“The child of Lucifer”
Εδώ και αρκετό καιρό ήθελα να συνομιλήσω με τον Γιώργο Εμμανουήλ, έναν νέο υπερταλαντούχο κιθαρίστα και να μιλήσουμε για τη μουσική του πορεία από τα παιδικά του χρόνια, τα πρώτα του βήματα, τα 7 χρόνια με τους ROTTING CHRIST, αλλά και για τη σχετικά καινούρια μπάντα του, τους LUCIFER’S CHILD. Μία μπάντα που έχει κυκλοφορήσει δύο εκπληκτικούς δίσκους στα 4 χρόνια ύπαρξης της, τα “The wiccan” (2015) και “The order” και μετά την αποχώρηση του Γιώργου από τους ROTTING CHRIST, θα αρχίσουν να οργώνουν την Ευρώπη με συμμετοχές σε τεράστια φεστιβάλ. Η αρχή θα γίνει από τα μέρη μας, όπου θα παίξουν στις 10 Μαΐου, για πρώτη φορά μπροστά στο Αθηναϊκό κοινό στο Fuzz Live Music Club, ανοίγοντας τη συναυλία των Νορβηγών ENSLAVED, οι οποίοι και αυτοί με τη σειρά τους, παίζουν πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο Γιώργος μας φιλοξένησε στο ιδιόκτητο στούντιο του Pentagram studio στον Πειραιά και μας μίλησε για τα πάντα, με απλότητα κι ειλικρίνεια.
Πότε ασχολήθηκες πρώτη φορά με τη μουσική και τι σε έσπρωξε προς το metal;
Όπως όλοι οι μεταλάδες, οι ροκάδες ξεκινάνε σε προεφηβική ηλικία, τέλη δημοτικού, μου έγραψαν και μένα μια κασέτα και μετά ένα CD που είχε μέσα IRON MAIDEN, JUDAS PRIEST, BLACK SABBATH και μπήκε το μικρόβιο σιγά σιγά, σε ηλικία 9,10… κάπου εκεί. Και μετά δύο, δυόμιση χρόνια πήρα τη πρώτη μου κιθάρα. Μέσα στο διάστημα αυτό φυσικά, τριβέλιζα τους γονείς μου «θέλω κιθάρα, θέλω κιθάρα», δεν με πίστεψαν στην αρχή. Στη πορεία είδαν ότι έμεινα πιστός στη πορεία μου και μου φέρανε μια κιθάρα στο σπίτι. Και έτσι ξεκίνησα. 11 χρονών, 11μίση. Έκανα μαθήματα ιδιαίτερα.
Από πότε ήξερες ότι αυτό θα κάνεις και μόνο;
Περίπου στις αρχές του λυκείου, το πήρα απόφαση ότι με αυτό το πράγμα για να ασχοληθείς και να ολοκληρώσεις ένα κύκλο σπουδών και να κάνω δύο πράγματα, χρειάζεται πολύ χρόνο, πολύ μελέτη, πολύ αφοσίωση για τα πάντα. Από γνώσεις μουσικές και ότι περιβάλλει τη μουσική, οπότε λέω δεν με παίρνει να ασχοληθώ και με κάποια σπουδή πανεπιστημιακή, πολιτικός μηχανικός, δικηγόρος… ξέρεις κάποιο επάγγελμα. Μόνο αυτό. Δηλαδή ήταν μονόδρομος. Σε αυτή την ηλικία το επέλεξα, δηλαδή 14, 15.
Οι γονείς σου πως το πήραν;
Στην αρχή φοβισμένα. Μετά έβλεπαν πρόοδο. Ότι κάτι γίνεται συνέχεια. Έκανα δουλειά συνεχώς. Έπαιρνα κάποιο πτυχίο, ασχολιόμουν με κάποια συναυλία… Ήμουν πωρωμένος, μανιασμένος με αυτό το πράγμα. Μόνο με αυτό ασχολιόμουν. 10 ώρες την ημέρα με τη κιθάρα ήμουν, δε έκανα κάτι άλλο.
