“Black in Mind”… Όταν βιώναμε την επανάσταση του Euro-power, εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ο χώρος έσφυζε από ποιοτικές κυκλοφορίες, ο κόσμος διψούσε για δίμποτα τραγούδια, ταχύτητα και ευκολοχώνευτες μελωδίες. Η Γερμανία μπορεί να κρατούσε τα ηνία στον χώρο, όμως υπήρχαν ήρωες πέραν αυτού του ιδιώματος.
Τρεις απανωτές κυκλοφορίες σε κάθε μία από τις προηγούμενες τρεις χρονιές, είχαν μεταμορφώσει τους RAGE, από μια ανερχόμενη ελπίδα, σε ένα φαινόμενο και όταν είχε φτάσει ο χρόνος για το “Black in mind” η προσμονή ήταν ήδη στα ύψη. Ο παντοκράτορας Peavy Wagner δεν σταματούσε να ξεβράζει ιδέες και να καθορίζει την μουσική εικόνα του συγκροτήματος, τόσο με τις πετυχημένες του μελωδίες, όσο και με την σκληράδα της φωνής του.
Η χρυσή δεκαετία των RAGE ήταν ακριβώς στο μισό της κι αν συνυπολογίσουμε το “Reflections of a shadow”, αλλά και τα δύο ΕΡ με αρκετά ακυκλοφόρητα τραγούδια, μιλάμε πως είχαν ήδη 6 κυκλοφορίες σε 5 χρονιές. Και μετά έσκασε το “Black in mind”, ίσως το αποκορύφωμα ολόκληρης της δισκογραφίας τους, όχι με 10 ή 11, αλλά 14 τραγουδάρες (ενώ η ειδική έκδοση είχε 16!!!)
Λοιπόν, αν έχετε κι εσείς αρκετό καιρό να το ακούσετε, τώρα βάλτε το CD να παίζει και βάλτε τα τραγούδια σε σειρά.
The “Black in mind” countdown:
14“Start” (4:30)
Αυτό το κακό ρε παιδί μου με τον Peavy, να γράφει κολλητικά ρεφραίν, ακόμα και σε μέτρια τραγούδια, είναι απίστευτο. Το “Start” είναι ιδανικό παράδειγμα, διότι είναι ένα απλοϊκό τραγούδι, δίχως κάτι που να το ξεχωρίζει. Είναι από τα 2-3 που αν έλειπαν από το “Black in mind” δεν θα τα έψαχνες κιόλας. Κι όμως, μπαίνει αυτό το “Start a new story, start a new glory… in life” και σε τραβάει από τα μαλλιά. Δικαιωματικά βρίσκεται χαμηλά στο Tracklist.
13.“My rage” (2:42)
Παρά τις αρκετές δουλειές στο παρελθόν, το συγκρότημα δεν είχε ένα τραγούδι που να περιείχε την λέξη Rage. Συνήθως τα mid-tempo κομμάτια τους είναι πιο πετυχημένα και παρόλο που υπάρχει ένα καλό ριφ, το “My rage” είναι μονοδιάστατο κι ευτυχώς είναι και το πιο σύντομο σε διάρκεια, από τα 14 του άλμπουμ. Ταιριάζει απόλυτα σε έναν δίσκο που είναι γενικά πιο… θυμωμένος, αφού είναι ξεκάθαρη η στροφή τους αυτή, αλλά συνθετικά δεν ανταποκρίνεται στο υψηλό επίπεδο του υπόλοιπου υλικού.
12.“The icecold hand of destiny” (4:05)
Από τα πιο απλά του άλμπουμ, που έχει μόνο τις εναλλαγές στο μέτρημα, εκεί κάπου στα δυόμισι λεπτά για να σου κεντρίσει το ενδιαφέρον. Ακόμα και οι στίχοι του, με μπερδεύουν. Επωφελείται από την σωστή του τοποθέτηση μετά το μακροσκελές “In a nameless time” και πριν το καταιγιστικό “Forever”, ώστε να δράσει ως κατευναστική γέφυρα που τα συνδέει, όμως στο συνολικό αποτέλεσμα, δεν προσφέρει πολλά.
