HELLOWEEN discography – Worst to best

0
2735

Εν αντιθέσει με τους εκλεκτούς συναδέλφους που όλο γκρινιάζουν όταν τους λαχαίνει ο κλήρος να «σκαρώσουν» ένα worst to best αφιέρωμα (με πρόσφατο παράδειγμα τον Σαμοΐλη, που μας τάραξε στη μίρλα επειδή τον ζορίσαμε να βάλει σε σειρά τους δίσκους των αγαπημένων του NIGHTWISH), εγώ αυτό το παιχνιδάκι το καταδιασκεδάζω. Οπότε, θα πάρω την «ιντριγκαδόρικη» πένα μου και θα βάλω σε σειρά, από το χειρότερο στο καλύτερο, τα studio επιτεύγματα (aka κολοκύθια) των HELLOWEEN, με αφορμή την επικείμενη εμφάνισή τους στο Release Festival, το Σάββατο 17 Ιουνίου μαζί με τους JINJER, BEYOND THE BLACK και SILENT WINTER, η οποία τυγχάνει να είναι και μια από τις πολυαναμενόμενες συναυλίες της χρονιάς. Πρώτη φορά θα τους δούμε με τους Kai Hansen και Michael Kiske ως επίσημα, μόνιμα μέλη, δεν είναι και μικρό πράγμα αυτό! Εσύ τώρα, όταν διαβάσεις τη λίστα, έχεις όλο το ελεύθερο είτε να αποθεώσεις και να επευφημήσεις, επειδή συμφωνείς, είτε να κράξεις και να με περάσεις «γενεές δεκατέσσερεις», επειδή διαφωνείς. Ό,τι και να κάνεις όμως, στο Release Festival και στην Πλατεία Νερού, μαζί θα τραγουδάμε τους ύμνους τους. Φύγαμε;

The HELLOWEEN discography countdown

  1. Pink bubbles go ape” (ΕΜΙ, 1991)
    Εννοείται πως ξεκινάμε από το πλέον βαρετό, ανέμπνευστο, ανούσιο HELLOWEEN album, που όσο και να προσπαθεί ο Weikath να ρίξει το φταίξιμο για την αποτυχία του στον Chris Tsangarides, με τέτοιες συνθέσεις, απλά δεν θα με πείσει ποτέ του. Με έναν τεράστιο για τα δεδομένα του group προϋπολογισμό, υπό την σκέπη της ΕΜΙ για πρώτη φορά, με έναν παραγωγό-μύθο στην κονσόλα, τι χρειάζεται για να γράψεις ένα ακόμη εξαιρετικό album; Σωστά. Καλά τραγούδια. Ε, οι Ροζ Φούσκες δεν έχουν, πλην του “The chance” και του “Your turn”. Και αν το αντεπιχείρημα σε αυτό είναι κάτι “Kids of the century”, “Heavy metal hamsters” ή “Mankind”, μάλλον μιλάμε για πολύ χαμηλά standards. Sorry, not sorry.

Highlight του δίσκου: “The chance”
Προσωπική αδυναμία: Σιγά μην έχω!

  1. My Godgiven right” (Nuclear Blast, 2015)
    Η φημολογούμενη-υποτιθέμενη επιστροφή στις ρίζες. Από ποια άποψη και για ποιες ρίζες μιλάμε, ποτέ δεν κατάλαβα, αλλά για να το λένε οι δημιουργοί του, έτσι θα ’ναι (NOT). Δεν είναι κακό το “My God-given right”, με αυστηρά μουσικά κριτήρια, 6αράκι το λες. Αλλά δεν έχει έστω μια σπουδαία στιγμή (το “Battle’s won” δε δύναται να θεωρηθεί τέτοια), ακούγεται περισσότερο ευχάριστα, σαν «χαλί», την ώρα που κάνεις δουλειές και προκαλώ τον οποιονδήποτε, να μου τραγουδήσει απ’ έξω μια από τις 13 (μειώστε διάρκειες, δεν είναι νούμερα αυτά) συνθέσεις του, σε ανύποπτο χρόνο. Οπότε, δε μπαίνει τελευταίο, γιατί το shock μιας κακής κυκλοφορίας, πάντα κερδίζει τη βαρεμάρα. Επί της ουσίας όμως, «αραχνιάζουν» και τα δυο στο ράφι.

