JUDAS PRIEST: 12 LEGENDARY ALBUMS, 12 AMAZING COVERS

0
379












Μιας και οι μέρες πλησιάζουν για τη στιγμή που θα δούμε ξανά στη σκηνή τους JUDAS PRIEST, ας δούμε παρέα μια διαφορετική πτυχή των τραγουδιών των Metal Gods. Χωρίς να αγνοούμε τη δισκογραφία που υπήρξε τόσο με τον Ripper, όσο και μετά την επανάκαμψη του Rob Halford, τα κλασικά τους album κατά γενική ομολογία είναι αυτά που βρίσκονται στην πρώτη ντουζίνα. Μέχρι δηλαδή και το “Painkiller”.

Αντί να κάνουμε για μια ακόμη φορά παρουσίαση στα πεπραγμένα των JUDAS PRIEST κατά τα χρυσά τους χρόνια, τι θα λέγατε να ακούσουμε παρέα δώδεκα διασκευές προερχόμενες από τα αντίστοιχα albums των Metal Gods; Όπως πάντα, τα κριτήρια ήταν εντελώς υποκειμενικά, αλλά οι γνώμονες ήταν η γενικότερη αρτιότητα και ο σεβασμός στην πρωτότυπη σύνθεση. Πάμε λοιπόν!

 

1974 – ROCKA ROLLA
ARMORED SAINT – Never satisfied (“Nod to the old school – 2001): Το ντεμπούτο των JUDAS PRIEST είναι η αλήθεια ότι δε συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αγαπημένα των οπαδών τους. Ίσως επειδή αυτός ο 70s ήχος δεν έχει καμία σχέση με τη μετέπειτα πορεία τους. Κλασική αποτελεί η ερώτηση σε όποιον δηλώνει οπαδός “πες μου επί τόπου τρία αγαπημένα σου τραγούδια από το Rock Rolla”. Αυτό μάλλον δεν ισχύει στην περίπτωση των ARMORED SAINT. Ένα χρόνο μετά το reunion album “Revelation” και κάτι μήνες από εκείνη τη ΘΡΥΛΙΚΗ συναυλία στο An Club, κυκλοφόρησαν τη συλλογή “Nod to the old school”, η οποία εκτός από πολλά ακυκλοφόρητα τραγούδια και δύο νέες συνθέσεις, υπήρχε και η διασκευή του “Never satisfied”. Σαφώς πιο heavy από το πρωτότυπο, αλλά με πολλή αγάπη και σεβασμό στους δημιουργούς του, αυτή η εκτέλεση σου τραβάει αμέσως την προσοχή. Για να μην αναφέρω δε την απόδοση του «τζογαδόρου» John Bush, που είναι ότι πιο κοντινό σε αυτήν του Rob Halford (αλήθεια).

1976 – SAD WINGS OF DESTINY
AGENT STEEL – The Ripper (Mad locust rising single – 1986): Το “The Ripper” έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές μεταλλάδων. Και ίσως εξωγήινων. Εκεί στα μέσα των 80s προσγειώθηκε για αποστολή στη Γη η προσωποποίηση της τσιρίδας, ο John Cyriis. Ανάμεσα στα δύο κλασικά, πρώτα albums τους, οι AGENT STEEL κυκλοφόρησαν το “Mad locust rising” single, όπου στο b-side υπάρχει αυτή εδώ η εκτέλεση του JUDAS PRIEST standard. Η παραγωγή είναι αναμενόμενα λασπωμένη, αλλά ο Cyriis παραδίδει εδώ μια ερμηνεία σκέτη αλητεία. Από τους λίγους τραγουδιστές που μπορούν να κάνουν πιστή αναπαραγωγή τα screams του Halford. Κάποια χρόνια μετά, οι AGENT STEEL έκαναν και μια εξίσου εξαιρετική διασκευή στο “Beyond the realms of death” με τον Bruce Hall στο μικρόφωνο, αλλά τώρα μιλάμε για τον άνθρωπο που έζησε την εμπειρία της απαγωγής από εξωγήινους!

