STONE SOUR – “Hydrograd” (Roadrunner)

0
83

Η μπάντα είχε να αντιμετωπίσει δύο μεγάλες προκλήσεις κατά τη διάρκεια της σύνθεσης και των ηχογραφήσεων του “Hydrograd”. Η πρώτη ήταν ότι προερχόταν από την κυκλοφορία των δύο εκπληκτικών δίσκων “House of gold and bones” (Part 1 & 2) οι οποίοι ανέβασαν πολύ τον πήχη για τους STONE SOUR και η δεύτερη ήταν η φυγή (ή καλύτερα ο διωγμός) του κιθαρίστα Jim Root από την μπάντα, ο οποίος μέχρι τότε ήταν από τους βασικούς συνθέτες του γκρουπ. Ήμουν πολύ περίεργος να δω αν θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν σε αυτές τις προκλήσεις και η αλήθεια είναι ότι δε τα πήγαν και ιδιαίτερα άσχημα.

Στο “Hydrograd” οι STONE SOUR επιχειρούν μια επιστροφή στον ήχο του “Come what(ever) may”, εδώ όμως είναι πιο ακατέργαστος (το οποίο οφείλεται στο ότι όλα τα τραγούδια ηχογραφήθηκαν live από την μπάντα) και με αρκετές επιρροές και από τους υπόλοιπους δίσκους της μπάντας. Ο Corey Taylor χρησιμοποιεί κυρίως μελωδικά φωνητικά χωρίς να λείπουν τα γνωστά “Slipknot” τραχιά ξεσπάσματά του, ενώ η προσθήκη του νέου κιθαρίστα Christian Martucci φαίνεται πως πρόσθεσε αρκετά punk στοιχεία στον ήχο τους. 

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του δίσκου είναι η διάρκεια, τόσο από άποψη χρόνου όσο και ποιότητας. Καταρχάς ενώ ο μέσος όρος των προηγούμενων δίσκων κυμαίνονταν γύρω στα 50 λεπτά, ο συγκεκριμένος ξεπερνάει την μια ώρα και έχει 15 τραγούδια (το ένα εκ των οποίων είναι εισαγωγή) κάτι που δημιουργεί πρόβλημα στην συνοχή του δίσκου, αλλά και στο να κρατήσει το ενδιαφέρον του ακροατή. Επίσης, αν και ο δίσκος ξεκινάει δυνατά με τα 5 καλά ως πολύ καλά τραγούδια, στη συνέχεια κάνει «κοιλιά» με κάποια σχετικά αδιάφορα και πειραματικά τραγούδια πριν ανεβάσει ταχύτητες (και ενδιαφέρον) πάλι προς το τέλος.

Συγκεκριμένα, μετά την εισαγωγή “YSIF”, ο δίσκος μπαίνει δυνατά με το “Taipei person/Allah tea”, ένα κλασικό STONE SOUR τραγούδι με δυνατά riff και φωνητικά, συνεχίζει με τα “Knievelhas landed” (ενδιαφέρον με ωραία μέρη μπάσου) και  το “Hydrograd” (που ρίχνει λίγο τις ταχύτητες χωρίς να είναι ιδιαίτερα άσχημο), το “Song #3”, που είναι και το καλύτερο του δίσκου με μεγαλύτερο ατού του το πολύ καλό ρεφρέν του, και το “Fabuless”, το οποίο αν και όταν το άκουσα πρώτη φορά με είχε προκαταβάλει αρνητικά για τον καινούριο δίσκο τελικά με τα πολλά ακούσματα άρχισε να μου αρέσει περισσότερο. Βέβαια ακόμα θεωρώ ότι θα έπρεπε να γίνει καλύτερη δουλειά στο ρεφρέν. Και στη συνέχεια ξεκινάει η κατρακύλα με το “The witness trees”, ένα παντελώς αδιάφορο τραγούδι, το “Rose red violet blue (this song is dumb & so am I)”, το οποίο πέρασε και δεν ακούμπησε, το “Thank God it’s over”, το οποίον όταν τελειώσει μπορεί και να σκεφτείς ότι ο τίτλος του πάει γάντι και το “St. Marie”, το χειρότερο ίσως κομμάτι του δίσκου, το οποίο είναι ένα αργό κομμάτι με έντονα country στοιχεία. Κάτι πάει να γίνει μετά με το μέτριο “Mercy”, τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα με το πιο uptempo και επηρεασμένο από SLIPKNOT “Whiplash pants”, το οποίο θα αρέσει στους οπαδούς των δύο γκρουπ, και το πιο αργό “Friday Knights”, ενώ γίνονται ακόμα καλύτερα ανεβάζοντας ταχύτητες με το “Somebody stole my eyes”, το οποίο είναι και ένα από τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου. Τέλος, ο δίσκος κλείνει με το «αργόσυρτο» αλλά πολύ ενδιαφέρον “When the fever broke”.

Εν κατακλείδι, αν και η μπάντα αποδίδει πολύ καλά στον δίσκο, η ερμηνεία του Corey είναι πολύ καλή (ως συνήθως) και η παραγωγή είναι πολύ καλή, φαίνεται ότι κάτι λείπει στο τελικό μείγμα για να απογειώσει το τελικό αποτέλεσμα. Ίσως αυτό είναι η χημεία, την οποία την απώλεσαν με την έξοδο του Root από την μπάντα, ίσως η έλλειψη δυνατών και catchy ρεφρέν, με τα οποία μας είχαν «κακομάθει» στις προηγούμενες δουλειές τους, ίσως κάτι άλλο που μου διαφεύγει. Μπορεί σε αυτό να φταίει και το γεγονός ότι έχει να ανταγωνιστεί και την κυκλοφορία των δυο προηγούμενων δίσκων των STONE SOUR, κάτι που σίγουρα επηρεάζει την κρίση μου. Το “Hydrograd” δεν είναι κακός δίσκος. Το αντίθετο. Θα μπορούσε όμως να είναι πολύ καλύτερος. 

7 / 10

Γιώργος Βογιατζής

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here