Υπάρχει κάτι άλλο εκτός από τη μουσική που σε ευχαριστεί;
Διάβασμα βιβλίων. Κυρίως μυθιστορήματα, νουβέλες, ποίηση. Και τα ταξίδια μπορώ να πω. Αυτά τα δύο πράγματα.
Οπότε δεν έχεις κορεστεί με τόσα ταξίδια που έχεις κάνει για τις συναυλίες;
Σιχαίνομαι το αεροδρόμιο. Είναι ένα περιβάλλον πολύ αρνητικό θεωρώ, μες το στρες, αλλά είναι η διαδικασία του ταξιδιού είναι πολύ ωραία. Όχι τα τεχνικά μέσα (γέλια).
Δεν έχεις μπει καν στα 30 και ήδη θεωρείσαι καταξιωμένος στο χώρο σου. Τι σου δίνει κίνητρο να συνεχίζεις;
Το ίδιο κίνητρο που με έκανε να πιάσω τη κιθάρα. Αγάπη και όρεξη για να παίζω μουσική. Φαντασία. Δηλαδή δεν έχει πεθάνει το παιδί μέσα μου, στο τρόπο που φαντάζομαι ότι θα παίζω μια συναυλία, στο τρόπο που φαντάζομαι ότι πιάνω τη κιθάρα, παίζω κάτι και φαντάζομαι μετά πως θα είναι στη συναυλία, η ανταπόκριση του κόσμου, η ενέργεια.
Υπήρξε η στιγμή που είπες «ως εδώ. Θα κάνω κάτι άλλο»;
Ποτέ! Και ίσως από φόβο. Έβλεπα όλους τους μουσικούς γύρω μου ότι έκαναν πράγματα να μην αλλοιώνεται η πορεία τους και ο στόχος τους. Πρέπει να σαι 100% αφοσιωμένος σε αυτό.
Ποιες οι αναμνήσεις σου απ’ όταν ήσουν στην ομάδα του Γιάννη Αναστασάκη;
Πηγαίνουμε πίσω τώρα! Πάρα πολλές εμπειρίες. Ήμουν 14 με 15 χρονών. Κάναμε συναυλίες. Πρώτα απ’ όλα με βοηθούσε να μαθαίνω κιθάρα, σαν δάσκαλός μου. Τον τρόπο να μελετάω μουσική. Τεχνικά. Με βοήθησε να ταξιδέψω, να παίξω τη μουσική μου στο εξωτερικό. Έκανα τις πρώτες συναυλίες, με instrumental συγκρότημα βέβαια με αυτόν τον άνθρωπο. Είχαμε φτιάξει μια ομάδα κιθαριστική όπου παίζαμε τα κομμάτια μας. Με τον Gus Drax (SUICIDAL ANGELS), όπου με αυτόν ξεκινήσαμε, ο Constantine (NIGHTRAGE, PRIMAL FEAR, NIGHTFALL), δηλαδή όλοι μετά πήραμε έναν δρόμο συγκροτημάτων. Θέλαμε να περιοδεύσουμε, να κάνουμε άλλες μουσικές και να ασχοληθούμε έξω από το instrumental. Αλλά οι εμπειρίες που έπαιρνα από αυτή την ηλικία που ήμουν στο σχολείο, μέχρι 18, ήταν φοβερές. Ταξίδεψα στη Γερμανία, έπαιξα μουσική, γνώρισα άλλους μουσικούς φοβερούς, άλλαξα γνώμες, απόψεις. Όλη η γνώση δηλαδή, ήμουν ένα σφουγγάρι που έπαιρνα συνέχεια πράγματα. Αυτό ήταν ανεκτίμητο.
Συνήθως οι κιθαρίστες του δικού σου βεληνεκούς επιλέγουν να ασχοληθούν με είδη που προβάλουν τις ικανότητες τους. Ας πούμε πιο βιρτουόζικο ήχο. Αυτό δεν συμβαίνει με σένα.