 

1977 – SIN AFTER SIN
SLAYER – Dissident aggressor (South of heaven – 1988): Όταν πάρθηκε η απόφαση γι’ αυτό εδώ το κείμενο, η πρώτη διασκευή που ήρθε στο μυαλό μου μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, ήταν αυτή εδώ. Μιλάμε για την πρώτη ever διασκευή των SLAYER και μάλιστα στα χρόνια της καθολικής αναγνώρισης/προσκυνήματος. Αν τουλάχιστον δεν παραδέχεσαι την επιδραστικότητα του “South of heaven” στη thrash σκηνή, υπάρχει πρόβλημα. Στη δεύτερη πλευρά του βινυλίου, ξεπηδά αυτή η ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ εκτέλεση του τραγουδιού που αποτελεί τον επίλογο του “Sin after sin”. Όλα τα λεφτά του κόσμου η τσιρίδες του Halford στο refrain, οι οποίες αντικαθίστανται μερακλίδικα από την κιθάρα του Kerry King. Για να μην πούμε για το drumming του Dave Lombardo που είναι κανονικό βομβαρδιστικό. Κατά την ταπεινή μου άποψη, η μία από τις δύο καλύτερες JUDAS PRIEST διασκευές όλων των εποχών. Ε-Π-Ο-Σ!

1978 – STAINED CLASS
FATES WARNING – Saints in hell (Legends of metal – A tribute to JUDAS PRIEST – 1996): Είμαι σίγουρος ότι αυτή η επιλογή θα χαροποιήσει ιδιαίτερα τον φίλο μου τον Σειρηνάκη. Πίσω στο μακρινό 1996, η Century Media μάζεψε μια πλειάδα γνωστών συγκροτημάτων για να αποτίνουν φόρο τιμής στους Metal Gods. Αυτό το πρώτο tribute είχε μια πληθώρα επιλογών για τον γράφοντα, αλλά νομίζω ότι το “Saints in hell” κλέβει την παράσταση με την πρώτη κιόλας ακρόαση. Μουσικά δεν υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση, αλλά η ερμηνεία του Ray Alder είναι ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ. Και μιλάμε για έναν άνθρωπο που προσπαθεί όλα αυτά τα χρόνια να καταστρέψει τη φωνή του με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Αν συνυπολογίσουμε σε όλα αυτά τις παραμέτρους ότι, οι FW βρίσκονταν ακόμη στο peak της καριέρας τους, ότι από τότε ηχογραφούσαν εξ αποστάσεως και ότι λίγους μήνες θα μαζεύαμε τα σαγόνια μας με το APSOG, η επιλογή του “Saints in hell” είναι μονόδρομος!

1978 – KILLING MACHINE
ANNIHILATOR – Hell bent for leather (Set the world on fire – 1993): Σε μια εποχή που ο Jeff Waters το είχε πάρει απόφαση ότι οι ANNIHILATOR δεν θα ήταν ποτέ κανονικό συγκρότημα, αλλά το δικό του project, πήρε το σοφή απόφαση να τοποθετήσει στο drum kit τον Mike Mangini (ναι, αυτόν που νομίζετε) και τη φαεινή ιδέα να προσλάβει πίσω από το μικρόφωνο έναν ψευδό τύπο, ονόματι Aaron Randall. Αν και το “Set the world on fire” περιείχε τέσσερεις συνθέσεις που συμμετέχει ο Coburn Pharr, η πιο radio-friendly προσέγγισή του είχε σαν αποτέλεσμα να πατώσει στις πωλήσεις. Παρ’ όλα αυτά, στην Japan edition υπήρχε η διασκευή στο PRIEST τραγούδι που έχει συνδυαστεί με μια μεγάλη Harley Davidson. Μουσικά, ο Waters και η τότε παρέα του τα πάνε μια χαρά, αλλά η ερμηνεία του Randall είναι αυτή που βάζει πάνω σε αυτή τη διασκευή τον τίτλο του super cult. Οι στίχοι του”Hell bent for leather” έχουν μπόλικα “s”, οπότε θα μπορούσε άνετα κάποιος να πιστέψει ότι ήταν ένα είδος καψονιού του “αφεντικού” Waters προς τον “νέο” Randall. “Θuperθtiθion”.

