Σάββατο, 16 Ιουλίου 2022. Μετά από ένα υπερπλήρες και ασφυκτικά γεμάτο με συναυλιακά γεγονότα δίμηνο, το απόλυτο ποθούμενο και το μεγαλύτερο των παραπάνω γεγονότων, είχε πλέον φτάσει. Μετά την άκρως επιτυχημένη από άποψη απόδοσης μπάντας και κοινού συναυλία στην Μαλακάσα το 2018, η Σιδηρά Παρθένος βρισκόταν και πάλι επί ελληνικού εδάφους, σ’ έναν συναυλιακό χώρο όπου υπήρχε η ελπίδα ότι θα γλυτώναμε τα παρατράγουδα και τους πραγματικούς κινδύνους ζωής του 2018. Φευ.
Αλλά ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Καθήμενος έξω από το ΟΑΚΑ, κάτω από το περίφημο πλέγμα του ΟΑΚΑ και κοντά στον σταθμό του ΗΣΑΠ, πολλές σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου με την εικόνα που αντίκριζα. Οι στρατιές των ανθρώπων που περνούσαν από μπροστά μου, δεν ήταν ένα ομοιογενές πλήθος. Ήταν ετερόκλητες. Ηλικιακά, εμφανισιακά, συμπεριφοριστικά. Έβλεπες γονείς με παιδάκια να έρχονται για να γίνουν μάρτυρες του μεγαλύτερου Μεταλλικού συμβάντος εν Ελλάδι, από απόψεως προσελεύσεως κόσμου. Οι περίπου 45.000 άνθρωποι που παραβρέθηκαν σε αυτό, είναι ακλόνητο πειστήριο αυτού.
Έβλεπες οπαδούς με μπλουζάκια με διάφορες εκδοχές του Eddie, έβλεπες ανθρώπους ντυμένους με έναν πιο “του χώρου” ενδυματολογικό κώδικα, έβλεπες πρόσωπα γεμάτα προσδοκία και έξαψη για την στιγμή. Έβλεπες όμως και ανθρώπους που ξεκάθαρα δεν ήταν οπαδοί. Ήταν άνθρωποι άσχετοι ίσως με το αντικείμενο, όμως, το όνομα των IRON MAIDEN, η σημαντικότητα αυτής της μπάντας, τους έκανε να θελήσουν αυτή τη ζέστη καλοκαιρινή μέρα, να πάνε μέχρι το ΟΑΚΑ και να γίνουν μέρος της “Κληρονομιάς του Θηρίου”.
Αυτό το τελευταίο, είναι ίσως το σημαντικότερο. Είναι αυτό που κάνει τους IRON MAIDEN την μεγαλύτερη μπάντα αυτού του πλανήτη (και των τριγύρω). Είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν σύνορα. Δεν γνωρίζουν στεγανά. Δεν γνωρίζουν μουσικά είδη. Δεν γνωρίζουν όρια. Είναι αυτοί που από την αρχή της καριέρας τους, ορίζουν τον ήχο. Είναι αυτοί που από την αρχή της καριέρας τους ανοίγουν τις Πύλες του Metal και μπάζουν συνεχώς κόσμο σε αυτό. Είναι αυτοί που από κάτω από την σκηνή τους, τέσσερις γενεές ανθρώπων, από παππούδες μέχρι εγγόνια, ήταν έτοιμοι να ουρλιάξουν γι’ αυτούς. Είναι αυτοί που και στις 16 Ιουλίου, απ’ όλους αυτούς που ήρθαν για να τους δουν ζωντανά απλά για την εμπειρία, δημιούργησαν καινούργιους οπαδούς και στα 66 τους κατά μέσο όρο χρόνια ζωής, έδωσαν ακόμα μια νέα πνοή στο ιδίωμα, που απλά είναι ταυτισμένο με το όνομα τους. Γιατί οι MAIDEN, δεν απευθύνονται σε κανέναν ελιτιστικό κλειστό κύκλο «οπαδών». Γιατί οι MAIDEN δεν απευθύνονται μόνο στους ταγμένους μεταλλάδες. Γιατί οι MAIDEN είναι το ίδιο το Metal και οι MAIDEN ορίζουν το κοινό τους. Γιατί χάρη στους MAIDEN, πολλά σύγχρονα αλλά και παλαιότερα συγκροτήματα, συνεχίζουν ακόμα να παίζουν μπροστά σε κοινό.
