SAVATAGE underrated gems

0
369












Προσοχή, ακολουθεί προσωπική δήλωση – μανιφέστο. Οι SAVATAGE είναι, με βάση την αξία τους και τη προσφορά τους στον «σκληρό ήχο», το δεύτερο πιο αδικημένο συγκρότημα του πλανήτη, μετά τους RIOT. Είναι επίσης η μεγαλύτερη μπάντα των Η.Π.Α, πάλι μετά τους RIOT. Το να διαλέξω underrated κομμάτια τους ήταν μια διαδικασία τόσο δύσκολη, όσο και απολαυστική, καθώς είχα την ευκαιρία να «φρεσκάρω» τη δισκογραφία τους ξανά, και να μαγευτώ εκ νέου από τη ποιότητα της μουσικής τους. Διάβασε λοιπόν και συ με τη σειρά ένα τμήμα των πεπραγμένων τους, βάλε και τα τραγούδια να παίζουν και θα δεις πως θα ταυτιστείς με τις δύο πρώτες προτάσεις αυτής της παραγράφου. Ξεκινάμε με το…

Rage (“Sirens” – 1983)
Μέγα είσαι “British Steel” και θαυμαστά τα έργα σου. Εσύ είσαι η νούμερο ένα επιρροή για τη δημιουργία του “Rage”. Το οποίο όχι, δεν επηρεάζεται από το συνονόματό του από τον ίδιο δίσκο, αλλά αποτελεί μια ultra heavy έκδοση του “Steeler”. Το διατρανώνει το τρομερό riff, επαυξάνουν τα «καυτά» solos, αμφότερα φυσικά δια χειρός Criss Oliva. Γρήγορο, επιθετικό, απειλητικό, με τον Jon Oliva να τραγουδά και να ουρλιάζει στο γνωστό του, σχεδόν «σεληνιασμένο» στυλ.

Scream Murder (“Sirens” – 1983)
Καλπάζων ρυθμός, τρομερή έκκριση ενέργειας σε ένα τραγούδι που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως το ενδιάμεσο σκαλοπάτι από το επιβλητικό mid tempo του ομότιτλου έπους του δίσκου, στο ταχύ “Rage”. Εκτός από την έτσι κι αλλιώς εξαιρετική δυάδα των Oliva, πρέπει να αναφερθεί και η ουσιαστικότατη συμβολή των Collins – Wacholz στο «χτίσιμο» του κομματιού. Αυτό δε που κάνει αμέσως τη μεγαλύτερη εντύπωση, είναι η αντίθεση των φωνητικών γραμμών του Jon, ως προς το παίξιμο του Criss. Μελωδία – επιθετικότητα σημειώσατε Χ.

Midas Knight (“The dungeons are calling” – 1984)
Όταν ένας δίσκος ξεκινά με τον ομώνυμο all time classic ύμνο και το θεούργημα που ονομάζεται “By the grace of the witch” (και αυτό θα μπορούσε να βρίσκεται εδώ, αλλά κατά τη τελευταία φάση πριν τη διάλυση ο Caffery το καθιέρωσε στις ζωντανές εμφανίσεις του γκρουπ ως αγαπημένο του τραγούδι!), είναι καταδικασμένος να θεωρείται τρεις και επιπλέον δεκαετίες μετά, κλασσικός. Τι άλλο υπάρχει όμως μέσα σε αυτό το κλασσικό άλμπουμ, που δεν ακούγεται όσο πρέπει (ως και καθόλου); Ένα σκοτεινό power metal έπος, που χαρακτηρίζεται από σαρωτικά riffs (γενικά ο δίσκος δεν παίζεται στον τομέα αυτό), τρομερό drumming από τον dr. Killdrums (το nickname του Wacholz) και μια ακόμη trademark, early 80’s δαιμονισμένη ερμηνεία από τον τεράστιο (αποκλειστικά ακόμη μόνο στη φωνή, όχι σε διαστάσεις) Jon Oliva. Όσο για τους στίχους; “Trespassing force, soul armored in black, soldiers of Satan on the attack – A pass of his lance, a slash of his sword, go to your knees, must bow to the Lord” Δοξασμένα 80’s… πιο metal και από χυτήριο στην Ελευσίνα. Μέγιστο κομμάτι για όλους τους οπαδούς της πρώτης περιόδου της μπάντας, σαν την αφεντιά μου.

