Η τελευταία Δευτέρα του Ιουνίου ξημέρωσε, μια από τις πιο ωραίες μέρες του Release festival, ειδικά για θιασώτες πιο μοντέρνων ακουσμάτων. Οι Αμερικανοί DISTURBED, οι Ουαλοί εκπρόσωποι του metalcore BULLET FOR MY VALENTINE ήταν τα κυρίως “πιάτα” της ημέρα, ενώ τους πλαισίωναν το Αγγλικό πειραματικό rock ντουέτο των NOVA TWINS και η ελληνική παρουσία της ημέρας, οι O.Y.D. από τη Καλαμάτα. Κατηφορίζοντας στη Πλατεία Νερού, έβλεπα κόσμο από νωρίς, που πάντα είναι κολακευτικό για τα πρώτα συγκροτήματα που βγαίνουν.
Ειδικά, για τους O.Y.D. (Οne Year Delay σημαίνουν τα αρχικά – έξυπνος τίτλος αν μη τι άλλο) που ανέλαβαν στις 18:20 να εκκινήσουν την εβδομάδα και την ημέρα του φεστιβάλ. Οι κύριοι, αποτελούν την πιο φρέσκια μπάντα της ημέρας, με μόνο δύο full-length κυκλοφορίες στο ενεργητικό τους, το “Deep breath” (2015) και “Indigo” (2019). Βγήκαν με φόρα, μη παίρνοντας χαμπάρι και είπαν ένα γερό “καλησπέρα σας” στο κόσμο που τους περίμενε. Ξεχωριστή αναφορά να γίνει στο “Bring them to justice” με μοντάζ αστυνομικής βίας στο video wall λόγω του στιχουργικού θέματος, ενώ αν μη τι άλλο ενεργητικότατοι επί σκηνής.
Το metalcore – meets – nu metal με λίγα ηλεκτρονικά στοιχεία ύφος τους, είναι κατάλληλο για φεστιβάλ και για live καταστάσεις εν γένει. Με το κοινό στο μέρος τους (έπαιζαν και εντός έδρας, αλίμονο), γύρισαν στον πρώτο δίσκο τους “Deep breath”, με τον τραγουδιστή να κατεβαίνει στο κάγκελο για να τους ξεσηκώσει ακόμα περισσότερο. Μόνο παράπονο στα καθαρά φωνητικά του τραγουδιστή που ενώ ήταν τονικά άρτιος θα ήθελα λίγο παραπάνω τσαμπουκά χωρίς να χάνει σε μελωδικότητα. Κατά τα άλλα, σωστότατος και επικοινωνιακός. Έτσι οι O.Y.D. μέσα στη μισή ώρα με 40 λεπτά που τους δόθηκε, κατάφεραν να ζεστάνουν το κόσμο για τη συνέχεια.
Μια συνέχεια που επεφύλασσε αυτό που οι Monty Python θα έλεγαν “and now for something completely different”. Οι NOVA TWINS, ήταν ξεκάθαρα κάτι που λίγοι είχαν ξαναδεί. Τα ηλεκτρονικά στοιχεία (μέχρι και PRODIGY σκέφτηκα), ανακατεμένα με RAGE AGAINST THE MACHINE, με έντονη rap/hip hop ενέργεια, αποτέλεσαν κάτι καινούργιο στην ιστορία των αμιγώς metal ημερών του Release. Άκρως ενεργητικές παρότι ήταν κάπως νωχελικό το κοινό στην αρχή. Βέβαια, η συμμετοχή ήταν εντονότερη όσο περνούσε η ώρα. Μέχρι και το όνομα τους φωνάξανε ρυθμικά μετά το 3ο – 4ο κομμάτι, ενδεικτικό του πόσο πολύ κέρδισαν το κοινό που άρχισε να συμμετέχει με sing-along και παλαμάκια.
