
“Entertaining misery”
O νέος δίσκος των PARADISE LOST, έχει κυκλοφορήσει εδώ και κάποιες εβδομάδες και ο Σάκης Φράγκος, είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον τραγουδιστή του συγκροτήματος, Nick Holmes. Μίλησαν για τη δημιουργική μιζέρια, τα ρίσκα της καριέρας τους, την επιλογή να κάνει ο Greg Mackintosh την παραγωγή του δίσκου και οτιδήποτε έχει να κάνει με το “Ascension”, σε μία απολαυστική συζήτηση.
O τίτλος του νέου σας δίσκου, που βγήκε στις 19 Σεπτεμβρίου, λέγεται “Ascension” που σημαίνει “ανύψωση”. Ανέκαθεν όμως η μουσική σας άκμασε μέσω της μελαγχολίας. Είναι ένας ειρωνικός τίτλος ή υποδηλώνει μια αλλαγή προσέγγισης σχετικά με το πως βλέπετε την ζωή και τον κόσμο;
Η αλήθεια είναι ότι ανέκαθεν μου άρεσε αυτή η λέξη και το νοητικό της πλαίσιο που έχει να κάνει με το πως να γίνει καλύτερος κάποιος μέσα στα περιορισμένα χρονικά όρια της ζωής και με τα μέσα που η ίδια η ζωή δίνει στον καθένα, ενώ την ίδια στιγμή πρέπει να αντιμετωπίσει όλες τις αρνητικές δυνάμεις που βαίνουν εναντίον του. Είναι σαν να κάνεις ισορροπία πάνω σε τεντωμένο σχοινί ενώ την ίδια στιγμή έχεις κάποιον από πίσω σου που σε σπρώχνει συνεχώς για να πέσεις. Βασικά έχει να κάνει με τον αγώνα που κάνουμε όλοι μας για να καλυτερέψουμε την ζωή μας όσο γίνεται περισσότερο. Αν και προσωπικά δεν πιστεύω στην μεταθανάτια ζωή, πάντα με ενδιέφερε να μάθω τι είναι αυτό που κάνει τους άλλους να πιστεύουν αυτήν την ιδέα, αλλά να μην πιστεύουν σε κάτι άλλο. Από τότε που ξεκίνησε η μπάντα, πάντα είχα αυτές τις απορίες στο μυαλό μου, κι έτσι έχουν αποτυπωθεί στους στίχους μου, αν και όσο μεγαλώνω αρχίζω να τις βλέπω από μια διαφορετική σκοπιά. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει κάποια κεντρική ιδέα πίσω από τον τίτλο, δεν έχουμε κάνει έναν δίσκο concept.
Έχεις πει ότι σου είναι διασκεδαστικό να γράφεις για την μιζέρια. Μήπως έχεις ανακαλύψει ένα καινούργιο είδος μιζέριας που δεν είχες εξερευνήσει πριν;
Είναι διασκεδαστικό όντως, αλλά δεν είναι καθόλου διασκεδαστικό να ζεις μέσα στην μιζέρια. Αν και ακούγεται οξύμωρο, η μελαγχολική μουσική και θεματολογία μπορεί να μας ανυψώσει το κέφι, μπορεί να χρησιμέψει ως μέθοδος απόδρασης από την πραγματικότητα αλλά το να ζεις μέσα στην δυσπραγία και να είσαι πραγματικά μίζερος δεν είναι καθόλου ωραίο. Όταν τελειώνω τους στίχους ενός τραγουδιού, τους βάζω σε ένα συρτάρι και δεν τους ξανακοιτάω, γιατί εάν ζούσα την ζωή μου έτσι όπως την περιγράφω στους στίχους μου, μάλλον δεν θα ήμουνα ζωντανός τώρα. Ανέκαθεν ήθελα να γράφω με ποιητικό τρόπο (αν και αυτό θα το κρίνουν οι άλλοι) για το πως αντιμετωπίζουμε τα κακά πράγματα που μας συμβαίνουν στην ζωή και τι μας ωθεί να αντιδρούμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στα γεγονότα της ζωής. Δεν μου αρέσει να διαβάζω στίχους όπου όλα είναι άσπρο-μαύρο, όλα είναι ξεκάθαρα και μπορείς να καταλάβεις ευθέως τι θέλει να πει ο στιχουργός. Εάν θέλω να διαβάσω τις ειδήσεις, θα διαβάσω την εφημερίδα. Προτιμώ να διαβάζω λέξεις που πάνε με την μουσική του κομματιού, που κυλάνε με την μελωδία ακόμα κι αν μας φαίνονται ότι δεν βγάζουν νόημα εξαρχής.

O Greg (Mackintosh) έκανε μόνος του την παραγωγή του δίσκου. Πως αποφασίσατε να έχετε ένα μέλος του γκρουπ ως παραγωγό αντί να έχετε έναν εξωτερικό παραγωγό; Αισθάνεστε πιο άνετα έτσι, με ένα γνωστό πρόσωπο να σας καθοδηγεί αντί με έναν ξένο;
Οι παραγωγοί πιο πολύ ασχολούνται με τις ενορχηστρώσεις ή με ενναλακτικές ιδέες σχετικά με τις μελωδίες ή τον ήχο, οπότε εμείς δεν χρειαζόμαστε κάποιον άλλο για να μας καθοδηγεί. Έχουμε μια εμπειρία δεκαετιών, ξέρουμε τι ήχο θέλουμε να έχουμε, δεν χρειαζόμαστε κανένα ενορχηστρωτή γιατί ξέρουμε να το κάνουμε από μόνοι μας. Όταν μια μπάντα είναι στην αρχή, τότε, ναι, χρειάζεται κάποιον παραγωγό έμπειρο να τους καθοδηγήσει, αλλά μια μπάντα σαν κι εμάς, όχι. Νομίζω ότι με έναν καλό ηχολήπτη, που ξέρει την μπάντα, ξέρει τα τραγούδια, έχει καλό αυτί, και, ακόμα καλύτερα, είναι φαν του είδους, τότε όλα τα άλλα μπορούν να γίνουν από την μπάντα. Επίσης, την σήμερον ημέρα, που όλα γίνονται ψηφιακά, είναι πιο εύκολες οι ηχογραφήσεις και μπορούμε να αποκτήσουμε καλά αποτελέσματα σε μικρό χρονικό διάστημα χωρίς να χρειάζεσαι εφτά ώρες για να πιάσεις τον σωστό ήχο σε μια κιθάρα.
Τώρα ξέρετε ακριβώς τι θέλετε και πως να το καταφέρετε, όχι όπως στις αρχές σας που χρειαζόσασταν κάποιον σαν το Rhys Fulber (FRONT LINE ASSEMBLY, FEAR FACTORY, MACHINE HEAD) για παράδειγμα, για να σας καθοδηγήσει.
Προσωπικά, μου αρέσει να ακούω την γνώμη ανθρώπων που δεν ανήκουν στην μπάντα, αλλά θα πρέπει να προέρχονται από ένα background σαν το δικό μας. Πάντως έχουμε φτάσει στο σημείο όπου πια δεν χρειαζόμαστε έναν παραγωγό.
Όλο το άλμπουμ έχει ένα φανταστικό flow. Μου δείχνει μια μπάντα που ξέρει που βρίσκεται, τι θέλει και που θέλει να πάει. Βλέπεις αυτήν την δουλειά ως μια ρετροσπεκτίβα όλης της καριέρας σας ή ως ένα φυσικό αποτέλεσμα των συνηθειών σας ως μουσικοί; Το ρωτάω γιατί μου φαίνεστε μια μπάντα που είναι όχι μόνο συνεπής με τις αρχές της αλλά και που διασκεδάζει δημιουργώντας μελαγχολική μουσική με μίζερους στίχους.
Όταν ξαναηχογραφήσαμε το ‘Icon’, ήταν σαν ένα ταξίδι μέσα στο χρόνο, πίσω σε εκείνη την εποχή και σε εκείνη την νοοτροπία που είχαμε. Κατά κάποιο τρόπο, μας χρησίμεψε ως έμπνευση για τον καινούργιο δίσκο· όχι για να αντιγράψουμε κάτι από τότε, αλλά για να θυμηθούμε τον τρόπο προσέγγισης που είχαμε τότε στην σύνθεση, Έκτοτε, έχουμε μάθει και κάνει πολλά και διαφορετικά πράγματα, αλλά σίγουρα θέλαμε να επανακτήσουμε κάτι από την ατμόσφαιρα εκείνου του δίσκου. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσα να πω και για το ‘Shades of God’, ένα άλμπουμ που αν και δεν έτυχε της προσοχής που του άξιζε, εξακολουθεί να είναι ένα από τα αγαπημένα όλων μας στην μπάντα. Εννοείται ότι όταν ξεκινάμε να δουλεύουμε σε έναν καινούργιο δίσκο, ποτέ δεν μπαίνουμε στην διαδικασία να προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι παρόμοιο με τους πιο επιτυχημένους μας δίσκους· πάντα κοιτάζουμε μπροστά. Ασκούμε σκληρή κριτική στους εαυτούς μας, οπότε εάν αυτό που κάνουμε εγκρίνεται από εμάς πρώτα, τότε σχεδόν σίγουρα θα αρέσει και στους οπαδούς μας.

Από τότε που ξεκινήσατε, έχουν υπάρξει αμέτρητα καινούργια στυλ και τάσεις στο metal. Προσπαθείτε συνειδητά να τα αποφεύγετε όλα αυτά ή κατά κάποιο τρόπο τα ενσωματώνετε στην μουσική σας… ή απλά αδιαφορείτε;
Το τελευταίο. Αν και είναι σημαντικό το να ξέρει κάποιος σχετικά με τις νέες τάσεις στην μουσική, ειδικά εάν συνειδητοποιήσει ότι η μουσική του δεν ακούγεται και δεν αγοράζεται πια από κανέναν, αλλά εξίσου σημαντικό είναι το να μην ακολουθεί κάποιος τυφλά τις μόδες και να πηγαίνει όπου φυσά ο άνεμος, γιατί από καλλιτεχνική άποψη, αυτό ισοδυναμεί με το φιλί του θανάτου. Εμείς, ως μπάντα, ενδιαφερόμαστε να δούμε τι υπάρχει στην αγορά, τι κάνουν οι άλλες μπάντες και τι καινούργιες ενδιαφέρουσες τάσεις υπάρχουν, αλλά όταν έχει να κάνει με την μουσική μας, ακολουθούμε μόνο το ένστικτό μας. Όταν ξεκινάς μια μπάντα, συνήθως στις συνεντεύξεις οι δημοσιογράφοι σου λένε ότι ακούγεστε σαν την τάδε ή την δείνα μπάντα. ‘Όσο περνά ο καιρός όμως, οι αναφορές σε άλλες μπάντες σταματάνε γιατί έχεις δημιουργήσει πια τον δικό σου ήχο, κι αυτό ακριβώς έχει συμβεί σε εμάς. Είναι σαν να υπάρχουμε πια μέσα σε ένα δικό μας οικοσύστημα.
Στο παρελθόν θα μπορούσαν να πούνε ότι σε κάποια κομμάτια ακούγεστε σαν αυτό ή εκείνο το συγκρότημα, αλλά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια τουλάχιστον, αυτό πια δεν ισχύει. Είναι κάτι που το κερδίσατε με το σπαθί σας…
Η αλήθεια είναι ότι σε κάποια μέρη κομματιών μας, μας αρέσει να κλείνουμε το μάτι προς κάποιες άλλες μπάντες που μας έχουν επηρεάσει, το κάνουμε επίτηδες και είναι και διασκεδαστικό.
Ένα από τα χαρακτηριστικά των PARADIOSE LOST είναι το γεγονός ότι, εκτός από την θέση του ντράμερ, η σύνθεση της μπάντας έχει παραμείνει πάντα η ίδια. Μέχρι ποιο σημείο έχει επηρεάσει αυτό το γεγονός την μουσική σας; Είναι η εμπιστοσύνη μεταξύ των μελών ένας παράγοντας-κλειδί για την επιβίωση της μπάντας για πάνω από τρεις δεκαετίες;
Είναι βασικό για μία μπάντα να μην αλλάζει συχνά μέλη, εάν θέλει να θεωρείται από τον υπόλοιπο κόσμο ως όντως μια μπάντα, και δεν είναι καλό και για την ίδια την μπάντα. Εάν κοιτάξεις πίσω στην ιστορία του rock, όλες οι μεγάλες μπάντες δεν είχαν και πολλές αλλαγές στην σύνθεσή τους. Όσον αφορά εμάς, η δυναμική πάντα ήταν η ίδια: ο Greg συνθέτει κι εγώ γράφω τους στοίχους, οπότε δεν νομίζω ότι αυτό το θέμα θα μας επηρέαζε μουσικά. Πάντως είναι ωραίο να ξέρεις ότι μπορείς να εμπιστεύεσαι κάποιον μετά από τόσα πολλά χρόνια· η σταθερότητα είναι πολύ σημαντική για την επιβίωση μιας μπάντας.
Η περιστρεφόμενη πόρτα της θέσης του ντράμερ, ξαναέφερε τον Jeff Singer, έναν πρώην μέλος της μπάντας. Επηρέασε αυτό το γεγονός τον ήχο του δίσκου;
Ο Guido Montanarini ήταν εκείνος που έπαιξε στον δίσκο και ο Jeff ξαναμπήκε στην μπάντα όταν ξεκινήσαμε την περιοδεία τον περασμένο Απρίλιο. Ποτέ δεν χάσαμε την επαφή με τον Jeff όποτε ήταν σαν να είχε επιστρέψει μετά από ένα σύντομο διάλλειμα κι ας είχε λείψει τόσα χρόνια. Όσο μεγαλώνουμε, τόσο πιο γρήγορα μας φαίνεται ότι περνά ο καιρός.
Εάν έπρεπε να περιγράψεις τον δίσκο σε κάποιον που δεν σας έχει ξανακούσει ποτέ μέσω ενός από τα κομμάτια του άλμπουμ, πιο θα διάλεγες ως το πιο αντιπροσωπευτικό;
Νομίζω ότι αντανακλαστικά θα διάλεγα το “Serpent on the Cross”, με το οποίο αρχίζει ο δίσκος, αν και περιέχει πολλά μέρη με μελωδικά φωνητικά, περιέχει όλα τα αναγνωρίσιμα στοιχεία μας. Σε επίπεδο μεγαλοπρέπειας, όμως, θα διάλεγα το “Salvation”.

Ξέρεις, όταν μου έφτασε ο δίσκος και το έβαλα να το ακούσω, περνούσε η γυναίκα μου από το δωμάτιο όταν έπαιζε το “Serpent on the Cross”, και με ρώτησε εάν ήταν αυτός ο καινούργιος σας δίσκος. Εκεί κατάλαβα ότι είχατε καταφέρει από την πρώτη κιόλας νότα να αναπαράγετε το τυπικό και άμεσα αναγνωρίσιμο vibe της μπάντας.
Ο ήχος της κιθάρας του Greg είναι ο πυρήνας της μπάντας. Ανέκαθεν είχε ένα χαρακτηριστικό, και πολύ προσωπικό, στυλ παιξίματος και την στιγμή που αρχίζει να παίζει, αμέσως ξέρεις ότι είναι αυτός.
Υπήρξαν κάποιου είδους εμπειρίες από το side–project HOST που έκανες με τον Greg, που θελήσατε να εμπεδώσετε σε αυτόν τον δίσκο;
Για μένα δεν ίσχυσε κάτι τέτοιο αλλά επειδή ο Greg τρελαίνεται να πειραματίζεται κι επειδή είχαμε ήδη συνθέσει κάποια κομμάτια για αυτόν τον δίσκο πριν ξεκινήσουμε το side-project, νομίζω τα “Lay a Wreath Upon the World” και “Savage Days”, μετά το HOST, δεν μας αρέσανε και τόσο κι έτσι αποφασίσαμε να επιβάλλουμε σημαντικές αλλαγές πάνω τους. Είναι τα δύο τραγούδια που μοιάζουν λιγότερο με τα υπόλοιπα του δίσκου κι αυτό μου αρέσει γιατί προσδίδουν μια ισορροπία στον δίσκο. Όταν έχεις πέντε χρόνια στην διάθεσή σου, είναι φυσικό να θέλεις αλλά και να μπορείς να προσδώσεις μια ηχητική ποικιλία στον δίσκο. Όταν υπάρχουν στενά χρονικά όρια, οι δίσκοι συνήθως ακούγονται ομοιόμορφοι από την αρχή μέχρι το τέλος γιατί δεν υπάρχει χρόνος για πειραματισμούς.
Πιστεύεις ότι η επαναηχογράφηση του ‘Icon’ βοήθησε στην δημιουργία της ατμόσφαιρας αυτού του δίσκου;
Δεν ήταν μια στιγμιαία έμπνευση που μας έκανε να βγάλουμε ξανά αυτό το vibe από μέσα μας. Ήταν μια διαδικασία που βγήκε με φυσικό τρόπο μιας που μετά την επαναηχογράφηση ο Greg θέλησε να ξαναδοκιμάσει εκείνο τον συγκεκριμένο στυλ αλλά μέσα από το φίλτρο όλης της μετέπειτα εμπειρίας. Από την στιγμή που ο Greg άρχισε να κάνει demos, αυτομάτως κι εγώ ξαναγύρισα σε εκείνο το στυλ φωνητικών γιατί έτσι ταίριαζε. Ήταν ενδιαφέρον να επαναπροσεγγίσω ένα φωνητικό στυλ που είχα χρόνια να χρησιμοποιήσω.
Νομίζεις ότι η μπάντα θα είχε κρατήσει για τόσα χρόνια εάν δεν είχατε ρισκάρει με δίσκους όπως το ‘Host’ ή ακόμα και με το ‘One Second’;
Είναι δύσκολη η απάντηση γιατί υπάρχουν ακόμα μπάντες που ξεκίνησαν την ίδια χρονική περίοδο με εμάς αλλά δεν έχουν αλλάξει στο στυλ τους. Νομίζω ότι η απάντηση βρίσκεται στην ποιότητα των κομματιών. Εάν το κοινό ακούει το ίδιο τραγούδι μετά από δεκαετίες και μέσα του ξυπνάνε τα ίδια συναισθήματα όπως και τότε ή το κάνει να νιώθει νοσταλγία, τότε αυτό για μένα είναι το πιο σημαντικό, κι όχι το στυλ που παίζεις. Στην δικιά μας περίπτωση, σίγουρα η αλλαγές μας βοήθησαν, αλλά υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες όπως η τύχη. Εμείς ξεκινήσαμε στην κατάλληλη χρονική στιγμή, στο κατάλληλο σημείο, κάτι που μας επέτρεψε να αντέξουμε το πέρασμα του χρόνου και να παραμείνουμε στην προτίμηση του κοινού. Υπάρχει ακόμα μεγάλη ζήτηση για τις παλιές μπάντες· κοίτα τι γίνεται π.χ. με τους IRON MAIDEN που ζουν την πιο επιτυχημένη φάση της καριέρας τους.
Προσωπικά, νομίζω ότι το ίδιο ισχύει και για εσάς…
Η αλήθεια είναι ότι το metal με το οποίο μεγάλωσε η δικιά μας η γενιά, αφού είχε παραμεριστεί κάπως τις δύο προηγούμενες δεκαετίες από άλλα στυλ στο μέταλ, τώρα έχει επιστρέψει και το κοινό ανακαλύπτει ξανά όλες τις μεγάλες μπάντες του παρελθόντος. Η ζήτηση για συναυλίες είναι τεράστια· όταν ήμουν μικρός, μπορούσαμε να δούμε μπάντες ζωντανά μόνο Παρασκευές και Σάββατα, ενώ τώρα είναι κάθε μέρα. Αυτό μας βοήθησε κι εμάς φυσικά να είμαστε παρόντες τόσα χρόνια.
Εάν μπορούσες να εξαλείψεις μια λανθασμένη αντίληψη σχετικά με εσάς, ποια θα ήταν;
Μια πολύ κοινή είναι ότι όλοι μας στην μπάντα είμαστε μίζεροι, αλλά αυτό δεν με πειράζει, γιατί έτσι δεν χρειάζεται να υποκρινόμαστε μπροστά σε άλλους ότι είμαστε ευτυχισμένοι. Είμαστε όπως όλος ο κόσμος, με τις καλές στιγμές του και με τις κακές. Όταν κάθομαι να γράψω στίχους, το μυαλό μου είναι σε μια συγκεκριμένη, σκοτεινή φάση η οποία όμως αλλάζει με το που τους ολοκληρώνω. Μετά είμαι πάλι ο Nick που του αρέσει να λέει αστεία, να τα πίνει με τους φίλους του, να πηγαίνει σε συναυλίες, κτλ. Είναι σαν αναβοσβήνω ένα διακόπτη στον εγκέφαλο. Δεν νομίζω ότι κανένας από εμάς που κάνουμε τέτοιου είδους μουσική, είμαστε συνέχεια βουτηγμένοι στην μιζέρια. Είναι ένα είδος απόδρασης από την πραγματικότητα.

Θυμάμαι όταν παίξατε στο Chania Rock Festival το 2023. Είχαμε πάει μαζί για φαγητό και μετά θέλατε να φάτε παγωτό. Μπήκαμε λοιπόν ο Greg, o Aaron κι εγώ σε ένα μίνι-μάρκετ και κάποιοι οπαδοί που ήταν μέσα, δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι αντί να είστε βουτηγμένοι στην μιζέρια, απολαμβάνατε την ζωή με παγωτά. Κάποιοι μάλιστα, ενώ φορούσαν μπλουζάκια PARADISE LOST, ούτε καν σας αναγνώρισαν γιατί δεν μπορούσαν να σας φανταστούν να κάνετε κάτι τόσο καθημερινό και ευχάριστο. Δέκα άτομα πέρασαν από μπροστά σας κι ούτε καν σας πρόσεξαν!
Πόσο μου αρέσει που χρησιμοποιούν το παγωτό ως τον μετρητή κλίμακας doom: εάν σου αρέσουν τα παγωτά, τότε δεν είσαι doomy. Από πότε ένα παγωτό θεωρείται ως μη doomy;
Η φρεσκάδα του παγωτού αντιτίθεται στην καυτή κόλαση όπου ζείτε και βασιλεύτε..
Παγωτά και ωραίος καιρός είναι απαγορευτικά για εμάς από ότι φαίνεται. Παρεμπιπτόντως, ήταν ένα πολύ ωραίο ταξίδι εκεί, τα περάσαμε τέλεια.
Εάν θυμάμαι καλά, μου είπατε ότι πρέπει να ήταν είτε η πρώτη είτε η δεύτερη φορά που σας είχε τύχει ο χώρος της συναυλίας να ήταν ακριβώς απέναντι από το ξενοδοχείο σας.
Ναι, είδα τον Geoff Tate από το μπαλκόνι του δωματίου μου και δεν μπορούσα να το πιστέψω και μετά του είπα ότι αισθανόμουν σαν να είχα θέση VIP. Θα προτιμούσα να παίζαμε πριν από εκείνον γιατί έτσι θα μπορούσα να τον είχα απολαύσει με κάποιες μπύρες παραπάνω.
Πως είδες το Rockwave Festival όπου παίξατε την ίδια μέρα με τον King Diamond;
Ήταν πολύ ωραία γιατί έκανε λιγότερη ζέστη από άλλες χρονιές και τόσο η μπάντα του όσο και οι τεχνικοί του, όλοι τους πολύ καλά παιδιά. Σε όλα τις συναυλίες που παίξαμε μαζί, πάντα υπήρχε μια ωραία ατμόσφαιρα.
Σάκης Φράγκος
Απομαγνητοφώνηση: Γιώργος Γκούμας
















