
Το “Metallica” (ή “Black Album”, όπως είναι ευρύτερα γνωστό λόγω του χαρακτηριστικού μαύρου εξωφύλλου) των METALLICA δεν είναι ένα συνηθισμένο άλμπουμ, ούτε για τα δεδομένα της metal σκηνής, ούτε για το ίδιο το συγκρότημα. Αυτή η πέμπτη κυκλοφορία τους έφερε τα πάνω-κάτω, σίγουρα για τους ίδιους, πουλώντας τρελά και καθιστώντας τους το νο. 1 συγκρότημα στον σκληρό ήχο, αλλά περισσότερο απ’ όλα, αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος για την παραμονή του metal στην επικαιρότητα, όταν το grunge ήδη είχε αρχίσει να σαρώνει ό,τι ήταν δημοφιλές κατά την δεκαετία του ’80. Δεν ήταν απλώς μία τεράστια επιτυχία για τους METALLICA, αλλά διαμόρφωσε, σε μεγάλο βαθμό, τον ήχο των επόμενων δεκαετιών, ενώ παράλληλα ήταν αρκετά «προσιτό» για να φέρει περισσότερο κόσμο (συμπεριλαμβανομένου και εμού) σε επαφή με το αγαπημένο μας μουσικό ιδίωμα. Παρακάτω θα αποπειραθώ, δεκαετίες μετά από την στιγμή που το πρωτοάκουσα, να βάλω σε μία λογική κατάταξη “worst-to-best” τα 12 τραγούδια του διπλού δίσκου που έκανε τους METALLICA superstars και έβαλε το heavy metal σε κάθε εφηβικό δωμάτιο, κάπου εκεί στο μακρινό 1991.
The “Metallica” countdown:
- “Don’t tread on me” (4.00)
Το εμβατηριακό “Don’t tread on me” διαθέτει τον απαιτούμενο όγκο και το ρυθμικό riff, όμως οι επιθετικά «πατριωτικοί» του στίχοι, με τον τίτλο να παραπέμπει σε ένα motto που κρατάει από τότε που οι ΗΠΑ ήταν στο πρωτόλειο αποικιακό καθεστώς, δε νομίζω να αγγίζουν κάποιον πέρα από τον μέσο Αμερικάνο. Μουσικά, δε, έχει απλοϊκή ενορχήστρωση, χωρίς να προσφέρει κάτι αξιομνημόνευτο στον ακροατή.
- “The struggle within” (3.52)
Ορισμένα τραγούδια του “Metallica” έχουν αρκετά παρόμοιο μεταξύ τους στυλ, δίνοντας την αίσθηση ότι ξέμειναν από ένα τεράστιο συνεχόμενο session με σκοπό να συμπληρώσουν την διάρκεια του διπλού δίσκου. Το “The struggle within” είναι ένα από αυτά. Και μόνο τυχαίο δεν είναι που γράφτηκε καθώς ο James Hetfield είχε μπλοκάρει και δεν μπορούσε να σκεφτεί στίχους για το τραγούδι. Παράλληλα, δεν προσφέρει και πολλά μουσικά, καθώς χρησιμοποιεί το «μιλιταριστικό» στυλ στην εισαγωγή που απαντάται στο “Don’t tread on me”, και καλπάζει εμπρός, σαφώς με πολλή ενέργεια, χωρίς όμως να κάνει ιδιαίτερη εντύπωση.
- “Through the never” (4.04)
To “Through the never” είναι ένα τραγούδι που συμπαθεί αρκετά ο παραγωγός του άλμπουμ, Bob Rock, αλλά ακόμα και αυτός δεν μπόρεσε να το «απορροφήσει» από την αρχή. Είναι αρκετά δυνατό, πατάει γκάζια με το χαρακτηριστικό επαναλαμβανόμενο riff-άκι του αλλά η απόσταση του από τα καλά τραγούδια του “Black Album” είναι μεγάλη.