Warriors (“Power of the night” – 1985)
Το “Power…” θεωρώ πως είναι γενικά υποτιμημένος δίσκος. Ίσως επειδή ομολογουμένως υστερεί σε σχέση με τα δύο προηγούμενα άλμπουμ, ίσως επειδή είναι δίσκος δύο ταχυτήτων, καθώς για παράδειγμα η μελωδία του “Hard for love” συμπορεύεται με το “Necrophilia”, ίσως πάλι επειδή το εναρκτήριο ομότιτλο κομμάτι δεν σε αφήνει σχεδόν να πας παρακάτω και είσαι συνέχεια με το δάκτυλο στο repeat… Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι πως σε τούτο το δίσκο υπάρχουν κάποιες στιγμές στο «παρασκήνιο», που αν τις βγάλεις στο «προσκήνιο», δεν θα πιστεύεις στα αυτιά σου. Πρώτη, το “Warriors”. Ήρεμη, ατμοσφαιρική εισαγωγή που δίνει τη θέση της σε ένα εξαίσιο riff ώστε να αναπτυχθεί ένα classic 80’s metal διαμάντι. Καμία αναφορά σε στρατιώτες, πολεμιστές και μάχες με τη γνωστή έννοια του όρου. Εδώ ο Jon μιλάει αρχικά για τους απανταχού metalheads, τη διαρκή μάχη για την επικράτηση σε κάθε δρόμο, σοκάκι και στενό και κατ’ επέκταση κάνει τη δική του αναφορά στη κλασσική πια ταινία “Warriors”, του 1979.

Fountain of youth (“Power of the night” – 1985)
Προς συμπλήρωση των παραπάνω, ένα ακόμη τέτοιο τραγούδι. Η Πηγή της Νεότητας είναι ένα θέμα το οποίο έχει απασχολήσει πολύ τον καλλιτεχνικό κόσμο, είτε μιλάμε για συγγραφείς, είτε για ζωγράφους, ποιητές, στιχουργούς… Εδώ ο Jon ξεκινά από μια αναφορά εν είδει συζήτησης, για να περάσει στη γνωστή ιστορία του Juan Ponce de Leon και τέλος να φέρει τη κουβέντα στις προσπάθειες της επιστήμης για να βρεθεί τρόπος ώστε να παραταθεί η νεότητα στον άνθρωπο. Μουσικά το “Fountain of youth” είναι ένα mid tempo heavy κομμάτι, με στιβαρό ρυθμό και ατμοσφαιρικό background, που στέκει πολύ πάνω από τον μ.ο.

Lady in Disguise (“Fight for the rock” – 1986)
Ξέρω πως το “Fight…” είναι σχεδόν επικηρυγμένο από τους Sava-fans, λόγω ύφους. Καμία αντίρρηση. Αλλά αυτό το τραγούδι, είναι καλό, πώς να το κάνουμε. Η αρχική του μορφή έρχεται από τις αρχές της δεκαετίας (υπάρχει στη silver edition του “Sirens”), αλλά ουδεμία σχέση έχει με τούτη δω. Με μια έντονη hard – A.O.R αίσθηση, την οποία δίνει κατά κύριο λόγο το πιάνο του Jon, αν δεν έχεις παρωπίδες, θα αναγνωρίσεις στις μελωδίες του ένα αξιολογότατο κομμάτι. Θα μπορούσε βέβαια η μπάντα να του προσδώσει extra βαρύτητα αλλάζοντας την ενορχήστρωση και προσαρμόζοντάς το στο μετά το “Hall of the Mountain King” ύφος της, αλλά δεν το έκανε, καθώς ο δίσκος έχει διαγραφεί και από τους ίδιους τους συντελεστές του. Μη κάνεις το ίδιο. Δεν είναι σε καμία περίπτωση “Fight for the shit”, όπως έχει ειπωθεί.

Beyond the Doors of the Dark (“Hall of the Mountain King” – 1987)
Θριαμβευτική επιστροφή, με το για πολλούς καλύτερο SAVATAGE άλμπουμ! Η εισαγωγή μου φέρνει κάπως στην αντίστοιχη του μυθικού “Falling off the edge of the world” των BLACK SABBATH, όπως και το πώς ξεκινά το κύριο κιθαριστικό θέμα. Συγκλονιστικός Jon Oliva, θυμάται τις “Sirens” μέρες του (το τραγούδι έχει το ίδιο στυλ γενικά με το “Sirens”) και οδηγεί τη φωνή του στα άκρα, με τους υπόλοιπους να ακολουθούν με ανάλογη απόδοση. Ειδικά ο Criss σε αυτό το δίσκο κλέβει τη παράσταση, γνωστό αυτό. Όπως και όλα τα προαναφερθέντα, έτσι και το “Beyond…” δεν υπάρχει σε επίσημη ζωντανή ηχογράφηση, παρά μόνο σε κάποια δυσεύρετα bootlegs. Γενικά είναι εξαιρετικά παραγνωρισμένο και μπράβο στον Jon που βρήκε το σθένος να το παρουσιάζει ζωντανά με τη μπάντα του, τους JON OLIVA’S PAIN, αν και σε κακή φυσική κατάσταση.

The price you pay (“Hall of the Mountain King” – 1987)
“Riff reigns… in the hall of the mountain king!” για να παραφράσω σχετικά τον γνωστό στίχο από το ομότιτλο έπος. Πραγματικά, το “Hall of the Mountain King” είναι μέσα στα top άλμπουμ που μπορώ να φέρω πρόχειρα και γρήγορα στο μυαλό μου, όπου η κιθάρα έχει το πρώτο λόγο και κυρίως τα riffs του αποτελούν το Νο1 στοιχείο του. Μια από τα (ωραία) ίδια για τον Criss Oliva, ο οποίος μπαίνει με ένα εξαιρετικό riff και στη συνέχεια σε γεμίζει (χωρίς εισαγωγικά) με leads και φράσεις που καθηλώνουν. Ιδιαίτερη αναφορά και στον μεγάλο αδερφό, ο οποίος αλλάζει τη φωνή του στίχο με το στίχο, με αλησμόνητα αποτελέσματα. Μη μου πείτε πως δεν αξίζει να μπει εδώ, επειδή είναι έτσι κι αλλιώς από τα καλύτερα του δίσκου. Ναι, είναι. Βγείτε και ρωτήστε όμως 100 non die hard φίλους του γκρουπ σε ποιο δίσκο είναι και κρατήστε στατιστικά. Θα αλλάξετε γνώμη.

Thorazine Shuffle (“Gutter Ballet” – cd bonus track – 1989)
Αυτό το κομμάτι νομίζω πως τελικά ξέμεινε από το “Hall…” και ακριβώς επειδή είναι τόσο ΚΑΛΟ που έπρεπε να μη πάει χαμένο, για το λόγο αυτό και μπήκε στη CD έκδοση του δίσκου. Ακούστε την α λα “Dungeons…” εισαγωγή, ακούστε τη κιθάρα που «σφάζει» με μία νότα, ακούστε τύμπανα, ακούστε κυρίως ερμηνεία. Καθάριο US power, από μια μπάντα που επί πολλά χρόνια αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της εμπροσθοφυλακής του! Τα χορωδιακά μέρη ταιριάζουν «γάντι» με τη βασική μελωδία του Criss, ο οποίος προς το τέλος «σβήνει» το κομμάτι με ένα ακόμη τρομερό ντελίριο.

St. Patrick’s (“Streets – a Rock opera” – 1991)
Θα μπορούσα να παραθέσω σε τούτο το άρθρο ολόκληρο το “Streets”, εκτός του “Believe” και του “Jesus Saves”, και να μην έχει κανείς αντίρρηση, μιας και μιλάμε για τη πλέον υποτιμημένη δουλειά της μπάντας. Και ο «Άγιος Πατρίκιος» συγκαταλέγεται στα τόσο αδικημένα τραγούδια των SAVATAGE, αν και από τα αγαπημένα του αρχηγού. Τόσο συναισθηματικό, τόσο έντονο, με υπέροχη «ζεστή» ερμηνεία από τον Jon και έντονη κορύφωση από το δεύτερο μισό και μετά, δυσκόλεψε πολύ κατά τη δημιουργία του τη τριάδα Oliva – Oliva – O’Neil, όντας ιδιαίτερα απαιτητικό λόγω των συνεχών αλλαγών στο συναίσθημά του. Live δεν έχει παιχτεί ποτέ.

