Σήμερα, το ημερολόγιο θα γράψει 1995, και θα μεταφερθούμε νοητά στην Tampa της Florida. Εκεί που οι άρχοντες του ανίερου death metal και δεύτερη αγαπημένη μπάντα του γράφοντος στο είδος MORBID ANGEL, θα έκαναν το 4/4 αριστουργήματα, με το “Domination”. Τίτλος όνομα και πράγμα, μιας κι εκείνη την περίοδο, ήταν ανέγγιχτοι. Αξίζει να σημειωθεί το πόσο μεγάλη εμπορική απήχηση είχε η μπάντα, που μόλις είχε τελειώσει περιοδεία με BLACK SABBATH και MOTORHEAD, και ο δίσκος είχε πάρει αναγνωρισιμότητα, μέσω του MTV και των δύο video clip για το “Rapture” (σβήνω) και “God of emptiness” (λιώνω). Έτσι, αποτελώντας φυσική συνέχεια του προσωπικού μου αγαπημένου “Covenant”, το “Domination” βρίσκει τους MORBID ANGEL προ μιας τεράστιας αλλαγής: μέσα ο Erik Rutan στις κιθάρες και έτσι η μπάντα ξαναγίνεται τετράδα όπως ήταν στο “Blessed are the sick” (1991) (όπου στο πλευρό του βασικού συνθέτη Trey Azagthoth, έπαιζε ο συγχωρεμένος Richard Brunelle). Επίσης, παραγωγός θα είναι ο Bill Kennedy σε συνεργασία με την ίδια τη μπάντα, στη θέση του Flemming Rasmussen.
Ενδιάμεσα, οι MORBID ANGEL θα συνεργαστούν με το industrial group LAIBACH από τη Σλοβενία (με ιστορία που ξεκινάει από το μακρινό 1980!), για να βγάλουν τα περίφημα “Laibach remixes”, σε ένα ρεσιτάλ ανοιχτομυαλιάς και αναπάντεχου πειραματισμού, το 1994. Τι περιέχουν αυτά; Τα κλασσικά και λατρεμένα “God of emptiness” και “Sworn to the black” σε μια άκρως ενδιαφέρουσα μίξη των industrial στοιχείων με το ανίερο και μαύρο death metal των θρύλων της Florida, που έγινε με γούστο, μεράκι και αγάπη/αλληλοσεβασμό μεταξύ των δύο μουσικών. Παρατίθεται εννοείται αυτούσιο, σαν δείγμα του τι πρέπει να γίνεται όταν “παντρεύονται” οι δύο μουσικοί κόσμοι:
Πίσω στο “Domination”. Το άλμπουμ όταν κυκλοφόρησε σαν σήμερα στις 9 Μαΐου του ‘95, είχε δύο εξώφυλλα: το κλασσικό μωβ-πράσινο που χρησιμοποιήθηκε για το CD και ένα μπλε-κόκκινο με αγάλματα που χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση βινυλίου. Επίσης, αυτό το άλμπουμ το περιτριγυρίζει μια διαβόητη ιστορία μιας special edition. Το περίφημο “slime pack”. Εξηγώ για όσους δεν το ήξεραν, κι έχουν γουρλώσει μάτια αυτή τη στιγμή: η Earache σκεφτόταν ως όμορφο extra για την special edition του δίσκου, να το βάλει σε μια πλαστική συσκευασία με ένα ανοιχτό πράσινο υγρό στα χρώματα του εξωφύλλου. Για κακή τύχη της εταιρείας, το υλικό αποδείχθηκε τοξικό και μετά από μερικές κόπιες που βγήκαν στη γύρα πριν την επίσημη κυκλοφορία του, η ιδέα απορρίφθηκε και οι κόπιες καταστράφηκαν. Σήμερα, αυτή η έκδοση κοστίζει στο discogs την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές 2.500 ευρώ! Οπότε, όσοι και όσες νιώθετε αρκετά γενναίοι και έχετε τα λεφτά, διαβαίνετε. Εγώ θα κρατήσω την έκδοσή μου και θα προσπεράσω! Και αφού είπαμε όλα τα όμορφα που έπρεπε για το άλμπουμ αυτό, πάμε να το “αξιολογήσουμε” τώρα. Που να ρίξει φωτιά ο Yog-Sothoth και να μας κάψει δηλαδή και όλοι οι αρχέγονοι μαζί, αλλά μια ψυχή που ναι να βγει, ας βγει!