- “The God that failed” (5.08)
Σε ένα τέτοιο άλμπουμ που άλλαξε τα δεδομένα, ίσως να είναι άξιο απορίας πως γίνεται ένα τραγούδι σαν το “The God that failed” να βρίσκεται χαμηλά στην κατάταξη. Αυτή, άλλωστε, είναι και η μεγάλη πρόκληση για όποιον εξ ημών αναλαμβάνει να γράψει ένα κομμάτι σε αυτή την στήλη. Βασισμένο στις προσωπικές εμπειρίες του James Hetfield από την περιπέτεια με την μητέρα του, η οποία δεν δέχτηκε θεραπευτική αγωγή όταν αρρώστησε βαριά καθώς πίστευε ότι θα την έσωζε η πίστη της (με αποτέλεσμα να πεθάνει), οι METALLICA χτυπούν την θρησκοληψία και την ιδρυματοποίηση της πίστης, όχι με φτηνό τρόπο αλλά με γνήσια αγανάκτηση. Το τραγούδι προσφέρει σκοτεινές στιγμές και παρόλο που δεν είναι από τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό από το “Black Album”, έχει αρκετό συναισθηματικό βάθος και βάρος για να μπει κοντά στην μέση της κατάταξης μας.
- “Of wolf and man” (4.16)
Έχουμε αρχίσει να μπαίνουμε στην περιοχή των τεράτων, και το “Of wolf and man” μιλάει ακριβώς γι’ αυτό. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της λυκανθρωπίας, οι METALLICA ουσιαστικά περιγράφουν μία διαδικασία μεταμόρφωσης που οδηγεί σε ένα πιο γνήσιο και ελεύθερο τρόπο ζωής, που έρχεται με μεγάλη δύναμη και πάει κόντρα στο κατεστημένο. Η πρωτόγονη γοητεία του το έχει καταστήσει αγαπημένο πολλών fans, οι οποίοι ενδεχομένως φαντάζονται τον εαυτό τους να ουρλιάζει κάτω από την πανσέληνο, αγκαλιάζοντας την σκιά μαζί με το φως.
- “Holier than thou” (3.47)
Ίσως να ακουστεί παράξενο, αλλά αρχικά, το “Holier than thou” προοριζόταν, κατόπιν παραίνεσης του Bob Rock, για να γίνει ένα από τα single του “Metallica”. Αναφέρεται σε αρκετά στελέχη της μουσικής βιομηχανίας, έντονα κριτικούς, νάρκισσους και υποκριτές. Πολύ ενεργητικό, ρυθμικό και με riff που «δαγκώνει» έχει τα χαρακτηριστικά ενός κλασικού ύμνου των METALLICA, ακόμα και αν δεν το προώθησαν για single (και σωστά, κατ’ εμέ, μιας και υπάρχουν πολύ δυνατότερες επιλογές).
- “My friend of misery” (6.49)
Ξεκινώντας σαν instrumental κομμάτι από μία ιδέα του Jason Newsted, το “My Friend of misery” έχει κάποια ιδιαιτέρα στοιχεία που το καθιστούν ξεχωριστό στο track list του “Black Album”. Σίγουρα η εισαγωγή του Newsted με το μελαγχολικό μπάσο του είναι ένα από αυτά τα στοιχεία, καθώς και η προσεγμένη ενορχήστρωση του, δημιουργώντας ακριβώς αυτή την ατμόσφαιρα που δουλεύει πολύ αποτελεσματικά στο να σε κάνει να ακούσεις προσεκτικότερα, δημιουργώντας εικόνες όπως θα παρακολουθούσες μία ταινία. Προσωπικά μου θυμίζει αρκετά και PARADISE LOST και, σε σημεία, LED ZEPPELIN, κάτι που βρίσκω συναρπαστικό.
