KERRY KING – “From hell I rise” (Reigning Phoenix) (ομαδική κριτική)

0
878
Κερρυ Κινγ












Κερρυ Κινγ

Περιμέναμε με ανυπομονησία το ντεμπούτο σόλο άλμπουμ του Kerry King, κιθαρίστα των SLAYER και όπως αρμόζει σε τέτοιες περιστάσεις και με την κυκλοφορία του να επίκειται άμεσα, αποφασίσαμε να κάνουμε μία ομαδική κριτική στο “From hell I rise” που κυκλοφορεί την Παρασκευή 16/5.

 

Όσο περνάνε τα χρόνια, συνειδητοποιώ ότι μου λείπουν οι SLAYER. Πάντα αργούσαν να βγάλουν δίσκο τα τελευταία χρόνια, αλλά γνωρίζοντας ότι δεν θα έχουμε νέα δουλειά τους (πέρα από όποιες συναυλίες αποφασίσουν να παίξουν), ένα κενό έχει δημιουργηθεί. Διότι υπάρχουν πολλοί που παίζουν ΣΑΝ SLAYER, αλλά κανείς που να τους φτάνει.

Περίμενα το σόλο άλμπουμ του Kerry King εδώ και αρκετό καιρό. Όσο στραβό κι ανάποδο αν τον πει κανείς (δεν θα τον δώσουμε και γαμπρό στην κόρη μας, πάντως), δεν μπορεί κανείς να μην του αναγνωρίσει ότι είναι μουσικά ανήσυχος και αυτός που ήθελε να συνεχίσει να παίζει μουσική. Τα πράγματα, λοιπόν, στο “From hell I rise”, είναι πολύ απλά. Εμένα, μου ακούγεται σαν η φυσική συνέχεια των SLAYER μετά το “Repentless” ή μάλλον, για να το πω πιο σωστά, σαν να ακούω δίσκο των SLAYER μετά τα 00s. Ξέρετε όμως τι ανεβάζει τρελά το επίπεδο του δίσκου; Τα φωνητικά του Mark Osegueda των DEATH ANGEL. Δεν μπορούσα να διανοηθώ, ούτε κατ’ ελάχιστο ότι θα άκουγα μουσική από τον Kerry King και δεν θα μου έλειπε ο Tom Araya!!! Μάλιστα, κρίνοντας από την απόδοσή του, είμαι 100% ότι θα «καρφώνει» και τα τραγούδια των SLAYER που θα παίζονται live. Για τον Bostaph τα ξέρουμε, κλασικά εικονογραφημένα, ο Phil Demmel παίζει κι αυτός μερικά εξαιρετικά σόλο, όλα καλά.

Ξέρετε κάτι; Εγώ το “From hell I rise”, θα το βάλω μαζί με το γράμμα “S” στα ράφια μου. Εκεί του αξίζει να είναι.

8 / 10

Σάκης Φράγκος

Δεν είχα κάποιες συγκεκριμένες προσδοκίες από την πρώτη προσωπική δουλειά του Kerry King, όπως δεν είχα και από τις τελευταίες δουλείες των SLAYER. Τα άλμπουμ τους όμως τα αγόραζα από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας τους και τα έλιωνα στις ακροάσεις όπως θα συμβεί και με αυτό του Kerry King. Είμαι τόσο εξαρτημένος από αυτή την αίσθηση οικειότητας που μου προκαλεί ο χαρακτηριστικός τους ήχος που δεν μπορώ και δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να μην παρασυρθεί. Ο Kerry King καταφέρνει και γεμίζει ένα κενό που πέντε χρόνια με τους SLAYER εκτός ενεργού δράσης κανείς δεν φάνηκε ικανός να αναπληρώσει.

