά και βαριά ριφφ που μπορούσαν να γράψουν τη δεδομένη στιγμή και φτιάξανε το δίσκο. Το δύσκολο με τους EHG δεν είναι η δημιουργία του δίσκου καθ’ αυτή, αλλά να βάλουν τα μυαλά που δεν έχουν σε σειρά, να βρουν το χρονικό όριο που αυτή η απουσία εγκεφάλου όλων τέμνεται μεταξύ τους και να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα. Να είναι υπέροχα μίζεροι, αθεράπευτα ρομαντικοί και προκλητικά αντιεμπορικοί όσο κανένα συγκρότημα στον κόσμο. Κάθε φορά που το κάνουν χαίρομαι, απλά αυτή τη φορά χάρηκα λιγότερο από τις προηγούμενες.
7 / 10
Άγγελος Κατσούρας