Highlight του δίσκου: “Battles won”
Προσωπική αδυναμία: Χμ… μπα…

  1. Rabbit dont come easy” (Nuclear Blast, 2003)
    Η επιστροφή της μπάντας σε πιο happy happy Halloween μοτίβα, μακριά, όσο γινόταν, από το σκοτάδι του “The dark ride”. Κάποιοι το θεωρούν αδύναμο ως μέτριο, κάποιοι άλλοι όχι. Όσοι δεν το «θάβουμε» δεν είναι πως βγαίνουμε και πανηγυρίζουμε στους δρόμους, αλλά είναι αξιόλογο δισκάκι, μας καλύπτει. Και όταν βγήκε, άρεσε, μετά ξεκίνησαν οι γκρίνιες, να σημειωθεί αυτό. Υπερτερεί του «από πάνω», γιατί ναι μεν κι αυτό το ακούς περισσότερο υπό τις ίδιες συνθήκες (σκούπισμα, σφουγγάρισμα), αλλά έχει κάποια τραγούδια που θα τα σιγοτραγουδήσεις και ως απόδειξη φέρνω την πρώτη πεντάδα κομματιών. Το ήδη κλασσικό “Hell was made in Heaven” από την άλλη, ξεχωρίζει σαν τη μύγα μες στο γάλα, εκεί θα παρατήσεις την σκούπα/σφουγγαρίστρα και θα πιάσεις την air guitar. Πρώτο album για τον Sasha Gerstner (άλλαξε μαλλί επιτέλους, καμάρι μου), είναι το μοναδικό που δεν είχε σταθερό drummer αλλά τρεις, τους Mark Cross, Stefan Schwarzmann και Mikkey Dee.

Highlight του δίσκου: “Hell was made in heaven”
Προσωπική αδυναμία: “Just a little sign”

  1. “Straight out of Hell” (Sony Music, 2013)
    Πότε πέρασαν δέκα χρόνια, ε; Σαν να ήταν χθες το θυμάμαι να βγαίνει. Καλός δίσκος, αλλά επίσης μεγάλος χωρίς λόγο ρε παιδί μου… Το “Nabatea” «μετράει άσχημα», τα “World of war”, “Far from the stars”, “Burning sun”, “Waiting for the thunder” είναι πολύ ωραία τραγούδια και κάποιο από αυτά, ίσως να το βάλεις και στην “best of” συλλογή που θα φτιάξεις για το ανιψάκι σου (προτείνω το “Burning sun”). H αλήθεια όμως είναι πως οι Κολοκύθες επί Deris τα έχουν πάει απείρως καλύτερα, στο παρελθόν.

Highlight του δίσκου: “Nabatea”
Προσωπική αδυναμία: “Burning sun” 

  1. Chameleon” (EMI, 1993)
    Έκπληξη! Τι «λέζα» έχει «φάει» τούτο το δισκάκι, δε λέγεται… Γιατί; Γιατί δεν είναι power metal. Από ποιους; Από αυτούς που είναι ενάντιοι σε κάθε είδους πειραματισμό και αλλαγή κατεύθυνσης. Οι υπόλοιποι που κοιτάμε αποκλειστικά την ποιότητα της μουσικής, σε όποιο είδος και να ανήκει, έχουμε βρει αρκετά όμορφα πράγματα να εκτιμήσουμε στον «Χαμαιλέοντα»: “First time”, “Windmill”, “Music”, “I believe”, “Giants”, “Longing”… Πλην του “Giants” που θα μπορούσε εύκολα να είναι στο δεύτερο “Keeper…”, τα υπόλοιπα κομμάτια έχουν καθαρά hard rock, ή και σκέτο rock, ύφος, αρκετές blues επιρροές, ενώ κάποια σημεία ως και pop-ίζουν. Θρασύτατο, χωρίς αίσθηση κινδύνου, το “Chameleon”, τριάντα ετών πια, εξακολουθεί να «καθρεπτίζει» μια μπάντα που ουσιαστικά δεν υπήρχε και τρεις ανθρώπους που ήθελαν να κάνουν ό,τι τη δεδομένη στιγμή τους ευχαριστούσε, χωρίς να δίνουν δεκάρα για το τι θα πεις εσύ κι εγώ. Και αυτό από μόνο του, του δίνει πολλούς πόντους.

