Οι SAVATAGE έν έτει 2025, με την ηχητική μόδα να έχει στο προσκήνιο πιο «άγρια» συγκροτήματα από πιο παλιά χρόνια, ίσως αποτελούν για πολλούς ένα retro μουσικό σχήμα που κάποτε υπήρχε, έκανε μια κάποια επιτυχία και μετά σταμάτησε. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι ένας νεαρός που είναι τώρα πια 25 χρονών δεν ήταν «εκεί» όταν το γκρουπ κυκλοφορούσε τις δουλείες του, αφού η τελευταία του ήταν το μακρινό 2001. Για πάρα πολλούς όμως, μεταξύ αυτών και ο γράφων, το συγκρότημα είναι ένα από τα σημαντικότερα που έχει αναδείξει/παρουσιαστεί η/στην heavy metal μουσική. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι παρόλη τη δισκογραφική «χειμέρια νάρκη» στην οποία είναι, τα μέλη του ασχολούμενα ενεργά, κυρίως με το project TRANS-SIBERIAN ORCHESTRA, έχουν καταφέρει να μην σιγήσει, στην πραγματικότητα, ποτέ το όνομα των SAVATAGE.
Το “Sirens” είναι η πρώτη κυκλοφορία του γκρουπ, το 1983. Οι λόγοι που είναι μια τόσο σημαντική δουλειά είναι αρκετοί. Αφενός έδειξε στο κοινό, το στυλ μουσικής έκφρασης που θα πορευόταν το γκρουπ, τα επόμενα χρόνια ύπαρξης του. Αφετέρου το ντεμπούτο ενός καλλιτέχνη «δείχνει» πολλά. Πόσο μάλλον όταν κυκλοφόρησε σε μια από τις πιο κομβικές χρονιές στη metal μουσική και κατάφερε να αντέξει στο χρόνο. Θυμάμαι σαν τώρα, όταν πρωτοάκουσα το ομώνυμο τραγούδι, η λέξη «αποσβολωμένος» ίσως είναι η μονή που μπορεί να χαρακτηρίσει την αντιμετώπιση μου σε αυτό, πόσο μάλλον όταν το συνδέει με μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο της εφηβείας μου.
Οι SAVATAGE είναι το πνευματικό παιδί των αδερφών Jon και Criss Oliva, δυο ανθρώπων που η δίψα τους για το heavy metal, ήταν εμφανής σε κάθε τραγούδι. Ξεκίνησαν σαν AVATAR, έχοντας 15 τραγούδια που ηχογραφήθηκαν και μιξαρίστηκαν όλα σε μια μέρα. Με τα περισσότερα τραγούδια να ετοιμάζονται σε όχι περισσότερο από μια εβδομάδα πριν από την ηχογράφηση, το συγκρότημα μπορούσε να αντέξει οικονομικά μόνο μια μέρα στο studio. Όλα μαζί επρόκειτο να κάνουν το ντεμπούτο του γκρουπ, επειδή όμως ο δίσκος βινυλίου έχει περιορισμένη χωρητικότητα, χωρίστηκαν στα δυο με το “Sirens” να έρχεται πρώτο και το “The dungeons are calling”, δεύτερο. Λίγο πριν την κυκλοφορία του “Sirens”, αλλάζουν το όνομα τους όπως έγιναν ευρέως γνωστοί, και με παρατσούκλια αντί για τα κανονικά ονόματα, βλέπει το φως της δημοσιότητας, μια δουλειά, που μέχρι και σήμερα, θεωρείται η αρχή μια ονειρικής πορείας, και σίγουρα όσο και αν ήταν «άγουρη», συμβάδισε με το ηχητικό στίγμα εκείνων των ετών στο Αμερικάνικο heavy metal, αποτελώντας άλλο ένα δείγμα γραφής, που προσωπικά θεωρώ πως αν δεν υπήρχε, η μουσική κληρονομιά που μένει στους νεότερους θα ήταν φτωχότερη, αφού πρέπει πέρα του μουσικού περιεχομένου, ο οπαδός/ακροατής να εξετάζει και τις συνθήκες που κυκλοφορεί ένα άλμπουμ.