Σε μια πιο ειδική συναυλία, όχι μια best of όπως είναι η Legacy of the Beast, πιθανότατα η προσέλευση να μην ήταν τόσο μεγάλη, όπως κατά καιρούς έχουμε δει να συμβαίνει στις ανά τα χρόνια επισκέψεις του Θηρίου στον τόπο μας. Και πάλι, η προσέλευση θα ήταν μεγαλύτερη από οποιουδήποτε άλλου εκπροσώπου του είδους. Γιατί; Γιατί οι MAIDEN είναι larger than life. Προς πείσμα των επικριτών τους.
Φανούρης Εξηνταβελόνης
Μέσα στην τρελή ζέστη που επικρατούσε, τραβήχτηκα μέχρι το ΟΑΚΑ από νωρίς, ώστε να δω τους LORD OF THE LOST. Μπορεί σαν όνομα να μη λέει κάτι σε αρκετούς από εσάς, αλλά σε εμένα αρκετά. Έχοντας την τύχη να τους δω σε ένα πιο “οικείο” περιβάλλον γι’ αυτούς (στο Amphi Festival στην Κολωνία), ήθελα να δω πως θα μπορούσε να λειτουργήσει η μουσική τους μπροστά σε ένα κοινό εντελώς διαφορετικό από το target group τους.
Ξεκίνημα με το πιο αναγνωρίσιμο τραγούδι τους, το “Drag me to hell” από το breakthrough album τους “Empyrean”. Ο ήχος ήταν καθαρός μεν, αλλά υπερβολικά χαμηλός και σε συνδυασμό με το ακόμη άδειο ΟΑΚΑ και την αντήχηση που δεδομένα υπάρχει λόγω του ανοιχτού σκέπαστρου, είχαν σαν αποτέλεσμα αυτό που ακούγονταν να ταξιδεύει αριστερά και δεξιά. Και στα υπόλοιπα έξι τραγούδια που ολοκλήρωσαν την εμφάνιση των LORD OF THE LOST υπήρχε το ίδιο ζήτημα, οπότε ήταν αναμενόμενη η δυσαρέσκεια/αδιαφορία του λιγοστού κόσμου και να δώσει περισσότερη βαρύτητα να βρει κάποιον ίσκιο ή να προμηθευτεί τις πρώτες μπύρες.
Η παρέα του Chris Harms προσπάθησε για το καλύτερο είναι η αλήθεια, προσπαθώντας σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να κάνει μια γρήγορη ανασκόπηση στην πλειοψηφία της δισκογραφίας τους, παίζοντας με μεγάλη όρεξη σε ένα κοινό που η πλειοψηφία του μόνο “φιλικό” δεν ήταν. Άλλωστε, το goth/industrial metal τους ήταν κάπως παράταιρο, σε μια συναυλία όπου στο υπόλοιπό της θα τιμούσε υπέρ του δέοντος τις ρίζες της αγαπημένης μας μουσικής. Παρ’ όλα αυτά, κράτησαν χαμηλό προφίλ και ένα μέρος των θεατών αναγνώρισε την προσπάθειά τους και τους χάρισε ένα χειροκρότημα επιβράβευσης.