Highlight του δίσκου: “Giants”
Προσωπική αδυναμία: “I believe”

  1. Helloween” (Nuclear Blast, 2021)
    Δεν αλλάζω ούτε σημείο στίξης απ’ όσα έγραψα όταν κυκλοφόρησε. Αυτά που γράφτηκαν περί «πραγματικού τρίτου ‘Keeper…’» με κάνουν και γελώ, όπως εξακολουθώ να γελώ όταν διαβάζω πως πρόκειται για το καλύτερο album μετά το “Keeper…II”. Τι είναι λοιπόν το “Helloween”; Ένας ωραίος δίσκος, αυτό. Θες να τον πούμε τον καλύτερο από το “7 Sinners” και μετά; Να τον πούμε. Ως εκεί. Η πραγματική του αξία, είναι άλλη: Έπαιξε τον ρόλο του βατήρα εκκίνησης και εξακολουθεί να εξυπηρετεί αυτό για το οποίο, κακά τα ψέματα, θέλαμε αυτή την επανασύνδεση τόσο εμείς, όσο και το ίδιο το συγκρότημα. Δηλαδή, τις γεμάτες κλασσικά τραγούδια συναυλίες-υπερπαραγωγή και την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος μιας συγκεκριμένης μερίδας κόσμου. Με πιο απλά λόγια, ό,τι θα βιώσουμε στην Πλατεία Νερού.

Highlight του δίσκου: “Skyfall”
Προσωπική αδυναμία: “Best time”

  1. Keeper of the Seven Keys: The Legacy” (Steamhammer, 2005)
    Το τρίτο “Keeper…” για τον Weikath, αν και εμείς ξέρουμε καλά πως τα ράσα (τίτλος) δεν κάνουν τον παπά (Keeper) και ο τρίτος «Φύλακας» είναι άλλος. Θα τον δεις παρακάτω, σε περίοπτη θέση. Στα του δίσκου τώρα, το “Legacy” είναι μεγαλεπήβολο, τραβά πολύ σε διάρκεια και στερείται «ισορροπίας», αφού τις έχει τις αδυναμίες του. Ας είμαστε ειλικρινείς, ο τίτλος από μόνος του έδωσε ένα bonus και μία extra ώθηση στο άλμπουμ, που δεν αντιστοιχεί στην ποιότητά του. Τα καλά του κομμάτια όμως, είναι «λουκούμι» και το βλέπω με ακόμη καλύτερο μάτι, γιατί στα πλαίσια της προώθησής του, οι HELLOWEEN έδωσαν το καλύτερό τους live επί ελληνικού εδάφους, στο «κλειστό» της Sporting-άρας. Μέχρι σήμερα το θυμάμαι, εσύ αν δεν ήσουν μέσα, δες το καταπληκτικό “Live in 3 Continents” και θα πάρεις μια ιδέα. Επίσης, δε μου βγάζεις από το μυαλό πως οι διαδικασίες επαναπροσέγγισης και επανασύνδεσης με τους Hansen/Kiske ξεκίνησαν να σχεδιάζονται στο μυαλό του Deris (ναι, τι) από τότε. Διά του λόγου το αληθές, τσέκαρε την εισαγωγή του “Occasion Avenue”.

Highlight του δίσκου: “The king for a 1000 years”
Προσωπική αδυναμία: “Light the universe”

  1. Gambling with the Devil” (SPV/Steamhammer, 2007)
    Η ανανεωμένη σύνθεση, η οποία κρατάει ως τις μέρες μας, έχει πάρει φόρα και δεν σταματά με τίποτα. Δισκάρα ο «τζόγος», υποτιμημένος σε σχέση με την αξία του, από τους πιο “thrashy” (προσοχή στα εισαγωγικά) αλλά και μελωδικούς ταυτόχρονα της δισκογραφίας του group. Ο μισός σχεδόν είναι γραμμένος από τον «φλώρο» Deris, ο οποίος μετά από τους δυο πρώτους δίσκους της HELLOWEEN καριέρας του, όπου «μετρούσε δυνάμεις», εξελίχθηκε σε έναν από τους δυο βασικούς συνθέτες της μπάντας. Ερμηνευτικά δε, δίνει και πάλι τα «ρέστα» του. Στο εισαγωγικό “Crack the riddle”, η φωνή ανήκει στον Biff Byford. Αλησμόνητο το live στο κοτέτσι-θερμοκήπιο-όπως θες πες το, μια φορά live venue δεν ήταν, «Πολιτιστικό Κέντρο Ελληνικός Κόσμος», στα πλαίσια της “Hellish Rock world tour”, με support τους GAMMA RAY. Δεν έπιασε τα standards του αντίστοιχου στο γήπεδο του Sporting (λόγω χώρου και λοιπών συνθηκών), αλλά περάσαμε υπέροχα και οι «Κολοκύθες» σάρωσαν τις «Ακτίνες». Ε, να μην το πω;

