“A prog revelation”
Το να έχεις να αντιμετωπίσεις τον χαμό ενός αδερφικού φίλου και μέλους της μπάντας και μετά στο καπάκι μια παγκόσμια πανδημία ενώ είσαι και πολίτης μιας χώρας που κάθε άλλο παρά ενδείκνυται για να ζεις ως μουσικός, δεν διαμορφώνουν και τις καλύτερες συνθήκες για να συνεχίσεις με την μπάντα. Όμως, το αθηναϊκό κουαρτέτο των MOTHER OF MILLIONS, όχι μόνο αψήφησε την μοίρα του αλλά επανέρχεται δριμύτερο με το τέταρτο, και κατά γενική ομολογία, πιο ολοκληρωμένο και δεμένο δίσκο τους, “Magna Mater”. Ευκαιρία λοιπόν να μιλήσουμε με τον frontman Γιώργο Προκοπίου. Μην χάσετε την ευκαιρία να δείτε το συγκρότημα στην Αθήνα (Fuzz) στις 9 Νοεμβρίου και στη Θεσσαλονίκη στο WE στις 16 του ίδιου μήνα, μαζί με τους KHIRKI.
Είστε μια μπάντα που έπρεπε να αντιμετωπίσει όχι μόνο τον πρόωρο χαμό ενός μέλους και, πάνω από όλα αδερφικού φίλου αλλά και την πανδημία. Πώς τα καταφέρατε;
Ήταν ακριβώς το lockdown εκείνο το οποίο έδωσε στον καθένα από εμάς πρώτα ένα χρονικό περιθώριο για να το ξεπεράσουμε, για να γιατρευτούμε ψυχολογικά, και μετά, να σκεφτούμε συλλογικά και να αποφασίσουμε για το μέλλον της μπάντας. Ίσως να ακουστεί κάπως κοινότυπο, αλλά η μουσική είναι ένας τρόπος για να εκφράσεις την θλίψη, τον πόνο, την απογοήτευση, κτλ. Άλλοι εκφράζουν αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μέσω της κατάθλιψης, της οργής, των καταχρήσεων, κτλ. Εγώ τον Μάκη τον γνώρισα μέσω της μουσικής και θεώρησα ότι ο καλύτερος τρόπος για να τιμήσω την μνήμη του ήταν να συνεχίσω να κάνω μουσική με την μπάντα που εκείνος είχε ιδρύσει με τα άλλα παιδιά (εγώ ήμουν ο τελευταίος που μπήκε στην μπάντα). Όντως, όταν ξαναρχίσαμε να κάνουμε πρόβες, είδαμε πώς η μουσική άλλαζε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα σε κάτι θετικό. Από την άλλη, όταν αποφασίσαμε ότι θα συνεχίσουμε, αμέσως ήρθε η σειρά της επόμενης απόφασης: θα παίρναμε έναν καινούργιο πληκτρά ή θα μέναμε ως κουαρτέτο; Ευτυχώς, ο ντράμερ μας ο Γιώργος, είναι κι ένας εξαιρετικός πιανίστας επίσης, οπότε έχει αναλάβει κι αυτό το ρόλο, ακόμα και επί σκηνής: υπάρχουν κάποια κομμάτια στα οποία παίζει τα πλήκτρα live. Είπα προηγουμένως «ευτυχώς» γιατί δεν θα θέλαμε να αλλάξουμε την δυναμική της μπάντας, τον πυρήνα της, γιατί αυτός ο πυρήνας έχει μείνει ο ίδιος από την ίδρυση της μπάντας, οπότε, όπως καταλαβαίνεις, το να φέρουμε ένα καινούργιο μέλος, θες δε θες, θα μπορούσε να έχει τις οποιεσδήποτε επιπτώσεις στο μέλλον. Αλλά πάνω από όλα δεν μπορούσαμε να φανταστούμε το κενό που άφησε ο Μάκης να το γεμίσει οποιοσδήποτε. Προτιμούσαμε να αφήσουμε εκείνο το κενό να υπάρχει.