1980 – BRITISH STEEL
MOTORHEAD – Breaking the law (Hell bent forever – A tribute to JUDAS PRIEST – 2008): Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, από το συγκεκριμένο tribute ήθελα να τιμήσω τους Fozzy του Chris Jericho, αλλά ποιος ακούει τον Φράγκο μετά. Ένα μήνα μετά την κυκλοφορία του “Motorizer”, ήρθε αυτό εδώ το tribute album από τη Deadline Music, το heavy sublabel της αμερικάνικης Cleopatra Records. Η πλειοψηφία των συμμετοχών εδώ είναι από δημοφιλή σχήματα του west coast, αλλά υπάρχουν και οι εκπλήξεις των SEPULTURA και των MOTORHEAD. Παραβλέποντας την αρτιστική αστοχία με τη γραμματοσειρά στο εξώφυλλο που παραπέμπει με θράσος στους IRON MAIDEN, το tracklisting ξεκινά ασφαλώς με τον Lemmy. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Δεν παίζει κανένα ρόλο η εκτέλεση ή η ερμηνεία. Οι στίχοι του “Breaking the law” θα μπορούσαν να περιγράψουν όλη τη ζωή αυτού του θρύλου της μουσικής, που δυστυχώς δεν είναι πλέον κοντά μας. Βάζουμε ένα ποτήρι Jack και ακούμε αυτή τη διασκευή για πολλοστή φορά, με το volume στο max στη μνήμη του Lemmy, ο οποίος μας λείπει κάθε μέρα που περνάει.

1981 – POINT OF ENTRY
STONE SOUR – Heading out to the highway (Meanwhile in Burbank EP – 2015): Στο “Point of entry” παρουσιάστηκε μια μικρή κόπωση στις τάξεις των JUDAS PRIEST, όμως άφησε σαν παρακαταθήκη δύο υπερκλασικά τραγούδια, τα “Desert plains” και “Heading out to the highway”. Το δεύτερο επέλεξε να διασκευάσει η παρέα του ορισμός-του-cool Corey Taylor, στο ΕΡ “Meaniwhile in Burbank”. Η αφορμή για την κυκλοφορία του ΕΡ ήταν μια άλλη διασκευή, αυτή του “The dark” των METAL CHURCH, η οποία δεν κατέληξε καν στο tracklisting. Η φωνή, το χάρισμα και η άνεση είναι δεδομένα για τον Taylor, οι μουσικοί που τον πλαισιώνουν είναι τυπικοί στα καθήκοντά τους και ο σεβασμός στην πρωτότυπη σύνθεση είναι αυτός που πρέπει.

1982 – SCREAMING FOR VENGEANC
VIRGIN STEELE – Screaming for vengeance (Delivering the goods – A tribute to JUDAS PRIEST Vol. II – 2000): Εδώ έγινε η δεύτερη ρίψη νομίσματος. Αγαπώ πολύ και τη διασκευή στο “Blοodstone” από STRATOVARIUS, που υπάρχει επίσης σε αυτό το sequel της Century Media, αλλά στην τελική νίκησε η version των VIRGIN STEELE στο ομώνυμο έπος από το αριστουργηματικό “Screaming for vengeance” του 1982. Η συγκεκριμένη διασκευή υπάρχει και στην επανακυκλοφορία του “Age of consent” και το σημείο που κάνει τη διαφορά είναι το ότι ο DeFeis φέρνει τις φωνητικές γραμμές εντελώς στα μέτρα του, με αποτέλεσμα να σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι πρόκειται για ένα VS original. Η δε προσθήκη του extra μέρους ακριβώς στη μέση είναι εντελώς εμπνευσμένη. Υπάρχουν αρκετοί που δηλώνουν ότι κοιτάει στα ίσια την αυθεντική σύνθεση και δεν τους δίνω απαραίτητα άδικο.

1984 – DEFENDERS OF THE FAITH
KATATONIA – Night comes down (The fall of hearts Japan edition – 2016): Εδώ τα πράγματα ήταν εντελώς ζόρικα. Μιλάμε για το ΑΠΟΛΥΤΟ JUDAS PRIEST album, για το album που θα βάλω να ακούσει όποιος με ρωτήσει τι είναι heavy metal. Η προφανής επιλογή θα ήταν το “Love bites” των NEVERMORE, αλλά του άλλαξαν κυριολεκτικά τα φώτα, οπότε τουλάχιστον εγώ δεν θα το διάλεγα σαν αντιπροσωπευτικό. Ο φίλος μου ο Κουκουλάκης θα επέλεγε το “The sentinel” από τους HEAVEN’S GATE, αλλά το ΤΕΛΕΙΟ δεν το πειράζεις, όσο καλός μουσικός και να είσαι. Οπότε είπα να κάνω την ανατροπή και να πάω σε αυτή τη συγκινητική εκτέλεση του “Night comes down” από την Ιαπωνική έκδοση του “The fall of hearts”. Όσοι το άκουσαν live στην πρόσφατη συναυλία των Σουηδών, ακόμη παραμιλάνε. Η συγκλονιστική ερμηνεία του Jonas Renske σου σκίζει την καρδιά στα δύο και κάνει μέχρι και τις πέτρες να δακρύσουν. Όπως καταλάβετε, αυτή εδώ η διασκευή συμπληρώνει τη δυάδα με τις καλύτερες όλων των εποχών, που έχουν γίνει σε συνθέσεις των JUDAS PRIEST. Αριστούργημα τουλάχιστον!