Το “Sirens” θα είναι για πάντα ένας δίσκος-σταθμός, όχι για την μουσική πρωτοτυπία του αλλά επειδή χαρακτήρισε μια ολόκληρη περίοδο της heavy metal μουσικής και έγινε πολύτιμη συντροφιά, άπειρων ωρών ακρόασης, πολλών οπαδών μεγαλώνοντας τους μαζί του. Όταν μου δόθηκε για αξιολογική σειρά, ειλικρινά ελαφρώς σάστισα, αφού τα τραγούδια είναι τόσο «κοντά» για μένα που μέχρι και τώρα που διαβάζετε το κείμενο, οι διαφορές είναι πολύ μικρές και η σειρά αξιολόγησης έγινε με κριτήριο πολύ προσωπικές λεπτομέρειες που όρισαν την σειρά. Το “Sirens”, είναι για μένα σαν να διαλέγεις ανάμεσα σε διαμάντια, αφού το κάθε τραγούδι έχει τη δική του υπόσταση και δυναμική. Ας πάμε λοιπόν να προσδιορίσουμε τη υποκειμενική θέση κάθε τραγουδιού
The “Sirens” countdown
- “Out in the streets”
Το τραγούδι που «κλείνει» τον δίσκο, είναι η μόνη μπαλάντα με λίγα ξεσπάσματα που υπάρχει στο άλμπουμ. Θα ήταν ένα από τα πρώτα δείγματα γραφής της πιο λυρικής πλευράς των συνθέσεων του συγκροτήματος, μια power ballad, όπως θα λέγαμε σε συζητήσεις τα επόμενα χρόνια. Στο δίσκο εμπεριέχεται η πρώτη του έκδοση αφού οι οπαδοί θα το ξανασυναντούσαν 3 χρόνια μετά στο δίσκο “Fight for the rock”. Το τραγούδι από την πρώτη στιγμή, βγάζει προς τον ακροατή την μελωδικότητα και τον άκρατο συναισθηματισμό που θα είχαν οι πιο αργές συνθέσεις του γκρουπ. Κλείνοντας τα μάτια, και ακούγοντας το τραγούδι, σίγουρα θα ένοιωθες μια ελαφριά θλίψη, κάτι που θα προέκυπτε και τα επόμενα χρόνια από παρόμοιες συνθέσεις, αφού ο τρόπος που τις τραγουδάει ο Oliva σου δημιουργεί μια ασυναίσθητη φόρτιση. Θεωρώ το τραγούδι ιδανικό για «κλείσιμο», αφού η συνθετική θύελλα που υπήρχε έπρεπε να κοπάσει και ο ακροατής να «φύγει» από την ακρόαση με πιο ήπια συναισθήματα. Μέχρι την επόμενη.
- “Twisted little sister”
Το “Twisted little sister”, παίρνει επάξια την σκυτάλη από το “On the run”, μεταφορικά και κυριολεκτικά, συνεχίζοντας το ίδιο μοτίβο σύνθεσης τραγουδιού, με ένα «καλπάζων» κιθαριστικό tempo και ένα ιδιαίτερο groove όλη την διάρκεια του, που δεν μπορεί να σε αφήσει ατάραχο. Το συγκρότημα έχει βάλει και σε αυτό το τραγούδι, όλα τα στοιχεία που ήθελε να προσδώσει στο στυλ έκφρασης του, απλά δημιουργώντας άλλη μια μοναδική σύνθεση, η οποία ακολουθεί στο έπακρο το ύφος όλου του δίσκου. Και σε αυτό το τραγούδι, ο Oliva δίνει μια ξεχωριστή πινελιά αφού με τον τρόπο που τραγουδάει, προσωπικά, με «βάζει», σε κάθε ακρόαση, «μέσα στη σύνθεση».
- “Rage”
Το πιο μικρό τραγούδι στο δίσκο, του οποίου ο τίτλος είναι «όνομα και πράγμα», αφού ότι ακούς είναι λες και οπτικοποιείται το συναίσθημα της «οργής» ενός ανθρώπου. Ακούγοντας το, φυσικά και λόγω της ερμηνείας του Oliva, που τραγουδάει σαν αλλόφρων, είναι σαν να βλέπεις κάποιον να επιτίθεται συνεχώς σε άλλους με ορμή, καταστρέφοντας στο διάβα του τα πάντα. Από το πρώτο δευτερόλεπτο το τραγούδι έχει ένα «τρελό» tempo, το οποίο δεν μειώνεται σε κανένα σημείο της σύνθεσης, και έτσι κάθε ακρόαση, σου προκαλεί μια ασυναίσθητη εσωτερική διέγερση και ροή αδρεναλίνης. Τα δυο αδέρφια που έγραψαν την σύνθεση, κατάφεραν να δώσουν στον ακροατή το στίγμα της οργής αυτού που για πολύ μικρό χρονικό διάστημα «είναι αλλού» και όταν «τελειώνει το έργο του» ηρεμεί. Ίσως γι’ αυτό όσο επιθετικά ξεκινάει το τραγούδι, έτσι απότομα κόβεται. Αποτελεί μια από τις πιο γρήγορες συνθέσεις που έχει γράψει το γκρουπ.