The “Domination” countdown:
11) “Melting” (1.20)
Γενικά η εύκολη λύση είναι να μπαίνουν εδώ τα instrumental/ιντερλούδια. Αλλά ας μιλήσουμε λίγο παραπάνω γι’ αυτά. Έχουν και αυτά το ρόλο που επιτελούν σε αυτό το θηριώδες άλμπουμ. Ποιος είναι αυτός; Μα φυσικά, να είναι συνδετικός κρίκος ή και διάλειμμα ενίοτε ανάμεσα στα κομμάτια, αναλόγως του πως ένιωθε ο Trey Azagthoth εκείνη τη στιγμή! Εδώ το “Melting”, μετά το ανελέητο σφυροκόπημα μεταξύ των 3 πρώτων κομματιών, έρχεται να χτίσει ένταση για ένα διαφορετικό τέρας. Το “Nothing but fear”, και το πετυχαίνει περίφημα!
10) “Dreaming” (2.17)
Εδώ είμαστε στη κατηγορία “διάλειμμα”. Πιο αιθέριο και ακόμα μελωδικό για δεδομένα MORBID ANGEL, αλλά όχι ασύνηθες. Θυμηθείτε τα αντίστοιχα του “Blessed are the sick”, και ειδικά το πανέμορφα μελωδικό κλείσιμο “In remembrance”. Ο Trey δεν έκρυψε την αγάπη του για τα πιο μελωδικά, λυρικά ακούσματα εντός και εκτός του σκληρού ήχου (αφιέρωσε όλη του τη δουλειά στον Wolfgang Amadeus Mozart, τι να λέμε εμείς εδώ τώρα…), και ούτε σκοπεύει να το κάνει εδώ. Και ορθώς το κάνει θα πω εγώ!
9) “This means war” (3.12)
Σφυροκόπημα, διάλυση αλάτων σβέρκου και τα πάντα όλα. Γραμμένο από τον φρέσκο, πιτσιρικά τότε, Erik Rutan. Πατροπαράδοτοι MORBID ANGEL που κηρύσσουν πόλεμο κατά όσων τους έκαναν τόσο μεγάλο κακό (“’Tis time for reparations, ‘tis time to settle scores, this time we give no warning….THIS MEANS WAR!”). Αποτελούν από τις στιγμές στη δισκογραφία των MORBID ANGEL, που το μήνυμα δεν είναι απόκρυφο/ανίερο μα για κάποιο λόγο πηγαίνει σε κάτι πιο γήινο. Την εκδίκηση. Συνέχεια του ”Dawn of the angry” θα έλεγα, θεματικά!
8) “Hatework” (5.47)
Το πείραμα του δίσκου (γραμμένο από τον Rutan παρακαλώ!) και το μεγάλο του κλείσιμο. Η σχέση των MORBID ANGEL με το industrial όπως θα έπρεπε πάντα να ακούγεται σε κυκλοφορίες τους (όχι σαν το “Illud divinum insanus” – o Yog-Sothoth να μας φυλάει). Η σχέση ήταν γνωστή από τα “Laibach mixes” (είδαμε παραπάνω λεπτομέρειες), αλλά εδώ, οι MORBID ANGEL γράφουν κάτι δικό τους. Βιομηχανικά σχεδόν παγωμένο, αλλά ιδανικά παντρεμένο με το κτήνος που είναι ένα κομμάτι των MORBID ANGEL.
7) “Eyes to see, ears to hear” (3.52)
“….YOU FOOLS, THESE EYES WERE NEVER FOR YOU”. Για όσους έχουν μάτια και βλέπουν, και αυτιά να ακούνε. Συγγραμμένο από τους Rutan/Azagthoth. Ξανά, σαφέστατο και πιο γήινο μήνυμα με πολλούς αποδέκτες και από τις φορές που ο Vincent κάτι κάποια “αφηγηματικά” καθαρά στο ρεφρέν, που είναι πανέξυπνα. Ενισχύουν με έναν τόσο απλό τρόπο το μήνυμα του κομματιού, σε συνδυασμό με ένα από τα αγαπημένα μου solos του Azagthoth στο δίσκο.
6) “Inquisition (burn with me)” (4.33)
Υπέροχα αργόσυρτο κομμάτι, στα πρότυπα των MORBID ANGEL που ξέρουμε και αγαπάμε. Με απίστευτες αντισυμβατικές ρυθμικά riff-άρες, που όμως με ένα μαγικό τρόπο διπλώνουν το σβέρκο στη μέση, που δίνουν με τη σειρά τους στο κομμάτι μια εκπληκτική ατμόσφαιρα, καθώς και το χώρο στον μεγάλο Trey Azagthoth να μεγαλουργήσει σολιστικά. Riffs τα οποία σε πετάνε σε φωτιές, που σου αρέσει τόσο μα τόσο πολύ να καίγεσαι μέσα τους. Απίστευτη σύνθεση. BURN WITH ME!
5) “Dominate” (2.39)
”WEAK ASIDE”. Πως να μη γίνει σαφές το μήνυμα ενός δίσκου που ξεκινάει έτσι; Οι αδύναμοι στην άκρη κι εμείς θα κυριαρχήσουμε! Και που να με πάρει ο Cthulhu, όχι μόνο ένιωθαν έτσι, αλλά είχαν και κάθε δίκιο να νιώθουν έτσι. Ουδείς έπαιζε όπως εκείνοι, και τα πνευματικά τους παιδιά που είχαν ήδη αρχίσει να βγαίνουν από τη “σπορά” των πρώτων τους δίσκων έχτιζαν το καθένα το δικό του μύθο (ANGELCORPSE, IMMOLATION φερ’ ειπείν). Αλλά οι MORBID ANGEL δώσαν το σύνθημα, πριν από όλους στο ανίερο death metal. Σαρωτικοί, φρενήρεις και μαύροι. WE WILL DOMINAAAAATE!
4) “Where the slime live” (5.26)
Κομμάτια υπερκλασσικά και αγαπημένα. Συχνά το πόσο πολύ έχουν παιχτεί σε τηλεόραση/ραδιόφωνο, επισκιάζει τη κρίση μας. Τείνουμε να τα θεωρούμε λιγότερο καλά, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο. Ωστόσο, κάθε δίσκος χρειάζεται έναν ύμνο που θα ανοίξει τις εμπορικές πόρτες για το εκάστοτε συγκρότημα. Θέλετε να τον πείτε “κράχτη”; Καμία αντίρρηση. Το “Where the slime live” είναι ένα τέτοιο άσμα, στα πρότυπα ενός “Rapture” από το “Covenant”. Αργόσυρτο, γκρουβάτο με το τρόπο που μας έμαθαν οι MORBID ANGEL, με τα παραμορφωμένα φωνητικά του Vincent (είδε πως το πείραμα πέτυχε στο ”God of emptiness”, και το ξαναέκανε με επιτυχία πάλι) να προσδίδουν μια αίσθηση «γλίτσας» στο άσμα αυτό. Και κάτι ακόμα, το σπάσιμο προς το τελικό riff και solo είναι σεμινάριο δυναμικής σε κομμάτι. Και μια υπέροχη σημείωση, μια και μιλήσαμε για το solo: “I dedicate my lead in “Where the slime live” to Eddie Van Halen for his mastery in guitar creation”.
3) “Dawn of the angry” (4.39)
Μπάσιμο μεγάλου παίκτου, που λέει και ο συγχωρεμένος ο Αλέφαντος! Μέτρημα με την πιο “industrial” εισαγωγή, και δώστου δίκαση! Μίσος, οργή και όλα τα “καλά” σε ένα διαολεμένα κλασσικό και λατρεμένο από τους οπαδούς κομμάτι, το οποίο αποτελεί μαζί με το “This means war” τα κομμάτια που όπως είπαμε προηγουμένως, “ξεφεύγουν” της κλασσικής θεματικής των MORBID ANGEL. Εκδίκηση, οι εχθροί μας, τα αδέρφια μας που είτε πέθαναν και είναι αιχμάλωτοι, θα πληρώσετε καθίκια και τα τοιαύτα. Πολλοί επιτήδειοι, λόγω διατύπωσης, τους κατηγόρησαν μέχρι και για ρατσισμό (τόσα ξέρουν, τόσα λένε), αλλά το αυτί των Αμερικανών δεν ίδρωσε και ιδιαίτερα.
2) “Nothing but fear” (4.31)
Σύνθεση πολλών οκτανίων, με φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Erik Rutan. Απίστευτα βορβορώδες και αργόσυρτο κομμάτι. Επιστροφή στις απόκρυφες θεματικές, πεταμένοι σε μπουντρούμια που γίνονται τελετές μαύρης μαγείας, παράξενα όντα έρχονται στο γήινο κόσμο και οι θνητοί στη καρδιά τους έχουν μόνο φόβο. Για το άγνωστο, το αρχέγονο, το ανεξέλεγκτο. Και εδώ μέσα, έχει το solo που ξεχωρίζω από όλα του δίσκου, από τον μεγάλο Trey Azagthoth. Γλυκά μελωδικό, μεγαλοπρεπές μα και τόσο ταιριαστό στη φύση της μπάντας. Σαν μια ποιητική περιγραφή των πλασμάτων των άλλων κόσμων που περιγράφουν στα κομμάτια τους.
1) “Caesars’ palace” (6.20)
Από τα πρώτα κομμάτια MORBID ANGEL που έμαθα στη κιθάρα και από τους πλέον αγαπημένους μου ύμνους της κλασσικής περιόδου των υπέρτατων. Μαγευτικό, επιβλητικό death metal όπως μόνο εκείνοι ξέρουν να το παίζουν. Με riffs που έρπουν σαν μεγαλοπρεπή φίδια, ή σαν πλοκάμια Αρχέγονων θεών, το “Caesars’ palace” αποτελεί μια από τις πιο ψαρωτικές στιγμές στην ιστορία του death metal. Και εκείνο το καιρό, οι MORBID ANGEL ήταν οι Καίσαρες του ανίερου σκέλους του είδους, που ουδεμία Σύγκλητος, κανένας Βρούτος και καμία γήινη ή μη δύναμη δε μπορούσε να τους ρίξει από το θρόνο τους. Τελεία και παύλα. IT’S A TIME FOR CELEBRATION, OUR WILL TO RESTORE!
Το “Domination” έχει το μεγάλο ατού να είναι το κύκνειο άσμα του David Vincent στο συγκρότημα, μέχρι την επάνοδο του μια δεκαετία μετά, και από πολλούς θεωρείται μια από τις τελευταίες τεράστιες και κλασσικές δουλειές του death metal. Σαφώς και διαφωνώ με τη δήλωση αυτή, αλλά καταλαβαίνω γιατί και πως λέγεται από τους ανθρώπους που λέγεται αυτό. Βλέπετε, διαφορετικά δεδομένα, διαφορετικές καταστάσεις στη σκηνή τη τότε με την τώρα, αλλά διόλου ευκαταφρόνητες οι κλασσικές δουλειές του σήμερα που πάτησαν στη παλιά φρουρά κι έχτισαν το δικό τους μύθο μέρα με τη μέρα.
Επιπρόσθετα, συνοδεύτηκε από το “Entangled in chaos” live album, την επόμενη χρονιά, το οποίο περιείχε ένα μόλις κομμάτι από το “Domination” (το “Dominate”) και ένα ποτ πουρί της πρώτης τριάδας, δείχνοντας συν τοις άλλοις τη καταστροφική υπεροχή των MORBID ANGEL στο σανίδι. Επίσης, παραδίδεται αυτούσιο, ως μια από τις σπουδαιότερες ηχογραφήσεις του είδους επί σκηνής!
Κάπως έτσι, ολοκληρώνεται το κείμενο για ένα τέτοιο μνημείο του death metal. Θυμηθείτε, σημασία δεν έχει η σειρά που τα έβαλα εγώ ή ο οποιοσδήποτε στο φινάλε. Αυτά είναι το “να ‘χαμε να λέγαμε, να ‘χαμε να πούμε”. Περισσότερη σημασία έχει, το τι σπουδαία, τιτάνια παρακαταθήκη άφησαν αυτά τα άλμπουμ στη πορεία της μουσικής που αγαπάμε, και το ότι σας βάζουμε στο τριπάκι να θυμάστε, ποιος, τι και γιατί σε αυτά τα σήματα κατατεθέντα του εκάστοτε είδους. Τώρα βάλτε το δυνατά, και διαλύστε τα όλα. Εις το επανιδείν!
Γιάννης Σαββίδης