Richie Kotzen @ Κύτταρο, 06/07/2018













    Σε μια Αθήνα Αφρικανική έρημο, με 32 βαθμούς στις 20.00 και περισσότερες μπούρκες και χαμογελαστά μάτια πίσω από την πρόοδο του Ισλάμ από το κέντρο της Ισλαμαμπάντ, περιμέναμε την άφιξη του κιθαρίστα που άλλαξε την άποψη μας για τη σχέση ροκ και “μαύρης” μουσικής . Κάποια πράγματα στη συναυλιακή ζωή μας είναι μοναδικά. Όσοι δεν είδαν τον Vai την πρώτη φορά στο Ρουφ, όσοι δεν είδαν τον Ian Gillan στο φεστιβάλ της ΚΝΕ στο Ζάππειο, τους MOTORHEAD στο Ρόδον, τους SIEGES EVEN, τους BOC στη Λεωφόρο, τους ASIA στο Βεάκειο κ.ο.κ. Πολλά σχήματα θα ξαναέρθουν και άλλες φορές, αλλά είναι συνήθως οι πρώτες εμφανίσεις τους που δεν ξεπερνιούνται, δεν αντικαθίστανται στην μνήμη μας. Σε αυτές πλέον ανήκει και η πρώτη συναυλία του Richie Kotzen, θρύλου της κιθάρας, μελωδού, αοιδού και μάστορα της funk, fusion και soul, όταν δεν βγάζει τα προς το ζην με τα παιδιά από τους THE WINERY DOGS ήταν γεγονός. Τα στοιχήματα έδιναν και έπαιρναν για την προσέλευση του κόσμου. Καλός καιρός, καλοκαίρι, μουντιάλ, αλλά τελικά οι πιστοί και κάποιοι άπιστοι προσήλθαμε αν και ζοριστήκαμε από την αναμονή σε ένα χώρο που η λέξη εξαερισμός είναι στις άγνωστες του λεξιλογίου.

    Εντύπωση προκάλεσε στον Έλληνα μουσικόφιλο, η πινακίδα πάνω από το ταμείο «Παρακαλούμε να μην καπνίζετε μετά από παράκληση του Kotzen». Κάποιοι μεγαλο-ρόκερς μέχρι που θίχτηκαν και το σχολίασαν, μιας και η λέξη σεβασμός στο μη καπνιστή αποτελεί για την Ελληνική κοινωνία γενικότερα έδαφος για ατελείωτες διαμάχες. Παρόλα αυτά, το μαγαζί ήταν σχετικά καθαρό από κάπνα. Ευτυχώς γιατί λιώναμε έτσι και αλλιώς γιατί είχε γεμίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό, έχοντας ανοίξει και τον εξώστη μετά από καιρό. Η ώρα περνούσε, η Βραζιλία όδευε προς την παραδοσιακή της θέση στην κερκίδα , η υποψία μου ότι ο Kotzen έβλεπε τον αγώνα μεγάλωνε, γιατί τον είχα δει να μπαίνει στο μαγαζί γύρω στις 20.30 με τον κόσμο γύρω του απλά να τον κοιτά, σαν να μην τον αναγνώριζε… Το σκηνικό λιτό, σαν ταινία του Αγγελόπουλου. Δεν είχε τίποτα, ούτε ένα backdrop. Tο πιάνο μόνο ενημέρωνε για τις διαθέσεις του καλλιτέχνη, όσους δεν είχαν ήδη το setlist από προηγούμενες πρόσφατες συναυλίες.