Γιώργος Κόης
Στις 7:30 μετά από μια μικρή εισαγωγή οι AIRBOURNE μας ρωτάνε “ARE YOU READY? GET READY”. Η απάντηση είναι καταφατική βεβαίως! Το κοινό όντας ζεσταμένο από τους LORD OF THE LOST, άρχισε αμέσως να χειροκροτά και να συμμετέχει εν γένει. Τα εν λόγω παλικάρια τα είχα ανέκαθεν στη καρδιά μου ως μεγάλος οπαδός των τιτάνων AC/DC. Και όχι, δεν αποτελούν φωτοτυπία των διάσημων Αυστραλών, αλλά μια μπάντα που τιμάει τον ήχο αυτό και γιατί όχι, τον φέρνει στο σήμερα. “Back in the game” μας λένε (λες και έμειναν ποτέ εκτός αυτού – τέλος πάντων!) και μας συστήνουν τα “Girls in black” (και φυσικά να μας αποκαλεί και τον εαυτό του μαζί “malakas”!). Τώρα τι κορίτσια είναι αυτά, βάσει εν γένει στιχουργίας και αισθητικής, μην περιμένετε κανένα κορίτσι του κατηχητικού! Στο solo του προαναφερθέντος, κατέβηκε στο κοινό και έπαιζε πάνω στο κάγκελο! Pure rock n’ roll energy! Το λατρεύω το παλικάρι αυτό σας το είπα; Αν όχι, το λέω τώρα. Εύφημος μνεία στον μπασίστα που έκανε windmill λες και έπαιζε σε death/thrash μπάντα.
Επίσης, στο “Burnin’ up the nitro” φεύγει μπύρα στη σκηνή. Σταματάνε με τον τραγουδιστή να λέει “who’s the crazy malaka?”, να πετάει τη μπύρα πίσω στο κοινό και να λέει “Here we go!” ξεσηκώνοντας το κοινό. ΕΤΣΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΩΣΤΑ. Αυτό δείχνει το επίπεδο της μπάντας και το σωστό attitude απέναντι σε όσους πλήρωσαν και θέλουν να περάσουν καλά με την πάρτη τους. Έδειξαν ότι μόνο τυχαία δε βρίσκονται εκεί που βρίσκονται!
Οι κύκλοι ξεκινούν στο “Boneshaker” και τα γκάζια κοιτάζουν τα φιλαράκια των AC/DC, τους έτερους τιτάνες MOTORHEAD. Και δώστου “Live it up” με τη μπάντα να μη σηκώνει κεφάλι και να μη σταματάει να ιδρώνει για το κοινό! “Raise the flag for rock n’ roll” προστάζουν μέσα από το επόμενο τους άσμα, και ποιος είμαι εγώ για να διαφωνήσω; Εκείνοι σηκώνουν περήφανα το λάβαρο του είδους, κάνοντας περήφανους τους προπάτορες. “Runnin’ wild” για κλείσιμο και αφιέρωση στους μεγάλους IRON MAIDEN μα και σε όλους εμάς! Εις το επανιδείν κύριοι!
Γιάννης Σαββίδης
Μπαίνοντας στο χώρο του ΟΑΚΑ, αντίκρυσα την πρώτη δυσάρεστη έκπληξη της βραδιάς. Το επίσημο merchandise. Απλωμένο σε έναν πάγκο λαϊκής (συγχωρήστε μου το σχόλιο, εκεί είναι μακράν καλύτερα οργανωμένη η δουλειά των ανθρώπων που ζουν από αυτήν), με τα μπλουζάκια και τα νούμερα τους χωμένα άτακτα σε κούτες, κάποιους ανθρώπους επιφορτισμένους να κάνουν τους πωλητές και μόνο το “πάρε, πάρε” να λείπει από το σουρεαλιστικό σκηνικό, μιας υποθετικά μεγάλης διοργάνωσης.
Προχωρώντας προς τα ενδότερα, ο μόνος έλεγχος ήταν αυτός των εισιτηρίων. Ο κάθε τρελός θα μπορούσε να είχε περάσει μέσα μέχρι και όπλο και σήμερα να ήμασταν πρωτοσέλιδα παντού.
Ευγενείς ταξιθέτες μας έδειξαν τις θέσεις μας και από τις κερκίδες στις οποίες κατέφυγα ώστε να μπορέσω να απολαύσω το δυνατόν καλύτερα το επί σκηνής σόου, την εναλλαγή των σκηνικών και όσα όμορφα είχαν να μας παρουσιάσουν οι MAIDEN, έβλεπες και κάποια πράγματα τα οποία δεν ανταποκρινόταν στην εικόνα που είχες σχηματίσει από τα σχεδιαγράμματα του χώρου που είχες δει ως τώρα.