Αυτό είναι μια αρχή που είχα απ’ όταν κατάλαβα το τι είναι τεχνική στο όργανο, επέλεξα να τη χρησιμοποιήσω σαν εργαλείο και όχι σαν μέσο επίδειξης, γιατί δεν κατάφερνα ποτέ όταν προσπαθούσα να βάλω την τεχνική μου πάνω από τη ψυχή μου, αποτύγχανα με όλους τους τρόπους. Δηλαδή, μπορεί να άκουγα ένα τραγούδι που δούλευα ή έγραφα και δε μου άρεσε καθόλου το αποτέλεσμα. Δε με άγγιζε. Δε μιλούσε στη ψυχή μου. Δεν ήταν αυτό που θα μου κινήσει τα συναισθήματα μου. Οπότε το εγκατέλειψα αυτό. Δεν με άγγιξε ποτέ.
Θα δεχόσουν πρόταση για συνεργασία από καλλιτέχνη τεραστίου βεληνεκούς, όπως για παράδειγμα ο Gus G. από τον Ozzy;
Έχω μεγαλώσει ακούγοντας Ozzy. Θα το έκανα. Στους ΙRON MAIDEN, σίγουρα μεγάλη μου τιμή. Θα ήταν ένα όνειρο που θα γινόταν πραγματικότητα, μιας που μεγάλωσα ακούγοντας κλασικό heavy metal. Είναι ο λόγος που έπιασα και έπαιξα κιθάρα η μουσική αυτή.
Πως είναι να συνεργάζεσαι με μια προσωπικότητα σαν τον Σάκη Τόλη;
Έχει φοβερά όμορφες στιγμές και φοβερά δύσκολες. Όχι γιατί ο Σάκης είναι ένας δύσκολος άνθρωπος ή είναι ένας κακός άνθρωπος. Είναι γιατί οι συνθήκες είναι αυτές που είναι, όταν μετέχεις σε μια μπάντα που κάνει 80 με 100 συναυλίες το χρόνο. Τα πράγματα είναι πολύ απαιτητικά και προφανώς, όλες οι στιγμές δεν είναι ευχάριστες. Δηλαδή μπορεί να βρεθείς 3-4 μέρες άυπνος μέσα σε ένα παγωμένο τρένο, που κάναμε περιοδεία στη Σιβηρία. Δεν είχαμε χρόνο να φάμε ή να κοιμηθούμε. Απλά είχαμε την αποστολή μας να παίξουμε τη συναυλία μας, να παίξουμε σωστά, να γουστάρει ο κόσμος που θα έρθει να μας δει για πρώτη φορά σε μία απομακρυσμένη χώρα για την Ελλάδα.
Αυτή η κούραση σε επηρέασε ποτέ στην απόδοσή σου;
Ναι, υπήρξαν στιγμές που με επηρέασε και θαύμαζα πόσο υπομονετικοί είναι ο Σάκης και ο Θέμης, που έχουν σχεδόν τη διπλάσια ηλικία από μένα και κάνανε πράγματα τα οποία εμένα εκείνη τη στιγμή με κούραζαν. Ίσως ήταν και πιο εκπαιδευμένοι. Αλλά ναι, υπήρχαν στιγμές, κυρίως όταν δεν είχαμε καθόλου ύπνο, που ήταν κουραστικό. Σε κρατάει η αδρεναλίνη στο live, αλλά μετά από αυτό πραγματικά χρειάζεσαι ξεκούραση.
Ποιος ο λόγος αποχώρησης σου από τους ROTTING CHRIST;
LUCIFER’S CHILD!