Τίμησαν τόσο το πρώτο τους άλμπουμ “Who are the girls?” (2020) όσο και το δεύτερο τους “Supernova” (2022), ενώ κάπου πήρε το μάτι μου τα πρώτα mosh pits στις μπροστινές σειρές (σε κομμάτι από το πρώτο, ομώνυμο EP), εγκαινιάζοντας και αυτό το κομμάτι της συναυλίας. Εξαίσια η μπασίστρια Georgia South που δεν σταμάτησε να δίνει πόνο, ενώ η frontwoman / κιθαρίστρια / rapper / τα-πάντα-όλα Amy Love πήγαινε πάνω – κάτω, και πήρε γρήγορα το κοινό με το μέρος της. Ένα κοινό που σίγουρα θα θυμάται αυτό που είδε, ενώ ξεκάθαρα θα τις ξαναδούμε τις κυρίες (και κύριο – στιβαρός drummer), κρίνοντας από το θερμό χειροκρότημα αποχαιρετισμού που τους επεφύλασσαν.
Φτάνουμε σε μια μπάντα που άκουγα από το Γυμνάσιο – Λύκειο, όταν είχε πρωτοβγεί. Δεν τους είχα δει όταν άνοιγαν τους Big 4 στο Sonisphere του 2010, δεν τους είδα στην headline εμφάνιση μετά από 9 χρόνια, ευκαιρία ήταν να φύγει το απωθημένο! Ο λόγος για τους Ουαλούς BULLET FOR MY VALENTINE. Μπήκαν με το κοινό να τους αποθεώνει, φωνάζοντας ρυθμικά το όνομα τους. Ενδεικτικό του πόσο αγαπητοί έχουν γίνει στη χώρα μας. Έμπα με “Knives” και “Over it” στα καπάκια, με τον Matt Tuck πριν το “Piece of me” να μας καλησπερίζει. Μετά το πέρας του κομματιού, γύρισε και πέταξε την υπέροχη ατάκα “το δερμάτινο μπουφάν ήταν πολύ κακή επιλογή για απόψε”.
Μικρές όμορφες στιγμές, που κάνουν λίγο πιο ανθρώπινο τον άνθρωπο που στέκεται κάτω από τα φώτα της σκηνής. Βουτιά στο πρώτο άλμπουμ, “4 words (to choke upon)” και ο γράφων 15-16 χρονών πάλι! Μια ισοπεδωτική εκτέλεση που ήρθε στα καπάκια με το “You want a battle? (here’s a war)”. Είναι υπέροχο πόσο ωραία έχει μεγαλώσει αυτό το συγκρότημα, παίζοντας ωραίο, μοντέρνο metal με τη γκρούβα του, με τα γκάζια, με τα όλα του! “Shatter” για τη συνέχεια από τον φερώνυμο δίσκο τους έρχεται και δένει. Οι τόνοι πέφτουν στο “All these things I hate (revolve around me)” σε μια ανατριχιαστική στιγμή όπου το Release έγινε μια φωνή.
Έκαναν τη μαγκιά να το ξεκινήσουν a capella και μετά να μπει η μπάντα. Μια μπάντα που αρχικά αδικήθηκε από το πιο δυνατό μπάσο στον ήχο. Οπότε ακολουθεί ένα όμορφο παράδειγμα του πως πρέπει να κάνεις παρατηρήσεις εν μέσω συναυλίας. “Ακούτε καθόλου κιθάρες εκεί έξω;”, με το κοινό να απαντάει “όχι”. Οπότε, ο Matt, γυρνάει στον ηχολήπτη και του ζητάει να ανεβάσει με άκρως ευγενικό τρόπο τις κιθάρες. Μόλις έγινε αυτό, ζήτησε να φτιαχτεί το πρώτο old school circle pit. Ώρα για το “Scream aim fire” και όλα ΙΣΙΩΜΑ στη Πλατεία Νερού. Ειδικά στο φινάλε χοροπηδούσαν μέχρι πίσω στο πύργο.
Χωρίς ανάσα, πάμε στο “The last fight” από το “Fever”. Η μπάντα σε εμφάνιση εδραιωμένου συγκροτήματος όπως έπρεπε, τίμησε όλες τις εποχές και όλες σχεδόν τις δουλειές. Εύσημα στον φοβερό μπασίστα Jamie Mathias που όργωσε τη σκηνή και προσέφερε φοβερά καθαρά φωνητικά, καθώς και στον ισοπεδωτικό drummer Jason Bowld που κρατούσε τα μπόσικα σε μια σπουδαία εμφάνιση. Πίσω στο ομώνυμο με το “Rainbow veins” με τους τόνους να πέφτουν και το κοινό να παίρνει τις απαραίτητες ανάσες. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σταμάτησε να συμμετέχει, δείγμα του πόσο αγκαλιάστηκε το άλμπουμ από τους οπαδούς.
