KK’s PRIEST – “Sermons of the Sinner” (Explorer1 Music Group)

0
239












Η φυγή του Kenneth Downing από τους JUDAS PRIEST είναι μια «πληγή» που για αρκετούς από τους παλαιούς οπαδούς του group, δεν πρόκειται ποτέ να κλείσει. Δεν έχει σημασία αν ο μεγάλος (ναι, είναι ήδη μεγάλος και δεν χρειάζεται να μπει το επίθετο σε εισαγωγικά, συγγνώμη παιδιά αν δεν το δέχεστε) Ritchie Faulkner είναι πια το Α και το Ω της μπάντας εδώ και δέκα χρόνια, το δίδυμο Tipton-Downing για κάποιους δεν έπρεπε ποτέ να διασπαστεί. Από την άλλη, υπάρχουν οι «ταγμένοι» οπαδοί του Ιερέα που κατακεραυνώνουν τον ΚΚ όχι μόνο για τις (το λιγότερο) άστοχες κατά καιρούς δηλώσεις του, αλλά και για τη δημιουργία μιας μπάντας της οποίας το όνομα εμπεριέχει το ένα από τα δύο συνθετικά του αντιστοίχου του αγαπημένου τους συγκροτήματος. Ούτε αυτοί έχουν δίκιο όμως, καθώς ο Ken έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη λέξη “Priest” όπως και όποτε αυτός θέλει, όντας «κομμάτι» του «ζωντανού οργανισμού» που ονομάζεται JUDAS PRIEST. Έτσι δεν είναι;

Κάπου στη μέση, σε όλο αυτό, υπάρχουμε και εμείς. Οι…άλλοι. Αυτοί που θεωρούμε και πιστεύουμε πως υπάρχει δίκιο και στις δύο πλευρές και που πέραν όλων των άλλων, μας ενδιαφέρει πρωτίστως κάτι πολύ «ασήμαντο» (προφανώς ειρωνεύομαι) που ονομάζεται «μουσική». Ναι, αυτό που παράγουν οι μουσικοί όταν συγκεντρώνονται, συνθέτουν και προβάρουν. Το έχεις ακουστά, φαντάζομαι. Υπό το πρίσμα αυτό, όταν άκουσα τα νέα για αυτήν την καινούργια μπάντα από τον ΚΚ, αυτά με βρήκαν θετικότατο απέναντί της. Στο πλάι του, ο γνώριμός του/μας Tim “Ripper” Owens, o A.J. Mills των HOSTILE (περίεργη επιλογή, λόγω του στυλ της μπάντας αυτής), ο πρώην VOODOO SIX Tony Newton και ο Sean Elg των USPMsters CAGE. Ονόματα με αξία, το δίχως άλλο. Όταν λοιπόν ήρθε στα χέρια μου το “Sermons of the Sinner”, ήθελα να είναι όχι αριστούργημα, ούτε πολύ καλό, ούτε έθρεφα αυταπάτες ή φρούδες ελπίδες. Απαιτούσα όμως να είναι σεβαστικό ως προς το όνομα του δημιουργού του. Και σαν έφτασε η στιγμή των ακροάσεων, ήθελα να είμαι πλήρως αφοσιωμένος στη νέα προσπάθεια του «μισού καλύτερου κιθαριστικού διδύμου όλων των εποχών». Έκλεισα τηλέφωνα, internet, αυτιά προς κάθε είδους αποπροσανατολιστική Σειρήνα, δέθηκα στο… κατάρτι μου σαν άλλος Οδυσσέας και πάτησα το “play”.

Ξάφνου, μεμιάς, μεταφέρθηκα σε μια διάσταση που μου ήταν εντελώς γνώριμη και οικεία. Στο σύμπαν της μεγαλύτερης heavy metal μπάντας όλων των εποχών. Στο σύμπαν των JUDAS PRIEST. Το παιχνίδι με το tremolo του ΚΚ στην αρχή του “Hellfire thunderbolt” δεν θα πω ψέμματα, ήταν γκολ από τα αποδυτήρια. “Mr Downing is primed and ready on this Sunday, oh… the Sinner!”, για όσους ξέρουν και νιώθουν. Ήχοι, λέξεις, όλα είναι τόσο γνώριμα. Το ομώνυμο κομμάτι συνεχίζει στα ίδια δυναμικά επίπεδα με τον Ripper Owens να οδηγεί την κούρσα, όντας σε μεγάλη φόρμα και να υπενθυμίζει για ακόμη μια φορά πόσο σπουδαίος τραγουδιστής είναι, αλλά και πόσο στράφι έχει πάει ένα τέτοιο φωνητικό ταλέντο. Το “Sacerdote y Diablo” ανεβάζει τον πήχη ακόμη ψηλότερα. Ειλικρινά, εξαιρετική σύνθεση. Η μπάντα δείχνει να είναι σε καλή κατάσταση τόσο συνθετικά, όσο και παικτικά, οι προσδοκίες δείχνουν να βγαίνουν αληθινές και εγώ χαμογελώ. Κάπου εδώ όμως, το άλμπουμ αρχίζει να κάνει «κοιλιά». Τα “Raise your fists” και “Brothers of the road” θέλουν να είναι κλασσικά on the road JUDAS PRIEST κομμάτια, αλλά ηχούν κοινότυπα και κυμαίνονται εκεί γύρω από τη βάση, κι ας έχει το δεύτερο κάποιες πολύ ωραίες μελωδίες στις κιθάρες. Το 8λεπτο “Metal through and through” θυμίζει “post 2002” MANOWAR και HAMMERFALL (!), και εγώ τους post “2002” MANOWAR τους βρίσκω στην καλύτερη αδύναμους, μη πω τίποτα πιο «βαρύ». To “Wild and free” δεν προσφέρει κάτι πέραν του ότι είναι ένα γρήγορο, τυπικό heavy metal που θα μου άρεσε, ΙΣΩΣ, αν ήμουν 15 ετών (δεν είμαι), ενώ το “Return of the Sentinel” θα ήταν πολύ καλύτερο αν είχε τη μισή διάρκεια. Τέλος, ξεχωρίζει όντως το πολύ καλό “Hail for the Priest” που προσπαθεί μόνο του να σηκώσει σχετικά τον πήχη στο δεύτερο μισό του δίσκου, αλλά δεν αρκεί.

Συμπέρασμα: ο δίσκος μας χτυπά στο θυμικό και στο συναίσθημα πρωτίστως, κάτι που δεν γίνεται εκ του πονηρού, αλλά βγαίνει αβίαστα. Ακούμε heavy metal απευθείας βγαλμένο από την ιερότερη ίσως μήτρα, αυτή των JUDAS PRIEST, γραμμένο από ένα αυθεντικό μέλος και τραγουδισμένο από έναν εκ των αξιότερων μαθητών/γιών του Rob Halford. Ο ΚΚ με τον Mills είναι ως και εντυπωσιακοί σε σημεία και μπορεί στο αρχικό πλάνο να βρίσκονταν οι Dave Ellefson και Les Binks (αυτός θα επιστρέψει ως έκτακτο μέλος), αλλά οι αντικαταστάτες τους κάνουν εξαιρετική δουλειά και το κενό δεν φαίνεται. Κακά τα ψέμματα, τέτοιες κυκλοφορίες έχουν μια και μόνη σημασία: την συναυλιακή επαφή καλλιτέχνη-κοινού. Όσον αφορά τους ΚΚ’s PRIEST, όταν κάποια στιγμή μας επισκεφτούν, είμαι βέβαιος πως αυτή θα είναι “a night to remember”. Δεν είμαι όμως από αυτούς που επηρεάζονται από συναισθηματισμούς, όσον αφορά την ακρόαση και την παρουσίαση κάποιου δίσκου. Υπάρχει κάθε καλή διάθεση τόσο από την πλευρά του group όσο και από τη δική μου, αλλά οι συνθέσεις δεν βοηθούν. Ως εκ τούτου, δεν μπορώ να βάλω περισσότερο από ένα «τεντωμένο»…

6,5 / 10

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here