Lights out (“Edge of thorns” – 1993)
Ξέρω κόσμο που δεν μπορεί να ακούσει το “Edge of thorns”, εκτός ίσως από 2-3 κομμάτια. Του φταίνε οι έντονες hard rock, rhythm ‘n’ blues επιρροές του, τα ηλεκτρονικά του τύμπανα (άσχετα αν ο Doc και εδώ είναι σε μεγάλη φόρμα), το songwriting γενικά που απέχει πλέον από το κολασμένο power metal των πρώτων ημερών, ή τη μεγαλοπρέπεια του “Gutter Ballet”. Έλα τώρα, τρίχες. Πέραν του ότι ο δίσκος περιέχει μερικές πραγματικά ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ στιγμές, δεν υστερεί πουθενά. Τον βρίσκω από τους πιο «συμπαγείς» συνθετικά δίσκους των Φλοριδιανών. Ακούστε το “Lights out”. Μόλις αυτό τελειώσει, ακούστε το ντεμπούτο άλμπουμ των θεών BADLANDS. Ε, δεν μου βγάζεις από το μυαλό πως η φιλία με τον αδικοχαμένο τιτάνα Ray Gillen, επηρέασε τη μπάντα και στο συνθετικό τομέα. Hard ‘n’ blues αριστουργηματάκι το τραγούδι που παρουσιάζεται εδώ, γρήγορο και «αλανιάρικο, με τον «μικρό αδερφό» να διδάσκει πως «παίζεται το τόπι» και τον νεοφερμένο Zac Stevens να αποδεικνύει από το δεύτερο κομμάτι πως έχει πολλές πτυχές στην εξαίσια φωνή του.

Stare into the sun (“Handful of rain” – 1994)
Πόσο μεγάλος κιθαρίστας είσαι Alex Skolnick! Πόσο δύσκολο ήταν «να μπεις στα παπούτσια» ενός μουσικού σαν τον Criss, αφήνοντας το δικό σου στυλ και υιοθετώντας το δικό του, προς χάρη της μπάντας που χρειάστηκε να βοηθήσεις. Και το κατάφερες με χαρακτηριστική ευκολία, αν και ήρθες από τη thrash-o-μηχανή που ονομάζεται TESTAMENT. Σίγουρα ο συγχωρεμένος θα χαμογελούσε από εκεί ψηλά, διότι και ο ίδιος δεν θα τα κατάφερνε καλύτερα. Είμαι σίγουρος για τούτο που λέω. Στο ίδιο μήκος κύματος με την αύρα του προηγούμενου δίσκου το τραγούδι αυτό (γενικά το “Handful…” ακούγεται σαν συνέχεια του “Edge…”), σε bluesy φόρμες, δεν ακούγεται ιδιαίτερα, αλλά όποτε αυτό γίνεται σε οδηγεί αβίαστα να ψάξεις καπέλο για να το βγάλεις.

D.T Jesus (“From the Gutter to the Stage” – 1995)
Η αρχική εκδοχή του “Jesus Saves” από το άλμπουμ “Streets”. Πανέμορφο, αν και εντελώς διαφορετικό. Μόνο οι στίχοι στο θυμίζουν. Αργό, με solo στο ύφος του “When the crowds are gone”, ξεχειλίζει από συναισθήματα και γοητεύει με τα εξαιρετικά gospel φωνητικά του refrain. Προσωπικά το προτιμώ από το “alter ego” του στο “Streets”. Η δική σας γνώμη;

