Μέχρι τώρα οι ιταλοί και παλαίμαχοι ατμοσφαιρικοί tech death metallers SADIST (η μπάντα υπάρχει από το 1991!) δεν έχουν καταφέρει να με κερδίσουν απόλυτα με το ατμοσφαιρικό και τεχνικό τους death metal κάτι που δε συνέβη ούτε και τώρα με τον όγδοο κατά σειρά full length δίσκο τους με το τίτλο “Spellbound”. Πρόκειται για τον τίτλο μιας από τις λιγότερο αναγνωρισμένες ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ στον οποίο είναι και αφιερωμένος ο δίσκος. Για την ακρίβεια, κάθε κομμάτι βασίζεται στιχουργικά σε μια ταινία του Βρετανού σκηνοθέτη τον οποίο απ’ ότι φαίνεται η μπάντα έχει σε τρομερή εκτίμηση, μιας και στο εξώφυλλο βλέπουμε το φημισμένο σπίτι από το «Ψυχώ» στο κέντρο. Το αντίστοιχο κομμάτι, και μάλλον το καλύτερο του δίσκου, έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο “Bloody Bates” που αναφέρεται στο χαρακτήρα του Norman Bates. Επομένως, η μπάντα είχε εδώ και το έργο του να εκμαιεύσει στον ακροατή μια νοσηρή ατμόσφαιρα που συνοψίζει την ατμόσφαιρα των ταινιών τρόμου και σασπένς του Χίτσκοκ. Αντ’ αυτού όμως, βρίσκω πως οι SADIST έχουν κάνει μια κάπως πρόχειρη απόπειρα που χάνει σε πολλά μέτωπα, από την εκτέλεση και τη σύνθεση στη παραγωγή.
Από το εναρκτήριο intro “39 steps” είναι φανερό πως η μπάντα, ίσως με στόχο το χτίσιμο μιας Χιτσκοκικής ατμόσφαιρας, έχει δώσει περισσότερο έμφαση στα ατμοσφαιρικά πλήκτρα που έχουν όντως κάτι το νοσηρό θυμίζοντας πολύ, ίσως και πέραν του δέοντος, KING DIAMOND. Σε αντίθεση με το τεχνικό κομμάτι του death metal όπως το μάθαμε από τον Chuck Schuldiner τους ATHEIST, CYNIC και άλλους, εδώ το βάρος πέφτει σε μια κακοδουλεμένη ατμόσφαιρα μιας και τα πλήκτρα σε φάσεις ακούγονται περισσότερο σαν ξέμπαρκα «μπλιμπλίκια» βγαλμένα από κάποιο κακόγουστο 80’s exploitation ταινία τρόμου του Brian De Palma και όχι του Χίτσκοκ. Επιπλέον, η άκομψη παραγωγή έχει δώσει περισσότερη έμφαση στα πλήκτρα απ’ όση θα έπρεπε και έτσι καλύπτουν τα άλλα όργανα ή απλά πετάγονται από το πουθενά, πολύ ξαφνικά κάτι που μαρτυρά πως η μπάντα δεν κατάφερε να τα εντάξει στις συνθέσεις έτσι ώστε να κολλάνε όλα μεταξύ τους αρμονικά. Εν γένει, έχω το ίδιο παράπονο για όλη τη δισκογραφία των SADIST. Τα πλήκτρα πραγματικά, με λίγες εξαιρέσεις, ακούγονται ξέμπαρκα, δεν «κολλάνε» και η μπάντα θα επωφελούνταν από την απουσία τους ή μια έστω πιο προσεγμένη ένταξη τους στις συνθέσεις που να σέβεται το τεχνικό death metal τους το οποίο δεν είναι καθόλου άσχημο.
Σε γενικές γραμμές βρίσκω πως αν η μπάντα επέμενε αυστηρά στο τεχνικό death metal χωρίς την κακοφτιαγμένη ατμόσφαιρα και τις εξορμήσεις σε τάχα μου progressive εδάφη, θα μιλούσαμε για ένα καλύτερο αποτέλεσμα που να δικαιώνει τη μπάντα. Τα progressive περάσματα είναι όντως αρκετά αλλά είναι τελείως αποκομμένα από το κεντρικό άξονα των συνθέσεων και σε κάθε φάση με πιάνουν απροετοίμαστο και ξινίζω. Γενικά, το progressive για κάποιο λόγο φοριέται πολύ τα τελευταία χρόνια και συχνά φοριέται ανάποδα. Οι SADIST με το “Spellbound” μπερδεύουν ομολογουμένως τα όρια μεταξύ τεχνικού death metal και progressive αλλά το τελικό αποτέλεσμα, λόγω παραγωγής, προχειρότητας στις συνθέσεις, πλήκτρων και ήχου, είναι αδέξιο. Επιπλέον, με μέσο όρο τρία λεπτά για κάθε κομμάτι σε έναν δίσκο 37 λεπτών, με ένα instrumental, οχτώ κομμάτια ένα intro και outro, οι SADIST δεν είναι progressive.
Μ’ αυτά και κείνα, οι SADIST με το “Spellbound” δεν μας προσφέρουν κάτι καινούργιο απ όσα μας έχουν συνηθίσει, αν και δίνουν εδώ περισσότερο βάρος στην ατμόσφαιρα που φέρνει στο νου KING DIAMOND παρά SADIST ή την ατμόσφαιρα του Χιτσκοκικού σινεμά στο οποίο βασίζεται το concept του δίσκου. Αν και υπάρχουν μερικά σημεία όπου το τεχνικό death metal των SADIST είναι σαρωτικό, με οργιώδη τεχνικά περάσματα και brutal διάθεση που συνδυάζεται όμορφα με μελωδίες και leads, τα καλά νέα είναι λίγα και δεν κρατάνε πολύ, δίνοντας τη θέση τους στα κιτς πλήκτρα και μια προχειρότητα που δεν κρύβεται εύκολα.
6 / 10
Φίλιππος Φίλης