Release Athens Festival – JUDAS PRIEST, BRUCE DICKINSON, ACCEPT, SATURDAY NIGHT SATAN (Πλατεία Νερού, 21/7/2024)

0
1054
Judas Priest

Judas Priest

Θυμάμαι, την προηγούμενη φορά που τα είπαμε από δω, στα πλαίσια της πρώτης μεταλλικής ημέρας του φετινού Release Athens Festival, να ξεκινώ την εισαγωγή μου αναφερόμενος στον καύσωνα ο οποίος, όπως χαρακτηριστικά έγραψα τότε, είχε «κάνει σμπαράλια ολόκληρο το νευρικό μας σύστημα!». Πού πας βρε καψερέ καυσωνάκο του Ιουνίου… ο μεγάλος αδερφός του Ιουλίου, σου έβαλε τα γυαλιά! Σε έκανε να φαίνεσαι πρωινή δροσούλα του Μαγιού (πως τα γράφω έτσι ποιητικά ώρες-ώρες)! Φάγαμε λοιπόν πολλή ζέστη, ωραία, εορταστική, Κυριακάτικη! Αλλά χαλάλι… Κινήσαμε για το Φάληρο, για να δούμε ζωντανούς μύθους του Heavy Metal να παρελαύνουν μπροστά μας. Την παρέα του Rob, του Bruce, του Wolf. Και μα την πίστη μου, αν όντως ακούς αυτήν τη μουσική, κάθε σου κύτταρο θα έπρεπε υπό κανονικές συνθήκες να χορεύει καρσιλαμά στο άκουσμα και μόνο της είδησης αυτής. Πολλώ δε μάλλον, κατά την παρουσία σου εκεί!

Το Release λοιπόν μας καλωσόρισε ξανά και στο «φουαγιέ», μας περίμεναν οι occult heavy rockers SATURDAY NIGHT SATAN, σε ένα ακόμη live για την προώθηση του ντεμπούτου τους “All things black”, που μου είχε αφήσει παραπάνω από καλές εντυπώσεις. Δεδομένης της ποιότητας του υλικού τους και της τσεκαρισμένης πια ικανότητάς τους να το αποδίδουν όπως πρέπει σε μικρούς, κλειστούς χώρους, έμελλε μόνο να διαπιστωθεί αν και σε έναν μεγάλο σκηνικό, όπως είναι ένα open air, θα μπορούσαν τα παιδιά να σταθούν εξίσου ικανοποιητικά. Οι εμπειρίες τέτοιου είδους δεν τους λείπουν, στον καθένα ξεχωριστά, ωστόσο υπάρχουν διαφορές μεταξύ των χώρων, όπως και να το κάνεις.

Λοιπόν, μου άρεσαν. Είχαν εξαιρετικό ήχο, πολύ καλή σκηνική παρουσία (ειδικά η τραγουδίστρια «το ’χει» πάρα πολύ) και το υλικό τους «αναπνέει» σωστά και σε μεγάλες σκηνές. Εξακολουθώ βέβαια να τους προτιμώ από απόσταση αναπνοής, σε κάποιο μικρό, «υγρό» club, αλλά όλα πήγαν μια χαρά, πιστεύω το κατάλαβαν και οι ίδιοι και το καταχάρηκαν. Τέλος, τους βγάζω το καπέλο που άντεξαν και βγήκαν νικητές στη μάχη με τη ζέστη. Επόμενος σταθμός, αν δεν έχω χάσει κάτι στο ενδιάμεσο, το live με τους SONJA, το Σάββατο 12 Οκτωβρίου στο An Club. Να τους δείτε, όσοι δεν έτυχε να το κάνετε ως τώρα. Αξίζουν και σας το λέει ένας από τους χειρότερους «απαιτητικούς» εκεί έξω.

Δημήτρης Τσέλλος

Με το πρόγραμμα να τηρείται στο ακέραιο και με τη ζέστη να υποχωρεί κάπως, οι ACCEPT ανεβαίνουν στη σκηνή έχοντας από πίσω ένα τεράστιο backdrop με το εξώφυλλο του τελευταίου τους δίσκου “Humanoid”. Τα βλέμματα των περισσοτέρων πέφτουν πάνω στο νέο, touring κιθαρίστα Joel Hoekstra (NIGHT RANGER, TRANS-SIBERIAN ORCHESTRA κ.α.), στον frontman Mark Tornillo και φυσικά στον τεράστιο Wolf Hoffmann ο οποίος παραμένει ολόιδιος τα τελευταία 15 και βάλε χρόνια. Και μπορεί το άνοιγμα με τα “The reckoning” και “Humanoid” να μην ξεσήκωσαν τον κόσμο αλλά η συνέχεια με το “Restless and wild” προκάλεσε τον αναμενόμενο ενθουσιασμό.

Οι ACCEPT στη μία ώρα που είχαν στη διάθεση τους, δεν μπόρεσαν φυσικά να παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο set αλλά αξίζει να σημειώσουμε 2-3 πράγματα. Το πρώτο είναι ότι η εμφάνισή τους ήταν ξανά πολύ καλή όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα με τα live των γερμανικών panzer. Το δεύτερο είναι ότι o Tornillo είχε κάποια θέματα με τη φωνή του (σε ορισμένα σημεία) αλλά και αυτό είναι λογικό καθώς δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει πατήσει τα 70. Το τρίτο σημείο είναι ότι η κιθαριστική τριάδα ήταν φυσικά αψεγάδιαστη και αναμενόμενα το βάρος έπεφτε κυρίως στον Hoffmann όσον αφορά τα solos. Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε ότι στο “Balls to the wall” ανέβηκε και ο παραγωγός τους και κιθαρίστας των JUDAS PRIEST, Andy Sneap, στη σκηνή δίνοντας μας τη μοναδική ευκαιρία να δούμε ACCEPT με 4 (!) κιθαρίστες.

Set List: The Reckoning/ Humanoid/Restless and wild/Straight up Jack/Princess of the dawn/Metal heart/Fast as a shark/Teutonic terror/Pandemic/Balls to the wall

Σάκης Νίκας

Μακάρι στις 21 Ιουλίου να απολαύσουμε μια μοναδική εμφάνιση αυτού του καλλιτέχνη, αντάξια της αίγλης και φήμης που έχει, αλλά και των μουσικών που τον απαρτίζουν, χωρίς ευτράπελα έτσι ώστε το μόνο θέμα που να έχουμε να συζητήσουμε μετά το πέρας της συναυλίας, να είναι το «καθαρά» μουσικό. Δεν σας κρύβω ότι μετά από τόσα «εξωμουσικά» γεγονότα έχουν βγει στην δημοσιότητα όλα τα τελευταία χρόνια, έχω βαρεθεί τις κόντρες μεταξύ οπαδών ή/και μουσικών. Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί κυρίως είναι η μουσική και τίποτα άλλο. Heavy metal μόνο!             

Κάπως έτσι τέλειωνε το άρθρο μου για το countdown των άλμπουμ του Bruce Dickinson, λίγες μέρες πριν την εμφάνιση του (μπορείτε να το διαβάσετε εδώ). Στις παραπάνω γραμμές αντικατοπτρίζεται, ευτυχώς, η γενικότερη εμφάνιση του την 21η Ιουλίου. Ο λόγος; Απλός. Το αγριοκάτσικο του metal (επιτρέψτε μου την έκφραση, θα εξηγήσω παρακάτω), ήρθε, πραγματοποίησε μια πάρα πολύ καλή εμφάνιση με τους μουσικούς που τον συνοδεύουν και αποχώρησε όπως του άρμοζε/αρμόζει.

Δεν σας κρύβω ότι ήμουν πολύ περίεργος για το πως θα εξελισσόταν η εμφάνισή του, μια και όπως θυμόμαστε στην τελευταία φορά που ήταν επί Ελληνικού εδάφους με τους IRON MAIDEN, με ότι έγινε, ξεκίνησε μια πολλών εβδομάδων «συζήτηση» των οπαδών με αν αυτό που έκανε/είπε/έγινε ήταν καλό ή κακό. Έτσι περίμενα να δω τις όποιες αντιδράσεις, αν θα υπήρχαν, και του κοινού αλλά και του ίδιου του μουσικού. Από ότι φάνηκε όμως όλο το «σκηνικό» έχει ξεχαστεί. Από το πρώτο δευτερόλεπτο του εναρκτήριου “Accident of birth”, μέχρι και που τέλειωσε την εμφάνισή του, ήταν λες και δεν συνέβη τίποτε, ποτέ.

Από την μια ο ίδιος ο Dickinson, με το όλο «στήσιμο» που είχε το group του δεν άφησε σε καμία στιγμή να δημιουργηθεί το οποιοδήποτε παρατράγουδο ή αρνητικό σχόλιο. Από την άλλη επειδή και ο κόσμος ήταν πολύ ενεργός σε όλη την διάρκεια του set list, δημιουργήθηκε η αλληλεπίδραση καλλιτεχνών-κοινού που όσοι έχουν παρακολουθήσει έστω και μια ζωντανή εμφάνιση του Dickinson, είτε τις φορές που έχει έρθει σαν solo, είτε αυτές με τους IRON MAIDEN, ξέρουν. Προσωπικά με χαροποίησε ότι όλοι οι μουσικοί που τον συνόδευαν επί σκηνής είχαν τον ίδιο «χώρο» με αυτόν χωρίς να υπολογίζεται το «μέγεθος» και «ειδικό βάρος» του μουσικού Dickinson. Έτσι όλοι, μετά και από 51 ζωντανές εμφανίσεις που είναι μαζί, έχοντας «δέσει» μεταξύ τους, έχουν δημιουργήσει μια ομάδα μουσικών και όχι «ο Dickinson και οι άλλοι», κάτι άκρως λογικό αν σκεφτούμε ότι οι 2 από τους 5 έχουν ηχογραφήσει δίσκο μαζί του. Καθένας ήταν στα «τετραγωνικά του, τόσο όσο» για να υπάρχει συνεχώς μια ωραία εικόνα «από κάτω».

Για τον Dickinson, νομίζω τα λόγια είναι περιττά, αφού για μια ακόμα φορά, απέδειξε πόσο επαγγελματίας είναι. Στα περίπου 80 λεπτά που ήταν στη σκηνή, ήταν υπερκινητικός, εξ ου και ο παραπάνω χαρακτηρισμός. Ο άνθρωπος στα 65 του, έχει «περάσει» ότι γνωρίζουμε και παρόλα αυτά αντί να είναι λίγο πιο «συγκρατημένος», δίνει από την σκηνή συνεχώς το έναυσμα για να περνάει ο κόσμος καλά. Όντας φουλ επικοινωνιακός όπως ξέρουμε, απλά «σήκωνε το ραβδάκι του» και ο κόσμος τον ακολουθούσε πιστά σε ότι και αν «πρόσταζε». Παρόλο που τα τραγούδια της προσωπικής του καριέρας, δεν έχουν την πέραση αυτών του group που έχει περισσότερο γνωστός, ο κόσμος, ειδικά στα παλιότερα, συμμετείχε συνεχώς.

Στην όλη εμφάνιση βοήθησε και ο εξαίσιος ήχος που είχαν σε όλη την διάρκεια του set, το οποίο ήταν -αναγκαστικά δυστυχώς-, ελαφρώς «κουτσουρεμένο» σχετικά με τις προηγούμενες εμφανίσεις του σε άλλες χώρες τον Ιούλιο. Σίγουρα τα “Tower” και “Jerusalem” έλειψαν σε πολλούς. Παρόλα αυτά όμως, τραγούδια όπως τα “Accident of birth”, “Tears of the dragon”, “Darkside of Aquarius”, “Chemical wedding”, “Abduction“ και φυσικά το “Road to hell”, σε συνδυασμό με αυτά του τελευταίου του δίσκου, δημιουργήσαν μια ωραία ροή, που λογικά δεν άφησε κανέναν δυσαρεστημένο.

Ειδικά όταν μετά το “Road to hell”, μας περίμενε μια μικρή έκπληξη. Ενώ όλοι θεώρησαν ότι η εμφάνισή του τελείωσε, ο Dickinson έκανε λίγο πίσω, πήρε ο ίδιος και άλλοι δυο 2, περικεφαλαίες και για περίπου 3 λεπτά ακούσαμε το refrain και ένα μέρος του “Alexander the great”, κάτι που προσωπικά δεν με ενθουσίασε και πολύ αφού πρέπει κάποια στιγμή να το ακούσουμε ολόκληρο, από αυτούς που πρέπει. Προσωπική γκρίνια που ίσως κάποιοι συμφωνούν και κάποιοι όχι. Το σίγουρο είναι ότι απολαύσαμε μουσικούς που μας χάρισαν πολλά λεπτά χαράς και διασκέδασης. Ίσως λοιπόν η επόμενη φορά να είναι χρονικά πιο κοντινή.