11.“The price of war” (4:15)
Η θεματολογία του πολέμου, επανέρχεται σε αυτό το τραγούδι, μιλώντας για την σκοτεινιά των πολέμων, κάνοντάς το να ηχεί για πάντα επίκαιρο. Πρέπει η παρέα να είχε ασχοληθεί αρκετά με τον σύγχρονο ήχο που κυρίως προερχόταν από τις ΗΠΑ και έδιναν groove τόσο στις κιθάρες τους, όσο και με την προσπάθεια του Peavy να ακουστεί πιο σκληροτράχηλος, πιο επιθετικός, με λιγότερα ψιλά μέρη, κάτι που ταιριάζει σε τραγούδια όπως το “The price of war”. Επειδή μου αρέσει σαν τραγούδι, δεν μπορώ να πω ότι του αξίζει η ενδέκατη θέση, αλλά όταν έχεις τόσους ύμνους εδώ μέσα….
10.“All this time” (5:37)
Όταν ο έρωτας κάνει ένα μεταλλά να γράφει μπαλάντες, το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα όσο εντυπωσιακό όσο το “All this time”. Άλλωστε τι ξέρουν οι RAGE από μπαλάντες; Μπορεί να κλείνει το δίσκο αυτό το εντυπωσιακό κομμάτι, όμως σε αφήνει άφωνο με την ποιότητα και την αισθητική του. Η απόπειρά τους να προσθέσουν έγχορδα σε μια τους σύνθεση, είναι αυτή που τους μπόλιασε με την δίψα να συνεργαστούν με ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα για το “Lingua Mortis” που ακολούθησε την επόμενη χρονιά και εν τέλει καθόρισε το image των RAGE. Με την σημαντική συμβολή του Christian Wolf που τους βοήθησε στο στούντιο, αλλά και ήταν υπεύθυνος για την ενορχήστρωση του τραγουδιού, έγραψαν μια από τις πιο καθοριστικές τους στιγμές, κάτι που τους ώθησε στο να επαναλάβουν το πείραμα στο μέλλον.
9.“Shadow out of time” (5:38)
Με την γενικότερη κατεύθυνση να τείνει προς πιο σκληρό, πριμάτο, αλλά χαμηλοκουρδισμένο ήχο, το “Shadow out of time” είναι μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις που παρουσιάζει τον Peavy να πιάνει πιο ψιλές νότες. Από τις στιγμές του δίσκου που μοιράζεται σε midtempo στροφή και ρεφρέν, ενώ στην γέφυρα ο Chris δεν αφήνει το πόδι από το γκάζι. Αυτό το ευθύ και κλασικό στυλ, ιδανικό για συναυλίες. Από τα καλά σόλο του δίσκου.
8. “Forever” (4:44)
Τι powerιά είναι αυτή;!!! Η τραγουδάρα αυτή, πηγάζει στις μέρες του “Trapped!” και στρογγυλοκάθεται άνετα, ανάμεσα στο “Solitary man” και το “Enough is enough”. Μπορεί ο ήχος τους να είναι πλέον πιο σκληρός, όπως και η χροιά της φωνής του Wagner, μπορεί πλέον αντί για μία να ακούς συνεχώς δύο κιθάρες, αλλά το ύφος είναι το ίδιο. Μιλάμε για μοντέρνο power metal, με καλοπαιγμένα τύμπανα από τον Chris Efthimiadis, ο οποίος άλλωστε δεν είχε ποτέ του φανφάρες στο παίξιμό του. Η αλήθεια είναι ότι το hi-hat του έχει ενοχλητικά πρίμα σε όλο τον δίσκο, αλλά αυτή είναι και η μόνη μου παραξενιά. Κατά τ’ άλλα, ο Χρηστάρας δίνει ρεσιτάλ. “Forever’s a very long time”.