Highlight του δίσκου: “Heaven tells no lies”
Προσωπική αδυναμία: “Final fortune”

  1. “7 Sinners” (Sony Music, 2010)
    Αμφιταλαντεύτηκα λίγο, είναι η αλήθεια, καθώς θεωρώ “Gambling…” και “7 Sinners” ισάξια, ας το πάμε όμως έτσι, με αυτήν την σειρά. Από τα πολύ καλά «κολοκύθια» τούτο δω, πολύ «ισορροπημένο» συνθετικά (όλα τα τραγούδια από «καλά» και πάνω), με τα “Easter eggs” του (η μελωδία του “Perfect gentleman” στο “Who is Mr. Madman”, η αντίστοιχη από το “A light in the black” των RAINBOW στο “World of fantasy”), με solo φλάουτο (!) σε power metal up tempo κομμάτι (“Raise the noise”), με το έπος του (το σπουδαίο “If a mountain could talk”), άψογο εκτελεστικά και με τον Andi σε διαρκή φόρμα. Θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε κι ως την συνέχεια του “Gambling with the Devil”, μη λαμβάνοντας υπόψη μας την παρένθεση του “Unarmed”.

Highlight του δίσκου: “If a mountain could talk”
Προσωπική αδυναμία: “Who’s Mr. Madman?”

  1. Master of the rings” (Raw Power/Castle, 1994)
    Δεν ξέρω τι άστρο είχε ο Weiki πάνω από το κεφάλι του όταν διάλεξε τον Andi Deris για νέο τραγουδιστή, αλλά αυτό το άστρο ακόμη φέγγει τον δρόμο μπροστά του. Εκεί που όλοι τους είχαν τελειωμένους, εκεί που η διάλυσή τους έδινε στα πρακτορεία στοιχημάτων 1,15 «κλειδωμένο», οι HELLOWEEN προχωρούν ΣΤΗ μεταγραφή, κάνουν ΤΟ κόλπο γκρόσο και με μπροστάρη τον ξανθομάλλη μορφονιό, πρώην frontman των εξαίρετων hard rockers PINK CREAM 69, τραβάνε «δύο από δεκαεννιά», κάνοντας ένα από τα πιο εντυπωσιακά “Black Jack” στην ιστορία. Πήραν το power metal που οι ίδιοι δημιούργησαν, δέχτηκαν αβίαστα τις επιρροές από την πρώην μπάντα του Andi (το “In the middle of a heartbeat” θα μπορούσε να είναι ανετότατα PC69 κομμάτι), έκλεισαν τα αυτιά (το σημαντικότερο) στους παλαιούς οπαδούς τους οι οποίοι στην πλειοψηφία δυσανασχέτησαν με το νέο τους «κοστούμι» και κέρδισαν… μισό λεπτό… (ήχοι από κομπιουτεράκι)… 29 χρόνια ακμάζουσας ζωής! Credits ΑΠΕΙΡΑ και στον επίσης νεοφερμένο Uli Kusch, που απεδείχθη πολλά περισσότερα από ένας απλός drummer, με το “Sole survivor” να είναι το δικό του “Where eagles dare”.