Set list
Accident of birth/Abduction/Laughing in the hiding bush/Afterglow of Ragnarök/Tears of the dragon/Chemical wedding/Resurrection men/Rain on the graves/Book of Thel/The alchemist/Darkside of Aquarius/Road to hell/Alexander the great (μέρος)

Θοδωρής Μηνιάτης

Και έφτασε η ώρα να δούμε το HEAVY METAL το ΙΔΙΟ, επί σκηνής. Την αγαπημένη μας μουσική, με τη μορφή μπάντας. Με τη μορφή ανθρώπων. Μετά το show του Bruce, μόνο τεράστια σε αξία και ιστορία συγκροτήματα σαν τους JUDAS PRIEST, θα μπορούσαν να ανέβουν στην σκηνή δίχως να φαντάζουν «φτωχοί συγγενείς» και αυτό έγινε. Άλλωστε, με το ήδη κλασσικό “Invincible shield” ως πιο πρόσφατη προσθήκη στο οπλοστάσιό τους αλλά και την κατατροπωτική εμφάνιση του 2022 να είναι χαραγμένη στο μυαλό και στην συνείδησή μας, δεν τους ήταν καθόλου δύσκολο να πιάσουν το κουβάρι από εκεί που το άφησαν, ξετυλίγοντάς το και δίνοντάς μας να καταλάβουμε για ποιον ή σωστότερα, για ποιους λόγους, είναι οι Metal Gods.

“… here’s where the talking ends!”

Αυτό. Κάπου εδώ, κανονικά, θα έπρεπε να κόβεται κάθε διάθεση και πρόθεση σχολίων. Μισός αιώνας (και βάλε) heavy metal είναι αυτός, πώς να τον κρίνεις; Τι να πεις; Και κυρίως, ΓΙΑΤΙ να το πεις; Πρέπει όμως να γράψω όσα έγιναν, ε; Ας το κάνω… Ας προσπαθήσω να γίνω αντικειμενικός και ας τα γράψω λοιπόν, με το «νι» και με το «σίγμα». Λίγο πριν την προκαθορισμένη ώρα, οι γνώριμες νότες του “War pigs”, για να τιμήσουμε και τη γενέτειρα πόλη μας το Birmingham, σήμαναν τη μεγάλη στιγμή. Οι πέντε Ιερείς παίρνουν τις γνωστές θέσεις τους μπροστά στο drum kit που στέκει υπερυψωμένο, η «κουρτίνα» φεύγει από μπροστά μας και το “Panic attack”, όνομα και πράγμα, σπέρνει πανικό και δέος. Δεν χρειάζονται μεγάλα σκηνικά, δεν χρειάζονται marketing-ίστικα κόλπα σε ένα live JUDAS PRIEST… Η τεράστια τρίαινα και το video wall αρκούν, αφού η ουσία πάντα θα βρίσκεται στη μουσική και στους ανθρώπους που τη δημιουργούν.

Έχω δει τους JUDAS PRIEST όλες τις φορές που μας επισκέφτηκαν. Ποτέ δε με απογοήτευσαν, ακόμη και όταν έπρεπε να υποστηρίξουν δίσκους σαν το απλά καλό “Redeemer of souls”. Ήξερα τι να περιμένω, ήμουν σίγουρος για τη μπάντα. Να όμως που ακόμη κι εγώ, βρέθηκα προ εκπλήξεως! Δεν τους είχα ακούσει ποτέ με ήχο σαν αυτόν της Κυριακής! Ήταν ο πιο «χύμα», «ωμός», «επιθετικός» ήχος που είχαν ποτέ, με συνέπεια να δώσουν το επίσης πιο «χύμα» live όλων των εποχών, επί Αθηναϊκού εδάφους! Άκουσες και συ το μπάσο του Ian Hill για πρώτη φορά, με τον τρόπο που το άκουσα κι εγώ; Το ένιωσες σαν οδοστρωτήρα να σε λιώνει; Τι ήταν αυτό… Μου πήρε λίγη ώρα να το συνηθίσω… Τι να συνηθίσω, να συνέλθω δηλαδή!