Αυτός είναι; Γιατί δεν έχει ανακοινωθεί τίποτα. Δεν μπορεί να ‘ναι μόνο αυτό, τόσο ξαφνικά. Είχατε περιοδείες…
Η τελευταία περιοδεία που είχα με τους ROTTING CHRIST ήταν με τους WATAIN και μετά είχαμε ένα διάλειμμα 3-4 μήνες. Είχαμε προγραμματισμένες κάποιες συναυλίες, για τις οποίες, όταν αποχώρησα το συζήτησα με τα παιδιά και τους λέω έχω πάρει αυτή την απόφαση, ελάτε να το συζητήσουμε. Φυσικά, δεν είπα «φεύγω. Άντε γεια σας, καλή τύχη». Είπα είμαι εδώ πέρα, μέχρι να βρεθεί αντικατάσταση και ο νέος κιθαρίστας, να παίξω, να βοηθήσω το καινούριο μέλος, να του δείξω τα κομμάτια. Είμαι εδώ μέχρι να είναι έτοιμη να ξαναπαίξει η μπάντα. Όχι να σηκωθώ να φύγω έτσι. Δεν έφυγα με άσχημα συναισθήματα, δεν έφυγα με άσχημες σχέσεις, με τσακωμούς. Έφυγα σε πολύ πολιτισμένα επίπεδα. Προσπαθώ να ζήσω το όνειρο της δικής μου δημιουργίας, τους LUCIFER’S CHILD.
Πόσο διαφορετική είναι η καθημερινότητα σου, μετά την αποχώρησή σου;
Θα έλεγα πιο πολυάσχολη, που τώρα με τους LUCIFER’S CHILD είμαστε σε μια διαδικασία προετοιμασίας για τη περιοδεία που ξεκινάμε σε λίγο καιρό. Πρόβες, σκηνικά, το concept που περιβάλλει τους LUCIFER’S CHILD. Είναι μια μπάντα ας το πούμε «καν’ το μόνος σου». Τα πάντα όμως. Από το τι μπορείς να δεις, από ένα καλώδιο κιθάρας, ένα σκηνικό, τα πάντα προσπαθούμε να τα φροντίζουμε. Συν τα «βαρετά» διαπραγματεύσεις, κανονίσματα για μία συναυλία. Δηλαδή μπορεί να δαπανώ 12 με 13 ώρες την ημέρα για τη μπάντα, σε μία βέβαια busy περίοδο, όχι πάντα, αλλά είναι πιο πολυάσχολη η μέρα. Στους ROTTING CHRIST είχα αναλάβει ένα κομμάτι που ήταν να είμαι ο κιθαρίστας του συγκροτήματος στα live, ο ηχολήπτης στους τρεις τελευταίους δίσκους στο studio, βοηθούσα στο στήσιμο του live σε ότι περνούσε από το χέρι φυσικά, όμως δεν είχα το ρόλο που είχε ο Σάκης. Να τρέξει τις συναυλίες, να κανονίσει τα ταξίδια μας, το οργανωτικό κομμάτι, το οποίο έχω αναλάβει εδώ στους LUCIFER’S CHILD εγώ, το οποίο απαιτεί χρόνο, διότι μπορείς να φας τα μούτρα σου, αν δεν είσαι οργανωμένος.
Οι γνωριμίες που έκανες στα ταξίδια σου με τους ROTTING CHRIST, σας βοήθησαν στο να κανονίσεις κάποια πράγματα πιο εύκολα;
Ναι βέβαια. Με βοήθησε. Ήμουνα στο δρόμο με τους ROTTING CHRIST 7 χρόνια και ο κόσμος που με γνώριζε, δέχτηκε τη καινούρια μου μπάντα, πολύ πιο ζεστά, απ’ ότι θα ήταν αν εμφανιστώ από το πουθενά και να τους παρουσιάσω τη δουλειά μου, να στείλω ένα e-mail άτυπα.
