LACUNA COIL Discography – Worst to best

0
370
Lacuna Coil




















Lacuna Coil

Γενικά δεν είμαι και πολύ φίλος με τα Worst To Best. Βέβαια, όταν μιλάμε για τους LACUNA COIL, έχουμε να κάνουμε με το πιο δημοφιλές ιταλικό συγκρότημα των 00s/10s και το δίδυμο των Scabbia/Ferro που ποτέ δεν κώλωσε να πειραματιστεί, έχοντας πάντα ως έναυσμα το female fronted gothic metal, μέσω του οποίο μας είχε συστηθεί στα χασομέρια των 90s. Έτσι λοιπόν, σε αντίθεση με τις προηγούμενες φορές που μπήκα στη διαδικασία μουσικών κατατάξεων, αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν σχεδόν ξεκάθαρα, αναφορικά με την αντίστροφη μέτρηση.

Με αφορμή λοιπόν την εμφάνιση των LACUNA COIL στο φετινό Release Athens Festival και χωρίς ιδιαίτερες τύψεις, έχουμε και λέμε:

10. “Black anima” (2019)
Μετά από τόσα μπολιάσματα από αλλότρια είδη στο gothic metal των LACUNA COIL, έπρεπε κάποτε να πάρει σειρά και το metalcore. Τα breakdowns υπάρχουν παντού στο “Black anima” και το μόνο που θυμίζει ορθόδοξους LC είναι το μινιμαλιστικό εξώφυλλο. Ο πειραματισμός δεν πέτυχε, παρόλο που οι συνθέσεις είναι δίχως άλλο καλογραμμένες, αλλά αυτό που λείπει είναι το κάτι παραπάνω, που θα το ξεχωρίσει από τον μεγάλο ανταγωνισμό εκεί έξω. Οι BFMV και οι KILLSWITCH ENGAGE το ξέρουν το τόπι πολύ καλύτερα και μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κάποιος ότι το “Black anima” φτιάχτηκε για να αποδοθεί live στα main stages των εμπορικών festivals και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Με μεγάλη άνεση καταλαμβάνει την τελευταία θέση στο ranking της LC δισκογραφίας και, ευτυχώς, για την ύπαρξη των ίδιων των Μιλανέζων, η καραντίνα ίσως και να λειτούργησε ευεργετικά.

9. “In a reverie” (1999)
Η ανάγκη ήταν μεγάλη για τους νέους THE GATHERING. Έτσι λοιπόν, οι Ιταλοί φίλοι μας αφέθηκαν ολοκληρωτικά στα χέρια του Waldemar Sorychta και οι συγκρίσεις ήταν αναπόφευκτες. Η παραγωγή ήταν η γνωστή, καθετοποιημένη των Woodhouse Studios, ο ήχος δεν είχε απολύτως καμία διαφορά με αυτόν του “ανταγωνισμού” τους, βάλε και το άρωμα linguini που είχε η προφορά και έχουμε ένα ντεμπούτο που αδικεί τον εαυτό του και ένα συγκρότημα που βρίσκεται στα χαμένα. Για 90s ρετρολάγνους συλλέκτες μια χαρά είναι, αλλά μέχρι εκεί.

8. “Shallow life” (2009)
Ο πλήρης αποπροσανατολισμός των LACUNA COIL ήρθε στο “Shallow life” και ο εν μέρει, ο πλήρης εκμοντερνισμός τους. Σε αυτό συνέβαλε η εμπιστοσύνη που έδειξε η ΕΜΙ στους LACUNA COIL, τοποθετώντας για πρώτη φορά στην καρέκλα τον Don Glimore. Τον τύπο δηλαδή που έκανε ΤΕΡΑΣΤΙΟΥΣ τους LINKIN PARK και ανέστησε τη νεκρή καριέρα των DURAN DURAN. Το κακό είναι ότι δόθηκε περισσότεροι βάση στις πολυεθνικές πλάτες, στο βαρύ όνομα και στην προώθηση μέσω… Myspace (τι να κάνει άραγε εκείνη η ψυχή ο Tom), παρά στην ίδια τη μουσική. Και εκεί είναι που χάνει το δίκιο του το “Shallow life”. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία σύνδεση με τον σπουδαίο προκάτοχό του, οι pop και nu metal επιρροές κάνουν εδώ κρα, οι άνευρες κιθάρες δημιουργούν απορίες, ενώ παρατηρούνται και κάποια γκρίζα σύννεφα στην έμπνευση του ίδιου του συγκροτήματος. Πάμε παρακάτω.