Starlight (“Dead winter dead” – 1995)
Ώρες ώρες αυτά τα άρθρα – αφιερώματα είναι σκέτο βάσανο. Τι να γράψεις τώρα για δίσκους σαν το “Dead winter dead” και ποιο-α κομμάτι-α να διαλέξεις… Αν στους δύο προηγούμενους δίσκους είχαμε φωνές αμφισβήτησης, εδώ αυτές πληθαίνουν και γιγαντώνονται. Πού το πάνε οι SAVATAGE τελικά; Μήπως αρχίζουν και ξεμακραίνουν από το metal (μη γελάς, 1995 είχαμε τότε, όχι 2018); Μήπως αυτός ο δαιμόνιος Ιρλανδός, ο Paul O’Neill (R.I.P), τους κάνει κακό, με τις Broadway εμμονές του; Τίποτα δεν ισχύει γενικά από όλα αυτά. Απλά, εδώ ρίπτεται ο σπόρος που θα δημιουργήσει τους TRANS – SIBERIAN ORCHESTRA. Άλλωστε, οι εποχές του “By the grace of the witch” έχουν περάσει, η ίδια η μπάντα δεν μπορεί να αναπαράγει αυτό τον ήχο και αυτό το συναίσθημα. Οι Αμερικανοί έχουν χάσει οριστικά μια φουρνιά οπαδών, αλλά έχουν κερδίσει μια καινούργια. Όσο για το “Starlight”, είναι από τα πιο «σκοτεινά» κομμάτια ενός έτσι κι αλλιώς «μουντού» concept δίσκου, με κυριότερο χαρακτηριστικό του τα «μοχθηρά» σχεδόν φωνητικά και τη τρομερή κιθαριστική δουλειά των Caffery – Pitrelli.

The Wake Of Magellan (“The Wake Of Magellan” – 1998)
Η μπάντα καθιέρωσε και καθιερώθηκε πια σε αυτό το “Broadway” στυλ metal, με χαρακτηριστική άνεση. Μια άνεση που έχει τις βάσεις της στη χημεία μεταξύ των μελών της, στο κοινό όραμα και κυρίως στο προσωπικό στοίχημα του Paul O’Neill, να κάνει τους SAVATAGE μια top selling μπάντα και να επουλώσει τη πληγή της απώλειας του Criss. To “The Wake…” όμως, ποτέ δεν αποτέλεσε άλμπουμ πρώτης γραμμής για το συγκρότημα. Θες ακριβώς αυτός ο χαρακτήρας του; Θες το progressive μεγαλείο του; Έμεινε μια χρυσή εφεδρεία, ένα άλμπουμ που ποτέ δεν θα αναφερθεί στις κορυφές του γκρουπ. Όσο και να μας αρέσει, όσο αριστουργηματικό και να είναι για μια μερίδα οπαδών. Οπότε, underrated. Και αφού όλο το άλμπουμ χαρακτηρίζεται έτσι, ας μπουν δικαιωματικά κάποια κορυφαία τραγούδια του, με πρώτο το ομώνυμο. Με το groove-άτο μπάσο του, τις κλασσικές του ενορχηστρώσεις, τα εκπληκτικά πολυφωνικά του μέρη και το λυρικό του αριστουργηματικό refrain, ξεχωρίζει αμέσως. Απαιτητικό, «δύσκολο» στο να το κάνεις «κτήμα» σου, αλλά όταν αυτό γίνει, ετοιμάσου για έναν παντοτινό μουσικό σύντροφο…

The Storm/The Hourglass (“The Wake Of Magellan” – 1998)
Το “magnum opus” του “The Wake Of Magellan”. Δώδεκα λεπτά αγνής SAVATAGE μαγείας, σαν αυτή που μας χάριζαν τόσα χρόνια οι Φλοριδιανοί στα μεγάλα (εντός και εκτός εισαγωγικών) τους άσματα. Θες να το πεις τον διάδοχο του “One Child” από το προηγούμενο δίσκο; Πες το. Μέσα θα έχεις πέσει. Χαλαρά στις δέκα καλύτερες 90’s στιγμές των SAVATAGE και όμως τη λες και αγνοημένη αυτή τη διλογία… Κρίμα και άδικο. Α, και μη ξεχαστώ. Μέγας Pitrelli, δίνει τα πασαπόρτια στο χέρι σε όσους τον κράζουν (πράγμα που γίνεται κυρίως για το αιωνίως βαριεστημένο ύφος του, καθώς μουσικά δεν έχω ακόμη καταλάβει για ποιο λόγο δεν θεωρείται, στην Ελλάδα πάντα, κορυφαίος).

Δημήτρης Τσέλλος

(Επειδή αυτά τα δύο τραγούδια δεν υπήρχαν στο Spotify, βάζουμε τα YouTube links)

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here