Τελευταίος εκπρόσωπος του “Gravity”, το “Don’t need you”, στο οποίο να απαντήσω στους συμπαθέστατους Ουαλούς πως, όχι, σας χρειαζόμαστε και μάλιστα πολύ. Για να ακούνε περισσότερα νέα άτομα αυτή τη μουσική! Και πάμε τώρα, στο φινάλε φωτιά. “Your betrayal”/”Tears don’t fall”/”Waking the demon”. Το τρίο της καταστροφής, ειδικά το τελευταίο που έδωσε τη χαριστική βολή στο pit που πήρε φωτιά! Στο δε “Tears don’t fall” το ξεκίνησε μόνος του ο Matt και σείστηκε η Πλατεία Νερού, από ανθρώπους που ήταν πιτσιρίκια όταν βγήκε, ε και ήταν 20άρηδες και βάλε τώρα. Σπουδαίοι οι Ουαλοί, μας ευχαρίστησαν που τους είχαμε στο φεστιβάλ, ενώ προβλέπω να τους βλέπουμε ακόμα συχνότερα και αυτούς.
Και εδώ, φτάνουμε στο κυρίως πιάτο. Τους Αμερικανούς DISTURBED. Δεύτερος σερί δίσκος όπως είπαμε και στο αφιέρωμα με τον οποίο μας έρχονται. Ανεβαίνουν ένα λεπτό νωρίτερα από τη προβλεπόμενη ώρα (το είδα χαρακτηριστικά), με το “Hey you” από το “Divisive”, ενώ καπάκια μας χτυπάνε στη μούρη με το “Stupify”. Ο κακός χαμός! Και σαν να μην έφτανε αυτό….”Athens…let me see those fists” “Ten thousand fists” και το ρεφρέν του έγινε πράξη με τη μια! Θα πω εδώ, πως ήδη είναι καλύτεροι από τη προηγούμενη φορά, που ενώ ήταν πολύ καλοί, ας πούμε ήταν κάπως πιο “συγκρατημένοι” από πλευράς απόδοσης.
Ο ήχος – κρύσταλλο επίσης, εφάμιλλος της παραγωγής τους (και με αυτό είχαν θέματα τη προηγούμενη φορά). Τώρα όμως, δεν καταλάβαιναν τίποτα, χτυπούσαν στο ψαχνό! “Prayer”, “Are you ready” ενώ είχαμε το “Bad man” από το “Divisive” με τον Draiman να προλογίζει το πόσο πολύ ήθελαν να παίξουν αυτό το κομμάτι. Αφού μας πήραν μονότερμα για περίπου μισή ώρα, βγαίνουν οι ακουστικές και πέφτουν οι τόνοι. “A reason to fight” σε μια από τις πλέον συναισθηματικές στιγμές της βραδιάς, μη σας πω και όλου του Release ως τώρα. Ο Draiman δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυα του.
“Ζητώ συγγνώμη” είπε “αλλά δε μπορώ να τραγουδήσω αυτό το κομμάτι χωρίς να τα χάσω”. Συνεχίζει λέγοντας “Πως είναι τα Αγγλικά σας; Γιατί τα Ελληνικά μου είναι χάλια!”. Και κάπου εκεί, βγάζει το λόγο του “για τους δαίμονες που λέγονται εθισμός και κατάθλιψη” όπως πολύ σωστά το έθεσε. Μίλησε για το πως σε τρώνε από μέσα προς τα έξω, χωρίς να φαίνεται στον έξω κόσμο, καθώς και το πως κάθε μέλος της μπάντας, έχει αντιμετωπίσει ανάλογες καταστάσεις. Έπειτα, τόνισε πως “βαρέθηκα να κάθομαι και να βλέπω τους φίλους μου να πεθαίνουν. Μου λείπει ο Scott Weiland, μου λείπει ο Chester Bennigton, μου λείπει ο Chris Cornell, μου λείπει ο Keith Flint. Και κάποια στιγμή το Φεβρουάριο της χρονιάς αυτής, παραλίγο να τους συναντήσω”.