Το “From hell I rise” αποτελεί κάτι παραπάνω από απλά μία συνέχεια του “Repentless”. Χωρίς να νιώθει την ανάγκη να απαγκιστρωθεί από το παρελθόν κι έχοντας αναλάβει ξανά αποκλειστικά τη σύνθεση των τραγουδιών, ο Kerry King επιτυγχάνει στο μέγιστο βαθμό να μεταλαμπαδεύσει τη μουσική ακρότητα των SLAYER στις σύγχρονες μάζες. Η επιλογή του Mark Osegueda στη θέση του τραγουδιστή κρίνεται άκρως πετυχημένη, εξαντλώντας με μαεστρία το αυστηρό πεδίο δράσης του ώστε να θυμίζει τον Tom Araya και πραγματικά η παρουσία του στο άλμπουμ προσδίδει αρκετούς πόντους κατά την ακρόαση. Ο Phil Demmel τα χώνει αρκετά με τα κιθαριστικά solo, με αρκετά από αυτά να ακούγονται φοβερά και ο Paul Bostaph ισοπεδωτικός και ευφάνταστος.

Μουσικά το άλμπουμ δεν λοξοδρομεί από τα γνωστά μονοπάτια που είχαν κατασταλάξει οι SLAYER από το “God hates us all” και μετά, χωρίς την ανάγκη να προσκολλήσουν σε κάποιο trend της εποχής και το τελικό αποτέλεσμα ακούγεται αρκετά τσιτωμένο φέρνοντας σε στιγμές vibes αρκετά παλαιότερων κυκλοφοριών. Στο “From hell I rise” ο Kerry King δεν αντιγράφει τον εαυτό του αλλά είναι αμετανόητα 100% ο εαυτός τους. Όντας ο μοναδικός και ο μόνος ικανός μουσικός να αναπαράγει τον ήχο των SLAYER, τα καταφέρνει περίφημα και οι πρώτες εντυπώσεις δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με μία κυκλοφορία καλύτερη κι από αυτή του “Repentless”.

8 / 10

Κώστας Αλατάς

Η απενεργοποίηση των SLAYER, ανάγκασε τον Kerry King να ενεργοποιήσει την solo καριέρα του. Αφήνοντας πίσω οποιαδήποτε ιδέα για τίτλο συγκροτήματος, επέλεξε το όνομα του για να συνεχίσει από το σημείο που ολοκληρώθηκε η δισκογραφία των SLAYER πριν από 9 χρόνια με το “Repentless”, το οποίο είναι το μόνο άλμπουμ χωρίς τον εκλιπόντα και κύριο συνθέτη τους από τις πρώτες μέρες, Jeff Hanneman. Σε εκείνο το δίσκο το μεγαλύτερο μέρος των συνθέσεων έχουν την υπογραφή του, δίνοντας μια συγκεκριμένη κατεύθυνση συνολικά στον δίσκο. Όποιος περιμένει στο πρώτο δίσκο της solo καριέρας του κάτι διαφορετικό, καλό θα είναι να μην έχει τέτοιες προσδοκίες. Ο Kerry King ξεκαθάρισε ότι θα συνεχίσει σε ανάλογη ηχητική κατεύθυνση από την πρώτη στιγμή που ανακοίνωσε την πρόθεση του να κάνει solo καριέρα. Θα περίμενε κανείς ότι θα έκανε έστω και κάτι διαφορετικό όντας απελευθερωμένος από το βαρύ όνομα των SLAYER. Στην πράξη, όμως, αυτό δεν το ήθελε ειδικά αν αναλογιστούμε τη σύνθεση της μπάντας που τον συνοδεύει. Μαζί του είναι ο Paul Bostaph με τον οποίο θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι αχώριστο δίδυμο από την πρώτη κιόλας περίοδο που είχε μπει στους SLAYER το μακρινό 1992.

Μαζί ετοίμασαν το υλικό αυτού του δίσκου, το οποίο περιλαμβάνει και ιδέες που έμειναν στο συρτάρι του ως ανολοκλήρωτες από εκείνη την περίοδο μέχρι και σήμερα. Η επιλογή του να μην τον πλαισιώσει και ο Gary Holt στις κιθάρες ήταν γιατί δεν ήθελε η μπάντα της solo καριέρα του να θεωρηθεί ως «SLAYER LITE», μιας και θα είχε τρία από τα τέσσερα μέλη της τελευταίας σύνθεσης των SLAYER. Η επιλογή του Phil Demmel (ex-VIO-LENCE, MACHINE HEAD) δεν ήταν τυχαία, από τη στιγμή που έπαιξε μαζί του στους SLAYER για λίγες εμφανίσεις. Ακόμα κι έτσι να το δει κανείς είναι σαν να επέλεξε όλους τους διαθέσιμους συνεργάτες που είχε στους SLAYER.

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι ο τρόπος που συνθέτει τις ιδέες του δεν θα άλλαζε τώρα που έχει φτάσει αισίως στα 59 χρόνια ζωής. Άλλωστε πως θα μπορούσε να γίνει αλλιώς όταν είναι ξεροκέφαλος σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και οι επικριτές του τον σέβονται για το γεγονός ότι είναι αμετακίνητος. Θα βρείτε εδώ το groove και την punk επιθετικότητα στην riff-ολογία του μακριά από μελωδίες και lead κιθάρες – αυτό ήταν σήμα κατατεθέν του Hanneman που έχτισε τον μύθο των ύμνων των SLAYER!

Το ερώτημα είναι αν ο Mark Osegueda (DEATH ANGEL) θα «κολλούσε» όπως ο Tom Araya. Προσωπικά βρήκα την ερμηνευτική του προσέγγιση ενδιαφέρουσα μιας και αποκλίνει από ο,τιδήποτε έχει ακουστεί από τους SLAYER σε επίπεδο φωνητικών. Θαρρώ πως αυτό είναι το μόνο ενδιαφέρον στοιχείο στον δίσκο, ο οποίος πάσχει από έμπνευση. Προσωπικά δεν βρήκα κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον να προσέξω κάθε σύνθεση ξεχωριστά, μιας και η ανάπτυξη και η δομή τους είναι ουσιαστικά ίδια σε βαθμό τυποποίησης. Το “Diablo” που λειτουργεί σαν intro έχει όλα εκείνα τα ενδιαφέροντα στοιχεία για να αποτελέσει εξαίρεση. Όμως αντί να μπει στη διαδικασία να το κάνει ένα ολοκληρωμένο κομμάτι, προτίμησε να το χρησιμοποιήσει σαν ολιγόλεπτο εισαγωγικό στον δίσκο. Η απογοήτευση μου συνεχίστηκε με το “Trophies of the tyrant”, το οποίο φωνάζει από μακριά ότι είναι βασισμένο σε ιδέες που είχε από το απώτερο παρελθόν – φανταστείτε και τον Tom Araya να τραγουδάει και θα καταλάβετε τι εννοώ! Μόνο που και η αυτή η σύνθεση δεν κατάφερε να της δώσει ενδιαφέρον με επαναλαμβανόμενο ρυθμό και ανέμπνευστες lead και solo κιθάρες και με ανούσιο επιταχυμένο τέλος.

Ναι, ο Kerry King μόνο μαζί με τον Jeff Hanneman μπορούσε να δουλέψει τις ιδέες του και να έχουν ικανό λόγο ύπαρξης για να είναι μέρος των album των SLAYER της πρώτης περιόδου. Από το “Divine intervention” (1994) όποτε έγραφε μόνος του φαινόταν ότι απλά είχε μια αρχική ιδέα που δεν μπορούσε να εξελίξει και αναπτύξει. Αυτή η πραγματικότητα δεν θα αλλάξει γιατί και ο ίδιος δεν θέλει να αλλάξει. Αυτός είναι ο τρόπος που συνθέτει διαχρονικά εξαρχής με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις που απλά επιβεβαιώνουν αυτόν τον κανόνα. Ποιο είναι το τελικό μου συμπέρασμα για το “From hell I rise”; Άνευ ουσίας, άνευ σημασίας…

4 / 10

Λευτέρης Τσουρέας

Photo by Andrew Stewart

Σίγουρα, ένα από τα άλμπουμ που αρκετός κόσμος περιμένει, συζητά πριν κυκλοφορήσουν και θα συζητά και μετά την κυκλοφορία τους. Μπορεί να είναι ό,τι να είναι ο Kerry King, να έχει συμπάθειες και αντιπάθειες, να μιλά αρκετά και να λέει πράγματα που κάνουν «τζιζ», αλλά κανείς δε μπορεί να τον κουνήσει από τη θέση του ανάμεσα στους πραγματικά μεγάλους. “From Hell I rise” λοιπόν. «Καλώς να έρθει», έλεγα, σαν έμαθα τα μαντάτα. Μαζί με τον Kerry, βρίσκουμε ένα πολύ δυνατό team που απαρτίζεται από τον drummer των SLAYER Paul Bostaph, τον Phil Demmel των VIO-LENCE στην άλλη κιθάρα, τον μπασίστα των HELLYEAH Kyle Sanders και τον Mark Osegueda των DEATH ANGEL στα φωνητικά. Όλοι τους ικανότατοι και άξιοι να παίξουν SLAYER-ικό thrash metal, το οποίο ήταν και το ζητούμενο, ας είμαστε ειλικρινείς.

Θες την αλήθεια; Δεν είχα ιδιαίτερες απαιτήσεις από τον King και τη μπάντα του. Δεν περίμενα να ενθουσιαστώ από αυτό το άλμπουμ, ήμουν βέβαιος αν και κατά πόσο θα ήταν καλό. Και εντάξει, μεταξύ μας, δεν είναι και τόσο. Προσπερνώ το άθλιο εξώφυλλο και τους ρηχούς, ακόμη και για thrash, τίτλους και περνώ στην ουσία. Η ομάδα είπαμε, έχει καλούς παίκτες. Καθένας ξεχωριστά, είναι εγγύηση στη θέση του. Υπάρχει όμως μέγα θέμα στο σύστημα που ακολουθεί και που δεν την αφήνει να σταθεί καλά στο γήπεδο. Το “From Hell I rise” είναι ένα προβλέψιμο, τυποποιημένο thrash album, που αν ας πούμε κυκλοφορούσε υπό το όνομα των SLAYER, μπορεί να το λέγαμε και απογοητευτικό. Δυστυχώς, δεν είμαι από αυτούς που ακούν μουσική με τον αυχένα και δεν είμαι 15 ετών να «ψαρώσω» από το «ταχύτητα για την ταχύτητα και ξύλο για το ξύλο» στυλ του δίσκου. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ούτε τότε «ψάρωνα», άρα…

Υπάρχουν πολύ λίγες φάσεις που θα σε αναγκάσουν να ΜΗΝ πάρεις την προσοχή σου από πάνω του και να κάνεις κάτι άλλο, κατά την ακρόαση. Καταρχάς, η εισαγωγή “Diablo” θα ήταν σίγουρα η καλύτερη στιγμή του άλμπουμ, αν κρατούσε το tempo και τη μελωδία του και γινόταν κανονικό τραγούδι. Το mid-tempo “Trophies of the tyrant” όντως ξεχωρίζει, βάζω και το ανάλογης υφής “Toxic” στο παιχνίδι, άντε και το “Idle hands”. Συνυπολογίζω την παραγωγή – τούμπανο, το έτσι κι αλλιώς άψογο παίξιμο και την οργισμένη ερμηνεία του Mark Osegueda (πανεύκολα στους SLAYER αν ο Araya «μουλαρώσει» και πει «θέλω μόνο να παίζω μπάσο») και κάνω την «σούμα». Παίδες, συγγνώμη, αλλά δεν…

5 / 10

Δημήτρης Τσέλλος

Περιττό νομίζω να αναλύσουμε ποιος είναι ο Kerry King και ποια η προσφορά του στον ακραίο ήχο, και αν δεν γνωρίζετε τις απαντήσεις, προφανώς βρεθήκατε εδώ από σπόντα. Ως ένας εκ των δύο κιθαριστών της μεγαλύτερης thrash μπάντας που έχει δει ποτέ ο πλανήτης, ήταν αναμενόμενο η ανακοίνωση ότι κυκλοφορεί έναν προσωπικό δίσκο, να τραβήξει το ενδιαφέρον του κόσμου, κατά πρώτο λόγο των οπαδών των SLAYER αλλά πιστεύω και των υπολοίπων καθώς ήταν μεγάλη η περιέργεια για το αν και εφόσον ο ιδιόρρυθμος καραφλός θα μπορούσε να ανταπεξέλθει χωρίς το βάρος του ονόματος της μπάντας με την οποία μεγαλούργησε.

Το “From hell I rise”, όπως τιτλοφορείται το άλμπουμ του King, προφανώς και θυμίζει έντονα SLAYER, δεν θα γινόταν διαφορετικά άλλωστε. Με ένα άρτιο line up να τον πλαισιώνει, δηλαδή τους Mark Osegueda (DEATH ANGEL) στα φωνητικά,  Phil Demmel (VIO-LENCE, MACHINE HEAD) στην κιθάρα,  Kyle Sanders (HELLYAH) στο μπάσο και τον παλιό γνώριμο του Paul Bostaph (SLAYER, TESTAMENT, FORBIDDEN, EXODUS) στην πυροβολαρχία των τυμπάνων, ο King παραδίδει έναν καλοδουλεμένο δίσκο, με συνθέσεις που ορισμένες  θα μπορούσαν κάλλιστα να βρίσκονται σε κάποιο άλμπουμ των SLAYER ή ενδεχομένως και να προορίζονταν για κάποιο νέο άλμπουμ των Σφαγέων, δεν μπορώ να είμαι και σίγουρος γι’ αυτό.

Προφανώς οι πιο γρήγορες συνθέσεις είναι αυτές που κεντρίζουν αυτόματα το ενδιαφέρον , για παράδειγμα τα “Where I reign” και “Idle hands’ όπου ακόμα και ο τρόπος που τραγουδάει ο Osegueda θυμίζει πολύ τον Tom Araya. Υπάρχουν στιγμές όπως το φρενιασμένο “Two fists” που, με τις punk καταβολές του ακούγεται σαν φόρος τιμής στον ΑΘΑΝΑΤΟ Jeff Hanneman. Έχουμε όμως και τραγούδια πιο αργά και ρυθμικά όπως το “Trophies of the tyrant” που προσωπικά το θεωρώ ως μία από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου. Είναι βέβαιο, πάντως ότι και οι δεκατρείς συνθέσεις του άλμπουμ δεν στέκονται στο ίδιο επίπεδο, κάποιες είναι κατώτερες από τις υπόλοιπες, χωρίς όμως αυτό να μειώνει τόσο πολύ το συνολικό αποτέλεσμα. Η απόδοση των μουσικών που απαρτίζουν την μπάντα, είναι, με μια λέξη, φανταστική. Θα ήθελα πολύ να τους δω να συνεχίζουν μαζί, αν και με τον κυκλοθυμικό χαρακτήρα του King, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα. Μεγάλη αποκάλυψη, κατά την ταπεινή μου άποψη, ο Mark Osegueda που εδώ τραγουδά σε ένα διαφορετικό ύφος από αυτό που τον έχουμε συνηθίσει στους DEATH ANGEL, σαφώς πιο τσαμπουκαλεμένο και οργισμένο που εντυπωσιάζει με το εύρος του.

Αντί επιλόγου. Το “From hell I rise”, ΔΕΝ είναι SLAYER. Είναι όμως ίσως ό, τι πιο κοντινό μπορείτε να ακούσετε σε αυτούς τη δεδομένη χρονική στιγμή. Ένα σοβαρό, στιβαρό, και κατά τη γνώμη μου αξιοπρεπέστατο άλμπουμ, που τιμά και με το παραπάνω το ένδοξο παρελθόν του Kerry King και, για μένα, τουλάχιστον αποτέλεσε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη.  Πάρα πολύ καλή πρώτη προσπάθεια από τον καράφλα που λατρεύουμε να μισούμε και ανυπομονώ  από τώρα για το επόμενο του βήμα, είτε ως solo μουσικός, είτε με τους SLAYER (fingers crossed!)

7, 5 / 10

Θοδωρής Κλώνης

Όταν ανακοινώθηκε το τέλος των SLAYER είμασταν σίγουροι ότι ο Kerry King δεν θα καθόταν στα αυγά του όπως και φυσικά έκανε. Από τα τέλη του 2019 και μέχρι σήμερα πέρασε αρκετός καιρός όπου φαίνεται ότι ο Κing είχε αυτήν την πολυτέλεια χρόνου στο να ετοιμάσει το νέο του ξεκίνημα. Το να διαλέξει τους μουσικούς που θα τον πλαισιώσουν σαφώς και δεν ήταν δύσκολο και σε αυτόν τον τομέα έκανε πραγματικά εξαιρετική επιλογή. Paul Βοstaph από τους παλιούς και Phil Demmel, Mark Osegueda και  Kyle Sanders στις υπόλοιπες θέσεις. Όλοι τους μουσικάρες ολκής, που φαίνεται ότι έχουν δέσει πάρα πολύ και η πρώτη εντύπωση είναι αυτή, πως εδώ έχουμε να κάνουμε μια δεμένη μπάντα και όχι για hired guns μουσικούς.

Ο Kerry King είναι πίσω από όλες τις συνθέσεις και φυσικά και ο δίσκος μοιάζει με SLAYER και πατάει πάνω στις γνωστές SLAYER φόρμες. Δε νομίζω ότι θα ήθελε κάποιος το αντίθετο, ακόμα και ο δημιουργός του δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτό. Ο δίσκος αποτελείται από 13 συνθέσεις και ηχητικά φέρνει στοιχεία από το “God hates us all” και μετέπειτα. Από το πρώτο πασίγνωστο single “Ιdle hands” που ακούσαμε όλοι πριν από καιρό με το γνωστό χαρακτηριστικό thrash ήχο στο “Residue” με τον groovy thrash ήχο που θυμίζει λόγω ύφους αρκετά GRIP INC. Εδώ ο Bostaph σπέρνει όπως και κάνει επίσης στο “Crucifixation” που οι ταχύτητες είναι ανεβασμένες και μιλάμε για thrash οδοστρωτήρα.

Δεν λείπουν κομμάτια που η χροιά του Mark Osegueda είναι πολύ κοντά σε αυτή του Araya όπως το “Where I reign” αλλά γενικά εδώ ο τραγουδιστής κάνει άριστη δουλεία σε όλους τους τομείς, εξαιρετική απόδοση πραγματικά. Yπάρχουν φυσικά κομμάτια με έντονο το hardcore στοιχείο όπως τo μόλις 1:20 λεπτά “Everything I hate about you” και το “Two fists” που διαθέτει ένα πιο έντονο NYHC feeling και μου αρέσει ιδιαίτερα.

Το ομότιτλο που κλείνει τον δίσκο, τα “Shrapnel”και “Rage” όπως και τo “Toxic” μας θυμίζουν ευχάριστα τους τεράστιους άρχοντες του thrash metal. Η παραγωγή του Josh Wilbur είναι υποδειγματική μιας και τονίζει κάθε όργανο ξεχωριστά και γενικότερα μόνο θετικές εντυπώσεις μου άφησε ο δίσκος. To ότι μοιάζει να συνεχίζει από εκεί που έμειναν δισκογραφικά οι SLAYER δεν με χαλάει καθόλου, άσε που νομίζω ότι μέσα μου το αποζητούσα. Από την στιγμή που δισκογραφικά SLAYER δεν πρόκειται να υπάρξουν ξανά, νομίζω ότι η μπάντα του Kerry King είναι η πλέον κατάλληλη να συνεχίσει αυτήν την κληρονομιά. Ο ίδιος το θέλει, ο κόσμος το ίδιο, δεν βλέπω να υπάρχει κάποιο πρόβλημα περί τούτου.

Επί τους παρόντος το “From hell I rise” έρχεται να προστεθεί στα πολύ καλά άλμπουμ μιας (μέχρι στιγμής) πολλά υποσχόμενης χρονιάς είναι η αλήθεια! Ανεβάστε το volume και welcome to hell.

8 / 10

Γιάννης Παπαευθυμίου

 

Όταν η απόλυτη ακραία μπάντα που υπήρξε ποτέ, έριξε αυλαία το 2019, ήταν ένα τέλος εποχής. Οι SLAYER δεν υπήρχαν πια. Μια πραγματικότητα με την οποία έπρεπε να μάθουμε να ζούμε (μέχρι το 2024 που όπως φαίνεται, οι Σφαγείς επέστρεψαν στην ενεργό δράση). Ο Kerry King μέσα σε αυτά τα 5 χρόνια ωστόσο, δεν έμεινε απαθής. Έβγαλε καινούργιο signature μοντέλο για τη κιθάρα του, συνέχισε το γράψιμο (“δεν το έβγαλα για το τίποτα το καινούργιο μου signature μοντέλο” όπως είπε και ο ίδιος) και ως πονηρή αλεπού που είναι, μάζεψε έναν-έναν τους συνεργάτες για το solo project του. Και πολλοί φημολογούνταν για τη θέση, μέχρι και ο παλιόφιλος Phil Anselmo ή ο Gary Holt (ο έτερος παλιόφιλος που έσωσε το τομάρι των SLAYER μετά το θάνατο Hanneman, να τα λέμε όπως έχουν τα πράγματα!).

Mark Osequeda (DEATH ANGEL) στα φωνητικά, Phil Demmel (πάλαι ποτέ MACHINE HEAD, VIO-LENCE) στις κιθάρες, Kyle Sanders (HELLYEAH) και τη σύνθεση κλείνει ο “πολύς” Paul Bostaph (πάλαι ποτέ SLAYER, EXODUS, TESTAMENT, FORBIDDEN) στα τύμπανα. Καλά τα βιογραφικά, εντυπωσιακά εν προκειμένω, καλές οι “φανέλες”, αλλά δεν “παίρνουν αποτέλεσμα” μόνες τους όπως θα σας πούν όσοι βλέπουν ποδόσφαιρο και μπάσκετ.

Πόσα και πόσα “supergroup” έχουν βγει στη γύρα ανά τα χρόνια, ζητώντας τον οβολό μας, μην αξίζοντας ούτε χλέπα για το πόσο απελπιστικά μέτριο ήταν το αποτέλεσμα που παρουσίασαν. Ξέρετε και πολύ καλά μάλιστα σε ποιους αναφέρομαι. Ευτυχώς, η πρώτη ακρόαση έδιωξε αυτό το φόβο με χαρακτηριστική ευκολία, ενώ στο πρόσωπο του υποφαινόμενου SLAYER-ά, ένα χαμόγελο σχηματίστηκε.

Έχουμε εδώ λοιπόν μια καλή μίξη SLAYER του “Diabolus in musica” με ολίγη από ύστερο Bay Area thrash (λέγε με EXODUS και DEATH ANGEL). Μη μου πείτε ότι εκπλήσσεστε από την ηχητική κατεύθυνση, θα είστε ψεύτες! Εκτός αν περιμένατε τον King να γράψει jazz/blues με γυναικεία φωνητικά και στίχους για ραγισμένες καρδιές ή κάτι τέτοιο. Αν και τώρα που το σκέφτομαι, θα είχε τρομερό ενδιαφέρον…τέλος πάντων, στο θέμα μας! Το “From hell I rise” εκκινεί την solo καριέρα του καραφλού φαφλατά της καρδιάς μας, ενώ διαφοροποιείται αισθητά σαν ηχητικό μείγμα από τις κύριες μπάντες των συμμετεχόντων. Με τον κύριο Phil Demmel να είναι κρυφό χαρτί του δίσκου, μοιράζοντας γουστόζικα solos αγκαζέ με τον καράφλα και τον κεντρικό χαρακτήρα της μπάντας, να είναι σε έντονα κέφια, δείχνοντας ότι τον φχαριστήθηκε λίγο παραπάνω αυτό το δίσκο.

Από το “Idle hands” και το “Residue”, φαινόταν που θα πάει η δουλειά. Ακόμα και ο Osequeda, μια από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές του Αμερικάνικου thrash, διαφοροποιεί αισθητά το τρόπο που ακούγεται εν συγκρίσει με τους DEATH ANGEL. Πιο τσαντισμένος, λιγότερο μελωδικός και μου αρέσει αυτό. Στο “Where I reign” που ανοίγει το δίσκο, έχουμε επίσης την πρώτη αναφορά στο τίτλο του δίσκου (“From hell I rise”) ο οποίος κλείνει εσκεμμένα με το ομώνυμο, δημιουργώντας ένα κυκλικό αποτέλεσμα. Κομμάτια όπως το “Trophies of the tyrants”, το “Tension” ή το “Shrapnel” δείχνουν τις mid-tempo συνθετικές αρετές του King, όπως αυτές είχαν φανεί στους SLAYER της δεκαετίας του ’90, δίνοντας χώρο στον Bostaph να εντυπωσιάσει με τα γυρίσματα του.

Από την άλλη, όταν πατάει το γκάζι ο κύριος, σε κομμάτια τύπου “Crucifixation” (άνετα, η πιο ολοκληρωμένη σύνθεση του δίσκου),  “Everything I hate about you” και “Toxic”, μας θυμίζει γιατί τον αγαπάμε! Το δε hardcore punk άρωμα του “Two fists” δίνει ένα επιπλέον στοιχείο στο άλμπουμ, αναπάντεχο κομμάτι! Μετά από τις πρέπουσες ακροάσεις, αφήνοντας έξω οτιδήποτε επισκιάζει τη κρίση μας, τι είναι το “From hell I rise” στα περίπου 46 λεπτά διάρκειας του; Είναι ένα σοβαρό thrash metal άλμπουμ, καλό ως πολύ καλό σε σημεία. Δεν θα αλλάξει την άποψη σας για το είδος, δεν συγκαταλέγεται καν στις κορυφές του είδους για φέτος. Ωστόσο, είναι μια καλοδεχούμενη ποιοτική επιστροφή στα πράγματα, από έναν πρωτεργάτη αυτού, που δείχνει ότι όσο λιγότερο μιλάει και όσο περισσότερο παίζει, τόσο το καλύτερο για τον ίδιο και για εμάς.

Υ.Γ.: Όπως στο DEICIDE, έτσι και εδώ, θα προτιμούσα ένα εξώφυλλο που δεν έχει γίνει από ΑΙ. Το αναφέρω μια φορά εδώ και για τα δύο, για να τελειώνουμε, μιας και χτυπάει άσχημα στο μάτι.

7,5 / 10 

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here