Παίδες, τί να λέμε… ήταν μια ΤΕΡΑΣΤΙΑ εμφάνιση! Είμαι βέβαιος πως ακόμη και ο φανατικότερος και πιο αισιόδοξος οπαδός της μπάντας, δεν το περίμενε αυτό, τηρουμένων των αναλογιών. Τελικά, το βρετανικό ατσάλι δεν στομώνει και δεν σκουριάζει ποτέ και οι JUDAS PRIEST είναι οι μοναδικοί που σε ΤΕΤΟΙΑ ηλικία, μπορούν ακόμη να παίζουν ΤΕΤΟΙΑ κομμάτια (απαιτητικά ως και ακραία), με ΤΕΤΟΙΟΝ τρόπο. Το Heavy Metal πέρασε από μπροστά μας με όχημα κλασικές στιγμές του παρελθόντος και του… μέλλοντος, έπη που μια τους νότα αρκεί για να σε στείλει στον Παράδεισο… Το τράγιο μέσα, βλέπαμε την σπουδαιότερη μπάντα όλων των εποχών να καταθέτει σπλάχνα και ψυχή επί σκηνής, τι σόι αναλύσεις χρειάζονται;!;

Ο Ritchie Faulkner και ο Andy Sneap, σαν από πάντα στο group, σαν «ένα». Όχι μόνο «γέμισαν παπούτσια» που άλλοι θα τρόμαζαν και μόνο στην σκέψη, αλλά πλέον δίνουν και το δικό τους στίγμα. Guitar heroes όχι επειδή παίζουν 7.000 νότες το δευτερόλεπτο, αλλά επειδή θέλει πολλά «καρύδια» για να είσαι το δίδυμο που κρατά τα «τσεκούρια» στους JUDAS PRIEST. Ο Scott Travis αειθαλής, αγέραστος, μηχανικός, τα κάνει όλα να φαίνονται τόσο μα τόσο απλά και εύκολα, ο Ian Hill ο ίδιος και απαράλλαχτος βράχος που ξέραμε, μόνο που τώρα ήταν… κυλιόμενος. Όσο για τον Rob Halford…

Ρε φίλε, γελάω. Γελάω και θαυμάζω ταυτόχρονα. Ο άνθρωπος είναι σε μια ηλικία που οι περισσότεροι εξ ημών -αν φτάσουμε σε αυτή καλά να είμαστε- θα δυσκολευόμαστε να πάμε μέχρι το καφενείο για πρέφα. Αυτός όμως αλωνίζει την σκηνή μέσα σε ένα καζάνι που βράζει, ερμηνεύει – δεν τραγουδά απλά – νιώθει, ζει, αποθεώνει και αποθεώνεται, γίνεται ένα με την μουσική και τον κόσμο. Και είναι συνέχεια στα «κόκκινα». Συνέχεια! Λες και έχει να αποδείξει κάτι! Δεν του κάνουμε λοιπόν κανενός είδους χάρη που τον επευφημούμε. Αν κάποτε το heavy metal διατρέξει μέγα κίνδυνο και χρειαστεί έναν El Cid να το οδηγήσει ξανά σε νίκες, δεν υπάρχει ΚΑΝΕΙΣ άλλος να αναλάβει αυτόν τον ηγετικό ρόλο, παρά μόνον ο Metal God.

«Κόψε το συναίσθημα ψηλέ, μην το αφήσεις να σε καταβάλει. Πες τα όσο πιο αντικειμενικά γίνεται»

Μα αυτή είναι η αντικειμενική αλήθεια, τι να πω; Ωραία. Αν μου έλειψε κάτι; Μου έλειψε. Ακούσαμε ένα μάτσο κλασσικούρες, ξέρεις, από αυτές που δεν έχουν ηλικία, αλλά ήθελα περισσότερη 70-ίλα ή έστω, το ήδη set των δεκαοχτώ κομματιών. Ναι Γιώργο, ο κόσμος κοιτάζει το setlist fm, παίζει να είσαι ο μόνος που δεν το κάνει εν έτει 2024! Δεν τα ακούσαμε, ακούσαμε δεκάξι. Εννοείται λοιπόν μου έλειψαν πολύ το “Saints in Hell” και το “Love bites” που τυγχάνουν και από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια του group αλλά ήμαρτον, ας μη ψειρίζουμε τη μαϊμού, μικρό έως ασήμαντο το κακό. «Έσπασε» η φωνή του Rob σε κάποια σημεία; Έσπασε. Και; Υπάρχουν κάτι τριαντάρηδες, ξέρεις, που καμώνονται για τραγουδισταράδες και κρύβονται, όταν πρέπει να τραγουδήσουν JUDAS PRIEST. Ήταν όπως έγραψα και πιο πάνω «χύμα» ο ήχος; Ήταν. Στέρησε κάτι από τα τραγούδια; ΟΧΙ. Γιατί; Γιατί είναι η φύση τους τέτοια, που το «σηκώνει». Άσε που, σε συναυλία πήγες, μεγάλε… νιώσε μια φορά το διαφορετικό. CD ακούς και σπίτι σου.