Φαντάζομαι ότι αυτό θα ήθελε κι ο Μάκης: να συνεχίσετε…
Αν κι αυτό που είπες ακούγεται κοινότυπο, είναι η αλήθεια (γέλια). Πόσες φορές κατά την διάρκεια της σύνθεσης και ηχογράφησης του δίσκου δεν είπαμε ο ένας στον άλλο: ρε, συ, αυτό το ρεφραίν ή αυτό το ακόρντο ο Μάκης θα το γούσταρε σίγουρα! Ξέρεις, ο Μάκης είχε μια παράξενη αύρα γύρω του, με την έννοια ότι είχε τον ενθουσιασμό ενός μικρού παιδιού. Όταν του έρχονταν στον νου ένας καινούργιος στίχος ή μια καινούργια μελωδία, έκανε σαν μικρό παιδί από την χαρά του και φυσικά αυτός ο ενθουσιασμός ήταν μεταδοτικός. Επίσης ήταν κι εκείνος που έτρεχε περισσότερο για τα θέματα της μπάντας, οπότε τολμώ να πω ότι ήταν η κινητήριος δύναμη της μπάντας. Η σύνθεση του νέου δίσκου ήταν όντως μια διαδικασία θεραπευτική και νιώσαμε ότι έτσι τιμούσαμε την μνήμη του. Πραγματικά πιστεύω ότι αν είχαμε αποφασίσει να το διαλύσουμε, δεν θα τελειώναμε καλά ως άνθρωποι. Είμαστε μουσικοί, αναπνέουμε μουσική, ζούμε για την μουσική, και θέλουμε να συνεχίσουμε έτσι, ανεξαρτήτως εάν τύχουμε μεγάλης αναγνώρισης ή όχι. Δεν κάναμε την μπάντα για την δόξα αλλά για μας τους ίδιους. Η μπάντα είναι ένα μέσο, το άλλο είναι οι οικογένειές μας, που μας βοηθάει να αισθανόμαστε καλά, να ζούμε καλά, μπορώντας έτσι να κοιτάξουμε κατάματα την σκληρή πραγματικότητα και καθημερινότητα.
Πώς κάνατε τον πρώτο δίσκο χωρίς τον Μάκη;
Η διαδικασία ανέκαθεν ήταν υπόθεση όλων μας (εγώ πιο πολύ συνεισφέρω στις μελωδίες των φωνητικών) οπότε δεν ήταν αυτό το πρόβλημα, αλλά το ποιος θα γινόταν η καινούργια κινητήριος δύναμη. Κακά τα ψέματα, σε κάθε μπάντα, αν και όλα τα μέλη συμβάλουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έτσι ώστε η μπάντα να μπορεί να λειτουργεί, πάντα υπάρχει κάποιο μέλος που θα τρέξει λίγο παραπάνω. Τώρα την θέση του Μάκη σε αυτόν τον ρόλο την έχει πάρει ο Κώστας, ο κιθαρίστας μας. Ξέρεις, είμαστε μια μπάντα που δεν έχει μάνατζερ, μετά από μια άσχημη εμπειρία που είχαμε με έναν, οπότε ότι έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα, το έχουμε καταφέρει μόνοι μας. Ό,τι έχει να κάνει με bookings, video clips, συνεννόηση με την δισκογραφική μας εταιρεία, κτλ., κατά κύριο λόγο το κάνει τώρα ο Κώστας, και οι υπόλοιποι, όταν μας το επιτρέπουν οι δουλειές μας, προσπαθούμε να του ελαφρύνουμε αυτό το φορτίο. Γυρνώντας στο καθαρά μουσικό μέρος, μπορώ να πω ότι ο Μάκης είναι κι εκεί παρών, γιατί κατά κάποιο τρόπο, όταν συνθέτουμε τα μέρη για τα πλήκτρα, σκεφτόμαστε, αυτό πώς θα το έκανε εκείνος ή αυτό που μόλις γράψαμε, θα του άρεσε; Οπότε θεωρώ ότι έχουμε εξελιχθεί μουσικά αλλά δεν έχουμε ξεφύγει από το αρχικό concept της μπάντας.
Πώς θα χαρακτήριζες τότε αυτήν την μουσική εξέλιξη;
Ξέρεις, ο Μάκης ήταν ο πιο μεταλάς από όλους μας, και πιστεύω ακράδαντα ότι ο ήχος της κιθάρας σε αυτόν τον δίσκο, που είναι κατά γενική ομολογία πιο heavy, θα του άρεσε. Στους προηγούμενους δίσκους δεν καταφέραμε να πιάσουμε αυτήν την ατμόσφαιρα ίσως γιατί φοβόμασταν ότι θα χάναμε αυτό το κινηματογραφικό, ατμοσφαιρικό ή συναισθηματικό στοιχείο, πες το όπως θέλεις. Θεωρώ ότι τα ίδια τα κομμάτια μας έσπρωξαν προς αυτήν την καινούργια κατεύθυνση κι εμείς απλά αφεθήκαμε μέχρι να δούμε που θα μας έβγαζε.