Μπορεί οι LUCIFER’S CHILD να παίζουν black, αλλά στο παρελθόν έχεις ασχοληθεί με πιο μοντέρνα πράγματα, όπως οι VALET PARN. Γιατί λοιπόν δεν έκανες κάτι στο ίδιο ύφος;
Διότι άλλη μουσική μίλαγε στη ψυχή μου την περίοδο που ξεκίνησα τους VALET PARN. Προτού ξεκινήσω τους LUCIFER’S CHILD, η διαδικασία σύνθεσης δεν ήταν VALET PARN, ήταν κάτι διαφορετικό και δεν θέλω να βάζω στεγανά σε αυτό. Η μουσική είναι ο τελευταίος ελεύθερος πώρος που μου μένει στη ζωή μου. Ελευθερία μόνο. Και γι’ αυτό βγήκε αυτό το πράγμα στους LUCIFER’S CHILD.
Στον πρώτο δίσκο υπήρχαν αρκετά occult και black n’roll στοιχεία. Στο “The order” το 2ο στοιχείο έχει εξαλειφθεί και ακούγεστε πιο old school. Τι έφερε αυτή την αλλαγή;
Όπως σου απάντησα στη προηγούμενη ερώτηση… ελευθερία. Ο καιρός που μεσολάβησε από το “The wiccan”, στο “The order”, ήταν μια πολύ πιο έντονη περίοδος, πιο αγχωτική, πιο βαθιά συναισθηματική, πιο φορτισμένη και ο τρόπος που γράφω μουσική, βασίζεται στη εσωτερική αναζήτηση και αυτό το πράγμα με το δυνατότερο φως ας πούμε μέσα μου, αυτό προσπαθώ να περάσω παραέξω, αυτό να εκδηλώσω. Με τη δυνατότερη ενέργεια. Αυτή η ενέργεια μετατράπηκε στο “The order”.
Φαντάζομαι αφού διαβάζεις αρκετά πράγματα, όπως φαίνεται και στους δύο δίσκους οι στίχοι είναι σκοτεινοί, αποκρυφιστικοί, πηγάζουν από κει;
Ναι. Ξεκινάμε με τη γενική ορολογία «left hand path”, οκκαλτισμό, αποκρυφισμό, μυστικιστισμό όπως το λέμε είναι αρκετά διηγήματα, αρκετές ιστορίες. Είναι story telling οι στίχοι μας και φυσικά με όλα αυτά δε προσπαθούμε να δείξουμε ότι είμαστε σατανιστές και πίνουμε αίμα ή κάνουμε κάτι τέτοιο, αλλά όλα αυτά είναι παραλληλισμοί της αληθινής ζωής. Μία σύγχρονη Οδύσσεια.
Εσύ και ο Στάθης έχετε πολλά κοινά στη πορεία σας στην metal σκηνή. VALET PARN, μέλη 2 ιστορικών μπαντών της Ελληνικής σκηνής όπως οι ROTTING CHRIST και οι NIGHTFALL, με αποκορύφωμα την δημιουργία των LUCIFER’S CHILD.
Φιλία! Είμαστε φίλοι γύρω στα 17 χρόνια. Πλέον δε θα έλεγα ότι ο όρος φιλία καλύπτει πλήρως τη σχέση μου με τον Στάθη. Είναι κάτι παραπάνω. Οικογένεια. Οπότε ο καλύτερος άνθρωπος για να καταλάβει τις παραξενιές μου, για να με βοηθήσει να στήσω ένα κομμάτι, να μου πει τη γνώμη του, προσπαθούσα να προσανατολίσω την αισθητική, το ίδιο και αυτός. Από ένα κουπλέ ενός κομματιού, ένα στίχο κτλ. Δεν χωράνε τυπικούρες σε αυτή τη συνεργασία, δε χωράνε πράγματα αποστειρωμένα. Πρέπει να σε ελεύθερος, να μιλάς αυθόρμητα και αν δεν είναι οικογένεια σου, ο άνθρωπος που είναι απέναντι σου, δε μπορεί να επιτευχθεί αλλιώς. Οπότε εγώ και ο Στάθης έχουμε ειλικρινή σχέση για να κάνουμε αυτά τα πράγματα.