Καλύτερες στιγμές; Όλες. “You’ve got another thing comin’” και η Πλατεία Νερού πετάγεται στον αέρα! “Rapid fire” και “pounding the world, like a battering ram!”. “Breaking the law” γιατί ποιος αρνείται το απόλυτο sing along, έτσι Νίκα; “Sinner” γιατί ένα 70s ΕΠΟΣ, είναι πάντα ΕΠΟΣ. “Riding on the wind” και “Devil’s child”, αφού κουβαλούν το DNA όλων των 80s μέσα τους. “Victim of changes” γιατί ακούστηκε μέχρι και η brutal-ιά της αυθεντικής εκτέλεσης και όσο παίζει, είναι το καλύτερο τραγούδι όλων των εποχών (όταν δεν παίζει και γενικότερα, είναι το “Beyond the realms of death” αλλά άλλο θέμα αυτό). “Turbo lover” γιατί ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ λογίζεται ως ισότιμος ύμνος. “The green manalishi (With the two prong crown)” γιατί δεν είναι η καλύτερη διασκευή όλων των εποχών, είναι ένα από τα καλύτερα δικά τους τραγούδια, deal with it.

“Painkiller” γιατί ακόμη μαζεύουν τα σωθικά του Rob από την σκηνή και κλαίνε 120 ενωμένα εργοστάσια thrashers, που νομίζουν ότι παίζουν «μανιασμένη μουσική». “Electric eye” διότι όπως λέει και ο φίλος μου ο Μαζαράκης που ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει δισκάρα με την Εσωτερική Ευχή (πετώ και τα τυράκια μου εγώ), είναι «το απόλυτο μπάσιμο σε live, το heavy metal αυτοπροσώπως, λαγουδάκια». “Hell bent for leather” μιας και μπορεί ένας κούκος ποτέ να μη φέρνει την άνοιξη, το αλήτικο μέταλλο του δρόμου όμως, το κάνει. Και “Living after midnight” γιατί party σαν του λόγου του, είναι ικανό να φέρει το χαμόγελο ακόμη και στη βασανισμένη μούρη του Εξηνταβελόνη, που τη βρίσκει με black και Anathema (τα βάσανα). Ξέχασα κάτι; Α, ναι! “Crown of horns” και “Invincible shield”. «Φρέσκα», υπέροχα, πανέμορφα.

Δεν έχω να γράψω κάτι άλλο, ως προς το μουσικό μέρος. Συνολικά, η βραδιά ήταν μυθική! Είμαι λες υπερβολικός; Μπορεί. Μπορεί και όχι. Δε θα απολογηθώ όμως. Η μέρα το απαιτούσε. Θα κάνω μόνο κάποιες παρατηρήσεις. Συναυλίες σαν αυτές, αυτομάτως γεννούν ερωτήματα. Ξέρεις, υπαρξιακής φύσεως. Πού θα πάει το heavy metal όταν αυτά τα μεγαθήρια σταματήσουν; Τι θα γίνει; Πώς και πόσο θα αλλάξει; Έχεις απαντήσεις; Αλλά ας μην τα σκεφτόμαστε αυτά τώρα. Ας χαρούμε όσο γίνεται αυτούς τους σπουδαίους καλλιτέχνες και ανθρώπους, όσο είναι μαζί μας. Ας αποτυπώσουμε στη ψυχή μας εμπειρίες σαν αυτή. Τις συστοιχίες και τις φιγούρες των ACCEPT, το “scream for me Athens” του Bruce, τον Rob επάνω στην Harley… Για πόσο θα τα βλέπουμε;

Σας ευχαριστούμε.

Δημήτρης Τσέλλος

Φωτογραφίες: Πέτρος Καραλής

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here