Οποία έκπληξη! Μισό λεπτό να μετρήσω… 29 χρόνια πέρασαν από το τελευταίο στουντιακό άλμπουμ των Αμερικανών metallers “Time will tell”… Η πρώτη επανασύνδεση τους το 2010 για συγκεκριμένες live εμφανίσεις, έδωσε την θέση της σε μία δεύτερη το 2017 και ως εκ τούτου στην ηχογράφηση του τρίτου τους άλμπουμ. Οφείλω να καταθέσω την πάγια θέση μου σε ανάλογες περιπτώσεις: δεν έχω καμία –μα καμία όμως- εμπιστοσύνη στους καλλιτέχνες του παρελθόντος που ζουν ακόμα στα θρυλικά 80’s… Οι εποχές έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και αν πραγματικά θέλουν να έχουν σοβαρό λόγο ύπαρξης και να μην γεμίζουν απλά τα venues Ευρωπαϊκών festival αναπολώντας τα χρόνια της νιότης τους, απαιτείται τεράστια προσπάθεια και προσήλωση στον στόχο. Από την στιγμή που επέλεξες να επανέλθεις θα λάβεις την αντιμετώπιση που έχουν όλοι. Και μην ακούσω τίποτα για “ιερές αγελάδες”… Συνεπώς, δεν μπορώ να κρύψω πως δεν ήμουν θετικά προκατειλημμένος μιας και δεν μπορώ να θυμηθώ πολλές περιπτώσεις ηρώων από το παρελθόν που έχουν επανέλθει με υλικό που αξίζει της απόλυτης προσοχής μας και μπορεί να σταθεί δίπλα στα αριστουργήματα της δεκαετίας του ’80.
Οι FIFTH ANGEL τους 2018 φρόντισαν ώστε να μην τους συμπεριλάβω στην μακρά λίστα που αναφέρθηκε πιο πάνω… Όχι γιατί έβγαλαν έναν δίσκο που θα μνημονεύεται εσαεί. Σε καμία περίπτωση. Το ζητούμενο είναι η τιμιότητα και το αποτέλεσμα να είναι εναρμονισμένο με το πνεύμα της εποχής. Με τον ήχο και την παραγωγή. Να μην ακούς έναν κουρασμένο και περιορισμένων δυνατοτήτων τραγουδιστή, νερόβραστες κιθάρες και rhythm section δημοτικού. Το “The third secret” όσο περισσότερο το ακούω, τόσο τείνω να πιστώσω στους δημιουργούς του το credit της σωστής προσέγγισης. Με σεβασμό στο παρελθόν αλλά όχι με εμμονές, με όραμα και δημιουργία στην πράξη. Όχι στα λόγια. Ο ήχος του άλμπουμ παραπέμπει εύκολα στο αλήστου μνήμης ντεμπούτο τους, ένα αέναο αμάλγαμα δημιουργικότητας και μεταλλικής φαντασίας, ωμής δύναμης αλλά και μελωδιών που κολλάνε στο μυαλό σου για δεκαετίες.
Το θεμελιώδες ερώτημα κατ’ εμέ ήταν πως θα κατόρθωναν να συγχρονιστούν οι εναπομείναντες Ken Mary (τύμπανα), John Macko (μπάσο) και Kendall Bechtel (κιθάρα) δίχως τους πρώην συνοδοιπόρους τους τον τραγουδιστή Ted Pilot και τον ρυθμικό κιθαρίστα Ed Archer (ο οποίος παρεμπιπτόντως επέστρεψε μετά τις ηχογραφήσεις στις τάξεις της μπάντας). Κι όμως… Η λύση βρέθηκε… Διπλός ο ρόλος του Bechtel που ανέλαβε θέση και πίσω από το μικρόφωνο, με ομολογουμένως εντυπωσιακά αποτελέσματα. ΟΚ, η φωνή του Pilot ήταν ξεχωριστή αλλά κι εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο που πατάει στις γραμμές του προκατόχου του, πορεύεται ωστόσο στο δικό του μονοπάτι και προσδίδει μεγαλύτερη δυναμική στο ηχητικό αποτέλεσμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις παραπέμπει στον Dale Anthony των αδικοχαμένων ZAXAS… Τα δε solos του δεν σηκώνουν την παραμικρή αμφισβήτηση, ανέκαθεν αποτελούσαν ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά των FIFTH ANGEL. Στις περισσότερες περιπτώσεις “κεντάνε” κυριολεκτικά. Και δεν υπερβάλλω καθόλου. Η παραγωγή είναι αναμενόμενα πολύ καλή αν και έχω μικροενστάσεις για τον ήχο των τυμπάνων που στα up tempo κομμάτια μου φαίνεται ολίγον τι τριγκαρισμένος (όχι τόσο πάντως όσο στο τελευταίο των RIOT V), το υλικό του δίσκου δεν παρουσιάζει χτυπητές ποιοτικές διακυμάνσεις (άλλος ένα λόγος ομοιογένειας και καλής χημείας) με τα “We will rise”, “Queen of thieves”, “Can you hear me”, “Third secret” “Shame on you”, “Hearts of stone” να βρίσκονται ένα “κλικ” πιο πάνω από τα υπόλοιπα.
Στιβαρό, ευκολοάκουστο, κλασικό US heavy metal με λίγες επικές προεκτάσεις, άκρως συγκινητικό το “The third secret”, λογίζεται ως μία από τις πλέον αξιοπρεπείς δισκογραφικές επανόδους από καλλιτέχνες που δόξασαν την μουσική μας στο παρελθόν. Το παρόν τους βρίσκει σε συνθετική φόρμα που θα ζήλευαν πολλοί νεότεροι τους, απομένει να δούμε τι θα συμβεί στη συνέχεια και θα σταυρώνουμε τα δάχτυλα μας ώστε η νέα επανεμφάνιση τους να μην αποδειχθεί πυροτέχνημα. Χωρίς αναστολές, ένα γεμάτο…
7 / 10
Γρηγόρης Μπαξεβανίδης