Highlight του δίσκου: “Sole survivor”
Προσωπική αδυναμία: “Secret alibi”

  1. “Better than raw” (Castle Communications, 1998)
    Οι HELLOWEEN του “Better than raw” ήταν οι πιο βέβαιοι και σταθεροί HELLOWEEN, από το 1989 και ως τότε. Οι τελευταίοι κραδασμοί του “The time of the oath” έχουν σταματήσει και οι επικριτές έχουν πάψει πια να ασχολούνται έχοντας πηδήξει από το πλοίο, θεωρώντας πως αυτό βουλιάζει. Στην ουσία όμως έκαναν μια μεγάλη χάρη, απαλλάσσοντας τη μπάντα από περιττό φορτίο και αφήνοντάς τη να ανοίξει πανιά και να βρει τη νέα γενιά οπαδών της. Επίσης, οι HELLOWEEN του “Better than raw” είναι οι πιο «σκληροί» και heavy, από το “Walls of Jericho” και ως τότε (ναι, το είπα). Album… να το πιείς στο ποτήρι τούτο δω, με κάθε λογής συνθέσεις, παιξίματα για σεμινάριο και απίστευτη έμπνευση! Στις 25 Οκτωβρίου του ιδίου έτους, θα τους βλέπαμε μπροστά μας για πρώτη φορά, σε ένα ασφυκτιούν ΡΟΔΟΝ, όπου κρεμόμασταν σαν τα σταφύλια. Ο γράφων πήγε άνετος 90’ πριν την έναρξη, για να είναι από τους πρώτους που θα μπουν μέσα, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να στριμωχτεί στην προτελευταία σειρά του εξώστη. Για τέτοιον χαμό μιλάμε.

Highlight του δίσκου: “Midnight sun”
Προσωπική αδυναμία: “A handful of pain”

  1. “The dark ride” (Nuclear Blast, 2000)
    Το “Better than raw” ήταν ultra-heavy. Το ομώνυμο ΕΠΟΣ από το “The time of the oath” (εκεί θα αναζητήσεις τους πρώτους «σπόρους»), ήταν ένα σκοτεινό αριστούργημα. Γνωστά αυτά. Αλλά από μόνα τους, δεν έδειχναν προς τα πού θα πάει το πράγμα και η έκπληξη όλων μας, όταν κυκλοφόρησε το “The dark ride”, ήταν μεγάλη! Η τελευταία κατάθεση ταλέντου της σύνθεσης Deris-Weikath-Grapow-Grosskopf-Kusch μετουσιώνεται σε έναν απίστευτα σκοτεινό δίσκο, που αποκαλύπτει το εύρος της πολύπλευρης φωνητικής/καλλιτεχνικής «προσωπικότητας» του Andi Deris, φέροντας ΚΑΙ την σφραγίδα του Roy Z. Μόνο το “All over the nations” λοξοκοιτά το «χαρούμενο» παρελθόν, με συνέπεια να ακούγεται, καίτοι πανέμορφο, εντελώς «ξεκάρφωτο». Άντε και λίγο το “Salvation”. Ακόμη και το θεϊκότερο των θεϊκών, χαζοτράγουδο “Mr. Torture”, μοχθηρό τους «βγήκε», ειδικά στην live του εκδοχή. Ο Weikath μπορεί να το έχει αποκηρύξει, αλλά κάνει «πίσω» γιατί εμείς πάντα θα θέλουμε να ακούμε τραγούδια του «ζωντανά» κι εγώ αναρωτιέμαι, αν συνέχιζαν σε αυτό το στυλ, πόσο αναζωογονητικό θα ήταν για το ίδιο το ευρωπαϊκό power metal… Ίσως, είχε σωθεί. Μέγα ατόπημα η απουσία του φοβερού “Deliver us from temptation” από το τελικό σύνολο.

Highlight του δίσκου: “The dark ride”
Προσωπική αδυναμία: “Mr. Torture”

  1. The time of the oath” (Castle Communications, 1996)
    Οι Γερμανοί επιστρέφουν στο power metal της διετίας 1987-1988, μειώνοντας αισθητά τα hard rock στοιχεία και ο Deris αρχίζει να αποκτά όλο και περισσότερο «χώρο» και στην σύνθεση, πέραν των στίχων. Το “The time of the oath” είναι γεμάτο σπουδαία τραγούδια, κάθε είδους και στυλ, που όχι μόνο απεδείχθησαν διαχρονικά, αλλά και απέκτησαν τον χαρακτηρισμό του «κλασσικού», διαψεύδοντας όλους όσους (και δεν ήταν λίγοι, δυστυχώς) την εποχή που κυκλοφόρησε, το «έθαβαν» με συνοπτικές διαδικασίες. Ας μην τα θυμάμαι… Όπως δε θέλω να θυμάμαι την αλητεία της προσπάθειας να «φορτωθεί» ο Weikath την αυτοκτονία του Ingo, επειδή τον έδιωξε από τη μπάντα. Τέλος πάντων… Το “The time of the oath” είναι ο δίσκος που μαζί με τους δυο που το διαδέχτηκαν, έφεραν ουκ ολίγους νεαρούς οπαδούς στη μπάντα (κι εγώ με αυτό τους έμαθα), αποτίναξαν συν τω χρόνω από πάνω της την στάμπα του «HELLOWEEN μόνο με Hansen» και ως μονάδα… ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΡΙΤΟ KEEPER. Όπως το ακούς.