7. “The crawling chaos” (4:46)
Από τα πιο αναγνωρίσιμα τραγούδια των Γερμανών, που έχει ρίζες στο “Nevermore”, αλλά πιο ευθύ και με το απίστευτο ρεφραίν: “the twilight died, eternal night, the crawling chaos comes”. Σβήνει κάθε αχτίδα φωτός. Σε έναν σκοτεινό δίσκο, από τον τίτλο του, το εξώφυλλο και βέβαια την μουσική προσέγγιση, ταίριαζε απόλυτα στην τάση του Peavy για ιστορίες τρόμου και το χόμπι που ξεκινούσε εκείνη την περίοδο, να συλλέγει κρανία. Μιλάει για σκότος σε κάθε ευκαιρία και το συγκεκριμένο τραγούδι, όσο κι αν το θεωρώ πιασάρικο, είναι απόδειξη της έμπνευσης που είχε ο μπασίστας και αρχηγός τους.
6.“In a nameless time” (10:11)
Έπος αντίστοιχο του “The missing link”, του επίσης μακροσκελούς τραγουδιού, το οποίο αναφέρεται σε μια αρχαία φυλή (“from an elder race”), αποτέλεσμα την φαντασίας του Peavy βέβαια. Έχει περισσότερη ατμόσφαιρα σε σχέση με το αδερφάκι του, αν και δυναμώνει κάπου στην μέση. Μάλιστα, αυτές οι εναλλαγές στην ταχύτητα διατηρούν το ενδιαφέρον, ενώ τόσο η αφήγηση της ιστορίας, όσο και η πετυχημένη του δομή, με τις χαρακτηριστικές μελωδίες βέβαια, κάνουν το “In a nameless time”, σε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και κλασικά τραγούδια τους. Το συγκρότημα προσθέτει περισσότερα επίπεδα και το κάνει πετυχημένα. Ακόμα και τα αρπίσματα στο ρεφραίν, γίνονται έξοχα, ενώ υπάρχει και άπλετος χώρος για τις κιθάρες, που άλλοτε σολάρουν κι άλλοτε αναπαράγουν τις μελωδίες από το ρεφραίν. Εξαιρετικό! Το τελευταίο τόσο πετυχημένο, μακροσκελές κομμάτι τους.
5.“Until I die” (4:34)
Μάλλον η καλύτερη στιγμή της δεύτερης πλευράς (του βινυλίου), γεμάτο από κιθαριστικά ριφ του Peavy που θα μπορούσαν να είχαν μπει στο “The missing link” και έξυπνα κοψίματα στα τύμπανα από τον Eυθυμιάδη. Φουλ επίθεση παίζει αυτό το κομμάτι. Μάλιστα η μελωδία του ρεφραίν επαναλαμβάνεται σε δισολία του Sven Fischer με τον Σπύρο και πάμε ξανά. Το “Until I die” μιλάει για κάποιον που επανέρχεται στην ζωή, αφού πρώτα έχει πεθάνει για λίγο, μετά από κάποιο ατύχημα.
4. “A spider’s web” (3:21)
Μοντέρνο, σκληρό, τεχνικό, ποιοτικό και κολλητικό. Καμία ένσταση απολύτως. Ίσως ότι διαρκεί μόλις 200 δευτερόλεπτα. Η παρομοίωση με τον ιστό της αράχνης, αναφέρεται στον εθισμό μας με τα υλικά αγαθά και την υπερκατανάλωση. Άλλο ένα τραγούδι που φανερώνει την δύναμη των δύο κιθαριστών. Λες και έπαιζαν μαζί χρόνια, ο Sven κι ο Spiros, εκτός από την καλή τους συνεργασία, είναι αυτοί που προσθέτουν στην σύνθεση. Στο πέρασμα των χρόνων ο Peavy δείχνει ανέκαθεν να εμπιστεύεται τους συνεργάτες του και να τους δίνει χώρο να συνθέσουν και να αναδειχθούν.