Τρανό παράδειγμα είναι το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου όπου ακούγονται επιρροές από PARADISE LOST…
Αυτό είπα κι εγώ στα παιδιά όταν πρωτάκουσα το demo γιατί στην μπάντα είμαι ο μοναδικός φαν της μπάντας γιατί ο Κώστας, που συνέθεσε το κομμάτι, πιο πολύ άκουγε τους MY DYING BRIDE, για παράδειγμα. Μετά ο Γιώργος είχε μια εξαιρετική ιδέα: να παίξει λίγο με τις φωνητικές μελωδίες και να κάνει αντιστικτική μουσική, δηλαδή να συνδυάζει διαφορετικές μελωδίες μέσα στο ίδιο κομμάτι, και μετά μας ήρθε και η ιδέα να προσθέσουμε γυναικεία φωνητικά. Στο τέλος καταλήξαμε να έχουμε ένα κομμάτι βαθιά συναισθηματικό, πιο heavy σε σχέση με όλα είχαμε κάνει πριν και πιο επικό. Ήταν ξεκάθαρα κάτι καινούργιο στον ήχο μας και για αυτό σκεφτήκαμε να ονομάσουμε και τον δίσκο έτσι.
MOTHER OF MILLIONS, Magna Mater… τι θα έλεγε ο Freud περί αυτού;
(Γέλια) Λοιπόν, τι είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό σου όταν ακούς την λέξη «μητέρα»; Δεν είναι θαλπωρή; Για μένα, εκτός από αυτό μπορεί να συμβολίζει την ζωή, τον θάνατο, ένα μέρος όπου αισθάνεσαι ότι ανήκεις κι ότι μπορείς να αισθάνεσαι προστατευμένος. Ο Κώστας, ο οποίος είναι αυτός που γράφει τους στίχους, μας είπε ότι στην προϊστορία, οι τότε θρησκείες ήταν επικεντρωμένες στο θηλυκό στοιχείο, στην Μεγάλη Μητέρα, γιατί θεωρούσαν το θηλυκό ως την πηγή ζωής. Εμάς, ως μπάντα, μας άρεσε αυτή η ιδέα γιατί όχι μόνο θεωρούμε ότι έχουμε αναγεννηθεί, ότι ζούμε μια καινούργια περίοδο στην καριέρα μας, αλλά γιατί βλέπουμε τον όρο «μητέρα» ως ένα μέρος, όχι πραγματικό, όχι υλικό, αλλά αέρινο, πνευματικό, μυστικιστικό ακόμα, όπου εκεί μπορούμε να εκφραστούμε ως άνθρωποι και ως μουσική και όπου ξέρουμε θα γίνουμε κατανοητοί ή τουλάχιστον αποδεκτοί· ένα είδος καταφυγίου αλλά και καθαρτηρίου.
Συνήθως είναι ο τραγουδιστής ο οποίος γράφει τους στίχους. Πώς αισθάνεσαι τραγουδώντας στίχους άλλων;
Η αλήθεια είναι ότι έχω ένα μικρό θέμα όταν έχει να κάνει να εξωτερικεύσω τις σκέψεις μου και τα αισθήματα μου γραπτώς. Ο τρόπος που γράφει στίχους ο Κώστας είναι πιο κατάλληλος για την μπάντα. Στην άλλη μπάντα που είμαι (POEM), οι στίχοι μου είναι πιο άμεσοι, δεν έχουν πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, δεν είναι και τόσο ποιητικοί όσο το όνομα της μπάντας θα ήθελε να ήταν (γέλια). Κακά τα ψέματα, δεν με θεωρώ ούτε Bob Dylan, ούτε Leonard Cohen από στιχουργικής απόψεως (γέλια). Τέλος, δεν έχω και τον χρόνο: είμαι σε δύο μπάντες, έχω οικογένεια, και μια δουλειά full time, και για να γράψω στίχους θέλω να έχω και τις κατάλληλες συνθήκες, οπότε…
Πώς καταφέρνεις να δράξεις και να εκφράσεις αυτά που θέλει να πει ο Κώστας με τους στίχους του;
Ο Κώστας έχει την ικανότητα να γράφει έτσι ώστε ο καθένας από εμάς να μπορεί να συνδέσει τους στίχους με τις δικές του προσωπικές εμπειρίες. Δεν χρειάζεται ο Κώστας να μου πει τι θέλει να πει στο κάθε κομμάτι γιατί ήδη έχω στο μυαλό μου την ταινία γυρισμένη, την δικιά μου ταινία. Νομίζω ότι εκεί έγκειται και μέρος της αξίας της τέχνης, γιατί κάθε τραγούδι, κάθε πίνακας, κάθε βιβλίο μπορεί να αγγίξει τον καθένα μας διαφορετικά και να κάνει να αναβλύσουν διαφορετικά συναισθήματα. Οπότε, αυτό που ακούγεται στον δίσκο είναι κάτι δικό μου, είναι η προσωπική έκφραση και ερμηνεία των στίχων κάποιου άλλου.