    22.30, με μισή ώρα καθυστέρηση, η ώρα που ο αετός άγγιξε την γη. Το τρίο κατέλαβε τη σκηνή και ξεκίνησε με μια επιλογή από την προσωπική δισκογραφία του Kotzen, κύρια τις πιο πρόσφατες δουλειές του. Η έναρξη με το δυναμικό “Losin’ my mind” δείχνει ότι ο ήχος στα φωνητικά θέλει μια μικρορύθμιση, αλλά η συνέχεια είναι ανοδική με το “Fooled again” και τον Kotzen να “τραγουδά” τις φράσεις του σόλο σε μια κατάσταση προσωπικής έκστασης αφήνει τον κόσμο άναυδο. Ο ήχος στα φωνητικά βελτιώνεται, ο Kotzen αρχίζει προσεγγίσεις που θυμίζουν την σκηνή του τέλους των 60’s, αρχές των 70’s, με ηχoχρώματα δανεισμένα από την Motown, Stax αλλά και τον Hendrix, Santana, Coryell, Gambale, μια μίξη μαύρης μουσικής με ηλεκτρικό fusion και ολίγη από FM rock. Η λίστα των τραγουδιών είναι ενδεικτική, “Losin’ my mind”, “Your entertainer’, “Bad situation”, “Love is blind’, “High”, “Fooled again”, “Socialite”, “The road’, “Meds”, “Fear”, “Remember”, “Help me”, “The damned”, “War paint”, “You can’t save me”, ο Kotzen σε κάθε κομμάτι «έκανε έρωτα στην κιθάρα του» όπως είπε μια παρευρισκόμενη, που τον παρατηρούσε καταγοητευμένη. Τα μέλη που τον συνόδευαν, οι Dylan Wilson στο μπάσο και ο Mike Bennett στα ντραμς, γέμιζαν τα τραγούδια με τον ανάλογο τρόπο. Λιτοί όταν χρειάζονταν, με funky αλλά και πιο τζαζ πινελιές όπου τους ζητήθηκε, είναι μουσικοί ουσίας και όχι επίδειξης, που ήξεραν πώς να μη μπουν στο δρόμο ενός καλλιτέχνη με όραμα. Ο Kotzen κιθαριστικά είχε μια τεχνική που παραπέμπει ξεκάθαρα σε jazz και funk παίξιμο και τα “ροκ” στοιχεία του έρχονται από μουσικούς σαν το Steve Cropper και τον Hendrix. Η λειτουργικότητα των σόλο είναι αδιαμφισβήτητη και σε κάθε κομμάτι ενσωματωμένη στην δομή του χωρίς ποτέ να κουράζει. Η δε άνεση με την οποία ξετύλιγε μουσικά μοτίβα και ρυθμικές εναλλαγές με μισόκλειστα μάτια απλά καθήλωσε και τον τελευταίο από το κοινό…

    Ένα τραγούδι απ το παρελθόν λέει και ξεκινά το “Socialite” του 1994, μ’ ένα σόλο που αγγίζει βαθιά την μπλουζ παράδοση για να οδηγηθεί σε ένα fusion ηχητικό παρανάλωμα με τη συμμετοχή του εξαιρετικού μπασίστα του Dylan Wilson, που θύμιζε φυσιογνωμικά έντονα τον δικό μας Γρηγόρη Μπαξεβανίδη, αν αφαιρέσεις το γκριζάρισμα και την πανοπλία (του Μπαξεβανίδη) και ενώ τα πάντα αφήνονται στα χέρια του μπασίστα για το σόλο στη συνέχεια η επιστροφή του Kotzen είναι στο πιάνο για τα “Roads”, “Meds” δύο τραγούδια που η κιθάρα παίζεται μέσα από το ηλεκτρικό πιάνο του και το μαγαζί έχει πλέον κάτι από την αύρα της Νέας Υόρκης του 1975, με αφάνες, μπάφους και τύπους με λευκά κοστούμια, πλατφόρμες παπούτσια και καδένες δαχτυλίδια που κάνουν τον Μάγκα να φαντάζει μοντέλο του Αρμάνι. 