Δεν ένιωσα μεγαλύτερη “αγκαλιά” κόσμου σε αυτό το “NO” που βγήκε από τα χείλη ΟΛΩΝ παρά ελάχιστες φορές σε συναυλία. “Αν μπορεί να συμβεί σε εμένα” είπε “μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε. Δεν είναι σημάδι αδυναμίας και δεν εξαρτάται από το πόσο ευλογημένη ζωή μπορεί να έχεις. Τώρα με τα χέρια ψηλά, πόσοι εδώ μέσα παλεύετε με τους δαίμονες της κατάθλιψης και του εθισμού ή ξέρετε κάποιον που το περνάει; Τώρα κοιτάξτε γύρω σας. Όπως μπορείτε να δείτε…δεν είστε μόνοι”. Κάτι τέτοιες στιγμές, καταλαβαίνει κανείς, πόσο σημαντικό είναι να χρησιμοποιείς μια πλατφόρμα που έχεις για καλό σκοπό, για να πεις κάτι που θα βοηθήσει έναν άνθρωπο εκεί έξω.
Πίσω στα του set, με κιθαριστικό solo, που έχτισε όμορφα ως τη πρώτη διασκευή της βραδιάς…”Land of confusion” (GENESIS), πιο επίκαιρο από ποτέ στιχουργικά λόγω πρόσφατων εκλογών! Από τα πιο διαχρονικά αγαπημένα κομμάτια στιχουργικά, με το κόσμο να το αγκαλιάζει μέσω των DISTURBED. Να υπογραμμίσω εδώ το χάρισμα τους στις διασκευές, οι οποίες ήταν πραγματικά σπουδαίες… Έκαναν “δικά τους” τα κομμάτια. Εφάμιλλο θα έλεγα αυτού που είχαν οι METALLICA, Το αυτό και στην ανατριχιαστική τους εκτέλεση του “The sound of silence” με cello και πιάνο, που απλά ακούστηκε στο δίπλα Δήμο σίγουρα το κοινό!
Ενδιάμεσα, είχαμε ένα drum solo για να μπει το “The game” και να ανεβάσει τους ρυθμούς περαιτέρω. Τα μεμονωμένα solos είχαν επίσης δέσει πολύ όμορφα με το αμέσως επόμενο κομμάτι του set και δεν πλάτειαζαν ιδιαίτερα. Το λέω γιατί έχουμε δει πράγματα γενικά εδώ και εκεί και προσωπικά, ζούσα και χωρίς μακροσκελή μεμονωμένα solo μπάσου/κιθάρας/drums που μπορεί να στερήσουν 1-2 κομμάτια ακόμα σύνολο. Οι DISTURBED ωστόσο, είναι ξύπνιοι και τα είχαν τόσο – όσο. Μετά του μπάσου συγκεκριμένα, που έπαιζε το βασικό riff του “Indestructible”, είχαμε το έμπα της μπάντας με το κομμάτι αυτό σε μια από τις πιο εκρηκτικές στιγμές του live.
Ημιμπαλαντοειδής στιγμή με το “The light” όπου πάλι είχαμε φώτα από κινητά ή αναπτήρες για να συνοδέψουμε το ρεφρέν σε ένα πολύ αγαπητό κομμάτι συναυλιακά. Ε και ήρθε η στιγμή για το τελικό χτύπημα (pun intended) της μπάντας, με τα καταστροφικά “Stricken” και “Down with the sickness”. Ε ήρθε και έδεσε το ρημάδι! Μας καληνύχτισαν, μας έστειλαν στο καλό μετά από 80 γεμάτα λεπτά μουσικής, μας πέταξαν και ένα κομμάτι Marvin Gaye από τα ηχεία (“Let’s get it on”) και όλα κρέμα! Εις άλλα με υγεία!
Γιάννης Σαββίδης
Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής