“Silence” (Spentzos Film)

0
312

Από μια ταινία του Martin Scorsese έχεις μάθει να περιμένεις τα πάντα και τίποτα. Στην τελική όμως εκείνο που σου χαράσσεται ανεξίτηλα στο μυαλό, περισσότερο και από τις διακυμάνσεις της πλοκής ή το αναμενόμενα καλογραμμένο σενάριο, είναι ο τρόπος με τον οποίο χτίζει τους χαρακτήρες του. Αγκιστρωμένοι σε ένα λαβύρινθο από πάθη και εσωτερικές αντιφάσεις και εγκλωβισμένοι σε έναν αυτοκαταστροφικό εγωισμό που αρκετά συχνά υπακούει στα εκδικητικά κελεύσματα του υποσυνείδητου τους, οι ήρωες του Scorsese είναι ίσως οι πιο γλαφυροί εκφραστές της ανθρώπινης τραγικότητας.

Αν υπάρχει κάτι που διαφοροποιεί το “Silence” από την υπόλοιπη φιλμογραφία του φημισμένου οσκαρικού σκηνοθέτη, αυτό είναι σίγουρα η παντελής απουσία εκδικητικών κινήτρων στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων του. Βασισμένο άλλωστε στο ομώνυμο αριστουργηματικό μυθιστόρημα του Shusaku Endo, το conceptτης ταινίας εξετάζει με εξαιρετικά λεπτεπίλεπτο τρόπο την έννοια όσο και τα ευαίσθητα όρια της Πίστης. Προφανώς, το θρησκευτικό περίβλημα της ταινίας είναι κάτι παραπάνω από έντονο, αφού κεντρικοί ήρωες αποτελούν δυο ιδεαλιστές πάστορες, οι οποίοι φτάνουν στην Ιαπωνία του 1640 με σκοπό να ενισχύσουν τις αναπτυσσόμενες κοινότητες των χριστιανών Ιαπώνων. Κάτω από τον αρχετυπικό υμένα του, ωστόσο, ο Scorsese καταφέρνει να εδραιώσει με δεξιοτεχνία ένα κολάζ δυνατών εικόνων και σκηνών, που αφενός μεν ψηλαφίζουν χειρουργικά την ιαπωνική ιστορία και παράδοση του 17ου αιώνα, αποτίνοντας διακριτικό φόρο τιμής στο εμβληματικό έργο του Akira Kurosawa, αφετέρου δε περιβάλλονται μονίμως από ηθικά διλήμματα αλλά και πολύπλευρα νοήματα που αφήνονται όμως στην διακριτική ευχέρεια του ψυχισμού του θεατή για απαντήσεις. Μολονότι ο ρυθμός είναι σχετικά αργός, το ατμοσφαιρικό υπόβαθρο είναι επίσης πλούσιο, με τις, εμπνευσμένες από την λογοτεχνική φειδώ του Endo, αφηγηματικές παρεμβάσεις να εφιστούν την προσοχή σε καίρια σημεία μέχρι η ταινία να οδηγηθεί μοιραία στην κορύφωσή της.

Στον τομέα των ερμηνειών, ο μέχρι πρότινος γλυκανάλατος Andrew Garfield αποτελεί, δίχως αμφιβολία, την ευχάριστη έκπληξη του film, καθώς ανταποκρίνεται κάτι παραπάνω από πειστικά στον απαιτητικό ρόλο-στηλοβάτη του ιησουίτη Rodrigues, μεταφέροντας όλη την αγωνία, τον πόνο και την απελπισία μιας πνευματικής περιπλάνησης που πασχίζει να εσωτερικεύσει την σιωπή ως μορφή θεϊκής παρέμβασης και συγχρόνως να πολεμήσει μέχρις εσχάτων το ιαπωνικό στερεότυπο που συμπυκνώνεται στην εμμονική φράση του “Τίποτα δεν φυτρώνει σε ένα βάλτο”. Στους δεύτερους ρόλους, εξίσου πειστικοί είναι τόσο ο Adam Driver ως ο έτερος ιησουίτης Garrpe, όσο και η ντοστογιεφσκική φιγούρα του (μέγα) Ιεροεξεταστή Inoue που ενσαρκώνεται άριστα από τον Issei Ogata, ενώ αποκάλυψη συνιστά ο Yôsuke Kubozuka, ο οποίος βρίσκει στο πρόσωπο του Kichijiro την Scorsese-κή εκδοχή του Ιούδα. Από την άλλη πλευρά, ομολογώ πως δεν με συνεπήρε και τόσο η παρουσία του αναιμικού Liam Neeson, παρότι πρέπει να αναγνωρίσω ότι ο ρόλος του δεν είχε την ίδια διάρκεια με την αντίστοιχη των υπολοίπων πρωταγωνιστών.

Η δραματική ατμόσφαιρα, τα καθηλωτικά μονόπλανα καθώς και ο ηθικοδιδακτικός χαρακτήρας του, συνηγορούν πως το “Silence” πως πρόκειται για μια επικών διαστάσεων ταινία. Διστάζω να της αποδώσω τον συχνά αμφιλεγόμενο τίτλο του αριστουργήματος, παρά ταύτα φρονώ πως συνιστά μια από εκείνες τις περιπτώσεις ταινιών, που σκηνή με τη σκηνή γιγαντώνεται συνεχώς μέσα σου επιζητώντας συγχρόνως την μέγιστη δυνατή συναισθηματική προσήλωση, προκειμένου να αντιληφθείς στο έπακρο το πραγματικό μέγεθος της ιδιαιτερότητας της. Σε κάθε περίπτωση, το “Silence” συνεχίζει επάξια την ιδιότυπη παράδοση που θέλει τον Scorsese να θεμελιώνει τουλάχιστον ένα σημείο αναφοράς σε κάθε δεκαετία της σκηνοθετικής καριέρας του.

Η ταινία θα προβάλλεται από την Πέμπτη 5/1 στους κινηματογράφους από την Spentzos Film.

Πάνος Δρόλιας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here