    Το σόλο του ντράμερ που ακολουθεί, λιτό, απέριττο και χρηστικό, κυρίως στον Kotzen θα δώσει τον λόγο στην έναρξη του δεύτερου ουσιαστικά μέρους, με τον κιθαρίστα να αγκαλιάζει με πάθος την κιθάρα και να μας οδηγεί στο funk παραλήρημα των ”Fear”, ”Remember me”. Η συνέχεια με το πληθωρικό “ Help me” και τέλος το “The damned” με τον Kotzen να φτύνει στην κυριολεξία του στίχους για την καταραμένη αγάπη του. Το τέλος του βραδιού θα έρθει με το “War paint” και τον Kotzen να ευχαριστεί το κοινό…

    Λίγα λεπτά ακόμα και μερικά χειροκροτήματα μετά, οι μουσικοί επιστρέφουν στο γεμάτο Κύτταρο, με το κοινό καθηλωμένο να θέλει και άλλο. Το “You can’t save me” αποτελεί την «επιτυχία των τελευταίων ετών, κυρίως λόγω των πιασάρικων, «κακών» στίχων του με χρήση της λέξης f@@k που σε αναβαθμίζει σε «αληταρά». Όταν όμως το τραγουδά επί σκηνής ο Kotzen, μιλώντας ταυτόχρoνα στην κιθάρα του, το τραγούδι παίρνει άλλη υπόσταση… Με μια δυναμική εκτέλεση του τραγουδιού, θα μας αποχαιρετήσει, για να βγούμε έξω στο προάστιο της νέας Ισλαμαμπάντ…

    Παραλειπόμενα που αξίζουν … Μπροστά μου είναι δύο τύποι γύρω στα 27 max, με βραχιόλι – πρόσκληση στο χέρι. Αφού παρακολουθούν το Μουντιάλ, μη χάσουν κανένα τόνο, ταυτόχρονα τσεκάρουν το ηλεκτρονικό setlist, που έχουν όπως όλοι μας, γιατί προφανώς κάπου θα στείλουν και αυτή αναφορά συναυλίας. Η αλλαγή σειράς με το “Damned” να μεταφέρεται από το encore στο κυρίως μέρος, το “Riot” να μην ακούγεται και στη θέση του να παίζεται το “You can’t save me” τους αναγκάζει να κόψουν την συζήτηση που είχαν σε όλο το δεύτερο μέρος της συναυλίας για την ήττα της Βραζιλίας και με έπρηξαν και να ψάχνουν το τραγούδι στο internet… Τα βοήθησα τα παιδιά, τους διόρθωσα και το setlist και ελπίζω να καταλάβουν ότι το γράφω σε μουσική ιστοσελίδα ή περιοδικό όπως κάνουμε κάποιοι για δεκαετίες περιλαμβάνει να ξέρεις τα βασικά για τον εμφανιζόμενο καλλιτέχνη. Άκου ρε φίλε έστω το best of και μην είσαι εκεί για την πρόσκληση και το σταριλίκι του «δημοσιογράφου».

    Παραλειπόμενο Ν2, τέτοιους μουσικούς συνήθως βλέπουμε μόνο στο Φακανά, εγώ υποκλίνομαι στον διοργανωτή που πήρε το ρίσκο, αλλά περισσότερο στον κόσμο που έδειξε, ότι όταν υπάρχει θέληση η καλή μουσική, χωρίς στερεότυπα θα βρει την απήχηση της. Για όσους δεν γνωρίζουν, οι THE WINERY DOGS είναι ουσιαστικά ο Kotzen με καλύτερους, πιο γνωστούς συνεργάτες και λίγο πιο hard rock έκφραση και πολύ υψηλότερο κασέ. Μέχρι την επόμενη εμφάνισή του, αν υπάρξει, όσοι ήμασταν στο Κύτταρο «μείναμε έγκυοι με τετράδυμα» όπως μου είπε ο Δρ. Τσίγκος, στο δρόμο για το μπαρ… Συμφωνώ και επαυξάνω γιατρέ, ήδη οι THUNDER έπαψαν να είναι η συναυλία της χρονιάς.

    Στέλιος Μπασμπαγιάννης
    Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσουρέας

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here