Οι Standing A και οι Standing B θέσεις, είχαν μοιραστεί ακριβώς στη μέση στον αγωνιστικό χώρο. Παρότι τα εισιτήρια των μεν, ήταν σαφώς λιγότερα από τα εισιτήρια των δε.
Αυτό φυσικά οδήγησε σε έναν απίστευτο συνωστισμό σε όσους ήταν στο Standing Β, αφήνοντας τον χώρο του Standing Α να φαντάζει άδειος, παρότι sold out. Τα ελληνικά παράδοξα δεν σταματούν εδώ, μιας και η κύρια θέα που απολάμβαναν οι της Β, ήταν τα ψυγεία με τις μπύρες και μια σε εντελώς λάθος σημείο στημένη τέντα. Τα κατάφωτα ψυγεία, αποσπούσαν ακόμα και εμάς στις κερκίδες, δεν θέλω να φαντάζομαι τι προκαλούσαν στους από μπροστά τους. Τα δε προσφερόμενα για φαγητό και ποτό, θύμισαν σε πολλούς την Μαλακάσα (αρνητικά φυσικά).
Η ώρα είναι περίπου 21.10, όταν η μεγάλη στιγμή φτάνει επιτέλους. Η μεγάλη ψυχή του Έλληνα, είναι πρόθυμη να ξεχάσει και να συγχωρήσει τα πάντα (άλλωστε είναι μαθημένη στις ελληνικό τω τρόπω διοργανώσεις, χωρίς αυτό να δικαιολογεί σε τίποτα την καταπάτηση της αξιοπρέπειας του κοινού). Σβήνουν τα φώτα και το Θηρίο εμφανίζεται επί σκηνής. Οι παγόδες ατενίζουν θριαμβευτικά τον αττικό ουρανό, ο καταδικασμένος σε θάνατο στρατός του “Senjutsu” παίρνει σάρκα και οστά μπροστά μας, την ώρα που η σε ελβετικού ρολογιού στυλ κουρδίσματος και ακρίβειας Σιδηρά Παρθένος, παίρνει από τα μυαλά μας τα τρία στείρα συναυλιακά χρόνια της πανδημίας, δείχνοντας μας ότι είμαστε και πάλι όλοι μαζί, σε μια το δυνατόν κανονικότητα.
Μεγαλειώδες κομμάτι, εξαιρετική εκκίνηση της σπουδαίας αυτής βραδιάς. Το ” Stratego ” διαδέχεται το “Senjutsu”, οι ταχύτητες ανεβαίνουν και το ίδιο και οι αντιδράσεις του κοινού. Έρχεται η ώρα για το “The writing on the wall”. Του τραγουδιού, προηγήθηκε ένα αστείο του Dickinson σχετικά με τον Μέγα Αλέξανδρο, του οποίου το ομώνυμο τραγούδι των MAIDEN αποτελεί διακαή πόθο του ελληνικού κοινού, στο οποίο αστείο ο Μέγας Αλέξανδρος δεν είχε δει την “Γραφή στον τοίχο”. Ο Αλέξανδρος, ο οποίος σεβάστηκε πολιτισμούς, σεβάστηκε θρησκείες, σεβάστηκε προσωπικότητες. Ο Αλέξανδρος ο οποίος μετέδωσε τον ελληνισμό στα πέρατα της οικουμένης. Ο ίδιος Αλέξανδρος, του οποίου τον σεβασμό, ως γνήσια τέκνα του, προσπαθήσαμε να διδάξουμε και εμείς. Πως; Μα πολύ απλά μη σεβόμενοι τον διπλανό μας, μη σεβόμενοι τα παιδιά γύρω μας, μη σεβόμενοι τις ίδιες τις ζωές που θέταμε σε κίνδυνο, ανάβοντας ό,τι πυρσό μπόρεσε ο κάθε εκπολιτιστής Έλληνας να περάσει από τον ανύπαρκτο έλεγχο, δημιουργώντας πρόβλημα στους γύρω του, κίνδυνο για τους γύρω του και εν τέλει πρόβλημα στην ίδια την μπάντα.
