Κεφάλαιο LOCK UP. Το υπέροχο death/grind project των Shane Embury (NAPALM DEATH) και Nicholas Barker (CRADLE OF FILTH, DIMMU BORGIR). Ξεκινώντας με τραγουδιστή τον Peter Tagtgren των HYPOCRISY (“Pleasures pave sewers” – 1999), και συνεχίζοντας με τον Tomas Lindberg των AT THE GATES (“Hate breeds suffering” – 2002, “Necropolis transparent” – 2011), έγιναν μια από τις πιο όμορφα καταστροφικές μπάντες του ιδιώματος αυτού, ενώ μέλος στη θέση του κιθαρίστα, ήταν ως και το 2006 όπου κι έφυγε από τη ζωή ο θρυλικός Jesse Pintado (TERRORIZER, NAPALM DEATH). Το 2017, κυκλοφορούν το “Demonization” με τραγουδιστή τον Kevin Sharp (A VENOMOUS CONCEPT, BRUTAL TRUTH). Θα σας είμαι ειλικρινής, ενώ είναι ένας καλός δίσκος, η φωνή του Sharp, σαν να μη μου πηγαίνει σε αυτή τη μπάντα, ενώ διάολε, στους BRUTAL TRUTH ο άνθρωπος έσπερνε! Στο ίδιο ύφος, το “Necropolis transparent” με Lindberg στη φωνή είναι φονικός δίσκος! Κάτι που δείχνει να κατάλαβε και η ίδια η μπάντα, μια και ο λατρεμένος Tompa επέστρεψε, σε ντουέτο με τον Kevin Sharp πλέον.
Όλα αυτά, μείον Barker αλλά με έτερο πολυβόλο στη θέση του. Adam Jarvis κυρίες και κύριοι. Με θητεία στους φονιάδες MISERY INDEX, PIG DESTROYER και CRIMINAL ELEMENT ο κύριος μόνο τυχαίος δεν είναι! Στις 26 Νοεμβρίου λοιπόν, κυκλοφορούν τον πέμπτο τους δίσκο, με τίτλο “The dregs of hades”. Καταρχάς, ελαφρώς μικρότερος σε διάρκεια από τους 2 προκατόχους του, κάτω από το 40λεπτο (38 για την ακρίβεια). Ταιριαστή διάρκεια για death/grind δίσκο, για πάμε να πατήσουμε “play”. Ξεκινάμε με ατμοσφαιρικά, σινεματική σχεδόν εισαγωγή “Death itself, brother of sleep”. Μπαίνει το “Hell will plague the ruins” αγκαζέ με το ομώνυμο, διαλύοντας τα πάντα με την φωνάρα του Lindberg μπροστάρη και τον Sharp στα μετόπισθεν, σε ένα ντουέτο δια όλες τις ρομαντικές ψυχές να μοιράζει αγάπη, και κλωτσομπουνίδια σε όποιον δεν κάθεται καλά! Να σταθώ ξεχωριστά στο σχεδόν 4λεπτο “Black illumination” που σπάει το ρυθμό του δίσκου, με ατόφια death metal δίκαση κάτω από ένα βαρύ και ασήκωτο breakdown.
Το υπόλοιπο άλμπουμ αποτελείται ως επί το πλείστον από δίλεπτους οδοστρωτήρες τύπου “Dark force of conviction”, “Misdirection chief”, “Dead legions”, “Nameless death”….“τίποτα, τελειώσατε” που έλεγε και ο μακαρίτης ο Αλέφαντος! Το ντουέτο Sharp/Lindberg λειτουργεί πολύ καλύτερα από ότι με τον Sharp μόνο του, και αυτό ανεβάζει σίγουρα το αποτέλεσμα ένα σκαλί πάνω. Ο Adam Jarvis αναλαμβάνει να πάρει αμπάριζα ό,τι είχε ποτέ το θράσος να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο του, αντικαθιστώντας επάξια τον Nicholas Barker. Αποδεικνύει έτσι, ότι μόνο τυχαία δεν επιλέχθηκε για να καθίσει πίσω από τα τύμπανα, βγάζοντας ασπροπρόσωπους τους συμπαίκτες του! Ξεχωριστή μνεία στα δύο μοναδικά κομμάτια που ξεπερνούν το δίλεπτο και φτάνουν το 3λεπτο. Το πρώτο, είναι το “Triumph of the grotesque” με το γηπεδικά hardcore punk-ικό drumming του, να παντρεύεται ιδανικότατα με τη death metal πλευρά της μπάντας, δείχνοντας τις συνθετικές της αρετές και όταν το γκάζι πέφτει λιγάκι, και δίνεται έμφαση στις δυναμικές. Και το δεύτερο, είναι το “A sinful life of power” που μέχρι και THE HAUNTED του ντεμπούτου μου θύμισε λίγο να σας είμαι ειλικρινής, με τον Jarvis να ξεσαλώνει πάνω στα δέρματα, μέχρι ένα υπέροχο κόψιμο πριν το δεύτερο λεπτό, να κόψει τα blastbeats και το ρυθμό κατακόρυφα, σε mid-tempo επίπεδα!
Το μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου, το κρατάνε για το τέλος. Στα 6 λεπτά παρακαλώ, έρχεται μετά από μια φονική τριπλέτα μαρσαριστών κομματιών, και είναι το “Crucifixion of distorted existence”. Σίγουρα το μεγαλύτερο κομμάτι που έγραψε η μπάντα στη καριέρα της, παρουσιάζοντας μια διάθεση να δοκιμάσει κι άλλα πράγματα, και να πειραματιστεί. Στα δύο προηγούμενα υπήρχαν οι industrial αναφορές, στο τωρινό υπάρχουν riffs ala MORBID ANGEL, που παρουσιάζουν ένα κομμάτι που από άποψη ρυθμού “σέρνεται” (πάντα για τα δεδομένα της μπάντας), όντας απειλητικό και ογκώδες, σαν δηλητηριώδες φίδι, με ένα ατμοσφαιρικό άρπισμα στο τέλος, να δίνει μια διαφορετική αίσθηση σαν φινάλε από το κλασσικό “μπουνιά και νοκ άουτ” που είθισται να δίνουν τέτοιου είδους δίσκοι. Να πούμε εδώ, βεβαίως βεβαίως, ότι οι LOCK UP τέτοιο κλείσιμο, το δοκίμασαν με το “Tartarus” στο “Necropolis transparent” προ δεκαετίας, με το τότε να είναι φυσικά ένα απλό instrumental.
Αυτό που μου άρεσε περισσότερο σε αυτό το δίσκο από το προκάτοχό του, πέραν των φωνητικών, είναι ο υγιής πειραματισμός σε σημεία, χωρίς να θυσιάζεται η βία. Κάτι που δείχνει μια μπάντα που θέλει να μείνει φρέσκια παρά τις αραιές κατά κανόνα κυκλοφορίες δίσκων. Εν κατακλείδι, ένα πολύ καλό και τίμιο death/grind άλμπουμ, από βετεράνους του χώρου, που σίγουρα δεν αφήνουν απογοητευμένους τους οπαδούς τους. Και έξτρα πόντοι παραγωγικότητας για τον κύριο Lindberg, που μέσα σε μια χρονιά, έβγαλε τρία άλμπουμ: ένα με AT THE GATES, ένα με LOCK UP φυσικά και ένα με τους THE LURKING FEAR. Και μεγάλη μαγκιά του (ως βασικού συντελεστή και των τριών) που είναι και τα 3 τόσο ποιοτικά.
7,5 / 10
Γιάννης Σαββίδης