7. “Sleepless empire” (2025)
Έξι χρόνια μετά το “Black anima”, λίγους μήνες μετά την επίσημη κυκλοφορία και έξι singles, τα πράγματα είναι κάπως βελτιωμένα. Τα metalcore στοιχεία βρίσκονται σε ισόποσες δόσεις με τα κλασικά gothic metal clichés και, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο Ferro ακούγεται σαν ένα 90s beast απέναντι στην αδιαμφισβήτητη beauty της κυρίας Scabbia. Θέλουν λίγη ακόμη δουλειά για να γίνουν οι LACUNA COIL που αγαπήσαμε, αλλά όσο υπάρχουν ύμνοι σαν το “I wish you were dead”, μας επιτρέπουν να έχουμε μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι στην επόμενη δουλειά θα μας επιστρέψουμε στην κανονικότητα που μας συνήθισαν. Το “Sleepless empire” επιστρέφει με διστακτικά βήματα στον σωστό δρόμο.

6. “Unleashed memories” (2001)
Κάπως καλύτερα εδώ σε σχέση με το ντεμπούτο. Η παραγωγή έχει αρχίσει δειλά να βγαίνει έξω από το Woodhouse κονσερβοκούτι, με τα πλήκτρα να βγαίνουν μπροστά, ο Pizza βρήκε τον Maus και πήρε σάρκα και οστά το κλασικό line up των LACUNA COIL και το στιχουργικό κομμάτι το πήρε κατά 90% η πανέμορφη Cristina. Σε ότι αφορά το συνθετικό κομμάτι, και εδώ έχουμε σαφή βελτίωση, αφού οι Μιλανέζοι είδαν ότι μπορούν να σταθούν στα πόδια τους, χωρίς γερμανικά δεκανίκια και πιο τρανή απόδειξη είναι το διαχρονικό “Senzafine” στη μητρική τους γλώσσα, όπως και το “When a dead man walks” που θα προμήνυε το breakthrough των LC.

5. “Broken crown halo” (2014)
Περίεργη η κατάσταση εδώ. Η ένταση στις σχέσεις μεταξύ των μελών, οδήγησε μετά τις ηχογραφήσεις στην πόρτα της εξόδου (“Nothing stands in our way”) το κιθαριστικό δίδυμο και τον ντράμερ και λογικά θα ήταν η κατεύθυνση του “Broken crown halo”. Ο Jay Baumgardner ήξερε να δημιουργεί hits για ένα σωρό διάσημες μπάντες στην Αμερική στα 90s και στα 00s, αλλά εδώ είχαμε να κάνουμε με μια εδραιωμένη, μουσική αρμάδα από την Ιταλία που ο κόσμος την έχει γνωρίσει για κάτι άλλο. Έχει τις Rob Zombie τσαχπινιές εδώ (“Die & rise”), έχει και τις πιο pop rock στιγμές, αλλά έχει και τα ραπαρίσματα της Cristina στο “Victims” που είναι τουλάχιστον αστεία. Με βάση τη δομή των συνθέσεων, η αμηχανία ξεχειλίζει από τα ηχεία, όπως και μια δόση επιτήδευσης. Το “Broken crown halo” φέρει μέχρι και σήμερα την ταμπέλα του μπερδεμένου και του άλμπουμ που ακόμη και τα εναπομείναντα μέλη των LACUNA COIL αποφεύγουν διακριτικά να τιμούν στις συναυλίες.

4. “Delirium” (2016)
Το πιο back-to-the-roots άλμπουμ των LACUNA COIL και έτσι έπρεπε να γίνει. Μακριά από εξωτερικούς συνεργάτες στην παραγωγή και την όποια τοξικότητα στις σχέσεις μεταξύ των μελών, η επανεκκίνηση έπρεπε να γίνει με βάση το Μιλάνο και με τον Marco Coti Zelati να έχει το γενικό πρόσταγμα και στη μουσική κατεύθυνση και στην παραγωγή. Το “Delirium” είναι λυτρωτικό, αφήνει τους πειραματισμούς στην άκρη και οι LACUNA COIL παίζουν το gothic metal που ξέρουν καλά και με τις τζαμπ-ντα-φακ-απ να είναι ελάχιστες. Η Cristina είναι η αιθέρια σειρήνα που μας είχε λείψει για μια δεκαετία, η giallo αισθητική είναι απόλυτα ταιριαστή με το εφιαλτικό concept που ήθελε να μεταδώσει το “Delirium” και γενικότερα τα χαμόγελα επανήλθαν. Ένα proper LACUNA COIL άλμπουμ αναζητούσε ο κόσμος που τον ξένιζε όλο αυτό το στυλ με τα φαρδιά παντελόνια και στο “Delirium” το βρήκε. Αν δεν του δώσατε την ευκαιρία που αξίζει όταν βγήκε, τολμήστε το τώρα.