- “On the run”
Αν έχεις ακούσει το δίσκο από το βινύλιο, πριν τον «γυρίσεις» για την δεύτερη πλευρά, έχεις μείνει με το «σοκ» του “Rage”, οπότε το “On the run”, σε επαναφέρει στην τάξη, αφού είναι πιο κοντά στην γενικότερη αισθητική του άλμπουμ, και παίρνεις και τις ανάσες σου. Ενώ η πιο up-tempo αρχή του τραγουδιού σε προδιαθέτει για κάτι πιο ανεβαστικό, στο 50ο δευτερόλεπτο, το midtempo κύριο κιθαριστικό ριφ του τραγουδιού, πραγματικά σε «στέλνει» αδιάβαστο, αφού δεν περιμένεις κάτι τόσο πορωτικό, αν και πιο «κάτω» σε ταχύτητα. Όταν όμως έχεις ταλέντο σαν μουσικός, όσο «αρχάριος» και αν είσαι, ξέρεις τι να προσφέρεις. Έτσι το εν λόγω τραγούδι, προσωπικά είναι από τα πολύ αγαπημένα στο δίσκο, το οποίο βρίσκεται σε αυτή την θέση, λόγω αναγκαστικής ιεράρχησης.
5.“I believe”
Μόλις έχει τελειώσει ένα από τα ωραιότερα, για μένα τραγούδια των SAVATAGE, και «μπαίνει» το “I believe”. Όπως ξεκινάει θαρρείς ότι θα ακούσεις μια μπαλάντα από το συγκρότημα, αλλά πολύ γρήγορα καταλαβαίνεις ότι αυτό δεν συμβαίνει. Λίγο πριν περάσει το ένα λεπτό διάρκειας, το τραγούδι σε παρασύρει στον ρυθμό του, με το χαρακτηριστικό κεντρικό ριφ και την αέρινη αισθητική και ρεφραίν του, αλλά και την όλη εξέλιξη της σύνθεσης, η οποία όσο κυλά τόσο ανεβαίνει η ένταση της. Φυσικά, για άλλη μια φορά, ο Oliva, έχει μια τέτοια θεατρικότητα την ερμηνεία του, που και πάλι δεν μπορείς να προσπεράσεις ούτε αυτό το κομμάτι. Το συγκεκριμένο τραγούδι κάθε φορά που το ακούω, μου δημιουργεί την ίδια θέρμη για να πατήσω το repeat.
- “Living for the night”
Ξανά ακούγοντας τον δίσκο για την αξιολόγηση, αμφιταλαντεύτηκα αρκετά για την θέση που πρέπει να πάρει, αφού το συγκεκριμένο μαζί με το “Scream murder”, έχουν για μένα, πολλές ηχητικές ομοιότητες και αναφορές. Το “Living for the night”, παρόλο που «χάνει» ελαφρώς από το προαναφερθέν σε καθαρά υποκειμενικές λεπτομέρειες, είναι σίγουρα ένα από τα πιο ωραία και αντιπροσωπευτικά τραγούδια και του γκρουπ, αλλά και του ιδιώματος, στην δεκαετία, με το κύριο ριφ αλλά και το tempo του να σε «κρατάνε» από το πρώτο δευτερόλεπτο, αλλά και κατά την διάρκεια όλης της ακρόασης σε μια συνεχή εγρήγορση. Το τραγούδι, αποτελεί ένα μοναδικό δείγμα γραφής, έχοντας όλα χαρακτηριστικά στοιχεία δομής των συνθέσεων που μας παρουσίασε το γκρουπ τα επόμενα χρόνια, έχοντας διάχυτη την ηχητική ταυτότητα του συγκροτήματος.
- “Scream murder”
Πέρα του γεγονότος ότι από την πρώτη στιγμή που άκουσα το “Scream murder”, «κόλλησα» σε δευτερόλεπτα, μετά από πολλές ακροάσεις ετών, θεωρώ πως, σίγουρα χωρίς να το θέλουν οι δημιουργοί του, κατάφεραν να μεταδώσουν όλο το στίγμα του Αμερικάνικου heavy metal ήχου εκείνων των ετών. Αν υπήρχε μια φόρμουλα με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένα τραγούδι του ιδιώματος που εκφράζονται τα Αμερικάνικα γκρουπ, σίγουρα το “Scream murder”, είναι στο 100% «μέσα». Από το πρώτο δευτερόλεπτο ο «καλπάζων» ρυθμός του, η όλη δομή του τραγουδιού και οι κραυγές του Oliva προς το τέλος, του δίνει μια ιδιαίτερη υπόσταση σε όλο το δίσκο. Η θέση του σαν προτελευταίο, σίγουρα το αδικεί οπότε στο εν λόγω countdown, έχει αυτή που θεωρώ πως του αρμόζει καλύτερα.
- “Holocaust”
Από την πρώτη φορά που ακούς αυτό το τραγούδι πραγματικά σε μαγνητίζει. Μετά τα πρώτα δευτερόλεπτα με τα πιατίνια και τη μπότα της drums, που «ανοίγουν» την σύνθεση, το ριφ με το χαρακτηριστικό κιθαριστικό στυλ και ύφος που έθεσε σαν σήμα κατατεθέν το γκρουπ, το γενικότερο στακάτο tempo που υπάρχει διάχυτο σε όλη την διάρκεια αλλά και το απίστευτα «κολλητικό» ρεφραίν, σου μένουν άμεσα. Ειδικά το ρεφραίν, έχω «πιάσει» τον εαυτό μου, σε άσχετες στιγμές, να το τραγουδάει σκεπτόμενος και τον ρυθμό του. Ο Jon Oliva κάνοντας μια από τις καλύτερες ερμηνείες του στο δίσκο, καθοδηγεί όλο τραγούδι προς την σωστή επιτυχημένη κατεύθυνση, ενώ ειδική μνεία σίγουρα πρέπει να δοθεί σε αυτόν που σκέφτηκε να βάλει την σειρήνα πολέμου, στα μέσα της σύνθεσης, δίνοντας μια διαφορετική πινελιά και αισθητική σε όλο το τραγούδι. Για μένα αποτελεί ένα από τα πλέον αγαπημένα μου και στο άλμπουμ αλλά και στην δισκογραφία της πρώτης περιόδου του γκρουπ.
1.“Sirens”
Θυμάμαι σαν τώρα πριν από πάρα πολλά χρόνια, όντας έφηβος, κατά τις καλοκαιρινές μου διακοπές, μια κασέτα του ξαδέρφου μου όπου περιείχε μια από τις ραδιοφωνικές του εκπομπές σε τοπικό σταθμό της επαρχίας, την οποία μου είχε φέρει να ακούσω. Το πρώτο τραγούδι με το οποίο ξεκινούσε την εκπομπή του ήταν το “Sirens” των SAVATAGE. Είναι μια στιγμή που όσα χρόνια και αν περάσουν δεν θα ξεχάσω ποτέ. Μετά την «γλυκιά» εισαγωγή με την όμορφη γαλήνια καμπανούλα, το ριφ του τραγουδιού αλλά και η ερμηνεία του Oliva, δεν γίνεται να μην σε παρασύρουν, και να σταματάς με ότι και αν ασχολείσαι εκείνη την στιγμή. Στο ρεφραίν, στο σημείο με τους στίχους “you‘re approaching the islands of sirens” είναι σαν όντως να κοιτάζεις μπροστά σου το νησί και να το πλησιάζεις. Το τραγούδι έχει όλα τα στοιχεία που θα χαρακτήριζαν τα επόμενα χρόνια τον ήχο και το στυλ έκφρασης του γκρουπ, πριν βάλει περισσότερα λυρικά και μελωδικά στοιχεία στα τραγούδια του, καθιστώντας το ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα γραφής που έχει δημιουργήσει το σχήμα. Αν μπορούμε με ένα τραγούδι να περικλείσουμε σε κάποιον τι παίζουν οι SAVATAGE, είναι σίγουρα αυτό, αφού κατάφεραν σε σχεδόν τρεισήμισι λεπτά να παρουσιαστούν και να συστηθούν στο κοινό με τον καλύτερο τρόπο!
Θοδωρής Μηνιάτης