Από τα κομμάτια του νέου δίσκου, ποιο θεωρείς ως το πιο δύσκολο για να το τραγουδήσεις;
Σε αυτόν τον δίσκο συμβαίνει το εξής: σχεδόν σε όλα τα τραγούδια χρησιμοποιώ την τεχνική που λέγεται head voice, που στα Ελληνικά την έχουν ονομάσει «ψεύτικη φωνή», που δεν ξέρω γιατί έτσι μιας που καμιά φωνή δεν είναι ψεύτικη. Τέλος πάντων, βασικά έχει να κάνει με το που αντηχούν οι νότες μέσα μας όταν τραγουδάμε: οι υψηλές νότες αντηχούν στο κεφάλι (φαλσέτα) ενώ οι χαμηλές στο στήθος (βαρύτονος), για να το πω απλοϊκά. Σκέψου το στυλ του Einar Solberg (LEPROUS) ή του Matt Bellamy (MUSE) Οπότε για τα φαλσέτα χρειάζομαι πολύ αέρα στα πνευμόνια, οπότε φαντάσου τι πνευμόνια χρειάζομαι για ένα live μιάμισης ώρας και την ίδια στιγμή να χρησιμοποιώ τον σωστό φωνητικό τόνο γιατί οι μελωδίες μέσα στο ίδιο τραγούδι ανεβοκατεβαίνουν κι εσύ πρέπει να τις ακολουθείς. Αν και ακούγεται δύσκολο από τεχνικής άποψης, δεν είναι, απλώς τίθεται θέμα αντοχής. Το κομμάτι “Orbit” για παράδειγμα, είναι πολύ δύσκολο γιατί βασικά τραγουδάω συνέχεια κι επί σκηνής δεν είμαι και ακίνητος, πάω από δω κι από κει, οπότε πρέπει να υπάρχει και μια άλφα φυσική κατάσταση για να μην μείνεις χωρίς αέρα στην μέση του κομματιού.
Πώς εστιάσατε το θέμα παραγωγής;
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε τον Έκτορα Τσολάκη, ο οποίος από τον δεύτερο δίσκο και μετά έχει αναλάβει το mixing και mastering. Κατάλαβε στην εντέλεια την έννοια του πιασάρικου, ας πούμε, που θέλαμε για τον δίσκο. Κατάλαβε ότι οι μελωδίες ήταν πιο προσιτές, πιο εύπεπτες αν θέλεις, και για αυτό τα τύμπανα θα έπρεπε να είναι απλά και κρυστάλλινα, και οι κιθάρες βαριές και στο προσκήνιο. Επίσης είχε και τις δικές του ιδέες σε κάποια σημεία σχεδόν σε όλα τα κομμάτια, κι όλα αυτά τον έχουν καταστήσει σαν το αόρατο μέλος της μπάντας. Στο λέω ειλικρινά, ακόμα κι αν η εταιρεία μας προσέφερε λεφτά για να προσλάβουμε έναν μεγάλο παραγωγό, δεν θα το θέλαμε. Ποτέ δεν θα μας δει πάνω από το κεφάλι του να του κάνουμε υποδείξεις· ξέρει από την αρχή αυτό που θέλουμε σε κάθε κομμάτι γιατί γνωριζόμαστε πολύ καλά πια.