Αυτοί που ζητάνε μετά μανίας από τους MAIDEN να παίξουν για χάρη τους ένα τραγούδι, για μια παγκόσμια προσωπικότητα, της οποίας την κληρονομιά ή αγνοούμε, ή έχουμε γραμμένη στα παλαιότερα των υποδημάτων μας. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτό που συνέβαινε καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας και οδήγησε στα ευτράπελα του “The number of the Beast”, διέκοψε την ορμή της μπάντας, έκοψε τον ενθουσιασμό του κοινού και οδήγησε τον μεγαλύτερο και παράλληλα πάντα παράξενο frontman του κόσμου, να αρχίσει για δεύτερη φορά στη χώρα μας τα “γαλλικά”, στολίζοντας τους “κυρίους” με τους πυρσούς, να εγκαταλείψει την σκηνή, να επανέλθει εντελώς εκτός χρόνου σε αυτήν διαλύοντας το κομμάτι και φυσικά να έχει την ίδια διάθεση μέχρι το πέρας της συναυλίας. Αφού ευχαριστήσουμε αυτήν την πολύ μικρή και πάντα τόσο καθοριστική μερίδα του “κοινού” για την καταστροφή της συναυλίας, πάμε στον Bruce.
Κάθε δράση έχει αντίδραση. Ακόμα όσοι ήμασταν στο Περιστέρι το ’99 θυμόμαστε το “Two minutes to midnight”. Όλοι ξέρουμε ότι οι MAIDEN ΔΕΝ θέλουν πυρσούς. Όλοι οι έστω και ελαφρώς σκεπτόμενοι, γνωρίζουν την επικινδυνότητά τους. Αλλά φυσικά κάποιοι, προτίμησαν να κάνουν αυτό που θα κάνει αυτούς να χαρούν, χωρίς να δώσουν σημασία σε κανέναν, πλην του εαυτούλη τους.
Έπρεπε ο Dickinson να αρχίσει τα “γαλλικά”; Η ένταση επί σκηνής είναι τεράστια. Η προσπάθεια που καταβάλει ο καλλιτέχνης επίσης. Τα τραγούδια των MAIDEN είναι υψηλών απαιτήσεων στα φωνητικά. Ο ίδιος ο Bruce, πέρασε μια μεγάλη περιπέτεια με την υγεία του και παρόλα αυτά συνεχίζουμε να απολαμβάνουμε την χαρισματική φωνή του στα υψηλότερα στάνταρ, σε συνδυασμό με το όργωμα της 50 μέτρων σκηνής των MAIDEN. Αν θεωρείτε ότι είναι υποχρεωμένος να ανέχεται τα καπρίτσια του καθένα επειδή αυτή είναι μια «metal συναυλία», συγνώμη αλλά όχι.
Είναι μουσική. Είναι πολιτισμός. Δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να ανέχεται κανενός την βλακεία, την ώρα που αφιερώνει για να πάει να διασκεδάσει με το αγαπημένο του συγκρότημα. Νωπές οι μνήμες από την κοπέλα που άρπαξε φωτιά από πυρσό στην συναυλία του Liam Gallagher στις ΗΠΑ το 2019, αφήνοντας την με σημάδια εφ’ όρου ζωής, αλλά τουλάχιστον ζωντανή. Αν αυτό είναι κατά τη γνώμη κάποιων «metal» συμπεριφορά και μαγκιά, αν αυτό είναι «συναυλία αλά ελληνικά», τότε καλά θα κάνει να κάτσει και να φάει τα μπινελίκια του κάθε Dickinson, γιατί και αυτό «metal» θα είναι, αφού προέρχεται από την φωνή του Θηρίου. Τι; Όχι; Εκεί θίχτηκε η αξιοπρέπεια μας, αλλά θέτοντας σε κίνδυνο ζωές, είμαστε «metal», by the book και αξιοπρεπείς;
Όχι, θα προτιμούσα ένας άνθρωπος όπως ο Τεράστιος Bruce Dickinson, ένα υπόδειγμα πολυπράγμονος και πολυτάλαντου ανθρώπου να είχε κρατήσει την ψυχραιμία του. Αλλά όσο και να μοιάζει με Θεό επί σκηνής, παραμένει άνθρωπος. Με τις ιδιαιτερότητές του. Δεν το ξεκίνησε, δεν άρχισε να βρίζει χωρίς λόγο. Η ευθύνη, είναι σε όσους προκάλεσαν την οργή του.