3. “Dark adrenaline” (2012)
Η δεύτερη και τελική ζαριά της συνεργασίας των LACUNA COIL διόρθωσε τις όποιες ανορθογραφίες του “Shallow life”. Ο όγκος στις κιθάρες επανήλθε σε φυσιολογικά επίπεδα, όπως και τα solos, η πρεμούρα για τα charts που είχε η ΕΜΙ έφυγε πάνω από το κεφάλι των Μιλανέζων και τα charts έδωσαν την πρέπουσα ανταμοιβή. Το “Dark adrenaline” είναι ένα ισορροπημένο άλμπουμ, με συνθέσεις που έχουν αρχή και τέλος, εύκολα refrains και με ένα αίσθημα σιγουριάς στους Andrea και Cristina ότι κάνουν το σωστό. Χρησιμοποιούν την πεπατημένη του “Karmacode”, ακόμη και στη λογική της επιλογής των singles, η διασκευή στο “Losing my religion” έχει την gothic rock πλάκα της, το “Fire” είναι ένα συγκινητικό Pete Steele tribute και το “Trip the darkness” είναι ένα gothic metal anthem από ένα subgenre που εκείνη την εποχή έδειχνε να έχει αφανιστεί. Το γούσταρα πολύ τον δίσκο όταν πρωτοκυκλοφόρησε, τον έκανα πολύ κέφι και δεκατρία χρόνια μετά, με αφορμή το άρθρο αυτό.

2. “Comalies” (2002)
Ακόμη θυμάμαι την ΩΝΑΣΟΥΓΑ αντίδραση που είχα back then στο εναρκτήριο δίδυμο των “Swamped” και “Heaven’s a lie”, που με έκανε να τρέξω στο πάλαι ποτέ ένδοξο δισκάδικο της Ακαδημίας για να πάρω τη limited edition. Δεν πρέπει να υπάρχει έκτοτε συναυλία που να μην περιέχει στο setlist αμφότερα τα megahits των LACUNA COIL (και στην αντίθετη περίπτωση οι οπαδοί τους να μιλάνε για σκάνδαλο). Στη μεγάλη σκιά τους έρχεται και το gothic rock anthem “Daylight dancer”, αλλά και το ανατολίτικο “Tight rope”. Το Billboard και η Αμερική τους αποδέχτηκαν και τους υποδέχτηκαν, η Century Media έτριβε τα χέρια της για το next big thing και το πόσο επιδραστικό ήταν, είναι και θα είναι στην καριέρα των LACUNA COIL αποδεικνύεται και από την προ τριετίας επανηχογράφησή του. Που ήταν αχρείαστη μεταξύ μας, αφού δε μπορείς να κάνεις καλύτερο κάτι που θεωρείται ήδη κλασικότατο.

1. “Karmacode” (2006)
Τα είπαμε για to “Karmacode” και πριν λίγο καιρό, σε ένα αντίστοιχο βασανιστικό Worst to Best. Χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια εξαντλητικών περιοδειών και σπαζοκεφαλιάς για να μπορέσουν να βρουν τη δύναμη οι LACUNA COIL να ξεπεράσουν τον προκάτοχο “Comalies”. Και η αλήθεια είναι ότι το πέτυχαν, με ένα άλμπουμ με έναν ήχο φρεσκότατο, με καινοτομίες όπως η γνήσια pop του “Closer” (με μια Cristina να την πιείς στο ποτήρι), τον gothic metal ύμνο “To the edge” και το αναλλοίωτο στον χρόνο “Our truth”, που ακόμη και τώρα το θεωρώ ως το απόλυτο LC trademark. Για τη διασκευή στο “Enjoy the silence”, απλά ψάξτε να διαβάσετε τον θαυμασμό του ίδιου του κυρίου Gahan. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πάνω στις πατέντες που υπάρχουν σκόρπιες στο “Karmacode” βασίζεται όλη η μετέπειτα δισκογραφία των LACUNA COIL, όπως και η επιβίωση της ίδιας της δισκογραφικής τους εταιρίας.

Γιώργος Κόης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here