Πιστεύεις ότι με αυτόν τον δίσκο θα μπορέσετε να κάνετε επιτέλους το breakthrough και στο εξωτερικό;
Εάν το λες από την άποψη της καλλιτεχνικής αναγνώρισης, είμαι σίγουρος, αλλά η πραγματικότητα μας λέει ότι είμαστε μια μπάντα στον σωστό δρόμο αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο όπου θα μπορούσαμε να κάνουμε παγκόσμιες περιοδείες. Αυτό είναι κάτι που χτίζεται σιγά σιγά και που χρειάζεται μια οικονομική υποστήριξη που εδώ πολύ απλά δεν υπάρχει. Θυμάμαι όταν πήγα περιοδεία με τους POEM και τους OMNIUM GATHERUM, μου είχαν πει ότι χρηματοδοτούνταν από την Φινλαδική κυβέρνηση. Αυτά είναι ανήκουστα πράγματα για μια Ελληνική μπάντα. Το ξέρω ότι ίσως θα έπρεπε να ακούγομαι λίγο πιο φιλόδοξος, αλλά εάν ήμασταν 25 χρονών, τότε σίγουρα θα είχαμε φύγει από Ελλάδα και να σου πω και κάτι; Όλα όσα έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα, τα έχουμε καταφέρει και με ανθρώπους που όχι μόνο τους αρέσει η μουσική μας αλλά έχουν και μια καίρια θέση: από τους ηχολήπτες στα live και τους υπεύθυνους για τα video clips μέχρι τα μέσα ενημέρωσης, είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με τίμιους και εργατικούς ανθρώπους. Εμείς δεν ξεκινήσαμε την μπάντα για να κατακτήσουμε την οικουμένη αλλά για να εκφραστούμε μέσα από την μουσική. Σιγά σιγά όμως διαπιστώναμε ότι αρχίζανε να γίνονται πραγματάκια γύρω από την μπάντα και σκεφτήκαμε να προσλάβουμε έναν μάνατζερ. Κάποτε με τους POEM είχα βγει περιοδεία με μια ολλανδέζικη μπάντα, τους TEXTURES, και είχα διατηρήσει επαφή από τότε με τον μάνατζέρ τους οπότε πρότεινα στα παιδιά να τον πάρουμε κι εμείς ως μάνατζερ. Το μόνο που καταφέραμε ήταν να τον πληρώνουμε για να μην κάνει τίποτα. Βασικά, θέλουμε να καταφέρουμε σε κάθε πόλη που πηγαίνουμε να βάζουμε 100-150 άτομα γιατί αυτό το νούμερο για μένα είναι μια σταθερή βάση από όπου να συνεχίζεις να χτίζεις το οικοδόμημα κι από την άλλη θα είναι πιο εύκολο να βρεις έναν μάνατζερ που θα σε πάει στο επόμενο επίπεδο. Οι LEPROUS, για παράδειγμα, χρειάστηκαν κάπου οχτώ χρόνια για να ηχογραφήσουν τον πρώτο τους δίσκο και καμιά δεκαετία για να υπογράψουν με την Inside Out, ενώ όλο εκείνο το διάστημα είχαν κάνει ήδη αρκετές περιοδείες. Άλλο παράδειγμα, είναι οι PERSEFONE από την Ανδόρρα, που κατάφεραν να υπογράψουν με την Napalm μετά από μια εικοσαετία βάζοντας λεφτά από την τσέπη τους για περιοδείες, δίσκους κτλ. Νομίζω ότι οι καιροί όπου ένας μάνατζερ ανελάμβανε μια μπάντα από την αρχή απλά και μόνο επειδή πίστευε στην μουσική τους έχουν πια περάσει. Τώρα για να σε αναλάβει κάποιος πρέπει να έχει απτές αποδείξεις ότι έχεις μια σταθερή βάση κοινού. Και μάλιστα που να αναλάβουν και μια μπάντα από την Ελλάδα; Πες ότι καταφέρνει να μας βάλει ως support για μια δίμηνη περιοδεία με τους LEPROUS ή AMORPHIS, ξέρω γω. Που θα βρούμε τα πενήντα χιλιάρικα που χρειάζονται για κάτι τέτοιο με αυτήν την οικονομική κατάσταση; Αδύνατον. Με αυτό δεν θέλω να πω ότι δεν θα θέλαμε να γίνουμε μια μέρα μια μπάντα 100% επαγγελματική, αλλά για να φτάσουμε σε εκείνο το σημείο έχουμε ακόμα κάμποσο δρόμο να κάνουμε. Σίγουρα πάντως θα ήμασταν έτοιμοι να κάνουμε θυσίες στην προσωπική μας ζωή για να πάμε την μπάντα ένα σκαλί πιο πάνω, γιατί το να αφήνεις πίσω γυναίκα, παιδιά, φίλους για τρεις μήνες δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο, έτσι δεν είναι;
‘Ήδη έχετε ανακοινώσει μια ευρωπαϊκή περιοδεία αυτό το φθινόπωρο. Τι άλλα σχέδια έχετε για το 2025;
Σκεφτόμαστε να κάνουμε και μια χειμερινή ευρωπαϊκή περιοδεία και ήδη έχουμε ξεκινήσει να γράφουμε νέο υλικό. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι αν θα κάνουμε ένα ΕΡ, οπότε θα βγει σχετικά σύντομα (σκεφτόμαστε να αρχίσουμε ηχογραφήσεις μέσα στον Δεκέμβριο) ή αν θα καταλήξουμε να έχουμε αρκετό υλικό για ένα δίσκο οπότε μιλάμε πια για το απώτερο μέλλον.
Γιώργος Γκούμας