- “The unforgiven” (6.27)
Φτάσαμε αισίως στην τελική πεντάδα, σε ένα επίπεδο όπου οι νόμοι των προτιμήσεων και της δημοφιλίας καταρρέουν. Γνωρίζω εκ των προτέρων ότι θα διαφωνήσουμε σε αυτό το τελικό στάδιο, αλλά ως γραφών, είμαι υποχρεωμένος να εκφέρω άποψη τοποθετώντας στην αρχή του top-5 το “Unforgiven”. Μία από τις δύο μπαλάντες του δίσκου και σίγουρα ένα από τα γνωστότερα τραγούδια των METALLICA, το “Unforgiven” είναι ατμοσφαιρικό και δραματικό, ένας βαθύς στοχασμός πάνω στη ζωή, την αγάπη και την ελευθερία, ενώ μουσικά αποτίνει και ένα διακριτικό φόρο τιμής στον μεγάλο συνθέτη Ennio Morricone, με την άψογη ενορχήστρωση του να κάνει την κάθε νότα να αξίζει και να στοιχειώνει τον ακροατή με τα heavy και πιο απαλά σημεία του, όπου ο Hetfield μοιάζει να εξομολογείται από καρδιάς. Περισσότερα σε αυτό … παρακάτω.
- “Wherever I may roam” (6.44)
H αναφορά μου στους ZEPPELIN προηγουμένως ισχύει και στην περίπτωση αυτού του ύμνου, που δυσκολεύτηκα τρομερά αν θα το βάλω εδώ ή στην τρίτη θέση. Εξωτική εισαγωγή, ταξιδιάρικη διάθεση, μία κατάσταση που δεν είναι εύκολη αλλά σε απελευθερώνει, κάνοντας την καρδιά να χτυπάει όλο και πιο δυνατά, καθώς ο Lars Ulrich ανεβάζει την ταχύτητα στα ντραμς. Το “Wherever I may roam” κονιορτοποιεί τα ηχεία με το καθαρό βάρος του, ξεσηκώνοντας ακόμα και τον πιο νωχελικό ακροατή, με τον ακατάπαυστο ρυθμό του που θέλει να μας βγάλει στον δρόμο μαζί με το συγκρότημα για να αφήσουμε τα μυαλά και τις ψυχές μας σε κάποιον από τους 250 περίπου συναυλιακούς χώρους που οι METALLICA έγραψαν (για μία ακόμη φορά) ιστορία, στην κατάλληλα ονομαζόμενη “Wherever We May Roam Tour”. Μία περιοδεία που έχει χαρίσει μερικά από τα μεγαλύτερα highlights στην ιστορία του heavy metal, όπως η τερατώδης εμφάνιση τους στο αεροδρόμιο Tushino της Μόσχας. Αν υπάρχει ένα τραγούδι που να αποτυπώνει τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά το πνεύμα των METALLICA στον δρόμο, αυτό είναι το “ Wherever I may roam” και μας προσφέρει όλα όσα θα θέλαμε να ακούσουμε από το συγκρότημα – και ακόμα παραπάνω.
- “Sad but true” (5.24)
Εδώ μάλλον μιλάμε για τα πιο γνωστά χτυπήματα του Lars Ulrich στα χιλιοταλαιπωρημένα ντραμς του. Η ατόφια δύναμη που βγαίνει από το “Sad but true” δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο στο άλμπουμ, καθιστώντας το ένα από τα βαρύτερα και επιθετικότερα τραγούδια της καριέρας τους, παρά το αργό tempo του. Θεματικά, αφορά την διττή φύση και θέση του ανθρώπου, ανάμεσα στο καλό και το κακό. Το “Sad but true” ήταν το τελευταίο από τα πέντε singles που κυκλοφόρησαν από το “Metallica” κι ένα από τα πρώτα τραγούδια που άρχισαν να δουλεύουν για το άλμπουμ. Οι Hetfield και Ulrich ξεκίνησαν το κομμάτι το καλοκαίρι του 1990 και το έβαλαν σε ένα demo μαζί με τα “Enter Sandman”, “Wherever I may roam” και “Nothing else matters”, σε μία από τις, αναμφίβολα, πιο δημιουργικές και παραγωγικές περιόδους τους. Αγαπημένο τόσο από τον Τύπο όσο και από το κοινό, το “Sad but true” δεν έχει χάσει ίχνος από την ενέργεια και τον άγριο τσαμπουκά του, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες που επιτέθηκε στα στερεοφωνικά μας για πρώτη φορά.