3.“Alive but dead” (4:56)
Από τα τραγούδια που σωστά επιλέχθηκαν για να προσαρμοστούν αργότερα για τις ανάγκες της συμφωνικής ορχήστρας, στο “Lingua mortis”, το “Alive but dead” είναι η επιτομή του νέου, σύγχρονου ήχου του συγκροτήματος. Η αγάπη τους για τους METALLICA είναι πιο έντονη από ποτέ, με έμφαση στις κιθάρες, παρόλο που μιλάμε για συγκρότημα στο οποίο ηγέτης είναι ο μπασίστας τους. Οι στίχοι πάλι, αναφέρονται στο σκοτάδι της ψυχής και την απάθεια του τραγουδοποιού. Είτε στα πιο midtempo, είτε στα γρήγορα σημεία του, το “Alive but dead” είναι κολόνα στήριξης στο οικοδόμημα που ονομάζεται “Black in mind”. Στη χρυσή αυτή εποχή που διένυαν οι RAGE, υπάρχουν πολλά ανάλογα παραδείγματα όπως το “Alive but dead”, στα οποία έχτισαν την υστεροφημία τους.
2.“Sent by the devil” (5:00)
Προσωπικά από τα αγαπημένα μου τραγούδια των RAGE ever!!! Τα έχει όλα, με τις κιθαριστικές ιδέες να είναι ο οδηγός και την ένταση που επικρατεί στο ρυθμικό μέρος να βοηθά την αδρεναλίνη να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα. Η στιχομυθία του Wagner, σκοτεινή, διαβολική, έτσι όπως του αρέσει. Αυτή η τάση που τους ήθελε να σκληραίνουν τον ήχο τους, να απομακρύνονται από το power/speed και να προσθέτουν groove αλλά στακάτο παίξιμο, δεν τους στερεί την ευχέρεια να δώσουν σεμινάριο μοντέρνου euro-power. Το “Sent by the devil” αγγίζει την τελειότητα, στον τρόπο που συνδυάζει την μελωδία του “Trapped!”, την επιθετικότητα του “The missing link”, την αγριάδα του “10 years in rage” μέσα από το σύγχρονο πρίσμα της παραγωγής του άγνωστου Ulli Pösselt.
1.“Black in mind” (4:08)
Αν μπορούσαμε να εσωκλείσουμε όλα τα στοιχεία που έκαναν τους RAGE ξεχωριστούς, αγαπητούς, δυναμικούς, σε ένα τραγούδι, τότε μάλλον θα καταλήγαμε στο “Black in mind”. Αν πάλι μου ζητούσε κάποιος να του βάλω ένα τραγούδι για να καταλάβει γιατί τους γουστάρω, τότε θα διάλεγα το “Black in mind”. Αν ένα άλμπουμ φέρει τον τίτλο ενός τραγουδιού, τότε αυτό το τραγούδι επιβάλλεται να είναι και το καλύτερό του, όπως είναι εδώ το “Black in mind”. Αν το προηγούμενο line-up έχει το “Refuge” ως το πιο χαρακτηριστικό του τραγούδι, τότε αυτή η περίοδος των RAGE, έχει το “Black in mind”. Εγώ, δεν χρειάζεται να περιγράψω αυτό τον ύμνο, διότι δεν υπάρχει κάποιος που να διαβάζει αυτό το κείμενο και να μην τον έχει ακούσει. Το “Black in mind” είναι από τις καλύτερες στιγμές ολόκληρης της δισκογραφίας τους και το ομώνυμο τραγούδι, είναι αντίστοιχα, είναι από τις συνθέσεις που έγιναν σημείο αναφοράς για το συγκρότημα.
Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης