IOTUNN – “Kinship” (Metal Blade)

0
370
Iotunn












Iotunn

Από τις πλέον μα ΠΛΕΟΝ υπέροχες ανακαλύψεις της τελευταίας πενταετίας οι Δανοί IOTUNN. Κινούμενοι στο χώρο του προοδευτικού μελωδικού death metal με τρομερή ατμόσφαιρα και εξαίρετα καθαρά/death metal φωνητικά (από τον ίδιο τραγουδιστή), οι κύριοι έκαναν απίστευτη αίσθηση προ τριετίας με το ντεμπούτο full-length “Access all worlds” μέσω της κραταιάς Metal Blade. To αγάπησα αυτό το άλμπουμ, μέχρι και όσο προετοίμαζα αυτό το κείμενο το ξανάκουγα. Δεν έχασε καθόλου τη λάμψη του, την λυρικότητα και βαρύτητά του. Το ζητούμενο όταν είσαι μια ανερχόμενη μπάντα (καλή ώρα) που ξεκινάει από την αφετηρία ενός τέτοιου ντεμπούτο για να πας για το δεύτερο βήμα, είναι να το ξεπεράσεις ή στη χειρότερη να το κοιτάξεις σαν ίσο στα μάτια. Οτιδήποτε άλλο, είναι συμβιβασμός.

Το “Mistland” ήταν και το πρώτο single, που δεν σας κρύβω πως με είχε αφήσει με μια κάποια αμηχανία. Βλέπετε, περίμενα κάτι εφάμιλλο του “Access all worlds” (ή έστω του δικού του πρώτου single) κι ενώ το κομμάτι που πήρα δεν ήταν κατ’ ανάγκη κακό (το ρεφρέν είναι ωραίο με τη φωνάρα να το κάνει πολύ ωραίο), είναι υποδεέστερο των απαιτήσεων που είχε δημιουργήσει εκείνο. Αλλά ΟΚ, ένα single, δεν αρκεί για να κρίνεις ένα δίσκο μιας ώρας και βάλε, για όνομα! Με το “Kinship” στα χέρια μας, πάμε για τη πρώτη αναγνωριστική ακρόαση, να δούμε με τι έχουμε να κάνουμε στην τελική στην ολότητά του. Μια αμηχανία που μετατρέπεται σε προβληματισμό όσο περνάνε οι ακροάσεις. “Που έγκειται ο προβληματισμός σου Γιάννη;” ακούω να ρωτάτε.

Εξηγούμαι. Νιώθω ότι αυτή η μπάντα κάπου έχασε την ισορροπία των συνθέσεων που την έκανε τόσο ξεχωριστή στο ντεμπούτο της. Που ήξερε σε ποια σημεία στις κατά τα άλλα δαιδαλώδεις συνθέσεις της, να προσθέσει και που να αφαιρέσει, διατηρώντας το ενδιαφέρον του ακροατή αμείωτο και δημιουργώντας έτσι την επιθυμία για περαιτέρω ακροάσεις, μακριά από ψυχαναγκαστικές τάσεις και πρακτικές αυθυποβολής στο όνομα κάποιου “δύσκολου ακούσματος που θέλει χρόνο να το καταλάβεις”. Εδώ, π.χ. στο “Kinship elegiac” νιώθω ότι η εισαγωγή τραβάει παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται για να μπει στο ψητό, κάτι που φυσικά στοιχίζει στο κομμάτι των δυναμικών και αφαιρούν από τον ενθουσιασμό του ακροατή.

Όπως και στο “Mistland” που το διαδέχεται, δεν πρόκειται για κακή σύνθεση, μα για μια σύνθεση ωστόσο υποδεέστερη κατά αρκετά της σύνθεσης του “Access all worlds”. Άλλο παράδειγμα είναι στο “Earth to sky” που ενώ είχε δυνατότητες, πρόκειται για ένα από τα πιο αλλοπρόσαλλα  κομμάτια του δίσκου, με κακώς εννοούμενες απότομες αλλαγές εντός της διάρκειάς του. Με διαφορά η χειρότερη στιγμή του δίσκου. Στον αντίποδα στέκεται ένα κομμάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται και στο “Access all worlds”, το υπέροχο “I feel the night”. Ένα από τα singles που βγήκαν στη πορεία, που προσωπικά με κάνει να αναρωτιέμαι “χάθηκε να είναι αυτό ο κανόνας όχι η εξαίρεση;”. Αβίαστο, λυρικό και απέριττο όπως πρέπει να ακούγεται αυτή η μπάντα.

Από κοντά και η όμορφη μπαλάντα “Iridescent way”, που σε ένα δίσκο με συμπαγές λοιπό υλικό θα αναδεικνυόταν έτι περαιτέρω ως η στιγμή της αποσυμπίεσης από την έντασή του. Εδώ, αποτελεί μια ανάσα συμπαγούς ποιότητας. Στα πλαίσια του “ΟΚ, καλό, αλλά τίποτε που να τολμάει να σηκώσει βλέμμα και να κοιτάξει κάποιο κομμάτι του “Access all worlds” στα μάτια”, είναι και τα “Twilight”, “The coming end” (ίσως το καλύτερο) και το κλείσιμο με το 11λεπτο “The anguished ethereal”. Επίσης, παρατηρώ μια γενική νωχελικότητα στο υλικό από πλευράς απόδοσης. Χώρια τα κενά που αφήνουν για να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα και κρατάνε λίγο παραπάνω από όσο πρέπει. Γι’ αυτό όταν τα ξεσπάσματα έρχονται υπό τη μορφή κάποιου απότομου κοψίματος ή ενός blastbeat, δεν έχουν το αποτέλεσμα που πρέπει να έχουν στον ακροατή.

Θα προτιμούσα μια πιο ατμοσφαιρική προσέγγιση σε σχέση με το ντεμπούτο αλλά ένα συμπαγές άλμπουμ συνολικά, παρά κάτι τόσο εκνευριστικό από πλευράς ροής, που πότε τραβάει παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται, πότε σε ξαφνιάζει δυσάρεστα με τις απότομες επιθετικές αλλαγές του. Τουλάχιστον αυτό θα ήταν ισορροπημένο, θα είχε μια ροή και θα ήταν σαφώς ανώτερο συνθετικά. Επειδή όμως με “θα” δεν γίνεται δουλειά, υπό τις παρούσες συνθήκες, το “Kinship” των IOTUNN, είναι ένα ηχογράφημα που ξεκίνησε να ακολουθήσει τα χνάρια του προκατόχου του, θέλησε στη πορεία να διαφοροποιηθεί παίζοντας με την αίσθηση ροής που αυτός είχε (ή βάζοντας αχρείαστα πιο ακραία στοιχεία), τρώγοντας εν τέλει τα μούτρα του. Ελπίζω ολόψυχα να είναι μια κακή παρένθεση για μια ελπιδοφόρα μπάντα του ύφους της.

6,5 / 10

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here