Sonic Ritual Fest: YAWNING MAN/ DUEL/ GREEN YETI/ HYPNOTIC NAUSEA @ An Club, 19/5/2017













    Όταν ο ανταγωνισμός από τις συνεχόμενες ανακοινώσεις συναυλιών για το προσεχές διάστημα είναι ήδη μεγάλος, η ιδέα της δημιουργίας ενός mini festival φαντάζει a priori δύσκολη υπόθεση. Παρόλα αυτά, δίχως πολλές φανφάρες, το Sonic Ritual Fest, με το δέλεαρ της παρθενικής έλευσης των YAWNING MAN και την ταυτόχρονη συμμετοχή τριών αξιόλογων σχημάτων κατάφερε να συνθέσει, στα δικά μου τουλάχιστον μάτια, ένα ελκυστικό πακέτο, το οποίο δυστυχώς δεν επιβραβεύτηκε με την ισχυρή παρουσία του κοινού στο An Club. 

    Με καθυστέρηση μισής ώρας σε σχέση με την προκαθορισμένη έναρξη της βραδιάς, την αυλαία άνοιξαν στις 22.00 οι Αθηναίοι HYPNOTIC NAUSEA. Με ξεκάθαρη πρόθεση την οικοδόμηση μιας κοσμοναυτικής ατμόσφαιρας και με σύμμαχο έναν γεμάτο ήχο που ισορροπούσε τέλεια ανάμεσα στο μπουκωμένο stoner και τον πειραματικό τόνο του post rock, το 40λεπτο setτους μας πήρε κυριολεκτικά από το χέρι και μας οδήγησε σε απόκρημνα διαστημικά ηχοτόπια. Ρόλο οδηγού σε αυτή την περιπλάνηση διαδραμάτισε το παρθενικό τους άλμπουμ με τίτλο “Hypnosis”, οι συνθέσεις του οποίου αποδόθηκαν στην εντέλεια με την απαραίτητη προσήλωση και ρομποτική ακρίβεια. Ωστόσο, το πιο σημαντικό στοιχείο της εμφάνισης τους είχε να κάνει με το γεγονός ότι κατάφεραν να παρουσιάσουν ένα σοβαρό, σφιχτοδεμένο σύνολο που αντλούσε ισόποση ενέργεια τόσο από τις κιθάρες και το rhythm section όσο και από τα samples και τα synths που γέμιζαν ιδανικά τα ambient σημεία, αφήνοντας έτσι υποσχέσεις και για τις επόμενες δισκογραφικές τους κινήσεις.

    Έπειτα από τους HYPNOTIC NAUSEA, η σκυτάλη πέρασε στους επίσης δικούς μας GREEN YETI. Λιτό σκηνικό στήσιμο, μεγαλύτερη σεμνότητα και εσωστρέφεια στις κινήσεις και αργόσυρτο, μονολιθικό stoner/doom τέμπο, αποτέλεσαν ευθύς εξαρχής τις σταθερές της εμφάνισής τους. Η πρόσφατη κυκλοφορία του πολύ καλού δεύτερου τους άλμπουμ με τίτλο “Desert show”, λειτούργησε ασφαλώς ως το στήριγμα του set τους, με την μίξη των βαρύγδουπων riffsκαι των εθιστικών μπασογραμμών της back-to-back τριάδας των “Black Planets (Part 1)”, “Black Planets (Part 2)” και “Rojo” να συμβιβάζουν άψογα τον ασήκωτο όγκο των SLEEP με την μυσταγωγική ψυχεδέλεια των OM. Πριν από αυτά, βέβαια, δεν παρέλειψαν μας σερβίρουν επίσης και το “Old Man” από το εξίσου καλό ντεμπούτο τους, “The Yeti has landed”. Το ζεστό χειροκρότημα στο τέλος λειτούργησε ως επιβράβευση τόσο για την παρουσία τους όσο και για την εν γένει πορεία τους τον τελευταίο καιρό, η οποία φαίνεται να βρίσκεται σε διαρκή άνοδο. Μακάρι να τους ξαναδούμε σύντομα στο πλευρό και πιο δημοφιλών ονομάτων του είδους τους.

    Αν βάζαμε στοίχημα πριν από την συναυλία για το ποιος θα έκανε την έκπληξη από πλευράς εντυπώσεων, σχεδόν κανείς δεν θα πόνταρε πάνω στους DUEL. Κι όμως το κουαρτέτο από το Austin του Texas πάτησε τα σανίδια του An με σκοπό να τα δώσει όλα και πραγματικά τα έδωσε! Παίζοντας για κάτι παραπάνω από μια ώρα (!) με μισή ανάσα, έριξαν σε ένα καζάνι την λατρεία τους για ιερά τέρατα του doom σαν τους TROUBLE και PENTAGRAM, το hard rock των 70’s και τα γκρουβαρίσματα του Chuck Berry και των ΖΖ ΤΟΡ και σε χρόνο dt ανέσυραν μέσα από αυτό ένα rock ‘n’ roll party που έκανε μέχρι και τα ντουβάρια να κουνιούνται στον ρυθμό του. Το εξαιρετικό δεύτερο τους άλμπουμ, “Witchbanger”, είχε φυσικά την τιμητική του με το κιθαριστικό δίδυμο της μπάντας να αναβλύζει αγνή τεξανή μαγκιά και υπερτιμιότητα σε κομμάτια όπως τα “Devil” και “Astro Gypsy”. Συγχρόνως και το “Fears of the Dead” εκπροσωπήθηκε επάξια μέσω των πυρακτωμένων “On the Edge”, “This old crow” και “Locked outside”, ενώ το κερασάκι στην τούρτα αποτέλεσε η διασκευή στο “Pictures of home” των DEEP PURPLE. Εύλογα, λοιπόν, δεν υπήρξε ούτε ένας που να μην πέρασε καλά με τους DUEL,ενώ το θέαμα που προσέφεραν επί σκηνής, φρονώ πως θα έκανε μέχρι και τους υπερτιμημένους RED FANG να κοκκινίσουν από την ντροπή τους. 

    Λίγα μόλις λεπτά προτού το ρολόι αγγίξει τις 1.30, οι YAWNING MAN πήραν επιτέλους τις θέσεις τους στην σκηνή. Οι πρώτες νότες του αλαβάστρινου “The secret language of Elephants” από το περσινό “Historical Graffiti”, ήταν αρκετές για να μας βάλουν κατευθείαν στο κλίμα, με τον Gary Arce στην μια κιθάρα να επωμίζεται με περίσσια άνεση τον ρόλο του μαέστρου σε μια εξ ορισμού πολύπειρη και συνάμα καλολαδωμένη μουσική μηχανή. Ο ήχος ευτυχώς ήταν από την αρχή πεντακάθαρος, καθιστώντας έτσι την μουσική επαφή με το συγκρότημα και την μικρή σκηνή του An, ακόμα πιο άμεση και δυνατή. Μια επαφή που άρχισε να λαμβάνει διαστάσεις τριπαρίσματος, αφού τα “Sandwhip” και τα “Far-off adventure”, μέσα από το αριστουργηματικό “Nomadic Pursuits”, έφεραν στα μέτρα τους τον χωροχρόνο και μας διακτίνισαν μέχρι τα μοναχικά κατατόπια του Palm Desert, όπου οι θερμοκρασίες παραμένουν σχεδόν όλο τον χρόνο αφόρητα υψηλές. 
    Ειδικά σε αυτά τα δυο όπως και στα “The wind cries Evelyn” και “Rock Formations” που ακολούθησαν, οι επιδόσεις του σεμνού και στωικά ταπεινού Mario “Boomer” Lalli στο μπάσο, απέδειξαν περίτρανα γιατί δικαίως θεωρείται ως μια από τις επιδραστικότερες προσωπικότητες της desert rock σκηνής. Στο ύψος των περιστάσεων στάθηκαν, επίσης, τόσο ο Bill Stinson στα drums, που κάλυπτε με τη σιγουριά και την εμπειρία του το κάθε κενό που παρουσιάζονταν, όσο και στη δεύτερη κιθάρα ο γιος του Lalli, Dino Von, ο οποίος ήταν ο μοναδικός που έδειχνε να το νιώθει και να το απολαμβάνει περισσότερο απ’ όλους, όντας και ο πιο νέος σε ηλικία. Και εκεί που το πανέμορφο “Skyline pressure” από τον περσινό ομώνυμο δίσκο των TENEAST, λίγο έλειψε να μας εκτοξεύσει στα άστρα δίχως επιστροφή, η μπάντα με απόφαση του Arce αποφάσισε να τραβήξει απότομα χειρόφρενο και να ολοκληρώσει μουδιασμένα το, διάρκειας μόλις 50 λεπτών set της με τα “Darkmeet” και “Underwater noise”, αφήνοντας εμφατικά στην απ’ έξω ύμνους σαν τα “Stoney Lonesome” ή το “Perpetual Oyster”.

    Εν κατακλείδι, η βραδιά έκλεισε με μια έντονα γλυκόπικρη γεύση. Σαφώς και ήταν μια ανώμαλη προσγείωση αυτό που συνέβη με τους YAWNING MAN, ενδεχομένως και λόγω υπέρβασης του προκαθορισμένου χρόνου από τις υπόλοιπες μπάντες, οι οποίες κατά τ’ άλλα έδωσαν πραγματικά τον καλύτερό τους εαυτό. Η πιο έντονη παραφωνία είχε να κάνει, ωστόσο, με την θλιβερή και αδικαιολόγητα χαμηλή προσέλευση. Είναι ολοφάνερο, πλέον, πως η δημοφιλία του stoner στη χώρα μας έχει κάνει τον κύκλο της, ελέω των πάμπολλων ξένων ονομάτων που μας έχουν επισκεφτεί την τελευταία πενταετία και της ελιτίστικης προτίμησης του ελληνικού κοινού σε 2-3 δημοφιλή εγχώρια συγκροτήματα ή σε festivals του χαμού. Ακόμα κι έτσι βέβαια, η ιστορική σημασία και το μέγεθος των YAWNING MAN για την desert σκηνή είναι τέτοιο, που σε καμία περίπτωση δεν άξιζε μια προσέλευση, η οποία μετά βίας άγγιζε τα 80-100 άτομα. Κρίμα και πάλι κρίμα. 
    Aνταπόκριση: Πάνος Δρόλιας

     

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here