Έχεις ξανασυνεργαστεί με τον Μάριο στο παρελθόν, αφού είχες μια μικρή συμμετοχή στη μουσική των KARMA VIOLENS στο “Dormancy”. Δεν είναι λίγοι που τον θεωρούν ίσως τη καλύτερη extreme φωνή της Ελληνικής σκηνής.
Το πιστεύω ακράδαντα! Ο Μάριος είναι ο καλύτερος τραγουδιστής που έχω παίξει στη ζωή μου. Kαι η πρώτη επιλογή που είχαμε για τους LUCIFER’S CHILD. Ήταν ο Νο1 άνθρωπος που θα ήθελα να συνεργαστώ. Σαν τραγουδιστής είναι φωτιά. Δηλαδή φλέγεται, βγάζει όλο του το είναι και το πάθος του, ακόμα και το μίσος του… όλα τα συναισθήματα του. Συν. Εκτός από τις μουσικές του ικανότητες, το τι άνθρωπος είναι, με το τι πραγματεύεται στη ζωή του. Έχει μία πρωινή δουλειά, έχει παιδί, γυναίκα. Είναι πιο καυ**μένος και πιο ορεξάτος από 20χρονο. Είναι σαν ένα παιδί που ξεκινάει.
Τι πιστεύεις ότι κάνει τον ήχο του Hellenic black metal τόσο ξεχωριστό;
Μεγάλη κουβέντα. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες να αναλύσω τεχνικά, ότι το τέμπο ή τα αργά κομμάτια. Πιστεύω ότι ο τόπος μας, τα ερεθίσματα, όπως ξεκινήσανε οι μουσικοί, ο Σάκης, ο Στέφανος από τους VARATHRON, o Mutilator, o Magus, όταν ξεκίνησαν το ’90 να φτιάχνουν αυτόν τον ήχο, ήταν οι ζωές τους θεωρώ, το περιβάλλον, η τοποθεσία, τα ακούσματα τους. Άρχισαν με έναν άτεχνο τρόπο να δημιουργούν έναν από τους δυνατότερους πυρήνες black metal στον κόσμο. Από τον αυθορμητισμό και τη κα*λα να παίξουνε φασαρία, γρήγορα, δυνατά. Να μιμηθούνε μπάντες που ακούγανε ήδη από το εξωτερικό, να κάνουν με το δικό τους τρόπο πράγματα. Κάνανε ένα μονοπάτι, που ακολουθούμε και εμείς μέχρι σήμερα.
Ποια είναι τα άμεσα σχέδια των LUCIFER’S CHILD για το μέλλον;
Ξεκινάμε τη περιοδεία μας στις 10/5 παίζοντας με τους ENSLAVED σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και ακολουθούν φεστιβάλ και δικές μας συναυλίες στην Ευρώπη, μέχρι και τον ερχόμενο Οκτώβριο.
Υπάρχει τίποτα στα σκαριά για καινούριο δίσκο;
Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει στόχος ή ημερομηνία που θα μπούμε στο στούντιο. Ακόμα είμαστε σε mode παρουσίασης. Αλλά πιθανολογώ ότι σε λιγότερο από ένα χρόνο, το μικρόβιο θα αρχίσει να ξύνει μέσα μας, για να καθίσουμε να γράψουμε μουσικές.
Παίζετε πρώτη φορά μπροστά στο αθηναϊκό κοινό. Ποια τα συναισθήματα;
Ανυπομονησία. Πάντα είναι μοναδικό να παίζεις στο τόπο σου. Μπροστά σε ανθρώπους που ξέρεις, που έχεις ξαναδεί, που βλέπεις στην καθημερινότητα σου. Είναι μια πιο ιδιαίτερη εμπειρία.
Τι να περιμένουμε από τους LUCIFER’S CHILD στο live με τους ENSLAVED;
Κόλαση!
Γιώργος Δρογγίτης