“Die dead enough”
Οι post/prog metallers, PLAYGROUNDED, με έδρα την Αθήνα και το Ρότερνταμ, κυκλοφόρησαν πριν λίγες εβδομάδες το “The death of death” και δίνουν τα headlining show τους στην Ελλάδα, την Πέμπτη 5/5 στη Θεσσαλονίκη και την Παρασκευή 6/5 στην Αθήνα, προτού περιοδεύσουν στην Ευρώπη με τους THE OCEAN και τους LLNN. Ο κιθαρίστας τους, Μιχάλης Κοτσιράκης, απάντησε σε όλα όσα τον ρωτήσαμε, λίγο πριν τις εν Ελλάδι συναυλίες τους…
Γεια σας παιδιά, αρχικά συγχαρητήρια για την εκπληκτική κυκλοφορία σας. Πείτε μας δυο λόγια για αυτή. Πριν όμως μιλήσουμε για αυτή, πείτε μας δυο λόγια για την μπάντα.
Κατ’ αρχάς ευχαριστούμε ειλικρινά για τον καλό λόγο. Ίσως οι δύο ερωτήσεις να μπορούν να απαντηθούν μαζί. Πιστεύουμε ότι το “The death of death” είναι η πιο αντιπροσωπευτική κυκλοφορία των PLAYGROUNDED μέχρι σήμερα. Νιώθουμε πως ο δίσκος αυτός είναι κοντά σε αυτό που φανταζόμασταν όταν πήραμε την απόφαση να ακολουθήσουμε πιο συνειδητά τις ηλεκτρονικές μας επιρροές και να τις εντάξουμε οργανικά στον βαρύ ήχο. Βέβαια η εμπειρία, η πρακτική και το πέρασμα του χρόνου βάθυνε και άλλαξε το όραμα αυτό, όμως οι PLAYGROUNDED μπορούν να χαρακτηριστούν ως μία heavy και ηλεκτρονική μπάντα με διπλή βάση στην Αθήνα και το Ρότερνταμ.
Πότε ξεκινήσατε να γράφετε τα κομμάτια του νέου δίσκου. Κάποια στοιχεία για την παραγωγή του δίσκου; Το “In time with gravity” το ηχογραφήσατε με τον Christer André Cederberg στη Νορβηγία. Αυτή την φορά που έγιναν οι ηχογραφήσεις;
Κάποιοι στίχοι ή ιδέες ίσως να υπήρχαν και από την περίοδο των ηχογραφήσεων του προηγούμενου δίσκου όμως ο μεγαλύτερος όγκος των συνθέσεων ήρθε σε μία συμπυκνωμένη περίοδο στις αρχές του 2020. Αυτή τη φορά επιλέξαμε να ηχογραφήσουμε στην Αθήνα, στα MD Recording Studios με τον Νίκο Μιχαλοδημητράκη με τον οποίο κλειστήκαμε για περισσότερο από ενάμιση μήνα εκείνο το καλοκαίρι. Στη μίξη του δίσκου εμπιστευτήκαμε ξανά την τεράστια εμπειρία του Chirster Cederberg (LEPROUS, SHINING, ANATHEMA) ενώ το mastering έγινε επίσης στο Όσλο της Νορβηγίας από τον George Tanderø. Μία διαφοροποίηση σε σχέση με τον προηγούμενο δίσκο ήταν πως την παραγωγή ανέλαβε εξ ολοκλήρου η μπάντα, με τον Σταύρο και τον Ορέστη να δίνουν κατεύθυνση στις διάφορες φάσεις της δημιουργίας του, πάντα σε αγαστή συνεννόηση με τη μπάντα και τους τεχνικούς φυσικά.
Εδώ και μερικά χρόνια έχετε εγκατασταθεί στο Rotterdam, πόσο επηρέασε αυτό την δημιουργική σας διαδικασία;
Κάποιοι από μας παραμένουν στο Ρότερνταμ, ενώ άλλοι έχουν γυρίσει στην Αθήνα. Η ολλανδική εμπειρία επηρέασε και επηρεάζει βαθιά τη μπάντα μιας και είχε καθοριστικής σημασίας επίδραση στις ζωές των μελών της. Ενδεικτικά αναφέρω ότι τρεις από μας σπούδασαν σε διάφορα κονσερβατόρια της χώρας ενώ οι πρωινές δουλειές πολλών από μας συνεχίζουν να βρίσκονται εκεί. Η ίδια η διαδικασία ίσως να μην επηρεάστηκε ιδιαίτερα μιας και ήμαστε πάντα συνηθισμένοι να δουλεύουμε πολύ μπροστά από υπολογιστές πριν βρεθούμε όλοι μαζί ζωντανά στις πρόβες.
Πέρα από το μουσικό σκέλος, κάθε δίσκος σας έχει και μια άλλη προσέγγιση. Το “Athens” είχε κοινωνικοπολιτικές αναφορές, ενώ στο “In time with gravity” τρυπώσατε μέσα τον “Ξένο” του Καμύ. Τώρα τι βρίσκεται πίσω από τις νότες;
Ο δίσκος καταπιάνεται με τις αντιθέσεις, αντιθέσεις στη ζωή, την κοινωνία, τη φύση. Ο ίδιος ο τίτλος του δίσκου αποκαλύπτει μία έντονη αντίθεση ανάμεσα στο θάνατο και την άρνησή του, υπονοεί κίνηση, αλλαγή, ζωή. Ψάχνει την ήττα του παλιού, του φθαρμένου, της αλλοτρίωσης και της βαρβαρότητας, αντιπαραβάλλει την αλλαγή, τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη, τις προσωπικές και συλλογικές υπερβάσεις.
Τι πραγματικά παίζετε στο “The death of death”; Είναι prog; Djent; Κάτι άλλο που δεν χρειάζεται να χαρτογραφήσουμε;
Με κάποιον τρόπο ανήκει στο ευρύ φάσμα της προοδευτικής βαριάς μουσικής, ένα μέρος του είναι metal. Ένα άλλο σημαντικό μέρος θεμελιώνεται στην ηλεκτρονική μουσική, στο χώρο, την ατμόσφαιρα και τον πειραματισμό που συνήθως τη διέπει. Ψάχνει ένα κράμα ανάμεσα στους δύο κόσμους, με τη μία ή την άλλη πλευρά να δίνει τον τόνο ανά στιγμές. Τελικά όμως ψάχνουμε μία οργανική σύνδεση όλων των μερών.
Ο νέος δίσκο κυκλοφόρησε σε μία από τις δυναμικές ανεξάρτητες εταιρείες, την Pelagic Records του θαυμαστού Robin Staps. Πως έγινε η επαφή;
Την επαφή έκανε ο καλός φίλος και εξαιρετικός καλλιτέχνης Costin Chioreanu (KATATONIA, OPETH, AT THE GATES, LEPROUS και πολλοί πολλοί άλλοι τον επιλέγουν για τα βίντεο ή τα artwork τους). Με τον Costin είχαμε γνωριστεί παίζοντας μαζί με τη Σοφία Σαρρή και ήταν τόσο ενθουσιώδης με το νέο υλικό που ήθελε να ακουστεί παντού. Όταν φυσικά ο Robin εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για την κυκλοφορία η χαρά μας ήταν απερίγραπτη!
Μόλις ανακοινώθηκε η ευρωπαϊκή σας περιοδεία με The Ocean και LLNN! Αρχικά μεταφέρετε μας τα συναισθήματα σας για αυτό. Για τους THE OCEAN δεν ρωτάω τι γνώμη έχετε, είναι εξαιρετικά αγαπητοί στο ελληνικό κοινό. Ποια η άποψη σας για τους LLNN;
Η πρόσκληση από τους THE OCEAN μας τίμησε ιδιαίτερα και συνέπεσε με την έντονη επιθυμία μας να παίξουμε ζωντανά τον δίσκο σε όλες τις γωνιές της Ευρώπης. Γενικά αυτός ο δίσκος μας έχει φέρει πολλή δουλειά και δύσκολες στιγμές αλλά κυρίως πλατιά χαμόγελα! Όσο για τους LLNN είμαι πραγματικά περίεργος για το πώς αποδίδεται ζωντανά ένα τόσο βαρύ υλικό, ο τελευταίος τους δίσκος με προϊδεάζει για κάτι εξωπραγματικό!
Η μετά-covid εποχή έχει αλλάξει δραματικά το μουσικό βιολογικό ρολόι. Οι μουσικές κυκλοφορίες πάγωσαν για έναν χρόνο, ενώ οι ζωντανές εμφανίσεις άρχισαν να ξεπηδούν σαν τα μανιτάρια μετά από δύο χρόνια. Πόσο δυσκολεύει τελικά όλο αυτό μια μπάντα να βρει ξανά τον ρυθμό της;
Παίξαμε πριν λίγες μέρες στην Πάτρα μετά από δύο χρόνια και ομολογώ πως είχε ξεθωριάσει μέσα μου το συναίσθημα του live παιξίματος. Ήταν περισσότερο όμορφο και εθιστικό απ’ ότι το θυμόμουν!
Σε λίγες μέρες θα εμφανιστείτε μπροστά στο ελληνικό κοινό. Τι θα πρέπει να περιμένει ο κόσμος από εσάς και τι εσείς από τον κόσμο;
Έχουμε περάσει τον τελευταίο μήνα με πάρα πολύ εντατικές ηχητικές και φωτιστικές προετοιμασίες για τα δεκάδες lives που έρχονται, από τη μεριά μας λοιπόν κάναμε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να ξαναβρεθεί αυτός ο ρυθμός που ανέφερες παραπάνω. Στηριζόμαστε και στη βοήθεια όλων σας και ευχόμαστε να μην ξαναπεράσουμε τέτοια καλλιτεχνική ξηρασία…
Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας, ο τελευταίος λόγος δικός σας!
Ελπίζουμε να σας δούμε στη Θεσσαλονίκη (8ball, Πέμπτη 5 Μαΐου) και στην Αθήνα (Fuzz, Παρασκευή 6 Μαΐου) και να μοιραστούμε το “The death of death” στις συνθήκες για τις οποίες γράφτηκε.
Νίκος Ζέρης