1986 – TURBO
WITHERSCAPE – Out in the cold (The new tomorrow EP – 2014): Το πόσο χαρισματικός μουσικός είναι ο Dan Swano είναι κάτι που χρειάζεται ένα εντελώς ξεχωριστό αφιέρωμα για να αναλυθεί σε όλες τις πτυχές του. Η βραχύβια πορεία του project που σχημάτισε με τον Ragnar Widerberg περιελάμβανε δύο full lengths και το “The new tomorrow” EP. Στο ΕΡ αυτό, εκτός από τέσσερα νέα τραγούδια, υπήρχε και αυτή μαγική επανεκτέλεση του “Out in the cold” από το υποτιμημένο “Turbo”. Η ψυχρή ατμόσφαιρα του πρωτότυπου έκατσε γάντι στον Swano, ο οποίος είχε την ευφυή ιδέα να εμπλουτίσει το chorus με backing vocals και να το απογειώσει σε άλλο επίπεδο. Αξίζει πραγματικά τον κόπο να αφιερώσετε έξι λεπτά από τον χρόνο σας και να αντιληφθείτε το μεγαλείο αυτού του απίθανου Σουηδού!

1988 – RAM IT DOWN
LADY BEAST – Ram it down (ST – 2013): Η ύπαρξη drum machine φαίνεται ότι τελικά χάλασε αρκετούς οπαδούς των JUDAS PRIEST. Αλλιώς δε μπορεί να υπάρξει άλλη εξήγηση για τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού διασκευές σε συνθέσεις του συγκεκριμένου album. Σε αυτές τις περιπτώσεις λοιπόν μπαίνει σε εφαρμογή το “μη χείρον βέλτιστο” και θα πάω με τους LADY BEAST, για να ικανοποιήσουμε και τους επικάριους αυτού του κόσμου. Τα κριτήρια για τη συγκεκριμένη διασκευή ήταν τρία: Πρώτον, οι LADY BEAST κατάγονται από την πιο γαμάτη πολιτεία των ΗΠΑ (Pennsylvania). Δεύτερον, γιατί δεν κωλώνουν στο ντεμπούτο τους να βάλουν την Deborah Levine να βουτήξει στα δύσκολα και να δοκιμάσει τα όρια της φωνής της. Και τρίτον, επειδή και σέβονται το αυθεντικό τραγούδι και του προσθέτουν φυσικά drums.

1990 – PAINKILLER
DEATH – Painkiller (The sound of perseverance – 1998): Για το τέλος, υπάρχει και μια τρίτη ρίψη νομίσματος. Αν με ρωτήσετε αύριο, παίζει να σας πω ότι η εκδοχή των ANGRA στον ομώνυμο δυναμίτη του “Painkiller” είναι καλύτερη. Και μόνο όμως το γεγονός ότι η συγκεκριμένη διασκευή είναι το τραγούδι που κλείνει τον κύκλο μιας σπουδαίας δισκογραφίας είναι κάτι που δεν το χωράει ο νους. Ο Chuck Schuldiner δεν κάνει εδώ μια απλή ερμηνεία, αλλά ολόκληρη κατάθεση ψυχής. Σα να γνώριζε ότι δεν θα υπάρξει αύριο. Η πώρωση βαράει κόκκινα στα ίδια επίπεδα με το αυθεντικό κι εμείς κάνουμε μια βαθιά υπόκλιση σε έναν μουσικό που το ταλέντο του δεν είχε κανένα απολύτως ταβάνι.

Γιώργος Κόης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here