- “Nothing else matters” (6.28)
Ναι, ξέρω, είναι χιλιοπαιγμένο, είναι «σούπα», παίζει παντού και πάντα, αλλά ας είμαστε αντικειμενικοί: τον πρώτο καιρό που κυκλοφόρησε, δεν έλειπε από την playlist κανενός, μεταλλά και μη, μηδενός και μηδεμίας εξαιρουμένου/ης. Ίσως αυτή η δεύτερη μπαλάντα του “Black Album” να ήταν η πιο απροσδόκητη κίνηση των METALLICA εκείνη την εποχή, γραμμένο και παιγμένο ως μία ολοκληρωμένη μπαλάντα με ορχηστρικές πινελιές (από τον μακαρίτη και μεγάλο μαέστρο Michael Kamen, με τον οποίο θα συνεργαζόντουσαν αργότερα στο “S &M”), με αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον ορόσημο στην καριέρα τους. Το γεγονός ότι είχε τόση μεγάλη απήχηση μπορεί να οφείλεται και στο πανανθρώπινο θέμα της σύνδεσης και της απώλειας, που προκύπτουν μέσα από διάφορες καταστάσεις. Το “Nothing else matters” μπορεί να θεωρείται πλέον παρωχημένο επειδή έπεσε στην παγίδα που πέφτουν όλα αυτά τα ασύλληπτα hit, να υπερπαιχτεί και να υπερκαταναλωθεί, όμως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι αποτελεί ένα από τα τρία πιο γνωστά και δημοφιλή τραγούδια του συγκροτήματος. Και σίγουρα τους άνοιξε δρόμους σε μέρη και ακροατήρια στα οποία δεν είχαν εμφανιστεί ποτέ. Είναι αξιοθαύμαστο πως ένα τόσο βαρύ και ασήκωτο σχήμα σαν τους METALLICA έβγαλε ένα τόσο ευαίσθητο και άκρως εξομολογητικό τραγούδι, αλλά αυτή δεν είναι και η μαγεία ενός τόσο μεγάλου συγκροτήματος;
- “Enter Sandman” (5.31)
Στο νο. 1 της κατάταξης μας βρίσκεται το τραγούδι που όρισε το “Black Album” και μία ολόκληρη γενιά οπαδών των METALLICA. Όλοι και όλες θυμόσαστε το κινηματογραφικό, αγχωτικό βιντεοκλίπ με το παιδάκι που υφίσταται μία δοκιμασία, από την ώρα που πέφτει για ύπνο και παρακαλεί να σωθεί από το βασανιστικό του όνειρο. Είναι άξιο αναφοράς ότι ο ντράμερ Lars Ulrich (!) ήταν αυτός που ξανάγραψε το αρχικό riff του, κατά τ’ άλλα, πληθωρικότατου κιθαρίστα Kirk Hammett, σε μία στιγμή σπάνιας έμπνευσης, αλλάζοντας τελείως την φυσιογνωμία του αρχικού κομματιού. Όλη η ομάδα αποδίδει τα μέγιστα εδώ, μετατρέποντας αυτή την προσομοίωση στον εφιάλτη σε πολιορκητικό κριό που έσπασε με θόρυβο τις πύλες της εμπορικής επιτυχίας για το συγκρότημα, οδηγώντας τον διπλό αυτό δίσκο να γίνει η μεγαλύτερη σε πωλήσεις metal κυκλοφορία όλων των εποχών. Ήταν απόλυτα φυσικό, λοιπόν, το “Enter Sandman”, με το εμφατικό και δυναμικό του στυλ, να αποτελέσει μία καθοριστική στιγμή όχι μόνο του “Metallica” αλλά και ολόκληρης της rock σκηνής της δεκαετίας του ’90. Και η γενιά μου μόνο ευγνώμων μπορεί να είναι γι’ αυτό.
Κώστας Τσιρανίδης