Στα plus της ελληνικής «φιλοξενίας», το νερό που πέταξε κάποιος στον αξιοπρεπέστατο, πάντα ευχάριστο, φιλικό και γεμάτο ενέργεια κ. Janick Gers. Έβριζε άραγε και αυτός και του άξιζε τέτοια συμπεριφορά; Ή το κόμπλεξ κάποιων είναι τέτοιο που την χώρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου την κάνουν να μοιάζει τριτοκοσμική;
Μετά τα γεγονότα της βραδιάς, που φυσικά δεν εξελισσόταν πλέον ονειρικά αλλά μάλλον εφιαλτικά, άλλη μια διακοπή και πάλι από τον Bruce, ο οποίος ζήτησε βοήθεια για άνθρωπο που λιποθύμησε μπροστά στη σκηνή. Ζήτησε από τον κόσμο να κάνει πίσω ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να ανασάνει και ιατρικό προσωπικό να σπεύσει προς βοήθεια του. Φυσικά κανείς δεν κάνει τον κόπο στα μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης να αναφερθεί σε αυτήν την πλευρά του Bruce.
Ευτυχώς το ” The Trooper”, το “The Clansman”, το “Run to the hills” και φυσικά το δεύτερο encore με το “Aces high” και το spitfire του (για το οποίο εσχάτως πληροφορήθηκα από τον κ. Δημήτρη Τσέλλο ότι η τεράστια ρεπλίκα επί σκηνής μοιάζει πιο πολύ με Hurricane), έσωσαν μέρος της παρτίδας. Έσωσαν το όλον; Όχι. Αλλά άφησαν αναμνήσεις, άφησαν θετικές στο τέλος εντυπώσεις και σίγουρα άφησαν αδημονία για την επόμενη φορά. Μια επόμενη φορά που ίσως τα πράγματα να εξελιχθούν όπως πρέπει. Και αυτό εξαρτάται από όλους μας και την νοοτροπία μας.
Υ.Γ. 1 Πήγα από το “The writing on the wall” στο “The number of the Βeast” χάριν της συνδέσεως, θα ήταν λάθος τεράστιο να μην αναφερθεί όμως το μοναδικό κλίμα που επικρατούσε ως τότε (με τους πυρσούς να ανάβουν κατά το δοκούν φυσικά, τους κινδύνους να παραμένουν και τον Bruce να «φορτώνει» μέχρι την έκρηξη, αλλά συγκρότημα και κοινό έδωσαν τα ΠΑΝΤΑ. Highlights; Φυσικά ο συναυλιακός ύμνος “Fear of the dark”, οι αναφορές του Bruce στο ότι MAIDEN και κόσμος είναι ένα στο “Blood brothers”, η εξωγήινη εκτέλεση του “Sign of the Cross”. Φυσικά τα σκηνικά, ήταν αυτό που υποσχέθηκε το Θηρίο. Μεγαλοπρεπή, τεράστια, με τον Ίκαρο να ίπταται από πάνω από την σκηνή μέχρι την πτώση του, με τις παγόδες να γίνονται καθεδρικός και την κόλαση να γίνεται πραγματικότητα στο “The number of the beast”, δυστυχώς όμως όχι για τους σωστούς λόγους.
Υ.Γ. 2 Διώξατε πολύ κόσμο από τα γήπεδα με τις συμπεριφορές σας, με τους πυρσούς και τις «μαγκιές» σας. Όχι, δεν θα χάσουμε και την απόλαυση των συναυλιών για χάρη σας.
Φανούρης Εξηνταβελόνης
Φωτογραφίες: Έλενα Βασιλάκη