Highlight του δίσκου: “The time of the oath”
Προσωπική αδυναμία: “Kings will be kings”

  1. Walls of Jericho” (Noise Records, 1985)
    Η πολιτική ορθότητα (χεχε) δε θέλει αυτόν ως τον καλύτερο HELLOWEEN δίσκο. Επειδή λοιπόν δε μου αρέσει να εγείρω αντιδράσεις, θα βάλω μεν το “Walls of Jericho” στη δεύτερη θέση αλλά για να τα έχω καλά με την Αυτού Άποψή μου, θα κάνω γνωστό στο Πανελλήνιο ότι είναι το αγαπημένο μου και θα τονίσω πως ΤΕΤΟΙΟ album δεν είχε κυκλοφορήσει ως τότε, δεν κυκλοφόρησε ποτέ ως τώρα και αποκλείεται να κυκλοφορήσει, στον αιώνα τον άπαντα. Ένα speed/thrash (αυτό ΔΕΝ είναι power metal) κτήνος (χωρίς εισαγωγικά), με τα συγκλονιστικότερα άτσαλα, άγαρμπα, ανώριμα (ούτε εδώ μπαίνουν εισαγωγικά) φωνητικά όλων των εποχών, που τρώει αστραπές και χ#ζει κεραυνούς (Mickey Goldmill, circa 1979), ξεχειλίζει Priest-ίλα και Accept-ίλα και περιέχει, εκτός των άλλων φοβερών και τρομερών (κοιτάμε tracklist και ξαπλώνουμε σε εμβρυακή στάση), το καλύτερο κομμάτι στην ιστορία της μπάντας (“How many tears” το λένε κι όλα τα παιδάκια κλαίνε). Και αν τώρα που τα διαβάζεις αυτά χαμογελάς (σε βλέπω), όταν την ώρα της συναυλίας φτάσουμε στο “Kai medley”, θα τα θυμηθείς και θα πεις «ρε μπαγάσα ψηλέ, είχες δίκιο τελικά!». Η ενσωμάτωση του “Judas” EP, το στέλνει πάνω και από την Στρατόσφαιρα!

Highlight του δίσκου: “How many tears”
Προσωπική αδυναμία: “Phantoms of death”

  1. “Keeper of the Seven Keys ΙΙΙ” (Noise Records, 1987/1988)
    Δεν πρόκειται περί ορθογραφικού λάθους. Καταρχήν, το “Keeper of the Seven Keys” είναι ένα έργο. ΕΝΑ. ΟΝΕ. UNO. UN. EIΝ, πως το λένε! Η Noise το έκοψε στα δυο και κακώς! Αλλά κι αυτό να μην ίσχυε, είναι ισάξιοι δίσκοι και οφείλω να τους δώσω την πρωτιά, να την μοιραστούν. Για το περιεχόμενο, την αξία, την επιδραστικότητα, το «ειδικό βάρος», δεν υπάρχει κανένα νόημα να μιλήσουμε, τα έχουμε πει και ξαναπεί, τα έχεις διαβάσει και ξαναδιαβάσει και έχουμε αμφότεροι βαρεθεί να αναμασάμε λέξεις και φράσεις όπως «αριστούργημα», «θεϊκό», «μόνο αυτά να είχαν κυκλοφορήσει οι HELLOWEEN θα είχαν γράψει ιστορία», «άκου πως τραγουδούσε ο Kiske στα 18 του» κλπ. Συνεπώς, βάλε τον δίσκο να παίζει, που λέει και ο ΛΕ.ΠΑ και ραντεβού στο Release!

Highlight του δίσκου: “Halloween” και “Keeper of the seven keys”
Προσωπική αδυναμία: “I’m alive” και “You always walk alone”

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here